Αναλυτικά, η συνέντευξη που έδωσε στο metrosport:
Τι είναι αυτό που σου έμεινε περισσότερο στη μνήμη απ’ όλη την σεζόν;
«Η αποβολή στον αγώνα πλέι οφ με τον Παναθηναϊκό. Δεν ξέρω τι να σκεφτώ. Κάθε διαιτητής μπορεί να κάνει λάθη. Μπορεί να σφυρίξει καλά ή άσχημα ένα ματς. Ο συγκεκριμένος όμως είχε πρόθεση. Αυτό φαινόταν. Είναι δύσκολο να σφυρίξεις εντελώς σωστά ένα παιχνίδι. Όλοι οι διαιτητές κάνουν κάποια λάθη. Αυτός όμως είχε πρόθεση και αυτό δεν μου άρεσε».
Ήταν δηλαδή τόσο έντονο για σένα;
«Ήταν μία κλασική περίπτωση, όπου ο διαιτητής έδειξε ότι είχε κακή πρόθεση. Ακόμη το σκέφτομαι. Μετά ήρθε και η τιμωρία των τεσσάρων αγωνιστικών. Αυτό μου προκάλεσε απίστευτο εκνευρισμό».
Η αποβολή του Σορλέν στον αγώνα με την ΑΕΚ σε έκανε να νιώσεις ότι δικαιώθηκες για το συγκεκριμένο διαιτητή;
«Δεν ξέρω τι να σκεφτώ. Για το μόνο που είμαι σίγουρος είναι ότι του χρόνου θα είμαι πάρα πολύ προσεκτικός, ειδικά στους αγώνες με το συγκεκριμένο διαιτητή. Πάντως, η διοίκηση πρέπει να κάνει κάτι. Δεν γίνεται σε κάθε παιχνίδι με τον εν λόγω διαιτητή να έχουμε πάντα αποβολή. Δεν πρέπει να μένουμε με σταυρωμένα τα χέρια».
Όλα ξεκίνησαν στο ματς με τον Ολυμπιακό. Θέλεις να μιλήσεις για εκείνη τη μέρα;
«Το έχω ήδη πει. Ο Ντιόγο μου έδωσε ένα κτύπημα εκτός φάσης και εγώ απάντησα. Οφθαλμός αντί οφθαλμού, και οδόντας αντί οδόντος».
Μετανιώνεις για κάτι;
«Αν κάποιος μου κάνει κακό, δεν μπορώ να το αφήσω αναπάντητο. Πάντα ήμουν έτσι. Δεν μετανιώνω για αυτό. Αν υπάρχει κάτι όμως, που μου προκαλεί άσχημο συναίσθημα, είναι τα παιχνίδια που έχασα ως τιμωρημένος, γιατί θα μπορούσα να βοηθήσω την ομάδα».
Ο κόσμος βέβαια, για αυτό σε αγάπησε, γιατί θέλει να βλέπει κάποιον να μην μασάει τίποτα και να είναι αληθινός.
«Πάντα έτσι ήμουν. Λέω αυτό που σκέφτομαι. Φέρομαι όπως βλέπω ότι είναι απαραίτητο. Δεν είμαι ο άρχοντας της αλήθειας. Προσπαθώ να κάνω πάντα αυτό που θεωρώ σωστό και δίκαιο».
Πιστεύεις ότι η ιδιοσυγκρασία σου ταιριάζει με τον κόσμο του ΠΑΟΚ;
«Δεν το ξέρω αυτό. Και στην Ισπανία ήμουν όπως είμαι τώρα και δημιούργησα πολλούς εχθρούς. Βέβαια, απέκτησα και πολύ κόσμο που μ’ αγαπάει, ειδικά στην Οσασούνα. Δεν ξέρω τι σκέφτεται ο κόσμος. Εγώ πάντα ήμουν έτσι. Ο κόσμος έδειξε στο γήπεδο ότι με αγαπάει, τραγουδώντας το όνομα μου στην κερκίδα. Είναι μια μεγάλη περηφάνια για μένα. Αυτό που έγινε την Κυριακή με έκανε να θέλω ακόμη περισσότερο να συνεχίσω και του χρόνου στον ΠΑΟΚ».
Πολλοί φίλαθλοι θέλουν να σε δουν αρχηγό την επόμενη χρονιά. Πώς θα σου φαινόταν;
«Αρχηγός πρέπει να γίνεται αυτός που βρίσκεται περισσότερο καιρό στην ομάδα ή αυτός που επιλέγει ο προπονητής. Το ότι με αναγνωρίζει ο κόσμος είναι αρκετό για μένα».
Δε νιώθεις ηγέτης του ΠΑΟΚ;
«Εγώ απλά νιώθω πως κάνω τη δουλειά που πρέπει να κάνω στο γήπεδο. Το πιο σημαντικό είναι η ενότητα της ομάδας. Να είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι σαν μία ομάδα. Η ίδια η ομάδα αποφασίζει για το ποιος θα είναι ο ηγέτης».
Είσαι πολύ μετριόφρων τελικά…
«Έτσι είμαι. Τι να κάνω;»
Στο γήπεδο, βλέπουμε έναν περίσσιο δυναμισμό από μέρους σου, ενώ εκτός γηπέδου βλέπουμε ένα άλλο, μετριόφρον πρόσωπο. Πώς γίνεται αυτή η μεταμόρφωση;
«Δεν ξέρω. Εκτός αγώνων είμαι πάντα ήρεμος. Μέσα στο γήπεδο θέλω να κερδίζω με οποιονδήποτε τρόπο. Προσπαθώ να κάνω ό,τι περνά από το χέρι μου για να κερδίσουμε».
Ποια ήταν η πιο όμορφη στιγμή της χρονιάς;
«Κάθε φορά που είχαμε τον κόσμο στο πλευρό μας. Κάθε στιγμή που οι φίλαθλοι μας έδειχναν τη στήριξη και την αγάπη τους ήταν μια όμορφη στιγμή».
Θα ήθελες να παρακολουθήσεις ένα ματς μέσα από τη Θύρα 4;
«Εκεί; Θα με… σκότωναν!»
Στο δρόμο σε σταματούν για να σου μιλήσουν;
«Ναι, αρκετοί με αναγνωρίζουν. Για αυτό κυκλοφορώ με το καπέλο, για καμουφλάζ!»
Περίμενες ότι θα εξελισσόταν έτσι η σχέση σου με τους φιλάθλους του Δικεφάλου, πριν έρθεις ακόμη στην ομάδα;
«Πραγματικά δεν το περίμενα. Ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό μου ότι μια ομάδα μπορεί να έχει τέτοιους φιλάθλους σαν του ΠΑΟΚ. Είμαι πολύ ικανοποιημένος συνολικά σαν άνθρωπος. Έπαιξα στη Ρεάλ Μαδρίτης, που θεωρείται η καλύτερη ομάδα στον κόσμο. Τώρα παίζω στον ΠΑΟΚ, που έχει τους καλύτερους φιλάθλους στον κόσμο. Μπορεί να μην έχει την οικονομική δυναμική που έχει ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός, αλλά οι φίλαθλοι της ομάδας δεν συγκρίνονται με τίποτα. Γι’ αυτό χαίρομαι που ήρθα εδώ».
Τι άλλο σου έκανε εντύπωση στην Ελλάδα;
«Ο κόσμος του ΠΑΟΚ! Οι φίλαθλοί μας είναι αυτό που μου έχει κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση από όλη τη χώρα. Ποτέ δεν περίμενα ότι θα συναντήσω στη ζωή μου τέτοιο κόσμο. Ακόμα και στα εκτός έδρας παιχνίδια, οι φίλαθλοι ήταν πάντα εκεί, στο πλευρό μας. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Δεν έχω δει πουθενά τέτοιο πάθος για το ποδόσφαιρο. Από εκεί και πέρα, η οικογένειά μου είναι πολύ ευχαριστημένη από τη ζωή στη Θεσσαλονίκη. Είμαι ικανοποιημένος από τη ζωή μου εδώ».
Με ποιους μίλησες για τον ΠΑΟΚ, πριν έρθεις στην ομάδα;
«Με τον Χόρχε Μπάριος, ο οποίος μου μίλησε και για τον κόσμο της ομάδας. Μετά με τον Πάμπλο Κοντρέρας, ο οποίος με πήρε ο ίδιος τηλέφωνο για να με πείσει να έρθω».
Ποιες ήταν οι πρώτες σου σκέψεις όταν άκουσες την πρόταση του ΠΑΟΚ;
«Στην αρχή είχα αμφιβολίες. Αυτό που με προβλημάτιζε περισσότερο ήταν το θέμα της γλώσσας. Μετά από δέκα χρόνια στην Ισπανία και με τα παιδιά να είναι πλέον μεγάλα, με ανησυχούσε το θέμα της γλώσσας. Μετά μίλησα με Μπάριος και Κοντρέρας και πείστηκα να έρθω».
Νιώθεις οπαδός του ΠΑΟΚ;
«Έτσι νιώθω. Έχω και δυο μπλουζάκια «Πάμπλο Γκαρσία», αλλά δεν τα αγόρασα εγώ. Το ένα μου το χάρισε ο γυμναστής Ζοάν Κόστα και το άλλο ο Βερόν».
Βάσει πλάνων, ο ΠΑΟΚ πάει του χρόνου για το πρωτάθλημα. Πιστεύεις ότι μπορεί να τα καταφέρει;
«Από αυτά που είδα αυτήν τη σεζόν, πιστεύω πως μπορούμε να τα καταφέρουμε. Δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα από κανέναν. Θα παλέψουμε για να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα στη νέα σεζόν».
Ακούστηκε τις τελευταίες μέρες η πιθανότητα να έρθει ο συμπατριώτης του, ο Ρεκόμπα στον ΠΑΟΚ. Ξέρεις κάτι για αυτό;
«Δεν ξέρω τίποτα. Μακάρι πάντως να ισχύει και να έρθει στην ομάδα. Είναι ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής».
Ποιον θεωρείς καλύτερο παίκτη του περσινού ΠΑΟΚ;
«Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Κάνουμε ομαδικό παιχνίδι, δύσκολα ξεχωρίζει κάποιος. Εκτός αυτού, υπήρχαν στην ομάδα πολλοί νεαροί ποδοσφαιριστές, που αν και δεν παίζανε, τα έδιναν όλα στην προπόνηση, χωρίς να δείχνουν ποτέ δυσαρέσκεια που δεν έπαιζαν. Πολλοί δεν είχαν πολύ χρόνο συμμετοχής και τώρα φεύγουν από την ομάδα. Αλλά πάντα φέρονταν ως επαγγελματίες με καλή απόδοση στις προπονήσεις».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου