Για την εμπειρία του στο ρουμάνικο πρωτάθλημα, με την Τούρνου
Σεβερίν μίλησε στον Nova ΣΠΟΡ FM 94,6 ο Λεωνίδας Παναγόπουλος.
Ο πρώην τερματοφύλακας των Ολυμπιακού, Πανιώνιου και Βύζαντα Μεγάρων, έκανε το βήμα στο εξωτερικό για την ρουμάνικη Τούρνου Σεβερίν.
Εκεί βρέθηκε μετά από εισήγηση του Αλέκου Αλεξανδρή (παρόλο που τελικά δεν ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της ομάδας) και με την σύμφωνη γνώμη του Στάθη Σμύρη, του Έλληνα τεχνικού διευθυντή του συλλόγου.
«Κανένας δεν άγιασε στον τόπο του. Στη Ρουμανία συνάντησα πολύ καλές συνθήκες και για τα επόμενα 4-5 χρόνια δεν γυρίζω πίσω στην Ελλάδα», δήλωσε, μεταξύ άλλων ο Παναγόπουλος.
Αναλυτικά, όσα είπε στην εκπομπή «Εκ της Διευθύνσεως» με τους Γιώργο Μαζιά και Σωτήρη Ταμπάκο:
«Σίγουρα είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Πήρα στα 25 μου χρόνια την απόφαση να αποχωρήσω από την Ελλάδα και να πάω σε μια άγνωστη χώρα, αφού όπως λέμε κανένας δεν άγιασε στον τόπο του.
Εδώ τα πάω πάρα πολύ καλά έχω κερδίσει την εμπιστοσύνη όλων, του προπονητή (Τζέρι Κάνε), των συμπαικτών μου και του κόσμου. Με αυτά που πέρασα, δεν το σκέφτομαι για τα επόμενα τέσσερα- πέντε χρόνια να γυρίσω πίσω στην Ελλάδα.
Μετά τον Πανιώνιο είδα ότι δεν γίνεται αλλιώς. Πρέπει να κατέβω μια κατηγορία για να πάρω παιχνίδια. Πήγα στον Βύζαντα άρχισα να χτίζω ξανά το όνομά μου, και τον χειμώνα μου δόθηκε η ευκαιρία από τον Αλέκο Αλεξανδρή.
Από όταν ήρθα εδώ, με βοηθούσαν σαν να είμαι συμπατριώτης τους. Με δέχτηκαν από την αρχή κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό. Είναι κι άλλα τρία ελληνόπουλα εδώ μαζί μου. Γνωρίστηκα και με τον Παντελή Καπετάνο, που ζει κι αυτός με την οικογένειά του στο Κλουζ και είναι πολύ ικανοποιημένος.
Η ομάδα μου μάχεται για τη σωτηρία και θα τα δώσουμε όλα. Το ρουμάνικο πρωτάθλημα είναι ανταγωνιστικό, αρκετά γρήγορο και τεχνικό. Έχω προσαρμοστεί και οι συνθήκες που συνάντησα είναι πολύ καλές. Η πόλη μοιάζει με ησυχαστήριο, δεν υπάρχουν οι πειρασμοί της Αθήνας.
Εδώ ο κόσμος έχει μείνει σε μια άλλη εποχή, ζει πιο φτωχικά. Για να καταλάβετε ο βασικός μισθός είναι λίγο πάνω από τα 200 ευρώ. Και οι τιμές φυσικά είναι πιο χαμηλές. Για παράδειγμα ο καφές εδώ έχει ένα ευρώ και μια πίτσα τέσσερα ευρώ».