Ο κορυφαίος προπονητής που ανέδειξε ποτέ το «μεγάλο νησί», ο Μπράιαν Κλαφ, γεννήθηκε σαν σήμερα στις 21 Μαρτίου του 1935. Έμεινε στην ιστορία για τις εξαιρετικές ικανότητες του, αλλά και την απίστευτη ιδιοσυγκρασία του, που τον οδήγησαν να κατακτήσει τα πάντα στο «μεγάλο νησί» και να αναδειχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους θρύλους του Ηνωμένου Βασιλείου.
Από μικρός ο Κλαφ είχε μια ιδιόρρυθμη σχέση με το ποδόσφαιρο, για χάρη του οποίου μάλιστα παράτησε το σχολείο το 1950, προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα, που θα του επέτρεπαν να ασχοληθεί επαγγελματικά με τον αθλητισμό. Αμέσως μετά μάλιστα τη λήξη της θητείας του στη Βρετανική αεροπορία το 1955, ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στο ποδόσφαιρο.
Πρώτος του «σταθμός» η ομάδα της πόλης του, η Μίντλεσμπρο, με τη φανέλα της οποίας απέκτησε ερωτική επαφή με τα αντίπαλα δίχτυα, μιας και μέτρησε 197 γκολ σε 213 εμφανίσεις.
Εκεί έμεινε μέχρι και το 1961 όταν και πήρε μεταγραφή για τη Σάντερλαντ, όπου και πάλι δικαίωσε τη φήμη ενός από τους καλύτερους Άγγλους επιθετικούς στην ιστορία, καταφέρνοντας να βρει δίχτυα 54 φορές σε 61 εμφανίσεις. Η καριέρα του όμως έμελλε να τερματιστεί άδοξα, καθώς μόλις το 1962 και ενώ βρισκόταν σε ηλικία 27 ετών, είχε έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο, που ουσιαστικά δεν του επέτρεψε να αγωνιστεί ποτέ ξανά σε υψηλό επίπεδο.
Έτσι, μόλις στα 30 του χρόνια, έμελλε να ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα στη Χάρτλπουλ, όπου έμελλε μάλιστα να γνωρίσει τον βοηθό που «σημάδεψε» τη ζωή του, τον Πίτερ Τέιλορ. Η Χάρτλπουλ που αγωνιζόταν στην τέταρτη κατηγορία εκείνη τη σεζόν τερμάτισε όγδοη και στο τέλος της χρονιάς, το προπονητικό δίδυμο απολύθηκε.
Αυτό όπως αποδείχθηκε έκανε καλό στην καριέρα του Κλαφ, που την επόμενη σεζόν προσλήφθηκε στον πάγκο της Ντέρμπι Κάουντι, μαζί φυσικά με τον Τέιλορ, με τον οποίο έγιναν πραγματικά αχώριστοι. Την πρώτη τους χρονιά η ομάδα τερμάτισε μόλις έκτη, αλλά ο Κλαφ είχε ήδη αρχίσει να δίνει το στίγμα του. Από την πρώτη στιγμή, έδιωξε έντεκα ποδοσφαιριστές που έθεταν εαυτούς πάνω από την ομάδα, τον φροντιστή, τη γραμματέα, αλλά και τις υπεύθυνες του κυλικείου (!) επειδή τόλμησαν να γελούν μετά από μια ήττα της Ντέρμπι.
Την αμέσως επόμενη σεζόν, τα αποτελέσματα της παρουσίας του Κλαφ φάνηκαν στην πράξη, μιας και η Ντέρμπι τερμάτισε πρώτη παίρνοντας την άνοδο στη μεγάλη κατηγορία, ενώ έκανε ρεκόρ με 22 αγώνες χωρίς ήττα. Ο νεαρός τεχνικός σιγά-σιγά «έχτιζε» το όνομα του κυρίως για την επιλογή να πάει κόντρα στο ρεύμα, πείθοντας τους ποδοσφαιριστές του να παίζουν τίμια και όμορφα, αλλά και για τις μεγάλες του «κόντρες» με τους δημοσιογράφους.
Την επόμενη χρονιά (1969-70), στην μετέπειτα Premier League, η Ντέρμπι εντυπωσίασε καθώς τερμάτισε τέταρτη στη βαθμολογία, στην καλύτερη της επίδοση μετά από είκοσι χρόνια. Οικονομικές ατασθαλίες όμως, δεν της επέτρεψαν την έξοδο στην Ευρώπη, που κατακτήθηκε στους αγωνιστικούς χώρους. Την επόμενη περίοδο, η ομάδα δεν τα πήγε και τόσο καλά, όμως στο τέλος κατάφερε να πάρει την τιμητική ένατη θέση.
Τη σεζόν 1971-72 η Ντέρμπι πάλεψε με όλες της τις δυνάμεις για τον τίτλο με τις Λίβερπουλ, Λιντς και Μάντσεστερ Σίτι. Τα «κριάρια» επικράτησαν στο τελευταίο ματς της σεζόν της Λίβερπουλ με 1-0 και ο βοηθός Πίτερ Τέιλορ επέλεξε να μεταβεί με τους παίκτες σε ταξίδι στη Μαγιόρκα, όπου και άπαντες πληροφορήθηκαν πως η Ντέρμπι πήρε το πρωτάθλημα για πρώτη φορά στην 88χρονη ιστορία της, μιας και Λιντς και Σίτι δεν μπόρεσαν να κερδίσουν την τελευταία αγωνιστική. Ο Κλαφ; Ο… αλλοπρόσαλλος Άγγλος προπονητής όχι μόνο δεν ήταν με την ομάδα, αλλά έκανε διακοπές στη Σικελία, όπου και έμαθε τα χαρμόσυνα νέα.
Δυστυχώς όμως, από εκεί και έπειτα ξεκίνησαν τα προβλήματα για τον Κλαφ, με αφορμή ορισμένες του δηλώσεις που έκαναν πάταγο στο «μεγάλο νησί», καθώς προκαλούσαν μεγάλες αντιδράσεις στον λεγόμενο… συντηρητικό τύπο. Κάποιες ιδιοτροπίες του Άγγλου τεχνικού σε συνδυασμό με ορισμένα «αγύριστα κεφάλια» στη διοίκηση οδήγησαν στο «διαζύγιο» μεταξύ των δύο πλευρών, το οποίο οριστικοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1973.
Αμέσως μετά τη φυγή του από τη Ντέρμπι, ο Κλαφ επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στη Μπράιτον (3η κατηγορία), χωρίς όμως να πολυσκεφτεί τι έκανε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην τα πάει και τόσο καλά και μετά από μόλις οκτώ μήνες παρουσίας, εγκατέλειψε την ομάδα, για να βρεθεί στον πάγκο της αιώνιας αντιπάλου της Ντέρμπι, της Λιντς Γιουνάιτεντ.
Το καλοκαίρι το 1974 η Λιντς «έχασε» τον τότε προπονητή των επιτυχιών της, τον Ντον Ρέβι, ο οποίος συνέχισε στην Εθνική Αγγλίας, όντας γνωστός για τον πολύ σκληρό τρόπο παιχνιδιού που επέλεγε. Ο Κλαφ έγινε δεκτός με τον χειρότερο δυνατό τρόπο από τις «φίρμες» της ομάδας και δεν κατάφερε ποτέ να βρει σημείο επαφής μαζί τους, για το λόγο αυτό έμεινε στην ομάδα μόλις 44 ημέρες, διάστημα στο οποίο γνώρισε πέντε ήττες σε έξι ματς. Το θλιβερό αυτό πέρασμα του από τη Λιντς, αποτυπώνεται φυσικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην ταινία «Damned United».
Ένα χρόνο αργότερα όμως, ο Κλαφ αντιλαμβανόμενος τα λάθη του, ένωσε ξανά τις δυνάμεις του με τον αγαπημένου του βοηθό, Πίτερ Τέιλορ, καθώς ανέλαβαν την τεχνική ηγεσία της Νότιγχαμ Φόρεστ, την οποία οδήγησε σε ανεπανάληπτες επιτυχίες. Τη σεζόν 1977-78 κατέκτησε το νταμπλ (πρωτάθλημα και Κύπελλο), ενώ την αμέσως επόμενη χρονιά κατάφερε να σηκώσει το Ευρωπαϊκό τρόπαιο, μια τεράστια επιτυχία που επανέλαβε και τη σεζόν 1979-80. Μάλιστα, τη σεζόν που η Νότιγχαμ κατέκτησε το πρωτάθλημα, έμεινε αήττητη για 42 παιχνίδια, μια επίδοση που έμελλε να «σπάσει» μόλις το 2004 από την Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ, έναν μόλις μήνα πριν το θάνατο του Κλαφ.
Ο κορυφαίος Άγγλος τεχνικός «νικήθηκε» στα 69 του από τον καρκίνο του στομάχου τον Σεπτέμβριο του 2004, αλλά οι συμπατριώτες του δεν τον ξέχασαν. Περισσότεροι από 14.000 άνθρωποι έδωσαν το παρών στην κηδεία του, ενώ ακόμη και σήμερα το όνομα του παραμένει… κερδοφόρο, εκμεταλλευόμενο από βιβλία, ταινίες, αγάλματα κι άλλα πολλά… Γεγονός είναι πάντως πως παραμένει ο σπουδαιότερος προπονητής στην Αγγλία και ένας από τους πλέον πρωτοπόρους τεχνικούς παγκοσμίως.
Από μικρός ο Κλαφ είχε μια ιδιόρρυθμη σχέση με το ποδόσφαιρο, για χάρη του οποίου μάλιστα παράτησε το σχολείο το 1950, προκειμένου να εξοικονομήσει χρήματα, που θα του επέτρεπαν να ασχοληθεί επαγγελματικά με τον αθλητισμό. Αμέσως μετά μάλιστα τη λήξη της θητείας του στη Βρετανική αεροπορία το 1955, ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στο ποδόσφαιρο.
Πρώτος του «σταθμός» η ομάδα της πόλης του, η Μίντλεσμπρο, με τη φανέλα της οποίας απέκτησε ερωτική επαφή με τα αντίπαλα δίχτυα, μιας και μέτρησε 197 γκολ σε 213 εμφανίσεις.
Εκεί έμεινε μέχρι και το 1961 όταν και πήρε μεταγραφή για τη Σάντερλαντ, όπου και πάλι δικαίωσε τη φήμη ενός από τους καλύτερους Άγγλους επιθετικούς στην ιστορία, καταφέρνοντας να βρει δίχτυα 54 φορές σε 61 εμφανίσεις. Η καριέρα του όμως έμελλε να τερματιστεί άδοξα, καθώς μόλις το 1962 και ενώ βρισκόταν σε ηλικία 27 ετών, είχε έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο, που ουσιαστικά δεν του επέτρεψε να αγωνιστεί ποτέ ξανά σε υψηλό επίπεδο.
Έτσι, μόλις στα 30 του χρόνια, έμελλε να ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα στη Χάρτλπουλ, όπου έμελλε μάλιστα να γνωρίσει τον βοηθό που «σημάδεψε» τη ζωή του, τον Πίτερ Τέιλορ. Η Χάρτλπουλ που αγωνιζόταν στην τέταρτη κατηγορία εκείνη τη σεζόν τερμάτισε όγδοη και στο τέλος της χρονιάς, το προπονητικό δίδυμο απολύθηκε.
Αυτό όπως αποδείχθηκε έκανε καλό στην καριέρα του Κλαφ, που την επόμενη σεζόν προσλήφθηκε στον πάγκο της Ντέρμπι Κάουντι, μαζί φυσικά με τον Τέιλορ, με τον οποίο έγιναν πραγματικά αχώριστοι. Την πρώτη τους χρονιά η ομάδα τερμάτισε μόλις έκτη, αλλά ο Κλαφ είχε ήδη αρχίσει να δίνει το στίγμα του. Από την πρώτη στιγμή, έδιωξε έντεκα ποδοσφαιριστές που έθεταν εαυτούς πάνω από την ομάδα, τον φροντιστή, τη γραμματέα, αλλά και τις υπεύθυνες του κυλικείου (!) επειδή τόλμησαν να γελούν μετά από μια ήττα της Ντέρμπι.
Την αμέσως επόμενη σεζόν, τα αποτελέσματα της παρουσίας του Κλαφ φάνηκαν στην πράξη, μιας και η Ντέρμπι τερμάτισε πρώτη παίρνοντας την άνοδο στη μεγάλη κατηγορία, ενώ έκανε ρεκόρ με 22 αγώνες χωρίς ήττα. Ο νεαρός τεχνικός σιγά-σιγά «έχτιζε» το όνομα του κυρίως για την επιλογή να πάει κόντρα στο ρεύμα, πείθοντας τους ποδοσφαιριστές του να παίζουν τίμια και όμορφα, αλλά και για τις μεγάλες του «κόντρες» με τους δημοσιογράφους.
Την επόμενη χρονιά (1969-70), στην μετέπειτα Premier League, η Ντέρμπι εντυπωσίασε καθώς τερμάτισε τέταρτη στη βαθμολογία, στην καλύτερη της επίδοση μετά από είκοσι χρόνια. Οικονομικές ατασθαλίες όμως, δεν της επέτρεψαν την έξοδο στην Ευρώπη, που κατακτήθηκε στους αγωνιστικούς χώρους. Την επόμενη περίοδο, η ομάδα δεν τα πήγε και τόσο καλά, όμως στο τέλος κατάφερε να πάρει την τιμητική ένατη θέση.
Τη σεζόν 1971-72 η Ντέρμπι πάλεψε με όλες της τις δυνάμεις για τον τίτλο με τις Λίβερπουλ, Λιντς και Μάντσεστερ Σίτι. Τα «κριάρια» επικράτησαν στο τελευταίο ματς της σεζόν της Λίβερπουλ με 1-0 και ο βοηθός Πίτερ Τέιλορ επέλεξε να μεταβεί με τους παίκτες σε ταξίδι στη Μαγιόρκα, όπου και άπαντες πληροφορήθηκαν πως η Ντέρμπι πήρε το πρωτάθλημα για πρώτη φορά στην 88χρονη ιστορία της, μιας και Λιντς και Σίτι δεν μπόρεσαν να κερδίσουν την τελευταία αγωνιστική. Ο Κλαφ; Ο… αλλοπρόσαλλος Άγγλος προπονητής όχι μόνο δεν ήταν με την ομάδα, αλλά έκανε διακοπές στη Σικελία, όπου και έμαθε τα χαρμόσυνα νέα.
Δυστυχώς όμως, από εκεί και έπειτα ξεκίνησαν τα προβλήματα για τον Κλαφ, με αφορμή ορισμένες του δηλώσεις που έκαναν πάταγο στο «μεγάλο νησί», καθώς προκαλούσαν μεγάλες αντιδράσεις στον λεγόμενο… συντηρητικό τύπο. Κάποιες ιδιοτροπίες του Άγγλου τεχνικού σε συνδυασμό με ορισμένα «αγύριστα κεφάλια» στη διοίκηση οδήγησαν στο «διαζύγιο» μεταξύ των δύο πλευρών, το οποίο οριστικοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1973.
Αμέσως μετά τη φυγή του από τη Ντέρμπι, ο Κλαφ επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στη Μπράιτον (3η κατηγορία), χωρίς όμως να πολυσκεφτεί τι έκανε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην τα πάει και τόσο καλά και μετά από μόλις οκτώ μήνες παρουσίας, εγκατέλειψε την ομάδα, για να βρεθεί στον πάγκο της αιώνιας αντιπάλου της Ντέρμπι, της Λιντς Γιουνάιτεντ.
Το καλοκαίρι το 1974 η Λιντς «έχασε» τον τότε προπονητή των επιτυχιών της, τον Ντον Ρέβι, ο οποίος συνέχισε στην Εθνική Αγγλίας, όντας γνωστός για τον πολύ σκληρό τρόπο παιχνιδιού που επέλεγε. Ο Κλαφ έγινε δεκτός με τον χειρότερο δυνατό τρόπο από τις «φίρμες» της ομάδας και δεν κατάφερε ποτέ να βρει σημείο επαφής μαζί τους, για το λόγο αυτό έμεινε στην ομάδα μόλις 44 ημέρες, διάστημα στο οποίο γνώρισε πέντε ήττες σε έξι ματς. Το θλιβερό αυτό πέρασμα του από τη Λιντς, αποτυπώνεται φυσικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην ταινία «Damned United».
Ένα χρόνο αργότερα όμως, ο Κλαφ αντιλαμβανόμενος τα λάθη του, ένωσε ξανά τις δυνάμεις του με τον αγαπημένου του βοηθό, Πίτερ Τέιλορ, καθώς ανέλαβαν την τεχνική ηγεσία της Νότιγχαμ Φόρεστ, την οποία οδήγησε σε ανεπανάληπτες επιτυχίες. Τη σεζόν 1977-78 κατέκτησε το νταμπλ (πρωτάθλημα και Κύπελλο), ενώ την αμέσως επόμενη χρονιά κατάφερε να σηκώσει το Ευρωπαϊκό τρόπαιο, μια τεράστια επιτυχία που επανέλαβε και τη σεζόν 1979-80. Μάλιστα, τη σεζόν που η Νότιγχαμ κατέκτησε το πρωτάθλημα, έμεινε αήττητη για 42 παιχνίδια, μια επίδοση που έμελλε να «σπάσει» μόλις το 2004 από την Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ, έναν μόλις μήνα πριν το θάνατο του Κλαφ.
Ο κορυφαίος Άγγλος τεχνικός «νικήθηκε» στα 69 του από τον καρκίνο του στομάχου τον Σεπτέμβριο του 2004, αλλά οι συμπατριώτες του δεν τον ξέχασαν. Περισσότεροι από 14.000 άνθρωποι έδωσαν το παρών στην κηδεία του, ενώ ακόμη και σήμερα το όνομα του παραμένει… κερδοφόρο, εκμεταλλευόμενο από βιβλία, ταινίες, αγάλματα κι άλλα πολλά… Γεγονός είναι πάντως πως παραμένει ο σπουδαιότερος προπονητής στην Αγγλία και ένας από τους πλέον πρωτοπόρους τεχνικούς παγκοσμίως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου