Ο Σωτήρης Μήλιος γράφει στο sday.gr γιατί ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης αν
γινόταν πολιτικός θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο του Πρωθυπουργού.
Θυμάμαι κάποιους, που αποκαλούσαν ειρωνικά τον Κώστα Σημίτη,
«Κινέζο» και «γερμανόφιλο» και σήμερα νοσταλγούν την νοικοκυροσύνη του.
Θυμάμαι κάποιους, που αποκαλούσαν τον Αντώνη Σαμαρά «αποστάτη»,
«προδότη» και τώρα του φιλάνε το χέρι, αποκαλώντας τον «εθνοσωτήρα».
Θυμάμαι άπειρους που μιλούσαν για «πράσινη ανάπτυξη» και αποκαλούσαν τον
Γιώργο Παναδρέου μοντέρνο ηγέτη του 21ου αιώνα και σήμερα είναι οι
πρώτοι που ρίχνουν το ανάθεμα. Η ιστορία διδάσκει πως όταν τα πράγματα
ζεματάνε τα μάτια σπάνια βλέπουν καθαρά. Η καρδιά σπάνια πέφτει μέσα.
Παχιά λόγια που όλοι θα ήθελαν να είχαν καταπιεί, μα δεν γίνεται.
Ευτυχώς που κάποια στιγμή η ιστορία κρίνει (συνήθως) δίκαια, αυτούς που
οι άνθρωποι αδικούν ή υπερεκτιμούν.
Δεν θα μπορούσε να γίνει με τίποτα πολιτικός. Έχει μία ευγένεια στο
πρόσωπο, που δεν θα του το επέτρεπε. Μία πραότητα στο βλέμμα και τον
τόνο της φωνής, που δεν θα τον άφηνε να επιβιώσει στα αρπακτικά του
κοινοβουλίου. Αν πει ψέματα, θα τον πιάσεις με την μία. Δεν ξέρει να
υποδύεται, δεν τον θυμάμαι ποτέ να... βούτηξε για να «κλέψει» σφύριγμα.
Δεν ξέρει από επικοινωνιακή πολιτική, ούτε σκέφτηκε με τον... μοντέρνο
σημερινό τρόπο, να βρει κανέναν ειδικό image maker για να «φτιασιδώσει»
το προφίλ του με ψεύτικες, υποκριτικές δηλώσεις γεμάτες... σάλια. Είναι
ένα αγνό, καλό, καθαρό παιδί δυτικών συνοικιών.
Κι όμως, αν γινόταν πολιτικός, θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο του
πρωθυπουργού για την κυβέρνηση κοινής αποδοχής που είναι στα σκαριά. Οι
Ολυμπιακοί τον παραδέχονταν ακόμα κι όταν τους «κάρφωνε» με γκολ, αφού
ουδέποτε προκάλεσε, κορόιδεψε, άφησε υπονοούμενα. Οι Παναθηναϊκοί μπορεί
να μην τον λάτρεψαν, αλλά τον εκτίμησαν αληθινά, γιατί δούλεψε κάθε
ευρώ που πήρε, ίδρωσε κάθε λεπτό που έπαιξε με την πράσινη φανέλα. Γι'
αυτό και όποτε επιστρέφει στο «ΟΑΚΑ» εισπράττει χειροκρότημα, το οποίο
όταν επιστρέφει στο πραγματικό του σπίτι πληρώνει με πανό που λένε: «να
πας σε αυτούς που σε χειροκροτάνε», το πληρώνει με σφυρίγματα στο
χορτάρι, με αντικείμενα στο κεφάλι, με φθορές στο αυτοκίνητο του, με
ντου, με κατάρες, με «φύγε».
Ελάχιστοι έχουν να του προσάψουν κακή κουβέντα. Μπορεί μερικοί να
ειρωνεύονται την σταδιακή του μετάλλαξη από σέντερ-φορ σε... δεξί μπακ,
μπορεί να λένε ανέκδοτα για την αδυναμία του στο τετ-α-τετ, όμως κανείς
δεν θα βρει να πει κακό λόγο για δαύτον. Όλοι θα ήθελαν το φιλότιμο του
στο γήπεδο, όλοι θα ήθελαν το αρσενικό του παιχνίδι, όλοι θα ήθελαν την
εντιμότητα του στα αποδυτήρια. Ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης είναι από τις
ελάχιστες περιπτώσεις Ελλήνων παικτών που έπαιξαν και παίζουν σε μεγάλες
ομάδες, χωρίς στην πορεία του χρόνου να φθαρούν και να χάσουν την
αποδοχή της κοινής γνώμης. Τον αγαπάνε όλοι, εκτός από... τους
σπιτονοικοκύρηδες του, που ντε και καλά θέλουν να του κάνουν έξωση,
γιατί όταν ήταν πιο μικρός δοκίμασε να ανοίξει τα φτερά του και να ζήσει
κάπου αλλού.
Δεν τον ξέρω τον «Σάλπι» προσωπικά, ούτε τρελαίνομαι παικτικά μαζί του.
Είχε την ατυχία να πέσει σε μία μεταβατική περίοδο στο ποδόσφαιρο, όπου
οι κοντοί σέντερ-φορ πέθαναν, αφού δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν
συστήματα με επιθετικό κορυφής. Στα... γεράματα έστρωσε τον κ...ο κάτω
και έμαθε νέα γράμματα με τον Χενκ Τεν Κάτε, παίζοντας δεξιά στην
γραμμή «υποδυόμενος» τον δεξιό μεσοεπιθετικό, που πρέπει να ντουμπλάρει
τον μπακ αμυντικά. Κανονική μετάλλαξη. Το έκανε με αξιοπρέπεια,
εργατικότητα, το πλήρωσε με προσωπικό κόστος σε... γιούχα, αφού έχασε το
killer instinct, πατώντας όλο και πιο σπάνια στην περιοχή, χάνοντας την
επαφή με τα δίχτυα.
Μία μεγάλη μάζα των συνδεσμιτών του ΠΑΟΚ δεν τον γουστάρει, δεν
πρόκειται να τον γουστάρει, όσα γκολ κι αν βάλλει. Γούστο τους και
καπέλο τους. Λένε πως δεν μπορούν να ξεχάσουν πως ήταν το «σωσίβιο» του
Γούμενου, πως κάποτε σκόραρε με τον Παναθηναϊκό στην «Τούμπα» ζητώντας
από τους οπαδούς να σωπάσουν, πως «πούλησε» τον ΠΑΟΚ. Σταδιακά όμως το
μέτρο χάθηκε. Αλλο πράγμα να μην γουστάρεις κάποιον, άλλο να φτάνεις σε
πράξεις αυτοδικείας.
Ο Σαλπιγγίδης έχει υποφέρει πολλά περισσότερα από ότι θα άξιζε στον
οποιοδήποτε ποδοσφαιριστή, ότι κι αν έχει κάνει. Μιλάμε για παίκτη που
στην καλύτερη του ποδοσφαιρική ηλικία (28) επέλεξε να επιστρέψει σε ένα
μέρος όπου από πολλούς είναι ανεπιθύμητος (στην ομάδα της καρδιάς του
δηλαδή) και να αψηφήσει περισσότερο χρήμα από αλλού. Μιλάμε για
ποδοσφαιριστή που ουδέποτε τόλμησε να σκεφτεί απεργίες, στάσεις εργασίας
και επαναστάσεις στα αποδυτήρια (εν αντιθέσει με κάποιους άλλους), ένα
παίκτη πάει να σπάσει το ρεκόρ απληρωσιάς, για παίκτη χωρίς να λέει
κουβέντα, ένα παίκτη έχει τραβήξει τα πάνδεινα, που είναι το πρώτο
εξιλαστήριο θύμα, την ώρα που κάποιοι άλλοι πιο δημοσιοσχετίστες είναι
βρέξει-χιονίσει στην... πούδρα.
Την Κυριακή, ο «κυρίαρχος λαός» (που λένε και οι πολιτικοί) όταν κέρδισε
το πέναλτι ο ΠΑΟΚ απέναντι στον Παναθηναϊκό, την είπε την... εξυπνάδα
του: «Ο λαός απαιτεί Σαλπιγγίδη εκτελεστή», αφού και πάλι για όλα
έφταιγε ο... κοντός. Με μερικές ημέρες καθυστέρηση, ο «Σάλπι» έκανε
πράξη την λαϊκή θέληση. «Ντύθηκε» εκτελεστής στο Δουβλίνο και με δύο
γκολ οδήγησε τον ΠΑΟΚ στο 1-3 επί της Σάμροκ Ρόβερς, φτάνοντας τα 27
τέρματα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, κάτι που τον καθιστά τον πρώτο
σκόρερ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ στην ιστορία των ελληνικών ομάδων στα κύπελλα
Ευρώπης! Ποιός; Ο άμπαλος κοντός, ο χασογκόλης, αυτός που δεν ξέρει να
πλασάρει, ο προδότης, ο έτσι, ο αλλιώς. Μητσάρα δεν σου αξίζουν όλα
αυτά. Κατά βάθος είσαι ένας ωραίος, αγνός, χαζορομαντικός, παρεξηγημένος
τύπος. Αν είχες την καπατσοσύνη των πολιτικών, τώρα θα σε αποθέωναν
όλοι...