Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Superleague: μια αγορά με προοπτική, που επιμένει να μικραίνει!

Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει σχετικά με τα ευρήματα της έρευνας του ΙΟΒΕ, κι όσα αυτή είπε σε ένα ποδόσφαιρο που δεν ήταν εκεί για να ακούσει και να αλλάξει. 
Το πρωτάθλημα που παρακολουθείς στον τόπο σου, η Superleague, είναι το 21ο στην λίστα που κατατάσσει τα πρωταθλήματα με κριτήριο την εμπορική τους αξία. Για να κάνεις τη σύγκριση και να αντιληφθείς, το πορτογαλικό πρωτάθλημα, που συχνά σου λένε ότι είναι αντίστοιχου μεγέθους, είναι 14ο στην σχετική λίστα που έφτιαξε η Brand Finance, η εταιρεία που ηγείται πανευρωπαϊκά στην οικονομική αποτίμηση των ποδοσφαιρικών αξιών. Παρεμπιπτόντως δεν υπήρχε ελληνική ομάδα στην λίστα του Μαΐου 2013 με το top 50 των ευρωπαϊκών ομάδων με την μεγαλύτερη εμπορική αξία. Για να αντιληφθείς την διαφορά των μεγεθών ανάμεσα στην ελληνική μπάλα της κρίσης και την πορτογαλική μπάλα της κρίσης, τα έσοδα της μέσης ελληνικής ομάδας στο 2011 ήταν περίπου 11 εκατ. και της πορτογαλικής 19 εκατ. ευρώ.  Και τα εισιτήρια που έκοβε κατά μέσο όρο η πορτογαλική λίγκα (10.964) την σεζόν 2011/12 ήταν περίπου διπλάσια από αυτά της ελληνικής (5.266). Την ώρα που η ελληνική λίγκα έχανε κατά περίπου 14% σε τζίρο εισιτηρίων συγκριτικά με το πρόσφατο παρελθόν της (2008/09) στην προ κρίσης εποχή, η πορτογαλική λίγκα έβλεπε αύξηση περίπου 1,7% στην κίνηση των εισιτηρίων της.

Τα παραπάνω είναι ένα πολύ μικρό μέρος των ευρημάτων της πρώτης σοβαρής οικονομικής έρευνας που έκανε στη ζωή του το ελληνικό επαγγελματικό πρωτάθλημα, σε μια προσπάθεια της διοίκησης της Superleague να μετρήσει το μέγεθός της και να προσδιορίσει το μέγεθος που καταλαμβάνει ως επιχειρηματικό πεδίο τόσο στην ελληνική αγορά όσο και στη διεθνή αγορά του ποδοσφαίρου.
Τι του είπε, μέσες άκρες, του επαγγελματικού πρωταθλήματος αυτή η έρευνα που έκανε το ΙΟΒΕ μαζί με μια ιδιωτική εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων, την Στόχασις; Του απάντησε στις βασικές ερωτήσεις σχετικά με το μέγεθός του, δηλαδή του είπε ότι η συνεισφορά του, η επιρροή του στο ΑΕΠ της χώρας ανέρχεται σε περίπου 2.1 δισ. ευρώ, σε μια εποχή που το σύνολο του ΑΕΠ εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περίπου 170 δισ. ευρώ. Το βοήθησε, το πρωτάθλημα, να κατανοήσει ότι ως μπίζνα δίνει δουλειά σε περίπου 40 χιλιάδες ανθρώπους αυτή την εποχή και άρα επηρεάζει άμεσα τη ζωή περίπου 40 χιλιάδων οικογενειών της Ελλάδας, δίχως να συνυπολογίζεται ο κόσμος της παραοικονομίας του ποδοσφαίρου. Του εξήγησε ότι στην εποχή της κρίσης η δική του πτώση στο βασικό του προϊόν, στα εισιτήρια είναι πολύ μικρότερη από την πτώση που παρουσιάζουν τα περισσότερα πεδία της ελληνικής αγοράς, ότι οι δείκτες του είναι χαμηλότεροι του μέσου όρου της επιρροής της κρίσης στους τζίρους της ελληνικής αγοράς. Και του μίλησε πολύ, αυτή η έρευνα, του πρωταθλήματος σχετικά με το τι μπορεί να κάνει για να αλλάξει και τη δυναμική του και την προοπτική του. Του έδειξε πού χάνει συγκριτικά με τα άλλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και τι μπορεί να κάνει για να αλλάξει τις προδιαγραφές του ώστε να αυξήσει τα έσοδά του και να ζήσει καλύτερα, πέρα από την αυτονόητη ανάγκη να φτιάξει υποδομές και να εκπαιδεύσει νέους ποδοσφαιριστές που θα πουλά για να ζήσει.

Η έρευνα έδειξε στις ποδοσφαιρικές εταιρείες πόσο υπολείπονται σε εμπορικά έσοδα έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Προσέξτε, στη διετία 2010-’12 μια μέση ομάδα της Superleague είχε εμπορικά έσοδα (έξω από τηλεοπτικά και διαφημίσεις-χορηγίες) που αποτελούσαν το περίπου 6% του συνολικού εσόδου της, όταν η μέση ευρωπαϊκή ομάδα (σύμφωνα με τα στοιχεία της UEFA από 734 συλλόγους) έβλεπε τα εμπορικά της έσοδα να ανέρχονται στο 19% του συνολικού εσόδου της. Οι σύμβουλοι δεν της είπαν της Superleague ότι οι ομάδες της μπορούν να φτάσουν στο επίπεδο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, που βλέπει τα εμπορικά έσοδά της από την πώληση των προϊόντων που δημιουργεί να φτάνουν το 49% του συνολικού εσόδου της. Την έβαλαν όμως να σκεφτεί πόσο μεγάλα είναι τα περιθώρια, κυρίως για τις ομάδες που μετρούν εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς - “πελάτες”, για μεγαλύτερο τζίρο και μεγαλύτερο κέρδος.
Της είπε πάρα πολλά πράγματα η έρευνα αυτή της Superleague. Μέσα από τις απαντήσεις των ερευνητών ο παρατηρητής συνειδητοποιούσε στη χθεσινή παρουσίαση ότι το ελληνικό επαγγελματικό πρωτάθλημα όχι απλώς δεν είναι μια αγορά χαμένη από χέρι, αλλά ότι είναι μια από τις πιο σθεναρές ελληνικές αγορές, από αυτές για τις οποίες κανείς με ευκολία εκτιμά ότι “δεν θα χαθούν”, κυρίως λόγω του συναισθηματικού δεσμού που έχει αναπτύξει ο Έλληνας και αναπτύσσει ο νέος Έλληνας με την αγαπημένη του ομάδα. Για σταθείτε όμως: αναπτύσσει ο νέος Έλληνας δεσμό με μια ελληνική ομάδα; Και αν ναι, είναι αυτός ο δεσμός όσο στενός είναι ο δεσμός που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στους Έλληνες των προηγούμενων γενιών με μια ελληνική ομάδα; Μια από τις βασικές απειλές του ελληνικού επαγγελματικού πρωταθλήματος, όπως έδειξε η έρευνα, είναι η διείσδυση των ξένων πρωταθλημάτων στο ελληνικό φίλαθλο κοινό. Διότι αυτή η επιστημονική έρευνα ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που όλοι εμείς εδώ και χρόνια καταγράφουμε και συνειδητοποιούμε συγχρόνως, ότι ο Έλληνας πιτσιρικάς αρχίζει και αγαπά το ίδιο ή και περισσότερο από την ελληνική μια ευρωπαϊκή ομάδα. Και πώς να μη του συμβεί, όταν η ευρωπαϊκή ομάδα τον προσεγγίζει καλύτερα από την ελληνική, του πουλά πιο έξυπνα το προϊόν της και, φυσικά, του προσφέρει καλύτερο ποδοσφαιρικό θέαμα, το οποίο - λόγω και της απόστασης - του μοιάζει και πιο καθαρό ή έστω λιγότερο νοθευμένο συγκριτικά με το ελληνικό;
Θα τον χάσει τον πελάτη, αν συνεχίσει έτσι όπως το πάει μέχρι τα τώρα, η ελληνική αγορά του ποδοσφαίρου. Και θα συρρικνωθεί περισσότερο αν δεν ακούσει, δεν εκσυγχρονιστεί, δεν ψηφιοποιηθεί, δεν κάνει μάρκετινγκ της προκοπής, δεν ομορφύνει. Για να τα κάνει όλα αυτά όμως πρέπει να νοιαστεί. Κι αν κρίνω (και) από την χθεσινή προσέλευση των επιχειρηματιών και των στελεχών των ΠΑΕ της Superleague στην παρουσίαση της έρευνας (στην αδειανή αίθουσα που βλέπεις οι μισοί είναι δημοσιογράφοι και επαγγελματίες που δούλεψαν για την έρευνα, όχι στελέχη της αγοράς), η ελληνική αγορά δεν ανησυχεί. Γι’ αυτό μικραίνει.

Πηγή: gazzetta.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: