Στη δημοσιότητα δόθηκε το σκεπτικό βάσει του οποίου η Πρωτοβάθμια Πειθαρχική Επιτροπή της Σούπερ Λίγκας αθώωσε την Κέρκυρα αγνοώντας την δεσμευτική εισήγηση της ΕΕΑ για υποβιβασμό των Φαιάκων.
Μια απόφαση που ήρθε σε πλήρη αντίθεση με την δεσμευτική εισήγηση της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού για υποβιβασμό των Φαιάκων.
Το σκεπτικό της απόφασης:
«Αριθμός Απόφασης 244/2015
Η ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ SUPER LEAGUE ΕΛΛΑΔΑ
Αποτελούμενη από τον Χαρίλαο Κλουκίνα, τ. Εφέτη, ως Πρόεδρο και τους Στέφανο Στεφανόπουλο τ. Εφέτη - Εισηγητή και Γεώργιο Στεφανάκη, Δικηγόρο Αθηνών, ως μέλη και από τη γραμματέα
Αικατερίνη Κούκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό της στις 23 Ιουλίου 2015 και
ώρα 12:00 για να δικάσει επί των αναφερομένων στην υπ’ αριθ. πρωτ.
242/16-7-2015 κλήση για απολογία του ανωτέρω Προέδρου της
Επιτροπής που απευθύνθηκε προς την ΠΑΕ Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ, νομίμως
εκπροσωπούμενη.
Η υπό κρίση πειθαρχική δίωξη βασίστηκε επί της Εκθέσεως που
περιέχεται στο από 2-7-2015 Απόσπασμα Πρακτικού της Επιτροπής
Επαγγελματικού Αθλητισμού (Ε.Ε.Α.) του άρθρου 77 του Ν. 2725/1999,
όπως ο νόμος αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα. Η εν λόγω
Έκθεση υποβλήθηκε στην παρούσα πρωτοβάθμια Πειθαρχική Επιτροπή
με το υπ’ αριθ. πρωτ. 377/16-7-2015 διαβιβαστικό έγγραφο της Ε.Ε.Α., το
οποίο εισήλθε αυθημερόν στη SUPER LEAGUE ΕΛΛΑΔΑ λαμβάνοντας
αριθμό πρωτοκόλλου 4693/16-7-2015.
Κατά την εκφώνηση και την εκδίκαση της προκειμένης
πειθαρχικής υπόθεσης η πειθαρχικώς διωκόμενη ΠΑΕ με την επωνυμία :
«Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ Π.Α.Ε.» εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους
δικηγόρους της Παγώνα – Μαρία Μάμμου και Αργύριο Λίβα,
δικηγόρους Αθηνών.
Περαιτέρω κατά την εκφώνηση της υπόθεσης εμφανίστηκαν και
αφού επικαλέστηκαν έννομο συμφέρον, το οποίο απορρέει από την
ιδιότητά τους ως κυρίων των παρακάτω αντιστοίχως αναφερόμενων
σελίδα της υπ’ αριθ. 244/2015 απόφασης της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής -
SUPER LEAGUΕ ΕΛΛΑΔΑ
κοινών ονομαστικών μετοχών της ανωτέρω πειθαρχικώς διωκόμενης
ΠΑΕ δήλωσαν, προφορικώς αλλά και εγγράφως, ότι παρεμβαίνουν
προσθέτως υπέρ αυτής (πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ) οι εξής :
Α) ο Αθανάσιος Ίσσαρης, ο οποίος, έχοντας ήδη καταθέσει το από
22-7-2015 (αριθ. πρωτ. Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής SUPER
LEAGUE ΕΛΛΑΔΑ 245/22-7-2015) υπόμνημα προσθέτου
παρεμβάσεως, επικαλέστηκε άμεσο περιουσιακό έννομο συμφέρον, το
οποίο απορρέει από την ιδιότητά του ως κυρίου 6.088 ονομαστικών
μετοχών της ανωτέρω πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ και
εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παντελή Αζαριάδη,
δικηγόρο Αθηνών.
Και Β) οι : α) Σπυρίδων Προβατάς, κύριος 20 ονομαστικών μετοχών
εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, β) Ελευθέριος Γρίβας,
κύριος 20 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης
ΠΑΕ, γ) Λάμπρος Γεωργακόπουλος, κύριος 2.314 ονομαστικών μετοχών
εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, δ) Θεοφύλακτος Κορωνιός,
κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης
ΠΑΕ, ε) Γεώργιος Φαναριώτης, κύριος 300 ονομαστικών μετοχών
εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, στ) Νικόλαος Μουζακίτης,
κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης
ΠΑΕ, ζ) Μιχαήλ Γροπέτης, κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως
της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, η) Αντρέα Νόκα, κύριος 300
ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, θ)
Βασίλειος Αργυρός, κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ι) Γεώργιος Πέρρος, κύριος 335
ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ια) Γεώργιος Ζαρκάδας, κύριος 335 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ιβ)
Αλέξανδρος Κοσκινάς κύριος 335 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ιγ) Αργύριος Ραψομανίκης, κύριος 200
ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ιδ)
Σεραφείμ Σωτηριάδης, κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, ιε) Σπυρίδων Μπράτος, κύριος 300
ονομαστικών μετοχών εκδόσεως της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, και
ιστ) Σπυρίδων Κρεμμύδας, κύριος 300 ονομαστικών μετοχών εκδόσεως
της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, οι οποίοι κατέθεσαν το από 23-7-
2015 υπόμνημα προσθέτου παρεμβάσεως και παραστάθηκαν δια της
πληρεξούσιας δικηγόρου τους Παρασκευής Ζαμπέλη, δικηγόρου
Αθηνών.
Εξάλλου, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης εμφανίστηκαν και
επικαλούμενες έννομο συμφέρον δήλωσαν ότι παρεμβαίνουν οι
παρακάτω αναφερόμενες τρεις (3) Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες
(Π.Α.Ε) :
Α) η Π.Α.Ε με την επωνυμία : «ΠΑΕ Α.Π.Ο. ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ»,
νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου
δικηγόρου της Βασιλείου Δημακόπουλου, δικηγόρου Αθηνών. Ο
τελευταίος τόσο δια του από 23-7-2015 εγγράφου υπομνήματος που
κατέθεσε, όσο και προφορικώς, ισχυρίστηκε ότι το έννομο συμφέρον της
παρεμβαίνουσας συνίσταται στο ότι ο υποβιβασμός ή η αποβολή της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ θα συνεπαχθεί αυτοδικαίως την παραμονή
της στο πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE. Κατόπιν αυτών ζήτησε να
γίνει δεκτή ως βάσιμη η παρέμβαση που ασκείται από την παραπάνω
ΠΑΕ «υπέρ του κύρους της αποφάσεως της ΕΕΑ και κατά της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ».
Β) η Π.Α.Ε με την επωνυμία : «Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.»,
νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου
δικηγόρου της Δημητρίου Βαγιάκου, δικηγόρου Αθηνών. Ο τελευταίος
ισχυρίστηκε προφορικώς ότι το έννομο συμφέρον της παρεμβαίνουσας
συνίσταται στο ότι ο υποβιβασμός ή η αποβολή από το πρωτάθλημα της
SUPER LEAGUE της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, σε συνδυασμό με
την έκβαση άλλης πειθαρχικής υποθέσεως, η οποία κατά την εκδίκαση
της προκειμένης υποθέσεως εκκρεμοδικεί εισέτι και ενδεχομένως να έχει
ως κατάληξη τον υποβιβασμό στην αμέσως κατώτερη αγωνιστική
κατηγορία και της ΠΑΕ ΒΕΡΟΙΑ, θα επιφέρουν την παραμονή της στο
πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE. Κατά τα λοιπά ο εν λόγω
πληρεξούσιος δικηγόρος αναφέρθηκε στα υπομνήματα της
παρεμβαίνουσας ΠΑΕ, τα οποία βρίσκονται εντός του φακέλου της υπό
κρίση υποθέσεως, ο οποίος διεβιβάσθη στην παρούσα Επιτροπή από την
Ε.Ε.Α.
Και Γ) η Π.Α.Ε με την επωνυμία : «ΑΠΟΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ Γ.Σ.
ΠΑΕ», νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια του
πληρεξούσιου δικηγόρου της Μηνά Λυσάνδρου, δικηγόρου Αθηνών. Ο
τελευταίος τόσο δια του από 23-7-2015 εγγράφου υπομνήματος που
κατέθεσε, όσο και προφορικώς, ισχυρίστηκε ότι το έννομο συμφέρον της
παρεμβαίνουσας συνίσταται : α) στο ότι η ομάδα της, η οποία αγωνίστηκε
κατά την προσφάτως λήξασα αγωνιστική περίοδο 2014-2015 στο
πρωτάθλημα της Football League (άλλοτε Β΄ Εθνική Κατηγορία),
κατέλαβε την 3η θέση στον τελικό βαθμολογικό πίνακα του εν λόγω
πρωταθλήματος, ήτοι την αμέσως επόμενη θέση από τις δύο πρώτες που,
βάσει της οικείας προκηρύξεως, εξασφάλισαν τον προβιβασμό στην
SUPER LEAGUE και β) στο ότι η αποβολή της πειθαρχικώς διωκόμενης
ΠΑΕ θα έχει ως αποτέλεσμα τον άμεσο προβιβασμό της ομάδας της στο
πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE, με βάση επικαλούμενες διατάξεις
του προϊσχύοντος και εφαρμοστέου Κ.Α.Π. και συγκεκριμένα βάσει των
διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 2 που όριζε επί λέξει : «Σε περίπτωση που,
για οποιαδήποτε λόγο, η έναρξη των πρωταθλημάτων δεν μπορεί να γίνει
με τον προκαθορισμένο αριθμό ομάδων, ο αριθμός τους συμπληρώνεται με
ισάριθμες ομάδες από την αμέσως κατώτερη κατηγορία» και 27 παρ. 4
περ. β. εδ. γ΄ που όριζε επί λέξει: «Στην περίπτωση αύξησης των ομάδων
οποιασδήποτε κατηγορίας ή προαγωγής στην αμέσως ανώτερη κατηγορία
περισσότερων ομάδων από αυτές που προβλέπεται στην σχετική
προκήρυξη, οι προαγόμενες ομάδες προέρχονται από τον πίνακα
κατάταξης του πρωταθλήματος που έληξε της αμέσως κατώτερης
κατηγορίας με τη σειρά κατάταξής τους.» Κατόπιν αυτών, η ανωτέρω
παρεμβαίνουσα ζητά να επιβληθούν κατά της πειθαρχικώς ελεγχόμενης
ΠΑΕ οι κατά τον αθλητικό νόμο, το καταστατικό και τους κανονισμούς
της ΕΠΟ προβλεπόμενες κυρώσεις, λόγω «βαρείας παράβασης», ήτοι,
επί λέξει : «εντός του πλαισίου ποινής από τον απευθείας υποβιβασμό στην
Football League έως και την αποβολή από τα επαγγελματικά
πρωταθλήματα, σύμφωνα με το πόρισμα ελέγχου της ΕΕΑ με ημερομηνία
02.07.2015».
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στην προκειμένη περίπτωση η διαδικαστική διαδρομή της
υπόθεσης έχει ως εξής : Στις 7-5-2015 υποβλήθηκε ενώπιον της
Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού του άρθρου 77 του Ν.
2725/1999 (εφεξής : Ε.Ε.Α.), η από 7-5-2015 Προσφυγή – Καταγγελία
της Π.Α.Ε με την επωνυμία : «Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.». Η εν λόγω
Προσφυγή – Καταγγελία στρεφόταν κατά της ΠΑΕ με την επωνυμία :
«Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ Π.Α.Ε.» και συνοδευόταν από ένα ιδιωτικό
συμφωνητικό που φέρει ημερομηνία 17-12-2013 και τις υπογραφές των
Γεώργιου Λιμπάντση και Χαρίτωνος Κουτσούρη. Στο συμφωνητικό
αυτό, μεταξύ άλλων δηλώσεων και συμφωνιών, διαλαμβάνονταν επί
λέξει και τα εξής : «Ο αφ’ ενός ώδε συμβαλλόμενος Γεώργιος Λιμπάντσης
αναγνωρίζει και ομολογεί δια του παρόντος ότι, ουσιαστικός κύριος των
ανωτέρω μεταβιβασθέντων (δια του προαναφερθέντος από 17-12-2013
ιδιωτικού συμφωνητικού πωλήσεως και μεταβιβάσεως ονομαστικών
μετοχών), 650 εξακοσίων πενήντα ονομαστικών μετοχών της
προαναφερθείσας Ποδοσφαιρικής Ανώνυμης Εταιρείας τυγχάνει ο ίδιος
καθόσον προσωπικοί λόγοι δεν του επέτρεψαν να συμβληθεί ως αγοραστής
εις το ανωτέρω ιδιωτικό συμφωνητικό πωλήσεως και προς τούτο καθ’
υπόδειξή του, φέρεται ως αγοραστής ο Αθανάσιος Ίσσαρης του Γεωργίου
και κατόπιν τούτου αμφότεροι οι ώδε συμβαλλόμενοι συμφωνούν,
συνομολογούν και συναποδέχονται αμοιβαία μεταξύ τους τ’ ακόλουθα :
…». Με βάση το συμφωνητικό αυτό η ανωτέρω προσφεύγουσα –
καταγγέλλουσα ΠΑΕ, επικαλούμενη παραβάσεις σχετικές με τη
νομιμότητα του μετοχολογίου της καταγγελλόμενης ΠΑΕ, ήτοι
παραβιάσεις των άρθρων 69 και 69Α του ν. 2725/1999, ζητούσε, εν
κατακλείδι, την επιβολή των νομίμων κυρώσεων σε βάρος της καθ’ ης η
ανωτέρω προσφυγή – καταγγελία ΠΑΕ.
Η ΕΕΑ, επιληφθείσα της παραπάνω προσφυγής – καταγγελίας,
εξέδωσε το από 2-7-2015 Απόσπασμα Πρακτικού το οποίο καταλήγει ως
εξής : «Ενόψει των ανωτέρω, η Επιτροπή ανακαλεί την άδεια που είχε
χορηγήσει στον Αθ. Ίσσαρη για απόκτηση των μετοχών της εν λόγω ΠΑΕ,
για τις οποίες, επιπλέον, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 77Α του ν.
2725199. επιβάλλει ως κύρωση την απαγόρευση άσκησης όλων των εξ
αυτών δικαιωμάτων. Τέλος, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το σύνολο
των στοιχείων, η τελεσθείσα παράβαση έλαβε χώρα με υπαιτιότητα των
ίδιων των οργάνων της εν λόγω ΠΑΕ, στη διοίκηση της οποίας ο Χ.
Κουτσούρης κατέχει τις ιδιότητες και του Προέδρου και του Διευθύνοντος
Συμβούλου (ενώ, όπως προέκυψε, άλλα πρόσωπα της διοίκησης είναι
ελεγχόμενα από τον Γ. Λιμπάνζη), αλλά και συγκροτώντας οι Χ.
Κουτσούρης και Γ. Λιμπάνζης. κατά τη συμφωνία τους, το 100% του
μετοχικού κεφαλαίου (65% - 35%) και της Γ.Σ. της εν λόγω ΠΑΕ,
συντρέχει η περίπτωση της παραγράφου 12 του άρθρου 69 του ν. 2725/99
και, συνεπώς, η Επιτροπή διαβιβάζει την παρούσα απόφασή της ως
"Έκθεση" κατά την έννοια της προαναφερόμενης διάταξης στο αρμόδιο
δικαιοδοτικό όργανο για να πράξει τα δέοντα και ειδικότερα για να
αποφανθεί ως αρμόδιο όργανο για το θέμα της αποβολής ή μη.»
Όπως προαναφέρθηκε στο προοίμιο της παρούσας, το ανωτέρω
από 2-7-2015 Απόσπασμα Πρακτικών διαβιβάστηκε αρμοδίως από την
Ε.Ε.Α. στην παρούσα Πειθαρχική Επιτροπή στις 16-7-2015.
Κατόπιν αυτών, με βάση τα διαλαμβανόμενα στο ανωτέρω
Απόσπασμα Πρακτικών της Ε.Ε.Α ασκήθηκε κατά της ανωτέρω
πειθαρχικώς ελεγχόμενης ΠΑΕ η προκειμένη πειθαρχική δίωξη με το
ερώτημα της αποβολής της ή μη από το πρωτάθλημα της SUPER
LEAGUE ΕΛΛΑΔΑ σύμφωνα με το άρθρο 69 παρ. 12 του Ν.
2525/1999, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 17 του Ν.
3057/2002 και τις διατάξεις του Παραρτήματος Α΄ του Π.Κ. της Ε.Π.Ο.
Σύμφωνα το άρθρο 16 του Δικονομικού Κανονισμού Λειτουργίας
Πειθαρχικών Επιτροπών Ε.Π.Ο. «Κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση ασκείται
ενώπιον των Πρωτοβαθμίων Επιτροπών, προφορικά κατά τη συζήτηση
της υπόθεσης ή με κατάθεση εγγράφου στη γραμματεία της Επιτροπής που
εκκρεμεί η υπόθεση και κοινοποίηση της σε όλους τους διαδίκους,
εικοσιτέσσερις ώρες (24) πριν τη συζήτηση, οπότε απαιτείται και
παράσταση του παρεμβαίνοντος ενώπιον του οργάνου διαφορετικά η
παρέμβαση απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ενώπιον της Επιτροπής
Εφέσεων η παρέμβαση ασκείται μόνο εγγράφως, θα πρέπει δε
υποχρεωτικά να προσκομίζεται και σχετικό πληρεξούσιο έγγραφο για την
άσκηση της.», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 1 του ιδίου
Δικονομικού Κανονισμού : «όπου δεν ορίζεται στον παρόντα Κανονισμό
διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των ασφαλιστικών μέτρων του
Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας»
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. «1. Αν
τρίτος αντιποιείται ολόκληρο ή ένα μέρος από το αντικείμενο δίκης που
εκκρεμεί ανάμεσα σε άλλους, έχει δικαίωμα να παρέμβει κυρίως σε κάθε
στάση της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας διαδικασίας.», ενώ
σύμφωνα με το άρθρο 80 του Κ.Πολ.Δ. «Αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ
άλλων, τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει
δικαίωμα, ως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, να ασκήσει πρόσθετη
παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν.»
Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι πρόσθετη παρέμβαση
νοείται μόνον υπέρ της νίκης ενός διαδίκου και όχι υπέρ της ήττας του.
Ειδικότερα σε μία πειθαρχική διαδικασία όπως η προκειμένη, στην οποία
υφίσταται συνήθως μία διάδικη πλευρά, ήτοι τα εκάστοτε πειθαρχικώς
ελεγχόμενα φυσικά ή/και νομικά πρόσωπα (με εξαίρεση ίσως τις
περιπτώσεις υποβολής ένστασης κατά του κύρους ενός αγώνα ή
καταγγελίας, όπου εκ των πραγμάτων προκύπτει διμερής αντιδικία),
πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί μόνον υπέρ της απαλλαγής του
πειθαρχικώς ελεγχόμενου προσώπου και όχι υπέρ της τιμωρίας του.
Εντούτοις, επειδή ο ανωτέρω Δικονομικός Κανονισμός στο άρθρο 16
προβλέπει ρητά την δυνατότητα άσκησης εκτός από «πρόσθετης» και
«κύριας» παρέμβασης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε προϋποθέτει την
ολική ή μερική διεκδίκηση (αντιποίηση) από τρίτον του αντικειμένου της
δίκης, θα πρέπει ερμηνευτικά να γίνει δεκτό ότι στο πλαίσιο μίας
πειθαρχικής διαδικασίας, όπως η παρούσα, είναι επιτρεπτή και
παραδεκτή η άσκηση κύριας παρεμβάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τις πιο πάνω σκέψεις, τα
ανωτέρω προσθέτως παρεμβαίνοντα δεκαεπτά (17) φυσικά πρόσωπα –
μέτοχοι της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ παραδεκτώς και νομίμως
παρεμβαίνουν και ζητούν την απαλλαγή της, διότι έχουν άμεσο και
υπαρκτό περιουσιακό έννομο συμφέρον, το οποίο συνίσταται στην
επαπειλούμενη σημαντική μείωση, αν όχι στον μηδενισμό της αξίας των
μετοχών τους σε περίπτωση που η εν λόγω ΠΑΕ αποβληθεί από το
πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE. Επομένως πρέπει να γίνουν τυπικά
δεκτές οι πρόσθετες παρεμβάσεις που ασκήθηκαν νομοτύπως από τους
ανωτέρω αναφερόμενους δεκαεπτά (17) μετόχους της πειθαρχικώς
ελεγχόμενης ΠΑΕ.
Περαιτέρω, ως προς τις παρεμβάσεις των ανωτέρω τριών (3) ΠΑΕ
είναι λεκτέα τα εξής :
Κατ’ αρχάς, οι παρεμβάσεις αυτές, στον βαθμό που ασκούνται σε
βάρος της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ και επιδιώκουν την τιμωρία
(αποβολή ή υποβιβασμό) της τελευταίας, δεν μπορούν να νοηθούν ως
πρόσθετες, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα. Ούτε βέβαια μπορούν να
γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις αυτές ως πρόσθετες υπέρ του κύρους της
ανωτέρω εκθέσεως της ΕΕΑ, διότι πρώτον, η παρούσα Επιτροπή δεν έχει
αρμοδιότητα να ελέγξει το κύρος της εκθέσεως αυτής και δεύτερον,
διότι με την εν λόγω έκθεση δεν επιβάλλεται στην πειθαρχικώς
ελεγχόμενη ΠΑΕ η ποινή της αποβολής από το πρωτάθλημα, αλλά, κατά
ρητή διατύπωση της εκθέσεως αυτής, η τελευταία διαβιβάζεται στην
παρούσα Επιτροπή με το ερώτημα της «αποβολής ή μη» της
ελεγχόμενης ΠΑΕ. Επομένως οι παρεμβάσεις αυτές μπορούν να
χαρακτηριστούν μόνον ως κύριες, υπό την ερμηνευτική εκδοχή ότι μέσω
αυτών διεκδικείται μερικώς από τρίτους το αντικείμενο της παρούσας
πειθαρχικής δίκης, που δεν είναι άλλο από μία θέση διαγωνιζόμενης
ομάδας στο πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE.
Κατά τα λοιπά η πρώτη από τις ανωτέρω παρεμβαίνουσες Π.Α.Ε,
ήτοι αυτή με την επωνυμία : «ΠΑΕ Α.Π.Ο. ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ», έχει
άμεσο και ενεστώς βαθμολογικό έννομο συμφέρον στην άσκηση της
παρεμβάσεώς της, διότι, κατά τους ισχυρισμούς της, σε περίπτωση που
αποβληθεί ή υποβιβαστεί η πειθαρχικώς διωκόμενη ΠΑΕ, τότε η
παρεμβαίνουσα θα παραμείνει στο πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE
της ερχόμενης αγωνιστικής περιόδου, διότι η ομάδα της έχει καταλάβει
τη 15η
θέση στον βαθμολογικό πίνακα του πρωταθλήματος της
αγωνιστικής περιόδου 2014-2015 της SUPER LEAGUE και ως εκ της
θέσεώς της αυτής είναι μεν σήμερα υποβιβαστέα στην αμέσως κατώτερη
κατηγορία, κατέχει δε την καλύτερη βαθμολογία από τις τέσσερεις (4)
ομάδες που υποβιβάζονται, σύμφωνα με την οικεία προκήρυξη του
πρωταθλήματος (ως προς το βαθμολογικό έννομο συμφέρον της
παρεμβαίνουσας βλ. ad hoc και ΕπΕφΕΠΟ 62/22-6-2015).
Οι άλλες δύο όμως παρεμβαίνουσες ΠΑΕ στερούνται άμεσου και
ενεστώτος βαθμολογικού εννόμου συμφέροντος για τους εξής λόγους :
Η μεν Π.Α.Ε. με την επωνυμία : «Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.», η
ομάδα της οποίας έχει καταλάβει τη 16η
θέση στον βαθμολογικό πίνακα
του πρωταθλήματος της αγωνιστικής περιόδου 2014-2015 της SUPER
LEAGUE και ως εκ της θέσεώς της αυτής είναι σήμερα επίσης
υποβιβαστέα στην αμέσως κατώτερη κατηγορία, σύμφωνα δε με την
προφορική ανάπτυξη στην οποία προέβη ο πληρεξούσιος δικηγόρος της,
εξαρτά την παραμονή της στη SUPER LEAGUE από την αποβολή ή τον
υποβιβασμό τόσο της εν προκειμένω πειθαρχικώς ελεγχόμενης ΠΑΕ, όσο
και της ΠΑΕ Βέροια, σε βάρος της οποίας, κατά την ημέρα εκδίκασης
της προκειμένης υποθέσεως, εκκρεμούσε ενώπιον αρμοδίου
δικαιοδοτικού οργάνου της ΕΠΟ πειθαρχική διαδικασία με διακύβευμα
τον υποβιβασμό της ή μη στην αμέσως κατώτερη κατηγορία.
Η δε Π.Α.Ε με την επωνυμία : «ΑΠΟΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ Γ.Σ. ΠΑΕ»,
η ομάδα της οποίας αγωνίστηκε κατά την αγωνιστική περίοδο 2014 -
2015 στο πρωτάθλημα της Football League, όπου κατέλαβε την 3η
(ήτοι
την 1η
επιλαχούσα) θέση στον τελικό βαθμολογικό πίνακα, επικαλείται
για τη θεμελίωση βαθμολογικού εννόμου συμφέροντος κανονιστικές
διατάξεις που, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η πειθαρχικώς διωκόμενη ΠΑΕ
αποβαλλόταν σήμερα από το πρωτάθλημα της SUPER LEAGUE,
δεδομένης της μη εισέτι ολικής επικύρωσης του βαθμολογικού πίνακα
της προηγούμενης αγωνιστικής περιόδου από το Δ.Σ. της SUPER
LEAGUE (γεγονός που είναι πασίγνωστο και σύμφωνα με το άρθρο 14
παρ. 4 του ανωτέρω Δικονομικού Κανονισμού λαμβάνεται
αυτεπαγγέλτως υπόψη από την Επιτροπή), δεν θα μπορούσαν να τύχουν
άμεσης εφαρμογής. Συγκεκριμένα, η ανωτέρω παρεμβαίνουσα ΠΑΕ
επικαλείται αφ’ ενός τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 2 του προϊσχύοντος
ΚΑΠ, στο πραγματικό της οποίας γίνεται λόγος για αδυναμία ενάρξεως
ενός πρωταθλήματος με τον προκαθορισμένο αριθμό ομάδων και αφ’
ετέρου τη διάταξη του άρθρου 27 παρ. 4 περ. β. εδ. γ΄ του αυτού ΚΑΠ,
στο πραγματικό της οποίας γίνεται λόγος για αύξηση των ομάδων μίας
κατηγορίας ή προαγωγής στην αμέσως ανώτερη κατηγορία
περισσότερων ομάδων από αυτές που προέβλεπε η οικεία προκήρυξη
πρωταθλήματος.
Επομένως πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή η παρέμβαση της Π.Α.Ε
με την επωνυμία : «ΠΑΕ Α.Π.Ο. ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ», και να απορριφθούν
τυπικώς, λόγω ελλείψεως άμεσου και ενεστώτος βαθμολογικού εννόμου
συμφέροντος οι παρεμβάσεις που ασκήθηκαν από τις ΠΑΕ με τις
επωνυμίες: «Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.» και «ΑΠΟΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ
Γ.Σ. ΠΑΕ».
Περαιτέρω, στο άρθρο 77Α παρ. 2 του Ν. 2725/1999, όπως το
άρθρο αυτό ισχύει σήμερα, μεταξύ άλλων ορίζονται επί λέξει και τα
εξής: «Η Επιτροπή (εν. η ΕΕΑ) μετά από κάθε έλεγχο συντάσσει έκθεση
που υποβάλλεται υποχρεωτικά στον Υπουργό Πολιτισμού, στο Δ.Σ. του
οικείου επαγγελματικού συνδέσμου και σε αυτούς τους οποίους αφορά ο
έλεγχος. Η Επιτροπή σε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων έχει την
υποχρέωση να περιλάβει στην έκθεσή της τις κατά την κρίση της
ενδεικνυόμενες ενέργειες για τυχόν διοικητικές, διαχειριστικές, πειθαρχικές
ή ποινικές ευθύνες των ελεγχομένων. Οι πιο πάνω αποδέκτες της έκθεσης
έχουν υποχρέωση, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το αργότερο, να τη
διαβιβάσουν στο δικαιοδοτικό όργανο του οικείου επαγγελματικού
συνδέσμου για την επιβολή των προβλεπόμενων νόμιμων κυρώσεων. Ο
κάθε είδους έλεγχος της Επιτροπής διενεργείται και ολοκληρώνεται εντός
τριάντα (30) ημερών από την παραγγελία των αρμόδιων προσώπων», ενώ
στη διάταξη του άρθρου 69 παρ. 12 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται επί
λέξει : «Σε περίπτωση κατά την οποία παραβιασθεί κάποια από τις
διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου αυτού με
υπαιτιότητα οργάνων της Α.Α.Ε., η ομάδα της αποβάλλεται από το
πρωτάθλημα, με απόφαση του οικείου δικαιοδοτικού οργάνου, το οποίο
επιλαμβάνεται ύστερα από έκθεση της Επιτροπής Επαγγελματικού
Αθλητισμού ή μετά από προσφυγή όποιου έχει έννομο συμφέρον.»
Στην τελευταία αυτή διάταξη, η οποία, σημειωτέον, διεκδικεί
εφαρμογή και στην προκειμένη υπόθεση, ορίζεται ρητώς και σαφώς, ότι η
ποινή της αποβολής από το πρωτάθλημα μπορεί να επιβληθεί με απόφαση
του αρμόδιου δικαιοδοτικού οργάνου, είτε κατόπιν σχετικής έκθεσης της
Ε.Ε.Α. είτε κατόπιν προσφυγής οποιουδήποτε έχοντος έννομο συμφέρον.
Με άλλα λόγια ο νομοθέτης επιθυμεί τόσο η έκθεση της Ε.Ε.Α., όσο και
η προσφυγή του έχοντος έννομο συμφέρον τρίτου να είναι ισότιμα και
ισάξια καταγγελτικά μίας πειθαρχικής παραβάσεως έγγραφα, τα οποία,
εφόσον υποβληθούν στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο, ανοίγουν μία
πειθαρχική δίκη, στο πλαίσιο της οποίας ερευνάται η βασιμότητά τους
από νομικής και ουσιαστικής απόψεως, Άλλωστε περί του θέματος
αυτού λαμβάνει σαφώς θέση και η προκείμενη έκθεση της Ε.Ε.Α., η
οποία στην ακροτελεύτια φράση της αναφέρει επί λέξει : «…η Επιτροπή
διαβιβάζει την παρούσα απόφασή της ως "Έκθεση" κατά την έννοια της
προαναφερόμενης διάταξης στο αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο για να
πράξει τα δέοντα και ειδικότερα για να αποφανθεί ως αρμόδιο όργανο για
το θέμα της αποβολής ή μη». Εξάλλου όπου, κατ’ εξαίρεση από τον
ανωτέρω κανόνα του άρθρου 77Α παρ. 2, ο νομοθέτης θέλησε η έκθεση
της Ε.Ε.Α. να είναι δεσμευτική για το όργανο στο οποίο υποβάλλεται, το
έχει ορίσει ρητώς. Αυτό συμβαίνει επί παραδείγματι με τη διάταξη του
άρθρου 70 παρ. 2 του ιδίου νόμου, όπου, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης
μίας Α.Α.Ε με την υποχρέωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της,
λόγω ανόδου της ομάδας της σε ανώτερη κατηγορία, ορίζεται επί λέξει :
«Η ομάδα της Α.Α.Ε. που δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις της
προηγούμενης παραγράφου, αποβάλλεται από το πρωτάθλημα της
κατηγορίας στην οποία είχε ανέλθει. Τη σχετική διαπιστωτική πράξη
εκδίδει το Δ.Σ. του οικείου επαγγελματικού συνδέσμου εντός δεκαπέντε
(15) ημερών από την υποβολή σε αυτό σχετικής έκθεσης της Επιτροπής
Επαγγελματικού Αθλητισμού.»
Επομένως, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις και σκέψεις
συνάγεται με σαφήνεια και ευκρίνεια ότι η εκάστοτε έκθεση της Ε.Ε.Α.
που διαπιστώνει παραβάσεις, εν είδει «εισαγωγικού της πειθαρχικής
δίκης δικογράφου», διαβιβάζεται στο αρμόδιο δικαιοδοτικό (πειθαρχικό)
όργανο προς περαιτέρω ουσιαστική διερεύνηση της σχετικής υποθέσεως,
χωρίς να δεσμεύει το τελευταίο ως προς την τελική κρίση του και ότι,
κατά λογική ακολουθία, είναι απορριπτέοι ως νομικά αβάσιμοι οι
ισχυρισμοί της παρεμβαίνουσας Π.Α.Ε με την επωνυμία : «ΠΑΕ Α.Π.Ο.
ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ», περί νομικής αδυναμίας επανακρίσεως και
επανεξετάσεως από την παρούσα Επιτροπή του ζητήματος που κρίθηκε
από την ΕΕΑ, καθώς και περί υποχρεώσεως της Επιτροπής αυτής για
επιβολή μόνον της οριζόμενης από το νομό ποινής.
Εξάλλου, στο άρθρο 77Α παρ. 3 του Ν. 2725/1999 ορίζονται
μεταξύ άλλων και τα εξής : «3. Πριν από την έναρξη κάθε αγωνιστικής
περιόδου, κάθε Α.Α.Ε. ή Τ.Α.Α. οφείλει να προσκομίσει στην οικεία
διοργανώτρια αρχή, πιστοποιητικό της Επιτροπής περί τήρησης των
υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο. Η Επιτροπή, στο
πλαίσιο των παραπάνω αρμοδιοτήτων της, δεν χορηγεί το ανωτέρω
πιστοποιητικό σε περιπτώσεις διαπίστωσης σοβαρών ή καθ’ υποτροπήν
παραβάσεων του νόμου, για λόγους που αφορούν στο δημόσιο συμφέρον,
καθώς και σε περιπτώσεις άρνησης παροχής στοιχείων προς την Επιτροπή.
Στο δημόσιο συμφέρον εμπίπτουν ιδίως οι οφειλές προς το Δημόσιο, τους
ασφαλιστικούς οργανισμούς, η τήρηση των όρων νομιμότητας των
διοικήσεων και των μετόχων των Α.Α.Ε., η προέλευση των πόρων των
μετόχων των Α.Α.Ε. και των Α.Α.Ε. που χρησιμοποιούνται για τη
δραστηριότητα των Α.Α.Ε.. Η συνδρομή όρου που πλήττει το δημόσιο
συμφέρον μνημονεύεται ειδικά στην απόφαση της Επιτροπής.Σε περίπτωση
παράβασης των διατάξεων του ν. 2725/ 1999, με τις οποίες προβλέπεται η
μη χορήγηση πιστοποιητικού περί τήρησης των υποχρεώσεων που
προβλέπονται από το ν. 2725/1999 και αφορούν το δημόσιο συμφέρον, η
Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού εκδίδει πόρισμα ελέγχου πλήρως
αιτιολογημένο, το οποίο διαβιβάζει στην οικεία Ομοσπονδία, η οποία
προκαλεί τον πειθαρχικό έλεγχο της ΑΑΕ ή του ΤΑΑ που υπέπεσε στην
παράβαση, σύμφωνα με τον Πειθαρχικό Κώδικα που προβλέπει ποινές για
τις παραβάσεις αυτές. Οι πειθαρχικές ποινές, που προβλέπονται στο
πειθαρχικό δίκαιο της Ομοσπονδίας, πρέπει να είναι εσαεί ανάλογες με τη
βαρύτητα της παράβασης, επιφυλασσομένων σε αντίθετη περίπτωση των
προβλεπομένων από το ν. 2725/1999 χρηματικών ποινών…», ενώ στην
παρ. 1 του Παραρτήματος Α του Πειθαρχικού Κώδικα της Ε.Π.Ο. ορίζεται
: « 1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του ν. 2725/1999, όπως
τροποποιήθηκε και ισχύει, που προβλέπουν τη μη χορήγηση πιστοποιητικού
συμμετοχής στα επαγγελματικά πρωταθλήματα, για λόγους που αφορούν το
δημόσιο συμφέρον, η Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού (Ε.Ε.Α.)
εκδίδει πόρισμα ελέγχου πλήρως αιτιολογημένο που το διαβιβάζει στην
Ομοσπονδία και αυτή το διαβιβάζει στην αρμόδια πειθαρχική επιτροπή της
Διοργανώτριας Ένωσης. Με βάση το ως άνω πόρισμα η υπαίτια ΠΑΕ
τιμωρείται αποκλειστικά με τις παρακάτω ποινές : α) Εάν η παράβαση
χαρακτηρίζεται από το πόρισμα ελέγχου ως βαρεία, με ποινή υποβιβασμού
από μία κατηγορία έως και την αποβολή από τα επαγγελματικά
πρωταθλήματα. Ως βαρεία χαρακτηρίζεται κάθε παράβαση που αφορά την
προέλευση των πόρων των μετόχων και των εταιρειών, που συνεισφέρουν
για τη δραστηριότητα των ΠΑΕ, καθώς και κάθε παράβαση που αφορά στη
νομιμότητα της διοίκησης και του μετοχολογίου των Π.Α.Ε. …».
Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται σαφώς και ευθέως ότι
εφόσον διαπιστώνεται σοβαρή παράβαση του νόμου τότε η Ε.Ε.Α. δεν
χορηγεί το πιστοποιητικό της παρ. 3 του άρθρου 77Α («…δεν χορηγεί το
ανωτέρω πιστοποιητικό σε περιπτώσεις διαπίστωσης σοβαρών ή καθ'
υποτροπήν παραβάσεων του νόμου, για λόγους που αφορούν στο δημόσιο
συμφέρον.») και, κατ’ απόλυτη λογική ακολουθία, ότι αν στο μεταξύ το
έχει ήδη χορηγήσει, τότε πρέπει να το ανακαλεί, όπως υπαγορεύεται από
την αρχή της νομιμότητας, η οποία επιβάλλει στη Διοίκηση την ανάκληση
κάθε παράνομης διοικητικής πράξης, τέτοιο δε λόγο ανάκλησης συνιστά
αναμφίβολα και η πλάνη περί τα πράγματα, εφ' όσον η διαπίστωση
ορισμένης κατάστασης ή η συνδρομή ορισμένων πραγματικών
περιστατικών αποτελούσε κατά νόμο προϋπόθεση έκδοσης της
ανακαλούμενης πράξης ή νόμιμο στοιχείο κρίσης για τη διαμόρφωση του
περιεχομένου της (βλ. ΣτΕ 3150/2014 ΤΝΠΔΣΑ). Υπό το πρίσμα των
παραπάνω σκέψεων συνάγεται ότι προϋπόθεση για την επιβολή της ποινής
της αποβολής της ομάδας μίας Α.Α.Ε. από ένα επαγγελματικό
πρωτάθλημα είναι η προηγούμενη μη χορήγηση ή η ανάκληση του
πιστοποιητικού της παρ. 3 του άρθρου 77Α του Ν. 2725/1999. Υπέρ της
απόψεως αυτής συνηγορεί και η σαφέστατη διατύπωση των παραπάνω
διατάξεων (άρθρο 77Α παρ. 3 και παρ. 1 Παραρτήματος Α του
Π.Κ./Ε.Π.Ο.) στις οποίες γίνεται λόγος για παραβάσεις «των διατάξεων
του ν. 2725/ 1999, με τις οποίες προβλέπεται η μη χορήγηση
πιστοποιητικού περί τήρησης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από το
ν. 2725/1999», ενώ η αντίθετη ερμηνευτική προσέγγιση θα οδηγούσε
στο εξής νομικό παράδοξο : να είναι νομικά δυνατή η επιβολή της ποινής
της αποβολής μίας ομάδας από το πρωτάθλημα για σοβαρές παραβάσεις
της νομοθεσίας, ενώ ταυτοχρόνως υπάρχει πιστοποιητικό που βεβαιώνει
αρμοδίως την πλήρη συμμόρφωση της ομάδας αυτής με το νόμο ή, σε
κάθε περίπτωση, τη μη τέλεση «σοβαρής» παραβάσεως του νόμου.
Περαιτέρω, από την παραπάνω αυτολεξεί παρατεθείσα διάταξη της
παρ. 12 του άρθρου 69 του Ν. 2725/1999 προκύπτει σαφώς ότι για την
επιβολή της ποινής της αποβολής της ομάδας μίας Α.Α.Ε. από το οικείο
επαγγελματικό πρωτάθλημα απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις : α) να
διαπιστωθεί η παραβίαση κάποιας από τις διατάξεις των προηγούμενων
παραγράφων του άρθρου αυτού και β) η παραβίαση αυτή να αποδίδεται σε
υπαιτιότητα των οργάνων της Α.Α.Ε. Σημειωτέον ότι η πειθαρχική ποινή
της «αποβολής από το πρωτάθλημα» είναι μία ιδιαιτέρως βαριά και
επαχθέστατη κύρωση, η οποία είναι επιπλέον και ανελαστική, με την
έννοια ότι δεν τάσσεται στον εκάστοτε εφαρμοστή του δικαίου ένα
κυρωτικό πλαίσιο εντός του οποίου να του δίδεται η ευχέρεια επιλογής
ποινής προσήκουσας και ανάλογης με τη βαρύτητα της παραβάσεως και
το βαθμό της υπαιτιότητας του οργάνου της Α.Α.Ε.. Με μία πρώτη
ανάγνωση, ενόψει του ότι γίνεται λόγος για παραβίαση «κάποιας»
(οποιασδήποτε) διατάξεως των προηγούμενων παραγράφων του άρθρου
αυτού, δίδεται κατ’ αρχάς η εντύπωση ότι θα πρέπει να αποβληθεί μία
ομάδα από το πρωτάθλημα, επειδή η αντίστοιχη Α.Α.Ε. παρέλειψε, επί
παραδείγματι, να γνωστοποιήσει εμπροθέσμως στην Ε.Ε.Α., ήτοι εντός
10ημέρου από τη σχετική εγγραφή στο βιβλίο μετόχων, την απόκτηση
μετοχών της από κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και έτσι παραβίασε τη
διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 69. Εν τούτοις, η πρόβλεψη της
παραπάνω πειθαρχικής ποινής, η οποία φέρει τα προαναφερθέντα
χαρακτηριστικά (υπέρμετρη βαρύτητα και ανελαστικότητα), υποχρεώνει
τον ερμηνευτή και εφαρμοστή του δικαίου να προσεγγίζει τη διάταξη της
παρ. 12 με συστολή, ενόψει μάλιστα και της συνταγματικά
κατοχυρωμένης αρχής (άρθ. 7 παρ. 1 Σ) nullum crimen nulla poena sine
lege, η οποία διεκδικεί βασίμως έδαφος εφαρμογής και στον χώρο της
επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων, που είναι αναμφισβήτητα συγγενείς
προς τις εγκληματικές ποινές, στο μέτρο που και χαρακτήρα κατασταλτικό
έχουν και σκοπούς ειδικής και γενικής πρόληψης εκπληρώνουν. Υπό το
πρίσμα των παραπάνω σκέψεων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι για την
εφαρμογή της παρ. 12 του άρθρου 69 απαιτείται : α) η παραβίαση κάποιας
από τις διατάξεις των παρ. 1 μέχρι και 11 του άρθρου 69 να είναι πράγματι
σοβαρή (επιχείρημα περί αυτού αντλείται και από τη διατύπωση της
συγγενούς διατάξεως του άρθρου 77Α παρ. 3, η οποία προβλέπει τη μη
χορήγηση πιστοποιητικού σε περιπτώσεις σοβαρών ή καθ’ υποτροπήν
παραβάσεων) και β) η παράβαση να έχει τελεσθεί από την Α.Α.Ε. εντός
του εκ του νόμου και του εκ του καταστατικού της τιθέμενου πλαισίου
οργανικής εκπροσωπήσεώς της, ήτοι να έχει τελεσθεί με υπαιτιότητα
αρμοδίου οργάνου της, δρώντος κατά την ενάσκηση των ανατεθέντων σ’
αυτό καθηκόντων. Επομένως, εφόσον η παραβιασθείσα διάταξη θα πρέπει
να αναζητηθεί μόνον μεταξύ αυτών των παρ. 1 έως και 11 του άρθρου 69,
είναι απρόσφορη να στηρίξει την εφαρμογή της παραγράφου 12 μία
παραβίαση ή/και καταστρατήγηση κάποιας άλλης διατάξεως του Ν.
2725/1999, όπως π.χ. της παρ. 1 εδ. β΄ του άρθρου 110 του νόμου αυτού.
Τέλος για να κριθεί ως «σοβαρή» η παραβίαση κάποιας από τις διατάξεις
των παρ. 1 μέχρι και 11 του άρθρου 69, θα πρέπει δια της παραβάσεως
αυτής να έχει γίνει προσπάθεια υπέρβασης ή καταστρατήγησης της
απαγόρευσης της «πολυϊδιοκτησίας», την οποία ο νομοθέτης επιχείρησε
να καταπολεμήσει με το συγκεκριμένο άρθρο, όπως αυτό
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του Ν. 3057/2002. Αυτός ο
νομοθετικός στόχος προκύπτει πράγματι τόσο από αυτόν καθαυτόν τον
τίτλο του άρθρου 69 («Μέτοχοι – Περιορισμοί στην απόκτηση μετοχών -
Απαγόρευση πολυϊδιοκτησίας»), όσο και από την Εισηγητική Έκθεση επί
του σχεδίου νόμου που θεσπίστηκε τελικώς ως Ν. 3057/2002 όπου
σημειωνόταν : «Με τις προτεινόμενες διατάξεις τροποποιείται ριζικά το
άρθρο 69 του Ν. 2725/1999 σχετικά με τους περιορισμούς στην απόκτηση
μετοχών Α.Α.Ε.. εξασφαλίζεται πλήρως η διαφάνεια του ιδιοκτησιακού
καθεστώτος των Α.Α.Ε. και καταπολεμάται κάθε απόπειρα
πολυϊδιοκτησίας».
Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της διάταξης του άρθρου 71 ΑΚ,
το νομικό πρόσωπο ευθύνεται από τις πράξεις ή παραλείψεις των
αντιπροσωπευόντων και εκφραζόντων τη βούληση αυτού οργάνων,
εφόσον η πράξη ή η παράλειψη έλαβε χώρα κατά την ενάσκηση των
ανατιθεμένων σ' αυτά καθηκόντων και παράγει υποχρέωση προς
αποζημίωση. Τα όργανα μίας Α.Ε. είναι η γενική συνέλευση των
μετόχων, το διοικητικό συμβούλιο και οι ελεγκτές (Ρόκας, Εμπορικές
Εταιρίες, έκδ. 4η
σελ. 175).
Συγκεκριμένα στις διατάξεις του άρθρου 18 παρ. 1 του Ν.
2190/1920 ρυθμίζονται τα θέματα της οργανικής εκπροσώπησης του
νομικού προσώπου της ανώνυμης εταιρίας. Ειδικότερα ορίζεται ότι το
διοικητικό συμβούλιο της Α.Ε. ενεργώντας συλλογικά, την εκπροσωπεί
δικαστικά και εξώδικα και ότι το καταστατικό μπορεί να ορίσει ότι ένα ή
περισσότερα μέλη του συμβουλίου ή άλλα πρόσωπα (τρίτοι) μπορούν να
εκπροσωπήσουν την εταιρία γενικά ή σε ορισμένου είδους πράξεις. Κατά
το δε άρθρο 22 του ίδιου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο είναι αρμόδιο
να αποφασίζει κάθε πράξη που αφορά τη διοίκηση της εταιρίας, τη
διαχείριση της περιουσίας της και γενικά την επιδίωξη των σκοπών της
και ότι το καταστατικό μπορεί να ορίζει θέματα στα οποία η εξουσία του
διοικητικού συμβουλίου ασκείται από ένα ή περισσότερα μέλη της
εταιρίας ή από τρίτους.
Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 138 παρ. 1 του Α.Κ. «Δήλωση
βούλησης που δεν έγινε στα σοβαρά παρά μόνον φαινομενικά (εικονική)
είναι άκυρη», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 139 του ιδίου Κώδικα «η
εικονικότητα δεν βλάπτει εκείνον που συναλλάχθηκε αγνοώντας την»
Στην υπό κρίση υπόθεση, από τα διαμειφθέντα κατά την επ’
ακροατηρίω αποδεικτική διαδικασία, τα οποία έχουν καταχωριστεί στα
ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και ειδικότερα από όσα
αναπτύχθηκαν προφορικά τόσο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της
πειθαρχικώς ελεγχόμενης ΠΑΕ, όσο και από τους πληρεξούσιους των
παραπάνω προσθέτως παρεμβαινόντων φυσικών προσώπων και της
ανωτέρω κυρίως παρεμβαίνουσας ΠΑΕ, η παρέμβαση της οποίας έγινε
τυπικώς δεκτή κατά τα προεκτεθέντα, από όσα περιέχονται στα
υπομνήματα που κατετέθησαν από όλους τους διαδίκους και γενικότερα
από όλα τα έγγραφα που νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι
διάδικοι, καθώς και από αυτά που περιέχονται στο φάκελο που απεστάλη
στην παρούσα Επιτροπή από την Ε.Ε.Α. δυνάμει του υπ’ αριθ. πρωτ.
396/21-7-2015 διαβιβαστικού εγγράφου της, τα οποία (έγγραφα εν
συνόλω) εκτιμώνται ελεύθερα, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς
συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς όμως η ρητή αναφορά σε κάποια
εξ αυτών να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη εν σχέση με
τα λοιπά, για τα οποία δεν γίνεται ειδική μνεία στην παρούσα, αφού όλα
είναι ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως, ως προεκτέθηκε, συνεκτιμώνται για
το σχηματισμό δικανικής κρίσεως, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της
κοινής πείρας και της λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπόψη
αυτεπαγγέλτως από την Επιτροπή (άρθρο 14 παρ. 6 του ισχύοντος
Δικονομικού Κανονισμού Λειτουργίας Πειθαρχικών Επιτροπών της
Ε.Π.Ο.), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :
Δυνάμει του από 17-12-2013 ιδιωτικού συμφωνητικού
μεταβίβασης κοινών ονομαστικών μετοχών μη εισηγμένων στο
Χρηματιστήριο Αξιών, το οποίο υπεγράφη στην Κέρκυρα μεταξύ του
Χαρίτωνος Κουτσούρη, ως πωλητή, και του Αθανασίου Ίσσαρη, ως
αγοραστή (αντίτυπο του συμφωνητικού αυτού κατατέθηκε στην Α΄
Δ.Ο.Υ. Κέρκυρας, αποκτώντας έτσι βέβαιη χρονολογία), ο πρώτος
μεταβίβασε λόγω πωλήσεως στον δεύτερο εξακόσιες πενήντα (650)
κοινές ονομαστικές μετοχές της εταιρείας με την επωνυμία «Α.Ο.
ΚΑΣΣΙΟΠΗ ΠΑΕ» (ήδη πειθαρχικώς ελεγχόμενη ΠΑΕ) αξίας 60,00
ευρώ εκάστης εξ αυτών.
Κατά το χρόνο της παραπάνω μεταβίβασης το μετοχικό κεφάλαιο
της ως άνω ΠΑΕ ανερχόταν σε εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ
διαιρούμενο σε χίλιες (1.000) ονομαστικές μετοχές ονομαστικής αξίας
καθεμίας εξ αυτών εξήντα (60) ευρώ και οι μέτοχοι ήταν οι εξής : α) ο
Χαρίτων Κουτσούρης, οποίος ήταν κύριος 980 μετοχών, οι οποίες
αντιστοιχούσαν σε ποσοστό 98% του μετοχικού κεφαλαίου, β) ο
Ελευθέριος Γρίβας, ο οποίος ήταν κύριος 10 μετοχών που
αντιστοιχούσαν σε ποσοστό 1% επί του μετοχικού κεφαλαίου και γ) ο
Σπυρίδων Προβατάς, ο οποίος ήταν κύριος 10 μετοχών που
αντιστοιχούσαν σε ποσοστό 1% επί του μετοχικού κεφαλαίου.
Για την παραπάνω μεταβίβαση του 65% των μετοχών της
πειθαρχικώς ελεγχόμενης ΠΑΕ προς τον Αθ Ίσσαρη, σύμφωνα με το
άρθρο 69Α του Ν. 2725/1999, εκδόθηκε η από 2-7-2014 άδεια της
Ε.Ε.Α., οποία ανακλήθηκε δυνάμει αποφάσεως που περιέχεται στο
ανωτέρω από 2-7-2015 Απόσπασμα Πρακτικού της Επιτροπής αυτής.
Έτσι, κατόπιν της ανωτέρω μεταβιβάσεως, η μετοχική σύνθεση της
εγκαλούμενης ΠΑΕ διαμορφώθηκε ως εξής : α) Αθανάσιος Ίσσαρης,
κύριος 650 ονομαστικών μετοχών, που αντιστοιχούσαν στο 65% του
μετοχικού κεφαλαίου, α) Χαρίτων Κουτσούρης, κύριος 330 ονομαστικών
μετοχών που αντιστοιχούσαν στο 33% του μετοχικού κεφαλαίου της
εταιρίας, γ) Ελευθέριος Γρίβας, κύριος 10 ονομαστικών μετοχών που
αντιστοιχούσαν στο 1% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας, και δ)
Σπυρίδων Προβατάς κύριος 10 ονομαστικών μετοχών που
αντιστοιχούσαν στο 1% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας.
Όπως προκύπτει από σχετική ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ
5445/5-6-2014 το Διοικητικό Συμβούλιο της ανωτέρω ΠΑΕ, από 27-12-
2012 απαρτιζόταν από τους : α) Χαρίτωνα Κουτσούρη (Πρόεδρος και
Διευθύνων Σύμβουλος), β) Κάρμινε Κουτσούρη (Αντιπρόεδρος), γ)
Σπυρίδωνα Προβατά, δ) Γεώργιο Προβατά και ε) Ελευθέριο Γρίβα. Από
την ίδια ανακοίνωση προκύπτει ότι η εκπροσώπηση της εταιρείας,
σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού, ανατέθηκε στον ανωτέρω
πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο και σε περίπτωση κωλύματός του,
στην ανωτέρω Αντιπρόεδρο, καθώς και ότι η «εταιρική υπογραφή» που
θα δεσμεύει την εταιρεία, θα αποτελείται από τη σφραγίδα της εταιρείας
και την υπογραφή του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου.
Εν τω μεταξύ, ενόψει της ανόδου της ομάδας της πειθαρχικώς
διωκόμενης ΠΑΕ σε ανώτερη αγωνιστική κατηγορία, σύμφωνα με τα
οριζόμενα στο άρθρο 70 του Ν. 2527/1999, κατά την έκτακτη Γ.Σ. της
Π.Α.Ε. που είχε συγκληθεί στις 22-9-2013, ήτοι προτού γίνει η ανωτέρω
μεταβίβαση των 650 μετοχών, αποφασίστηκε η αύξηση του μετοχικού
κεφαλαίου της, σε μετρητά, κατά διακόσιες σαράντα χιλιάδες ευρώ
(240.000 ευρώ), με την έκδοση τεσσάρων χιλιάδων (4.000) νέων
ονομαστικών μετοχών ονομαστικής αξίας εξήντα (60,00) ευρώ η κάθε
μία. Η εν λόγω αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ολοκληρώθηκε στις 27-12-
2013, ήτοι μετά την ανωτέρω αγοραπωλησία των 650 μετοχών, και
καλύφθηκε εν μέρει από τον μεν Αθ. Ίσσαρη, ο οποίος κατέβαλε στον
εταιρικό λογαριασμό το συνολικό ποσό των 156.000,00 ευρώ και εν
μέρει από τον Χαρίτωνα Κουτσούρη, ο οποίος κατέβαλε το υπόλοιπο
ποσό των 84.000,00 ευρώ.
Η καταβολή του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους του παραπάνω
ποσού στο ταμείο της εταιρείας, αποδείχθηκε από τις εντός του φακέλου
που απεστάλη από την Ε.Ε.Α. στην παρούσα Επιτροπή υφιστάμενες 10
αποδείξεις είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας, από τις οποίες προκύπτει
ότι κατά το χρονικό διάστημα από 6-12-2013 έως και 27-12-2013,
κατατέθηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό της πειθαρχικώς ελεγχόμενης
ΠΑΕ διάφορα ποσά συνολικού ύψους 145.939,00 ευρώ, με καταθέτη -
εντολέα συναλλαγής, και στις 10 αυτές περιπτώσεις, τον Αθ. Ίσσαρη.
Με την ολοκλήρωση της ανωτέρω αύξησης του μετοχικού
κεφαλαίου, όπως προκύπτει από τα αντίγραφα του βιβλίου μετόχων της
εγκαλουμένης ΠΑΕ, ο μεν Αθ. Ίσσαρης κατέστη κύριος 2.600 νέων
ονομαστικών μετοχών και έτσι, κατά χρονικό σημείο εκείνο, ήταν κύριος
(650 + 2.600 =) 3.250 ονομαστικών μετοχών, ο δε Χαρίτων Κουτσουρής,
κατέστη κύριος 1.400 νέων ονομαστικών μετοχών και έτσι, κατά χρονικό
σημείο εκείνο, ήταν κύριος (330 + 1.400 =) 1.730 ονομαστικών μετοχών.
Ακολούθως, ενόψει της ανόδου της ομάδας της ως άνω ΠΑΕ σε ανώτερη
κατηγορία και συγκεκριμένα στη SUPER LEAGUE, κατά την από 21-7-
2014 Έκτακτη Γενική Συνέλευση των μετόχων αποφασίστηκε η
περαιτέρω αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, σε μετρητά, κατά
επτακόσιες δύο χιλιάδες ευρώ (702.000,00) με την έκδοση έντεκα
χιλιάδων επτακοσίων (11.700) νέων ονομαστικών μετοχών ονομαστικής
αξίας εξήντα (60,00) Ευρώ η κάθε μία. Η αύξηση αυτή καλύφθηκε τόσο
από τους υφιστάμενους μετόχους, όσο και από νέους μετόχους και
συγκεκριμένα, η ολοσχερής κάλυψη της αύξησης του μετοχικού
κεφαλαίου συντελέστηκε ως εξής : α) Ο Αθ. Ίσσαρης κατέβαλε το
συνολικό ποσό των 170.280,00 ευρώ, αποκτώντας 2.838 μετοχές β) ο
Χαρίτων Κουτσούρης κατέβαλε 143.580,00 ευρώ αποκτώντας 2.393
μετοχές, γ) ο Ελευθέριος Γρίβας κατέβαλε 600,00 ευρώ αποκτώντας 10
μετοχές, δ) ο Σπυρίδων Προβατάς κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας
300 μετοχές, ε) ο Γεώργιο Πέρρος κατέβαλε 20.100,00 ευρώ αποκτώντας
335 μετοχές, στ) ο Νικόλαος Μουζακίτης κατέβαλε 18.000,00 ευρώ
αποκτώντας 300 μετοχές, ζ) ο Αλέξανδρος Κοσκίνας κατέβαλε 18.000,00
ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές, η) ο Γεώργιος Ζαρκάδας κατέβαλε
18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές, ι) ο Αργύριος Ραψομανίκης
κατέβαλε 12.000,00 ευρώ αποκτώντας 200 μετοχές, ια) ο Σεραφείμ
Σωτηριάδης κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές, ιβ) ο
Σπυρίδων Μπράτος κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές,
ιγ) ο Σπυρίδων Κρεμμύδας κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300
μετοχές, ιδ) ο Λάμπρος Γεωργακόπουλος κατέβαλε 138.840 ευρώ
αποκτώντας 2314 μετοχές,, ιε) ο Θεοφύλακτος Κορωμιός κατέβαλε
18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές, ιστ) ο Γεώργιος Φαναριώτης
κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές, ιζ) ο Μιχαήλ
Γροπέτης κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές και ιη) ο
Αντρέα Νόκα κατέβαλε 18.000,00 ευρώ αποκτώντας 300 μετοχές.
Και για τις καταβολές αυτές έχουν προσκομιστεί από τον ανωτέρω
προσθέτως παρεμβαίνοντα παραστατικά καταθέσεως διάφορων
χρηματικών ποσών στον εταιρικό λογαριασμό που η εταιρεία τηρούσε
στην Εθνική Τράπεζα.
Μετά και την ανωτέρω, δεύτερη κατά σειρά, αύξηση του μετοχικού
κεφαλαίου ο Αθ. Ίσσαρης κατέστη κύριος συνολικά (650 μετοχές εξ
αγοράς + 2.600 μετοχές εκ της πρώτης αυξήσεως του μετοχικού
κεφαλαίου + 2.838 μετοχές εκ της δεύτερης αυξήσεως του μετοχικού
κεφαλαίου =) 6.088 μετοχών της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, που
αντιστοιχούν σε ποσοστό 36,45 % επί του συνολικού μετοχικού
κεφαλαίου της εταιρείας, το οποίο κατέχει έως και σήμερα. Εξάλλου ο
Χαρίτων Κουτσουρής, μετά και την ανωτέρω δεύτερη αύξηση μετοχικού
κεφαλαίου, κατέστη κύριος συνολικά (330 μετοχές που κατείχε μετά την
πώληση των 650 + 1.400 μετοχές εκ της πρώτης αυξήσεως του μετοχικού
κεφαλαίου + 2.393 μετοχές εκ της δεύτερης αυξήσεως του μετοχικού
κεφαλαίου =) 4.123 μετοχών της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, που
αντιστοιχούν σε ποσοστό 24,68% επί του συνολικού μετοχικού
κεφαλαίου της εταιρείας,
Εν τω μεταξύ, την ίδια ως άνω ημέρα που μεταβιβάστηκαν οι
παραπάνω 650 μετοχές, ήτοι στις 17-12-2013, φέρεται να υπογράφηκε
στην Κέρκυρα και ένα άλλο ιδιωτικό συμφωνητικό με συμβαλλόμενους
τους Γεώργιο Λιμπάντση και Χαρίτωνα Κουτσουρή. Στο συμφωνητικό
αυτό, το οποίο δεν είναι έγγραφο βεβαίας χρονολογίας, γι’ αυτό και
αμέσως πιο πάνω γίνεται λόγος για φερόμενη υπογραφή του στις 17-12-
2013, εκτός από το απόσπασμα που έχει ήδη παρατεθεί αυτολεξεί σε
προηγούμενο σημείο της παρούσας, στο οποίο (απόσπασμα) γίνεται λόγος
περί του ότι ο «ουσιαστικός κύριος» των ανωτέρω 650 μεταβιβασθεισών
μετοχών ήταν ο Γ. Λιμπάντσης και όχι ο Αθ. Ίσσαρης, αναφέρεται
επιπλέον ότι οι ανωτέρω δύο υπογράφοντες συμφωνούν όπως
διατηρήσουν και στο μέλλον, ήτοι σε μελλοντικές αυξήσεις του μετοχικού
κεφαλαίου της εταιρείας την υφιστάμενη κατά το χρόνο εκείνο αναλογία
συμμετοχής στο μετοχικό της κεφάλαιο, ήτοι 35% ο Χ. Κουτσούρης και
65% ο Γ. Λιμπάντσης (βλ. υπ’ αριθ. 1 και 2 όρους του συμφωνητικού
αυτού).
Από μία επισκόπηση και παραβολή των παραπάνω συμφωνητικών
προκύπτει ότι, καίτοι αμφότερα έχουν προφανώς συνταχθεί από νομικούς
και φέρονται να έχουν υπογραφεί την ίδια ημέρα, εντούτοις δεν έχουν
κοινό ή κοινούς συντάκτες, ούτε έχουν υπογραφεί ταυτοχρόνως και στον
ίδιο χώρο, με την επιμέλεια κοινών νομικών παραστατών. Στο
συμπέρασμα αυτό οδηγεί το γεγονός ότι τα δύο αυτά συμφωνητικά έχουν
υπογραφεί κατά διαφορετικό τρόπο. Πράγματι το πρώτο εξ αυτών
(συμβαλλόμενοι Κουτσούρης – Ίσσαρης), το οποίο είναι τυπωμένο στις
εμπρόσθιες σελίδες δύο φύλλων (είναι δηλαδή δισέλιδο), φέρει υπογραφές
μόνον στο τέλος του κειμένου της δεύτερης σελίδας, κάτω από τα ονόματα
των συμβαλλομένων, ενώ το δεύτερο (συμβαλλόμενοι Κουτσούρης –
Λιμπάντσης), το οποίο είναι τυπωμένο στις εμπρόσθιες σελίδες τριών
φύλλων (είναι δηλαδή τρισέλιδο), φέρει υπογραφές τόσο στα αριστερά
περιθώρια των δύο πρώτων σελίδων, όσο και στο τέλος του τυπωμένου
κειμένου επί της τρίτης σελίδας, κάτω από τα ονόματα των
συμβαλλομένων. Το παραπάνω συμπέρασμα ενισχύεται περαιτέρω και
από τις εμφανείς μορφολογικές διαφορές τους, όπως το διαφορετικό
μέγεθος της γραμματοσειράς, αλλά και από τις διαφορές σε συνήθεις και
στερεότυπες διατυπώσεις, οι οποίες, κατά την κοινή πείρα, είναι
πανομοιότυπες όταν δύο συμφωνητικά έχουν το ίδιο συντάκτη. Πράγματι,
στο προοίμιο του πρώτου συμφωνητικού αναφέρεται επί λέξει: «Στην
Κέρκυρα σήμερα την 17-12-2013 οι συμβαλλόμενοι στο παρόν …
συμφωνούν, συναποδέχονται και κάνουν αμοιβαία αποδεικτά τα εξής
:…», ενώ στο αντίστοιχο τμήμα (προοίμιο) του δεύτερου συμφωνητικού
αναγράφεται επί λέξει : «Στην Κέρκυρα σήμερα 17-12-2013 οι
υπογράφοντες το παρόν … συμφωνούν, συνομολογούν και
συναποδέχονται αμοιβαία μεταξύ τους τα ακόλουθα :…»
Το εν λόγω, δεύτερο, ιδιωτικό συμφωνητικό αποτέλεσε τη βάση
της ανωτέρω από 7-5-2015 Προσφυγής – Καταγγελίας της Π.Α.Ε με την
επωνυμία : «Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.» κατά της εν προκειμένω
πειθαρχικώς ελεγχόμενης ΠΑΕ καθώς και το, σύμφωνα με την έκθεση
της Ε.Ε.Α. που αποτέλεσε το έναυσμα για την προκειμένη πειθαρχική
δίωξη, «καταλυτικό στοιχείο» για το σχηματισμό της κρίσης της ότι
πρόκειται περί «εικονικής» μεταβίβασης μετοχών.
Περί της φερόμενης «εικονικότητας» της παραπάνω μεταβίβασης
και των σχετικών με την κρίση αυτή παραδοχών που διαλαμβάνονται την
Έκθεση της Ε.Ε.Α. λεκτέα τα εξής :
1) Το από 17-12-2013 ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο, όπως
προελέχθη δεν είναι έγγραφο βεβαίας χρονολογίας, ακυρώθηκε από τους
αυτούς συμβαλλομένους (Κουτσουρή – Λιμπάντση), δυνάμει του από 23-
12-2013 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο επίσης δεν είναι έγγραφο
βεβαίας χρονολογίας, αλλά σαφέστατα δεν είναι ανάξιο αποδεικτικής
αξιοποίησης ούτε άμοιρο εννόμων συνεπειών για τους δύο σε αυτό
συμβαλλόμενους. Και ναι μεν μπορεί κάποιος ευλόγως να ισχυριστεί ότι η
ακύρωση αυτή είναι προσχηματική, ότι δηλαδή έγινε μετά την αποκάλυψη
μέσω του τύπου του από 17-12-2013 συμφωνητικού και απλώς
προχρονολογήθηκε, όμως δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι η αποδεδειγμένη
από τα πράγματα μη τήρηση της συμφωνίας περί διατήρησης του
μετοχικού συσχετισμού 35% - 65%, αποτελεί ισχυρότατη ένδειξη περί
του ότι το από 17-12-2013 συμφωνητικό πράγματι ακυρώθηκε και
μάλιστα πολύ πριν δημοσιευθεί το περιεχόμενο του.
2) Ενόψει του ότι ο επικαλούμενος την εικονικότητα φέρει και το
σχετικό βάρος αποδείξεώς της (μεταξύ πολλών βλ. ΑΠ 842/2014
ΤΝΠΔΣΑ), η εκδοχή της «εικονικότητας» μάλλον διαψεύδεται παρά
επιβεβαιώνεται από άλλα στοιχεία του φακέλου με κυριότερα εξ αυτών
αφ’ ενός τις αποδεδειγμένες και σε ανύποπτους χρόνους γενόμενες
καταβολές μεγάλων χρηματικών ποσών εκ μέρους του Αθ. Ίσσαρη για
την συμμετοχή του στις δύο αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου της
διωκόμενης ΠΑΕ και αφ’ ετέρου την ανυπαρξία επαρκών αποδείξεων περί
του ότι ο Γ. Λιμπάντσης ασκούσε εν τοις πράγμασι τη διοίκηση και
τη διαχείριση στην ανωτέρω ΠΑΕ. Σημειωτέον ότι δεν προέκυψε η
οποιαδήποτε ανάμειξή του σε λήψη και υλοποίηση αποφάσεων σχετικών
με θέματα διοίκησης της ΠΑΕ και ιδίως με προσλήψεις προπονητών,
μεταγραφές ποδοσφαιριστών κ.ά.
3) Το συμφωνητικό αυτό υπογράφεται από τον Χ. Κουτσουρή
ατομικά ως μέτοχο της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ. Το ότι
ταυτοχρόνως ήταν Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλός της, δεν αρκεί για
να θεωρηθεί ότι εκπροσωπούσε οργανικά της εν λόγω ΠΑΕ και ότι
λειτουργούσε κατ’ άρθρο 71 ΑΚ ως όργανό της, στο πλαίσιο των
ανατεθέντων σε αυτόν καθηκόντων, εφόσον δεν συναλλάχθηκε υπό την
ιδιότητά του αυτή και δεν το υπέγραψε υπό την εταιρική σφραγίδα.
Επομένως, και αν ακόμη γίνει δεκτό ότι δια του συμφωνητικού αυτού
τελέστηκε η οποιαδήποτε παραβίαση της αθλητικής νομοθεσίας, αυτή η
παραβίαση δεν μπορεί να αποδοθεί σε υπαιτιότητα των οργάνων της
πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ ώστε να επιβληθεί στην τελευταία η ποινή
της παρ. 12 του άρθρου 69 του Ν. 2725/1999.
4) Το συμφωνητικό αυτό δεν υπογράφεται και από τον Αθ Ίσσαρη.
Πολλώ δε μάλλον δεν αποδείχθηκε από τη φέρουσα το σχετικό βάρος
καταγγέλλουσα ΠΑΕ ότι ο τελευταίος γνώριζε τη φερόμενη εικονικότητα.
Επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το επίμαχο από 17-12-2013
συμφωνητικό υπεγράφη εν γνώσει του Αθ. Ίσσαρη, ούτε ότι αυτός
τελούσε εν γνώσει της φερόμενης εικονικότητας, αλλά και ούτε ότι αυτή
ομολογείται και από τον Αθ. Ίσσαρη. Σε διαφορετική περίπτωση θα
μπορούσε ο οποιοσδήποτε πωλεί μετοχές μίας ΠΑΕ να κάνει ταυτόχρονα
και ένα συμφωνητικό με ένα τρίτο πρόσωπο στο οποίο να δηλώνεται ότι η
γενομένη μεταβίβαση ήταν εικονική και με το συμφωνητικό αυτό να
εκβιάζει τον αγοραστή των μετοχών και την ΠΑΕ, ζητώντας
ανταλλάγματα ώστε να μην το δημοσιοποιήσει και προκαλέσει την
αποβολή της τελευταίας από το πρωτάθλημα.
5) Η παραδοχή ότι διά της φερόμενης; εικονικότητας επιχειρήθηκε
να καταστρατηγηθεί η διάταξη της παρ. 5 εδ. β. του άρθρου 2 του Ν.
3372/2005 (και όχι 3259/2004 όπως εκ προφανούς γραφικής παραδρομής
αναγράφεται στην έκθεση της ΕΕΑ), η οποία ορίζει : «Μέλη της διοίκησης
καθώς και μέτοχοι, πλην του ιδρυτικού αθλητικού σωματείου, κατέχοντες
ποσοστό τουλάχιστον 10% του μετοχικού κεφαλαίου της Π.Α.Ε. που
αποφασίζει κατά τη διαδικασία της περιπτώσεως α' της παραγράφου αυτής
τη λύση της, δεν δικαιούνται συμμετοχής σε Π.Α.Ε., Τ.Α.Π. ή αθλητικό
σωματείο επί μία δεκαετία από τη λύση της Π.Α.Ε.», ακόμη και αν
θεωρηθεί βάσιμη, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποβολή της διωκόμενης
ΠΑΕ κατ’ άρθρο 69 παρ. 12 του Ν. 2725/1999, διότι, όπως αναφέρθηκε
ανωτέρω στη μείζονα σκέψη, για την εφαρμογή της παρ. 12 απαιτείται η
διαπίστωση της παραβίασης κάποιας εκ των διατάξεων των παρ. 1-11 του
άρθρου αυτού και όχι η οποιαδήποτε παραβίαση, οποιασδήποτε διατάξεως
της αθλητικής νομοθεσίας. Άλλωστε, η προαναφερθείσα διάταξη της παρ.
5 εδ. β. του άρθρου 2 του Ν. 3372/2005 έχει θεσπιστεί για να λειτουργεί
ως αντικίνητρο για τη λύση μίας ΠΑΕ, την θέση της σε στάδιο
εκκαθαρίσεως και την κάθοδό της στη Γ΄ Εθνική Κατηγορία και όχι για
την καταπολέμηση της «πολυϊδιοκτησίας», η οποία, όπως αναφέρθηκε πιο
πάνω στη μείζονα σκέψη, αποτελεί τη λειτουργική στόχευση και το
ρυθμιστικό πλαίσιο του άρθρου 69 του Ν. 2725/1999.
6) Αυτή η αδυναμία ακριβούς εντοπισμού κάποιας συγκεκριμένης
διατάξεως εκ των διαλαμβανόμενων στις παρ. από 1 έως και 11 του
άρθρου 69, είναι έκδηλη και στην Έκθεση της ΕΕΑ, στην οποία, αντί του
παραπάνω απαραίτητου για την επιβολή της βαρύτατης κύρωσης της
αποβολής από το πρωτάθλημα εντοπισμού, γίνεται γενικώς και αορίστως
λόγος περί «βαρείας παράβασης των διατάξεων του αθλητικού νόμου περί
του προσώπου των μετόχων (άρθρο 69) οι οποίες όπως προαναφέρεται,
θεσμοθετήθηκαν ειδικά για τις Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες προς
εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αποβλέποντος στην παρεμπόδιση
εισόδου στον Αθλητικό χώρο προσώπων που έχουν σχετικά κωλύματα, γι’
αυτό άλλωστε ο νόμος προέβλεψε σειρά διατάξεων για την αποκάλυψη και
τον αποκλεισμό παρένθετων προσώπων σε όλες τις σχέσεις και δράσεις των
Α.Α.Ε. επιβάλλοντας σχετικές κυρώσεις και μεριμνώντας και για την
αποτροπή της καταστρατήγησης των προστατευτικών αυτών διατάξεων.»
Εντούτοις, το επικαλούμενο προς εφαρμογή άρθρο 69 δεν απαγορεύει
γενικώς την απόκτηση διά παρενθέτου προσώπου μετοχών μίας Α.Α.Ε. Το
άρθρο αυτό απαγορεύει και τιμωρεί, πράγματι αυστηρότατα, την δια
παρενθέτου προσώπου απόκτηση μετοχών, όταν με τη μέθοδο αυτήν
επιχειρείται να καταστρατηγηθεί η απαγόρευση της πολυϊδιοκτησίας (βλ.
παρ. 9 του άρθρου αυτού). Αν η δια παρενθέτου προσώπου απόκτηση
μετοχών γίνεται για λόγους καταστρατήγησης άλλων διατάξεων της
αθλητικής νομοθεσίας, τότε η προσφυγή στο άρθρο 69 και στην κύρωση
που αυτό προβλέπει στην παρ. 12 δεν είναι ούτε αυτονόητη νομικά, ούτε
φυσικά βάσιμη από νομικής απόψεως. Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει
να αναζητούνται στο πλαίσιο της αθλητικής νομοθεσίας και του αθλητικού
πειθαρχικού δικαίου άλλες έννομες συνέπειες (π.χ. η ανάκληση της
χορηγηθείσας άδειας μεταβίβασης μετοχών, όπως άλλωστε συνέβη και εν
προκειμένω) και, πάντως, η προσφυγή στην παρ. 12 του άρθρου 69 για
κάθε έστω και «σοβαρή» ή «βαρεία «παράβαση των διατάξεων του
αθλητικού νόμου περί του προσώπου των μετόχων» είναι νομικά αβάσιμη,
αν η παράβαση αυτή δεν έχει τελεστεί για τη συγκάλυψη
πολύϊδιοκτησιακών σχημάτων και μεθοδεύσεων. Σε κάθε περίπτωση, η
δια παρενθέτου προσώπου τελουμένη δικαιοπραξία, δεν είναι εικονική
αλλά σοβαρή και τα αποτελέσματά της επέρχονται, όπως γενικώς επί
εμμέσου αντιπροσωπεύσεως, στο πρόσωπο του παρένθετου προσώπου
(βλ. επ’ αυτού, καθώς και για τη διάκριση μεταξύ εικονικότητας και δια
παρενθέτου προσώπου τελουμένης δικαιοπραξίας σε Γεωργιάδη
Σταθόπουλου, ΑΚ, κατ’ άρθρο ερμηνεία, τόμος Ι, σελ. 207, πλ. αρ. 16).
Έτσι, επί παραδείγματι, δεν εμπίπτει σαφέστατα στο ρυθμιστικό πεδίο του
άρθρου 69 παρ.12 η περίπτωση ενός προσώπου το οποίο, χωρίς να φέρει
κάποιο από τα κωλύματα της παρ. 9 του άρθρου αυτού, δηλαδή χωρίς να
είναι μέτοχος άλλης Α.Α.Ε., ούτε μέλος ή διοικητικής νομικού προσώπου
που συμμετέχει σε κεφάλαιο άλλης Α.Α.Ε. κ.λπ. αποκτά μετοχές μίας
Α.Α.Ε. δια παρενθέτου προσώπου, για λόγους επαγγελματικούς, ή
οικογενειακούς ή κοινωνικούς.
7) Καίτοι διαπιστώθηκε «βαρεία παράβαση των διατάξεων του
αθλητικού νόμου περί του προσώπου των μετόχων», εντούτοις η ΕΕΑ δεν
ανακάλεσε το χορηγηθέν στην πειθαρχικώς ελεγχόμενη ΠΑΕ
πιστοποιητικό της παρ. 3 του άρθρου 77Α του Ν. 2725/1999. Μια τέτοια
ανάκληση, έστω και μετά τη λήξη της αγωνιστικής περιόδου για την οποία
χορηγήθηκε, όπως έγινε δεκτό πιο πάνω στη μείζονα σκέψη, είναι νομικά
απαραίτητη για την επιβολή της ποινής της αποβολής μίας ομάδας από το
πρωτάθλημα, αλλά και αντιστρόφως, η μη ανάκληση του πιστοποιητικού
αυτού αποδυναμώνει σε σημαντικό βαθμό την κρίση της Ε.Ε.Α. περί
«βαρείας παράβασης των διατάξεων του αθλητικού νόμου περί του
προσώπου των μετόχων».
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα Επιτροπή κρίνει, κατά
πλειοψηφία, ότι πρέπει να γίνουν δεκτές ως ουσιαστικώς βάσιμες οι
ανωτέρω ασκηθείσες και συνεκδικασθείσες πρόσθετες παρεβάσεις των
μετόχων της πειθαρχικώς διωκόμενης ΠΑΕ, να απορριφθεί ως αβάσιμη η
επίσης συνεκδικασθείσα κύρια παρέμβαση της Π.Α.Ε με την επωνυμία :
«ΠΑΕ Α.Π.Ο. ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ» και να απαλλαχθεί η πειθαρχικώς
ελεγχόμενη ΠΑΕ από την κατηγορία που της αποδόθηκε.
Ένα μέλος της Επιτροπής και συγκεκριμένα ο δικηγόρος Γεώργιος
Στεφανάκης έκρινε, ότι συντελέσθηκε ευθεία και βαρεία παράβαση του
άρθρου 69 του Ν. 2725/ 1999 και συνεπώς θα πρέπει να επιβληθούν οι
προβλεπόμενες κυρώσεις του Νόμου.
Από την “Έκθεση” της Ε.Ε.Α. που διαβιβάσθηκε αρμοδίως στην
ΕΠΟ και δι’ αυτής στην αρμόδια Πειθαρχική Επιτροπή, και βάσει όλων
των στοιχείων που προσκομίσθηκαν στην ακροαματική διαδικασία,
διαπιστώθηκε και αποδείχθηκε περιτράνως ότι η μεταβίβαση 650 μετοχών
δυνάμει του από 17-12-2013 ιδιωτικού συμφωνητικού, αξίας 39.000 ευρώ
στον Αθανάσιο Ίσσαρη από τον Χ. Κουτσούρη υπήρξε εικονική, στο
πλαίσιο άλλης συμφωνίας που είχε συναφθεί μεταξύ Χ. Κουτσούρη και Γ.
Λιμπάντζη, κατά την οποία, ανεξαρτήτως των μεταβολών στα πρόσωπα
των μετόχων, καθώς και των αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου, το
κεφάλαιο της Π.Α.Ε. Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗΣ θα ανήκει πάντοτε στους Χ.
Κουτσούρη και Γ. Λιμπάντζη, ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο αυτοί
υποδείξουν, κατά ποσοστό 65% και 35% αντίστοιχα.
Ο πρόσθετος λόγος της εικονικής μεταβίβασης υπήρξε η απόκρυψη
του αληθινού προσώπου του μετόχου Γ. Λιμπάντζη. Στο πρόσωπο του
τελευταίου συνέτρεχε νόμιμο κώλυμα συμμετοχής στην ΠΑΕ Α.Ο.
ΚΑΣΣΙΟΠΗ σύμφωνα με την παρ. 5β, του άρθρου 2 ν. 3259/2004 λόγω
της προηγούμενης συμμετοχής του στην υπό εκκαθάριση τελούσα Π.Α.Ε.
Κερκύρας μη παρελθούσης δεκαετίας από τη λύση της. Ο αγοραστής των
μετοχών Αθ. Ίσσαρης στο πλαίσιο αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου
της Π.Α.Ε. Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ, δεν μπόρεσε να αποδείξει πως
χρησιμοποίησε δικά του χρήματα, από προσωπικούς λογαριασμούς. Η
γνησιότητα του ιδιωτικού συμφωνητικού, της εικονικής μεταβίβασης και
των υπογραφών που φέρει δεν αμφισβητήθηκε από οποιονδήποτε. Το ότι
συνεβλήθη ο Χ. Κουτσούρης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της
Π.Α.Ε., ως φυσικό πρόσωπο, με τον Γ. Λιμπάντζη δεν αλλάζει την
πραγματικότητα του αναλογικού του μετοχικού κεφαλαίου (ήτοι 65% -
35% του 100% του μετοχικού κεφαλαίου της ΠΑΕ).
Η μη ανάκληση του πιστοποιητικού συμμετοχής της ΠΑΕ Α.Ο.
ΚΑΣΣΙΟΠΗΣ από την Ε.Ε.Α. οφείλεται προφανώς στο ότι το πρωτάθλημα
είχε λήξει και διότι το άρθρο 69 δεν απαιτεί ρητώς την ανάκληση του
πιστοποιητικού της συμμετοχής για την επιβολή ποινής, ούτε μπορεί να
ερμηνευθεί η μη ανάκληση ως αποσύνδεση των Νομικών Προσώπων της
ΠΑΕ από το φυσικό πρόσωπο που μεταβιβάζει τις μετοχές.
Εξ’ άλλου το άρθρο § 69 προβλέπει τη διαδικασία επιβολής ποινής
και την αποστολή της Εκθέσεως της Ε.Ε.Α. στην ΕΠΟ και εν συνεχεία στο
αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο για να πράξει τα δέοντα και να αποφανθεί
ως αρμόδιο όργανο για το θέμα του υποβιβασμού της αποβολής ή μη. Εάν
η παράβαση χαρακτηρισθεί βαρεία η ΠΑΕ τιμωρείται με αυστηρές ποινές,
ήτοι με ποινή υποβιβασμού έως και την αποβολή από τα επαγγελματικά
πρωταθλήματα.
Σημειωτέον ότι και ο Πειθαρχικός Κώδικας της ΕΠΟ §1
παραρτήματος Α δεν απαιτεί ως προϋπόθεση της επιβολής κυρώσεων την
άρση του πιστοποιητικού της συμμετοχής της ΠΑΕ στο πρωτάθλημα, καθ’
ότι αναφέρει, σε περίπτωση παραβιάσεως των διατάξεων του Ν.
2725/1999, η Ε.Ε.Α. εκδίδει έκθεση ελέγχου πλήρως αιτιολογημένη, την
οποία και διαβιβάζει στην ΕΠΟ για την περαιτέρω διαδικασία, ήτοι για
την τελική διαβίβαση του φακέλου στην αρμόδια Πειθαρχική Επιτροπή
της διοργανώτριας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με παρούσα την πειθαρχικώς διωκόμενη ΠΑΕ.
Απορρίπτει τυπικά τις παρεμβάσεις των Π.Α.Ε με τις επωνυμίες :
«Π.Α.Ε. ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ Γ.Σ.» και «ΑΠΟΛΩΝ ΣΜΥΡΝΗΣ Γ.Σ. ΠΑΕ».
Δέχεται τυπικά τις πρόσθετες παρεμβάσεις υπέρ της πειθαρχικώς
διωκόμενης ΠΑΕ των : α) Αθανασίου Ίσσαρης β) Σπυρίδωνος Προβατά,
γ) Ελευθέριου Γρίβα, δ) Λάμπρου Γεωργακόπουλου, ε) Θεοφύλακτου
Κορωνιού, στ) Γεώργιου Φαναριώτη, ζ) Νικόλαου Μουζακίτη, η) Μιχαήλ
Γροπέτη, θ) Αντρέα Νόκα, ι) Βασίλειου Αργυρού, ια) Γεώργιου Πέρρου,
ιβ) Γεώργιου Ζαρκάδα, ιγ) Αλέξανδρου Κοσκινά, ιδ) Αργύριου
Ραψομανίκη, ιε) Σεραφείμ Σωτηριάδη, ιστ) Σπυρίδωνος Μπράτου και ιζ)
Σπυρίδωνος Κρεμμύδα.
Δέχεται, κατά πλειοψηφία, ως βάσιμες τις ανωτέρω πρόσθετες
παρεμβάσεις.
37
37η
σελίδα της υπ’ αριθ. 244/2015 απόφασης της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής
-SUPER LEAGUΕ ΕΛΛΑΔΑ
Δέχεται τυπικά την παρέμβαση της Π.Α.Ε με την επωνυμία : «ΠΑΕ
Α.Π.Ο. ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ» και την απορρίπτει ως αβάσιμη, κατά
πλειοψηφία.
Απαλλάσσει, κατά πλειοψηφία, την πειθαρχικώς διωκόμενη ΠΑΕ με
την επωνυμία : «Α.Ο. ΚΑΣΣΙΟΠΗ Π.Α.Ε.» από την αποδοθείσα σε βάρος
της πειθαρχική κατηγορία.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια
συνεδρίασή της στις 28 Ιουλίου 2015.
O ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(α.α λόγω αδείας)». *Πηγή: sport-fm.gr*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου