Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Γιατί ασχολείσαι με την μπάλα;

Κάπου σε έναν βρώμικο τοίχο, της βρώμικης Αθήνας, κάποιος ακούραστος επαναστάτης έχει γράψει ένα κάπως άκυρο σύνθημα: «Τόση μπάλα και τόσους μπάτσους έχουμε να δούμε από τη χούντα». Γράφει ο Θεοδωρόπουλος Δημήτρης.
Γιατί ασχολείσαι με την μπάλα;
Το σύνθημα γράφτηκε πρόσφατα από ένα αγανακτισμένο νεανικό χέρι που μόνο από διηγήσεις έχει ζήσει την επταετία. Μόνο γι’ αυτό μπορεί να του συγχωρεθεί η ανακρίβεια. Ας μην αναλύσουμε το δεύτερο αστυνομικό σκέλος του αφορισμού, ας μείνουμε στην ανακρίβεια του πρώτου. Μπάλα; Ποιος βλέπει μπάλα; Γιατί να λερωθεί άλλος ένας τοίχος με τόση ανακρίβεια; Πού ζούμε, στο 2004; Ποιος ασχολείται με όλα αυτά;

Υπάρχουν δύο κατηγορίες πιτσιρικάδων. Αυτοί που δεν θα ασχοληθούν ποτέ με την μπάλα και θα τη σνομπάρουν DNΑϊκά. Και οι υπόλοιποι. Την πρώτη φορά που ένας πιτσιρικάς, από τους δεύτερους, θα πάει γήπεδο, θα εντυπωσιαστεί από το χορτάρι: από κοντά, θα είναι πιο πράσινο, η τηλεόραση το αδικεί. Η επόμενη εντύπωση – ισχυρότερη από τη χρωματική – θα είναι η εκμάθηση άγνωστων λέξεων: θα μάθει βρισιές που είναι απαγορευμένες στο προαύλιο του σχολείου, θα δει σεβάσμιους γέροντες να μιλούν σαν ήρωες του Καββαδία, ίσως και να κοκκινίσει αν έχει μια υποτυπώδη ανατροφή. Και στο τέλος, συνένοχος με τους υπόλοιπους μεγάλους, θα γυρίσει σπίτι νικητής ή ηττημένος, χαρούμενος ή λυπημένος, αδιάφορος ή παθιασμένος, γνωρίζοντας για πρώτη φορά κάτι φοβερά απενοχοποιητικό: και οι μεγάλοι, τελικά, το μόνο που θέλουν είναι να παίξουν. Τουλάχιστον αυτό ίσχυε παλαιότερα.
Η ελληνική μπάλα, στις ημέρες της απόλυτης παρακμής της, μοιάζει με την ελληνική τηλεόραση σε ετεροχρονισμένη βερσιόν. Οπως τα ιδιωτικά κανάλια τα τελευταία χρόνια υπερεκτίμησαν τις δυνάμεις τους, υποτίμησαν το προϊόν τους, κρατώντας – από τη δύναμη της αδράνειας ίσως – για κάποια χρόνια αρκετούς τηλεθεατές δέσμιους της ηλιθιότητας, μέχρι να σκάσει η φούσκα στα μούτρα τους, έτσι και οι παράγοντες της ελληνικής μπάλας θεωρούν πως κατέχουν τα κλειδιά ενός περιζήτητου προϊόντος. Ενός brand το οποίο μπορούν να κακοποιούν όσο θέλουν με τον κόσμο να τους θαυμάζει καθώς παίζουν με τα παιχνιδάκια τους γρυλίζοντας. Είναι βαθιά νυχτωμένοι.
Δεν έχουν ιδέα τι τους περιμένει. Πριν από λίγο καιρό, το «Futebol Finance» δημοσίευσε τα στατιστικά των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων. Η Ελλάδα κατείχε την τελευταία θέση στην προσέλευση του κόσμου, με διαρκή πτωτική πορεία. Το 2012 είχε 4.944 εισιτήρια κατά μέσο όσο, λιγότερα κατά 23,5% από τα 6.462 του 2011. Οι αθλητικές εφημερίδες, οι περισσότερες με ξεκάθαρο προσανατολισμό σε λοβοτομημένους αναγνώστες πια, πουλούσαν συνολικά 258.015 φύλλα το 2008, 120.772 το 2011 (-53,19%) και εφέτος με το ζόρι έφθαναν τα 80.000 φύλλα. Σύμφωνοι, στην περίπτωση του Τύπου, υπάρχει και ο παράγων Ιnternet, αλλά εδώ μιλάμε για άλλου είδους παρακμή – όποιος αντέχει ας δει εξώφυλλα αθλητικών εφημερίδων: ένας εξωτικός, γελοίος, αυτιστικός κόσμος.
Το κοινό αποφάσισε να μην ασχοληθεί. Οχι μόνο γιατί έχει άλλα προβλήματα – συνήθως η μπάλα σε περιόδους κρίσης λειτουργεί σαν μια ψευδαίσθηση συνέχισης της κανονικότητας. Οι λόγοι είναι διαφορετικοί. Λίγες ειδήσεις να διαβάσεις από την εφετινή αθλητική ειδησεογραφία, τους καταλαβαίνεις. Δύο ημέρες προτού ξεκινήσει το πρωτάθλημα, ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος έδωσε παράταση στις ΠΑΕ να εξασφαλίσουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα. Οι περισσότερες, αν δεν ήταν εταιρείες αλλά πολίτες, θα ήταν φυλακή.
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης, πρόεδρος του Ολυμπιακού, που κάποτε έλεγε «διδάσκω ήθος» ενώ οι παίκτες του Παναθηναϊκού έτρωγαν ξύλο δίπλα του, τραβιέται στα δικαστήρια με τον Γιάννη Αλαφούζο της «Παναθηναϊκής Συμμαχίας». Κάποιος θα χάσει, κάποιος θα κερδίσει, κανείς δεν θα καταλάβει τον λόγο. Τα γήπεδα είναι άδεια, κακοφωτισμένα. Αρκετοί από τους ποδοσφαιριστές των μικρών ομάδων είναι πραγματικοί βιοπαλαιστές. Ολοι ξέρουν πως, στο τέλος, το πρωτάθλημα θα το πάρει μάλλον ο Ολυμπιακός, όλοι θα φωνάζουν, κάποιοι θα πλακωθούν. Οι υπόλοιποι θα βαρεθούν.
Στις αρχές των 00s, δεν υπήρχε λιγότερη διαφθορά. Υπήρχαν παράλογα πολλά λεφτά από τη φούσκα των τηλεοπτικών δικαιωμάτων, υπήρχε το καλτ κατεστημένο, τα στημένα και όλα αυτά, αλλά παράλληλα υπήρχε και ένας αντίθετος πόλος, μια δυναμική ορισμένων εκσυγχρονιστών που προσπαθούσαν να επιβάλουν τη λογική. Η λαμογιά κέρδισε και υπερεκτίμησε τόσο τον εαυτό της, που αυτοκαταστρέφεται από το θράσος της. Το freak show που έχει καταντήσει η ελληνική μπάλα – αν δεν πέθανε ήδη – ψυχορραγεί και  κανείς δεν ασχολείται.
Ο συντάκτης του συνθήματος και όσοι απαξιώνουν την μπάλα, σαν «το όπιο του λαού», σύντομα θα είναι περήφανοι, η κοινωνική ρύθμιση θα τελεστεί: Η ελληνική μπάλα θα γίνει τόσο ανυπόφορα περιθωριακή, που θα εξοβελιστεί στις πίσω συχνότητες της επικαιρότητας. Ας ακουστεί μελό, αλλά αυτό που ξεκίνησε εδώ και χρόνια, θα ολοκληρωθεί. Θα μας πάρουν εντελώς τη χαρά. Θα μείνει μόνο η νοσταλγία. Δεν είναι και λίγο, αλλά δεν αρκεί.

Πηγή: Tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: