Τρίτη, ημέρα ρετρό ιστορίας και ο Μίλτος ο νταλικέρης θυμάται ένα μεθύσι της εφηβικής του ηλικίας. Και όμως, κατάφεραν να μεθύσουν με πεπόνι οι... συμμορίτες της γνωστής παλιοπαρέας των 80's.
Ακόμα μία Τρίτη, ακόμα μία ρετρό ιστορία, για μια χυλόπιτα, πολλά σφηνάκια και κάποιους που έπιναν για να ξεχάσουν πριν ξεχάσουν γιατί έπιναν...
Εκείνο το απόγευμα ξεκίνησε στραβά. Τόσο στραβά που επιπτώσεις του κράτησαν σχεδόν τρία καλοκαίρια! Ο Πατούσας είχε έρθει σπίτι μου να τον παρηγορήσω, επειδή η Γίτσα του Μπαλαντάη (έτσι φωνάζανε το γέρο της επειδή ήταν μεγάλη μπέκρα) του είχε πει να τα χαλάσουν...
Δεν τα είχαν φτιάξει ποτέ...
«Μα να μου πει να τα χαλάσουμε ακόμα δεν τα φτιάξαμε;», μυξόκλαιγε ο Πατούσας, που πάντως είχε το γνώθει σαυτόν.
Δεν τα είχαν φτιάξει...
«Πάμε να πιούμε για να ξεχάσουμε», μου είπε κάποια στιγμή. Εγώ δεν ήθελα να ξεχάσω κάτι, πάντως, παρότι τελικά ξέχασα τα περισσότερα.
Μέρα ήταν ακόμα, ωστόσο τότε τα μπαράκια ανοίγανε νωρίς. Όμως, τα ψιλά μας δεν βγαίνανε για να πάμε να τα πιούμε στα«μοβ», το μπαρ του Αμερικάνου. Το πολύ πολύ να παραγγέλναμε ενάμισο φρουίτ παντς χωρίς αλκοόλ. Αν είχαμε λεφτά για αλκοόλ, έστω και για ένα ποτό, με τα ουίσκια από γεώτρηση που σέρβιρε από το υπόγειο ο Αμερικάνος, μια χαρά θα ξεχνούσαμε, αλλά ούτε τόσα λεφτά είχαμε ούτε τέτοιο ρίσκο μπορούσαμε να πάρουμε.
Οπότε, ακολουθήσαμε την πεπατημένη. Πήγαμε στον καφενέ του Μπάφα, για να μας βοηθήσει να ξεχάσουμε ο φίλος μας ο Δεμπασκαλάς, με κερασμένα από κείνον τα ποτά και από εμάς το «μετά» (που έλεγε κι η Μαριάνθη Κεφάλα), αν υπήρχε κι άλλη βόλτα μετά το σχόλασμά του.
Δεν υπήρξε...
Διαβάστε την υπόλοιπη ιστορία στο gazzetta.gr
Εκείνο το απόγευμα ξεκίνησε στραβά. Τόσο στραβά που επιπτώσεις του κράτησαν σχεδόν τρία καλοκαίρια! Ο Πατούσας είχε έρθει σπίτι μου να τον παρηγορήσω, επειδή η Γίτσα του Μπαλαντάη (έτσι φωνάζανε το γέρο της επειδή ήταν μεγάλη μπέκρα) του είχε πει να τα χαλάσουν...
Δεν τα είχαν φτιάξει ποτέ...
«Μα να μου πει να τα χαλάσουμε ακόμα δεν τα φτιάξαμε;», μυξόκλαιγε ο Πατούσας, που πάντως είχε το γνώθει σαυτόν.
Δεν τα είχαν φτιάξει...
«Πάμε να πιούμε για να ξεχάσουμε», μου είπε κάποια στιγμή. Εγώ δεν ήθελα να ξεχάσω κάτι, πάντως, παρότι τελικά ξέχασα τα περισσότερα.
Μέρα ήταν ακόμα, ωστόσο τότε τα μπαράκια ανοίγανε νωρίς. Όμως, τα ψιλά μας δεν βγαίνανε για να πάμε να τα πιούμε στα«μοβ», το μπαρ του Αμερικάνου. Το πολύ πολύ να παραγγέλναμε ενάμισο φρουίτ παντς χωρίς αλκοόλ. Αν είχαμε λεφτά για αλκοόλ, έστω και για ένα ποτό, με τα ουίσκια από γεώτρηση που σέρβιρε από το υπόγειο ο Αμερικάνος, μια χαρά θα ξεχνούσαμε, αλλά ούτε τόσα λεφτά είχαμε ούτε τέτοιο ρίσκο μπορούσαμε να πάρουμε.
Οπότε, ακολουθήσαμε την πεπατημένη. Πήγαμε στον καφενέ του Μπάφα, για να μας βοηθήσει να ξεχάσουμε ο φίλος μας ο Δεμπασκαλάς, με κερασμένα από κείνον τα ποτά και από εμάς το «μετά» (που έλεγε κι η Μαριάνθη Κεφάλα), αν υπήρχε κι άλλη βόλτα μετά το σχόλασμά του.
Δεν υπήρξε...
Διαβάστε την υπόλοιπη ιστορία στο gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου