O
Σούλης Μαρκόπουλος δεν είχε λόγο για να φύγει από τον ΠΑΟΚ. Η διοίκηση
της ομάδας (όχι μόνο η τωρινή αλλά και η προηγούμενη) τον στήριξε ακόμα
και στις πιο δύσκολες μέρες.
ADVERTISEMENT
Τα 5+5 χρόνια του συμβολαίου του δεν πρόκειται να τον βυθίσουν στα
πλούτη, αλλά του παρέχουν επαγγελματική σιγουριά και σταθερότητα σε
μέρες δύσκολες για προπονητές, ακόμα και εστεμμένους με ευρωπαϊκή
κορώνα.
Το εγχείρημα-ΠΑΟΚ βρίσκεται σε εξέλιξη, με προοπτικές σχετικά
ευοίωνες, απαλλαγμένο πια από την αβεβαιότητα που μαστίζει τόσες και
τόσες αθλητικές επιχειρήσεις. Το περιβάλλον είναι οικογενειακό και οι
συνθήκες εργασίας αξιοπρεπείς.
Το συναισθηματικό δέσιμο θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο, ένα
πρόσθετο δέλεαρ για όσους (όπως ο ίδιος ο Μαρκόπουλος) θεωρούν απωθητική
το λογική του λεγεωνάριου.
Ας μη ξεχνάμε, ότι πριν τον Γιώργο Μπαρτζώκα υπήρξε άλλος Ελληνας
προπονητής που κατέκτησε ευρωπαϊκό τίτλο – και δεν εννοώ τον Νίκο Μήλα
του 1968 ούτε βέβαια τον …Σούμποτιτς.
Ο Μαρκόπουλος ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε τον ΠΑΟΚ στην κατάκτηση του
Κυπέλλου Κόρατς του 1994, με δύο περιφανείς νίκες επί της Στεφανέλ
Τεργέστης (75-66 και 100-91).
Με Μπάνε, Σάβιτς, Μπέρι, Ρεντζιά, Μπαλογιάννη, Μπουντούρη, Κόρφα,
Γαλακτερό, Τσέκο, Μαματζιόλα. Οι άλλοι είχαν Ντέγιαν Μποντίρογκα. Και
Μπόγκνταν Τάνιεβιτς στον πάγκο.
Όχι, ο Σούλης Μαρκόπουλος δεν είχε λόγο για να φύγει από τον ΠΑΟΚ.
Τώρα έχει.
Οι άναρθρες κραυγές περί «προδοσίας» και «φιλοχρήματου μισθοφόρου»
στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι, στα μάτια μου, αιτία διαζυγίου.
Ναι, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πού αλλού; Στο γήπεδο, μήπως;
Ποιος από τους 200 που πηγαίνουν στην Πυλαία τόλμησε να υψώσει φωνή;
Αυτοί ξέρουν. Ξέρουν ότι ο προπονητής που ουδέποτε έδωσε λαβή για
πικρόχολα σχόλια τέτοιου είδους έχει κάθε δικαίωμα να πραγματοποιήσει,
στα 65 του σημειώνω, το άλμα στην καριέρα του.
Η μεταπήδηση από το μπάσκετ του ΠΑΟΚ στο μπάσκετ του Ολυμπιακού δεν
είναι προδοσία, αλλά προβιβασμός. Γαλόνι. Το ίδιο θα ίσχυε εάν τον
ζητούσε ο Παναθηναϊκός.
Αντικαταστήστε τον Μαρκόπουλο με οποιονδήποτε άλλον Ελληνα ή ξένο
προπονητή και δείτε τον που κατεβαίνει την Εθνική οδό περπατώντας, το
Αιγαίο κολυμπώντας. Δεν συναντά κανείς τέτοιες ευκαιρίες στον δρόμο του
κάθε μέρα.
Οι φιλοδοξίες μίας ομάδας που κατέκτησε δύο ευρωπαϊκά πρωταθλήματα
την τελευταία τριετία δεν μπορούν φυσικά να συγκριθούν με τον αγώνα
επιβίωσης που δίνει με την αξιοπρεπή του σφεντόνα ο ΠΑΟΚ. Ούτε βέβαια τα
μισθολογικά δεδομένα.
Είναι σαν να δουλεύεις στη Νέριτ και να έρχεται πρόταση από το NBC.
Και πάλι, όμως, ο Μαρκόπουλος δεν έσπευσε να πηδήξει στο αεροπλάνο.
Παραείναι αξιοπρεπής για να σηκώσει μπαϊράκι. «Θα πρέπει να τα βρείτε με
τον ΠΑΟΚ», είπε στα αφεντικά του Ολυμπιακού. «Εχω συμβόλαιο μέχρι το
2019».
Κάποιοι θα πουν ότι κακώς ο Μπάνε βάζει εμπόδιο στον προπονητή, αν το βάζει αυτός βέβαια, αλλά δεν θα με βρουν σύμφωνο.
Ο ΠΑΟΚ έχει δικαίωμα να χαράξει τον δικό του δρόμο, χωρίς να
ενδιαφέρεται για τις ανάγκες των άλλων. Και να διαχειρίζεται την
περιουσία του όπως εκείνος θεωρεί σωστό, ώστε να διεκδικήσει με αξιώσεις
τους στόχους του. Δεν υπάρχει μόνο η υπογραφή του Πρέλεβιτς στο
πενταετές συμβόλαιο, υπάρχει και εκείνη του Μαρκόπουλου.
Στους οπαδούς, όμως, δεν πέφτει λόγος. Ιδίως σε όσους έριξαν μαύρη
πέτρα στο μπάσκετ όταν αδυνάτισε η αγελάδα. Ή μήπως ήταν οι ακραιφνείς
μπασκετικοί αυτοί που συγκρότησαν το λαϊκό δικαστήριο της Κυριακής;
Τον μάθαμε δα τον Έλληνα οπαδό. Το ξέρετε ότι πολλοί στη Θεσσαλονίκη
κατακρίνουν τον Στογιάκοβιτς επειδή δεν ήρθε στην Ελλάδα να φορέσει
τζάμπα τα ασπρόμαυρα στα γεράματά του και με την ευκαιρία να αγοράσει
και την ΚΑΕ;
Ας μην αρχίσω να αραδιάσω τα ονόματα αθλητών και προπονητών που
θεωρήθηκαν «προδότες», από μειοψηφίες έστω, στον Ολυμπιακό, στον
Παναθηναϊκό, στον Άρη, στον ΠΑΟΚ, στην ΑΕΚ, στον Πανιώνιο και αλλού.
Ο Σούλης Μαρκόπουλος δεν πρόκειται να εκφράσει την αναμφισβήτητη
πικρία του. Θα σηκώσει τα μανίκια και θα συνεχίσει κανονικά τη δουλειά
του. Η κόρη του μας επέτρεψε να ρίξουμε μία αδιάκριτη ματιά στο
οικογενειακό τραπέζι, εκείνος όχι.
Δυστυχώς για τον ίδιο, δεν είναι αρκετά στυγνός επαγγελματίας, όπως
αποδείχθηκε κάποτε (1966), για τους δικούς του λόγους, μολονότι
ερασιτέχνης, στα 20 του χρόνια, ο αθλητής-τοτέμ του ΠΑΟΚ, Γιώργος
Κούδας. Ο Μαρκόπουλος είναι σκέτος επαγγελματίας, με την καλύτερη δυνατή
έννοια.
Υποψιάζομαι ότι θα βρεθούν κάποιοι να τον αποδοκιμάσουν στον επόμενο
αγώνα με τον Ολυμπιακό, «να πας να δουλέψεις σε αυτούς» θα του φωνάξουν
όταν τον δουν μειλίχιο και προσγειωμένο στον πάγκο.
Αυτά που άκουσε τις προάλλες ο Μάντζαρης, από τους κόκκινους φανατικούς. Πιο παλιά, ο Βασιλόπουλος. Και τόσοι άλλοι…
Ασχετα με τη μεθόδευση, η διοίκηση του Ολυμπιακού επιχείρησε καίριο
χτύπημα με την πρόταση στον Μαρκόπουλο. Θα ήταν στοίχημα, αλλά στοίχημα
με υπολογισμένο ρίσκο. Όχι μπαλωθιά στα τυφλά, τύπου Φλέμινγκ ή Κολέ.
Εφ’όσον δεν επιθυμεί να σερβίρει ξαναζεσταμένο φαγητό, απευθύνθηκε στον
καλύτερο Ελληνα προπονητή της σημερινής αγοράς.
Το έγραψα τις προάλλες με άλλη αφορμή και το επαναλαμβάνω: ο
Μαρκόπουλος θα ήταν εδώ και χρόνια προπονητής της Εθνικής Ανδρών, εάν
είχε πιο μεγάλο στόμα και πιο λαμπερό προφίλ. Αλίμονο όμως, του λείπει
το πιο σημαντικό προσόν.
Στη χώρα όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα, η έξωθεν καλή μαρτυρία
γίνεται συχνά αποκλειστικό προνόμιο όσων υπερασπίζονται τα χρώματά τους
με αφιόνι και αντριλίκι.
Το λαϊκό έρεισμα που αποτελεί κύριο επιχείρημα της υποψηφιότητας
Μίλαν Τόμιτς παραμένει ισχυρό παρά την ταπεινωτική ήττα από την Κηφισιά,
αφού αποκτήθηκε πυξ και λαξ.