ADVERTISEMENT
Το κόλλημα αυτό ήταν κάτι που ξεκίνησε το 1984 και εκείνη την ομαδάρα του Χάουαρντ Κένταλ που πρωταγωνιστούσε στο Νησί, αφού γι' αυτήν μιλούσαν στο σπίτι διαρκώς ο πατέρας με τον θείο. Αποφάσισα λοιπόν μεγαλώνοντας να μείνω πιστός σε αυτό και με τα χρόνια και την διαρκή ασχολία, έμαθα να αγαπάω τους Μπλε και όχι τους Κόκκινους που μέχρι τότε σάρωναν σε Αγγλία και Ευρώπη. Επειδή όμως αυτά τα κολλήματα με τις ομάδες δεν σηκώνουν και πολλές αναλύσεις, καθώς ενηλικιωνόμουν, έμαθα παράλληλα να μην γουστάρω καθόλου τη Λίβερπουλ. Πέραν της τοπικής αντιπαλότητας υπήρχε πάντα εκείνος ο θρήνος με το «Χέιζελ» και κατ' επέκταση τον αποκλεισμό των Αγγλων από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ακριβώς όταν δηλαδή εκείνη η υπέροχη Εβερτον είχε κατακτήσει το Κύπελλο Κυπελλούχων, το πρωτάθλημα και ετοιμαζόταν για να πάρει το πρωταθλητριών (έτσι τουλάχιστον έλεγαν οι μεγάλοι στο σπίτι).
Επειτα από αυτά τα αθεράπευτα παιδικά τραύματα και τη γκρίνια για τη Λίβερπουλ, δεν γινόταν αλλιώς: μπολιάστηκα με την έχθρα. Ευτύχισα όμως στα καλύτερα μου χρόνια, την τελευταία 20ετία δηλαδή, να απολαύσω την κατρακύλα των αντιπάλων. Θυμάμαι βέβαια πόσο υπέφερα, παρακολουθώντας την ανατροπή στην Κωνσταντινούπολη και τους μισούς από τους κολλητούς μου να πανηγυρίζουν. Επειδή η δικιά μου ομάδα δεν ήταν καλή, είχα για παρηγοριά την αέναη προσπάθεια και επιθυμία των άλλων για το πρωτάθλημα που δεν ερχόταν και την όλη άσχημη περιρρέουσα ατμόσφαιρα γύρω από το σηματάκι με το Liverbird.
Το ξέρω, το παραδέχομαι ταπεινά ότι αυτό που γράφω είναι κατάντια. Η ποδοσφαιρική ταπείνωση ενός οπαδού που μιλάει για μικροπρέπειες. Ξεγυμνώνω την ποδοσφαιρική ψυχή μου και αποκαλύπτω την αθλιότητα της. Μα τι άλλο να θα μπορούσα να αισθανθώ; Πως αλλιώς να το πάλευα, βλέποντας την Εβερτον να έχει ταβάνι την μετριότητα (σ.σ.: ακόμα και όταν παίζει καλή μπάλα, δεν κάνει κάτι ιδιαίτερο); Οπότε η κατάντια των άλλων αποτελούσε το αποκούμπι. Εάν θέλετε βρίστε, μα σεβαστείτε πως είμαι τίμιος και τ' ομολογώ ότι χαιρόμουν με τις ήττες των Κόκκινων και όλα τα... κραχτικά σχόλια μετά από αυτές. Λειτουργούσε σαν βάλσαμο στην δική μας ανικανότητα.
Κάπως έτσι ήλπιζα ότι θα κρατούσαν τον Ρότζερς. Πως θα επέμεναν μαζί του. Μα πλέον φοβάμαι. Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί να χαθούν αυτές οι ήττες, η γκρίνια στο κόκκινο στρατόπεδο. Παρακαλούσα, εάν έδιωχναν τον Ρότζερς, να έδιναν τη δουλειά στον Κάρλο Αντσελότι. Με τον Ιταλό μπορεί να έπαιρναν πρωτάθλημα. Μπορεί να σήκωναν ξανά ακόμα και το Champions League, μα εκείνος θα έμενε για δύο άντε τρία χρόνια και θα έφευγε. Ακόμα και τον Μουρίνιο να προσλάμβαναν και να γεύονταν κούπες θα το άντεχα, γιατί όταν θα έφευγε δεν θα άφηνε βάσεις. Οχι όμως τον Κλοπ. Μετά τον Γκουαρδιόλα, ο οποίος ξέρει να χτίζει να δημιουργεί, ο Γερμανός κόουτς έρχεται δεύτερος στη συνείδηση μου ότι μπορεί να κάνει έργο με γερά θεμέλια και μακροχρόνια οφέλη. Διαθέτει όλα εκείνα τα συστατικά που μπορεί να ταιριάξουν με τη χημεία της Λίβερπουλ και να την απογειώσουν.
«You must change from doubters to believers». Αυτή ήταν πιστεύω η κορυφαία στη συνέντευξη τύπου ατάκα του προς τους οπαδούς. Ο Γερμανός είναι παθιασμένος, ευφυής, καταρτισμένος, βγάζει συναίσθημα συσπειρώνει και το έχει ξανακάνει. Το κοινό των Κόκκινων με εκείνο της Ντόρτμουντ έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Τρέμω στην ιδέα λοιπόν ότι μπορεί να τα καταφέρει και να τους επαναφέρει εκεί που βρίσκονταν: στην κορυφή. Και όχι τίποτ' άλλο, μα εγώ θα παραμείνω πάλι να τους κοιτάζω από χαμηλά και να σιχτιρίζω. Οχι για την ομάδα που επέλεξα (αυτό δεν αλλάζει) και που δεν σηκώνει κούπες, αλλά για το ότι τούτος ο διάολος ο Κλοπ δέχτηκε να πάει σε αυτούς...
ΥΓ.: Το κοντράστ σε όλ' τα παραπάνω είναι ότι τον γουστάρω τόσο που κατά ένα μεγάλο ποσοστό δεν θα ήθελα να αποτύχει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου