Πολύ πρόσφατα ένας φίλος μου
διηγήθηκε μια βιωματική ιστορία, μια εμπειρία του στα κεντρικά γραφεία
του ΟΠΑΠ, στο γραφείο του προέδρου. Μέρος της καθημερινότητας των
συνεργατών του, που είναι επιφορτισμένοι με την ανάγνωση των επιστολών
του κοινού προς τον πρόεδρο του Οργανισμού, είναι η ανάγνωση
πρωτοκολλημένων επιστολών της «κάνω μια ευχή» μορφής.
«Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε, ονομάζομαι Τάδε, κάτοικος Πατησίων, φανατικός παίκτης του ΛΟΤΤΟ, καταθέτω τα δελτία μου στο κατάστημα ΟΠΑΠ οδός ___, αριθμός ___. Έχω μείνει άνεργος, είμαι πατέρας 2 παιδιών, με οικονομικά προβλήματα. Αυτή την εβδομάδα κατέθεσα το δελτίο μου στο συγκεκριμένο υποκατάστημα και έπαιξα τους εξής αριθμούς: _ _ _ _ _ _ . Θα παρακαλούσα για ένα 5άρι. Δεν είμαι άπληστος, δεν ζητώ 6άρι, την οικογένεια θέλω να θρέψω». Επιστολές τέτοιου περιεχομένου είναι, μου λένε, συχνό φαινόμενο, διαχρονικά. Στο πρώτο άκουσμα σοκαρίστηκα. Όταν όμως σταμάτησα να γελάω, άρχισα να κατανοώ. Αυτή δεν είναι η μέση αντίληψη του Ελληνα για όλα στην Ελλάδα; Δεν τα θεωρεί όλα «στημένα», «προκαθορισμένα», «πειραγμένα»; Και πώς να μη συμβαίνει αυτό;
Ο μέσος Έλληνας που έχει περάσει το 20ό έτος της ηλικίας του
έχει μεγαλώσει με τα «έχω εγώ έναν γνωστό, θα με βάλει στο
Δημόσιο» ακούσματα. Έχει γαλουχηθεί με τις «ποιος ΑΣΕΠ, το έχω χειριστεί
εγώ πολιτικά το θέμα, θα σε τακτοποιήσω, στις εκλογές είμαστε με τον
....», πεποιθήσεις και αντιλήψεις. Κουβαλά έναν πλούτο από παραστάσεις
με τύπους που παρακάμπτουν τις ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες, με έναν
γνωστό που σβήνει κλήσεις, με έναν άλλον που θα τον κανονίσει στον
Στρατό, με έναν τρίτο που έχει μια άκρη για να πληρώσει για το δίπλωμα
οδήγησης διότι «πού να τρέχεις τώρα...», με έναν τέταρτο που κανόνισε
για το φακελάκι του γιατρού στην επέμβαση, με έναν πέμπτο που θα περάσει
από το σπίτι για να του δώσει κωδικούς για σπασμένο πιάτο ώστε να μην
πληρώνει για την τηλεόραση, με έναν έκτο που του κάνει το ίδιο με
ιντερνετικούς κωδικούς για να τα βλέπει όλα με μικρή συνδρομή, με έναν
έβδομο που έχει έναν τρόπο να πειράζει το ρολόι της ΔΕΗ ώστε να πληρώνει
πολύ λιγότερα και να κάνει οικονομία μεγαλύτερη των 500 ευρώ ανά έτος,
με έναν όγδοο..., έναν ένατο..., έναν δέκατο... Θα μπορούσα να γράψω
χιλιάδες λέξεις και παραδείγματα.
Αυτός ο Έλληνας δεν θα μπορούσε να μην έχει «πειστεί» ότι, όπως όλα τα άλλα, οι κληρώσεις είναι στημένες. Όπως στημένα είναι, στο μυαλό του, όλα τα αθλητικά παιχνίδια, σε όλα τα αθλήματα, ομαδικά και ατομικά. Στημένοι οι αγώνες, ντοπαρισμένοι οι αθλητές, τα παίρνουν οι παίκτες, τα παίρνουν οι διαιτητές, τα παίρνουν οι δημοσιογράφοι, τα παίρνουν όλοι, οι πάντες, γενικευμένα, και τα στήνουν όλα, οι πάντες, τα πάντα. Στο μυαλό του μέσου Ελληνα της σημερινής Ελλάδας τα πάντα είναι στημένα, πειραγμένα, διεφθαρμένα. Γιατί λοιπόν να μην στείλει μια επιστολή προς τον πρόεδρο του ΟΠΑΠ, αφού «έλα μωρέ, τι του είναι να κανονίσει να μου πέσει κι εμένα ένα 5αράκι να σωθώ;».
Δεν ξέρω ποια είναι η χειρότερη σκέψη για την Ελλάδα από αυτές στις οποίες οδηγήθηκα με το ερέθισμα αυτής της ιστορίας, των επιστολών προς τον ΟΠΑΠ. Είναι χειρότερο ότι κουβαλά αυτές τις αντιλήψεις ο μέσος Έλληνας, ή ότι η Ελλάδα του έχει εδώ και δεκαετίες σετάρει έτσι τον εγκέφαλο και τον έχει “αναγκάσει” να τα αντιλαμβάνεται όλα ως διεφθαρμένα και πειραγμένα; Ποιο ακριβώς είναι το μέλλον μιας χώρας που έχει δηλητηριάσει τόσο το μυαλό των πολιτών της;
Υ.Γ. Σκέψου ότι ακόμη κι αν δεν είναι αληθινή η ιστορία που μου διηγήθηκαν για τις επιστολές προς τον πρόεδρο του ΟΠΑΠ, είναι τόσο πιστευτή και ελληνική, που την πίστεψα.
«Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε, ονομάζομαι Τάδε, κάτοικος Πατησίων, φανατικός παίκτης του ΛΟΤΤΟ, καταθέτω τα δελτία μου στο κατάστημα ΟΠΑΠ οδός ___, αριθμός ___. Έχω μείνει άνεργος, είμαι πατέρας 2 παιδιών, με οικονομικά προβλήματα. Αυτή την εβδομάδα κατέθεσα το δελτίο μου στο συγκεκριμένο υποκατάστημα και έπαιξα τους εξής αριθμούς: _ _ _ _ _ _ . Θα παρακαλούσα για ένα 5άρι. Δεν είμαι άπληστος, δεν ζητώ 6άρι, την οικογένεια θέλω να θρέψω». Επιστολές τέτοιου περιεχομένου είναι, μου λένε, συχνό φαινόμενο, διαχρονικά. Στο πρώτο άκουσμα σοκαρίστηκα. Όταν όμως σταμάτησα να γελάω, άρχισα να κατανοώ. Αυτή δεν είναι η μέση αντίληψη του Ελληνα για όλα στην Ελλάδα; Δεν τα θεωρεί όλα «στημένα», «προκαθορισμένα», «πειραγμένα»; Και πώς να μη συμβαίνει αυτό;
Αυτός ο Έλληνας δεν θα μπορούσε να μην έχει «πειστεί» ότι, όπως όλα τα άλλα, οι κληρώσεις είναι στημένες. Όπως στημένα είναι, στο μυαλό του, όλα τα αθλητικά παιχνίδια, σε όλα τα αθλήματα, ομαδικά και ατομικά. Στημένοι οι αγώνες, ντοπαρισμένοι οι αθλητές, τα παίρνουν οι παίκτες, τα παίρνουν οι διαιτητές, τα παίρνουν οι δημοσιογράφοι, τα παίρνουν όλοι, οι πάντες, γενικευμένα, και τα στήνουν όλα, οι πάντες, τα πάντα. Στο μυαλό του μέσου Ελληνα της σημερινής Ελλάδας τα πάντα είναι στημένα, πειραγμένα, διεφθαρμένα. Γιατί λοιπόν να μην στείλει μια επιστολή προς τον πρόεδρο του ΟΠΑΠ, αφού «έλα μωρέ, τι του είναι να κανονίσει να μου πέσει κι εμένα ένα 5αράκι να σωθώ;».
Δεν ξέρω ποια είναι η χειρότερη σκέψη για την Ελλάδα από αυτές στις οποίες οδηγήθηκα με το ερέθισμα αυτής της ιστορίας, των επιστολών προς τον ΟΠΑΠ. Είναι χειρότερο ότι κουβαλά αυτές τις αντιλήψεις ο μέσος Έλληνας, ή ότι η Ελλάδα του έχει εδώ και δεκαετίες σετάρει έτσι τον εγκέφαλο και τον έχει “αναγκάσει” να τα αντιλαμβάνεται όλα ως διεφθαρμένα και πειραγμένα; Ποιο ακριβώς είναι το μέλλον μιας χώρας που έχει δηλητηριάσει τόσο το μυαλό των πολιτών της;
Υ.Γ. Σκέψου ότι ακόμη κι αν δεν είναι αληθινή η ιστορία που μου διηγήθηκαν για τις επιστολές προς τον πρόεδρο του ΟΠΑΠ, είναι τόσο πιστευτή και ελληνική, που την πίστεψα.