Είναι ένα από τα τελευταία βράδια στην Αθήνα πριν από τις διακοπές, ανάβω τσιγάρο στα σκοτεινά, αυτές είναι εξαιρετικά δύσκολες ώρες.
Γράφει ο Σπύρος Σεραφείμ...
Είμαι βέβαιος ότι κι εσύ έχεις κουραστεί από όλο το χειμώνα, σωματικά και ψυχικά, θες πολύ να εξαφανιστείς, όμως πρέπει πρώτα να «αποσυμπιεστείς». Το μυαλό σου βασικά, χρειάζεται χρόνο για να ρίξει ρυθμούς, πρέπει να περάσει ένα διάστημα, περίπου, δύο-τριών ημερών, για να εγκαταλείψεις - έστω και για λίγο, μέχρι να γυρίσεις ξανά - studios, περιοδικά, εφημερίδες, συναδέλφους, άρα πρόσωπα, συνήθειες, dead lines, χιλιάδες, εκατομμύρια λέξεις, όσα σκέφτεσαι και κάνεις κάθε μέρα, σα ρομπότ, όλο τον χρόνο, σχεδόν επί επτά ημέρες την εβδομάδα.
Λίγες ημέρες πριν, έχεις αντιληφθεί ότι το καλοκαίρι - και πάλι - για άλλη μια χρονιά, μας αιφνιδίασε, έκανε ξαφνικό μπάσιμο κι εσύ – πάλι – δεν είχες γρήγορες επιστροφές στην άμυνα. Το καλοκαίρι μπήκε ξανά ξαφνικά, όπως (δεν) μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Δεν του χρειάζεται να αυτοαναγγελθεί, δεν θέλει προπομπούς, δεν παίζουν φανφάρες, δεν υπάρχουν μπάντες να το παιανίσουν, κανείς δεν του στρώνει κόκκινο χαλί.
Ξαφνικά μια μέρα, έτσι όπως τρέχω-τρέχεις-τρέχουμε, συνειδητοποιούμε ότι «κοίτα, ήρθε το καλοκαίρι...». Επίσης, τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, αντιλαμβάνομαι ότι, όσα χρόνια κι αν θυμάμαι τον εαυτό μου, το καλοκαίρι για μένα ήταν πάντα εποχή φυγής κι ανάτασης. Κάποιες χρονιές ήταν έστω και μόνο μέσα στο μυαλό, γιατί (και) αυτό είναι το καλοκαίρι: Μια ψυχική διάθεση που σε κυριεύει απόλυτα όταν το μυαλό σου ταξιδεύει σε μέρη όχι απαραίτητα εξωτικά, αλλά εκεί που η καρδιά σου θέλει να βρίσκεται, ενώ μπορεί το σώμα σου να πνίγεται μέσα σε μοκέτες και νέφος και να πήζει από κυκλοφοριακό και φανάρια στην Kηφισίας. Το κορμί σου μπορεί να έρχεται φάτσα-κάρτα με «μαϊντανούς στο γυαλί», να παθαίνει ψήξεις από κλιματιζόμενους χώρους, κι ο νους σου να έχει πιάσει άλλα λιμάνια. Καλοκαίρι ίσον ταξίδι ακόμα και δίχως εισιτήρια στην τσέπη, για τόπους που η ζωή μπαίνει στις σωστές της διαστάσεις, εκεί που η καρδιά ζει χωρίς πίεση. Που μπορεί ακόμα και νιώθει.
Κάποια καλοκαίρια, για διάφορους και καθόλου αδιάφορους λόγους, δεν πήγα διακοπές. Μένοντας στην άδεια Αθήνα, μου ήταν πολύ πιο εύκολο να σκέφτομαι καράβια κι ας ήμουν μέσα σε ασανσέρ, σε κάποιο παράθυρο έκανα μια αόρατη προβολή του έργου «τουρίστες-στο-κατάστρωμα-αναπνέουν-αρμύρα», σε κάποια στάση λεωφορείου έβλεπα τη φυλή του καλοκαιριού να ταξιδεύει, για να μπει στο καθαρτήριο που λέγεται «θάλασσα».
Καθημερινά μιλούσα με τους φίλους μου και τους ευχόμουν «καλές διακοπές», καθημερινά συνάδελφοί μου ταξίδευαν με προορισμό έναν άλλο πολιτισμό, πιο χαλαρό, του Αιγαίου και του Ιονίου, της ζέστης, της άμμου, του ήλιου, του αντηλιακού. Καθημερινά, οι περισσότεροι στη γειτονιά ταξίδευαν αργά προκειμένου να προλάβουν να αποσυμπιεστούν, να συνηθίσουν, ν’ αλλάξουν ταχύτητα, να ξεχάσουν, να σβήσουν για λίγο, με δύσκολα delete, την πόλη και τα όσα έζησαν εδώ, τους προηγούμενους μήνες.
Κάθε χρονιά αποκωδικοποιώ διαφορετικά το καλοκαίρι. Καλοκαίρι είναι μια μουσικούλα που παίζει σε κάποιο κατάστρωμα, καλοκαίρι είναι τα σεντόνια που είναι μουσκεμένα από ιδρώτα και μεθυσμένα από έρωτα. Καλοκαίρι είναι οι άδειοι δρόμοι, τα ξερά λουλούδια στις γλάστρες, καλοκαίρι, δυστυχώς, είναι και τα εγκαταλελειμμένα κατοικίδια σε κάποια βεράντα. Καλοκαίρι είναι οι άδειες δημόσιες υπηρεσίες, καλοκαίρι είναι όλες οι υποσχέσεις που και φέτος δεν θα κρατήσεις. Καλοκαίρι είναι οι έρωτες που κρατάνε μέχρι την πρώτη σταγόνα βροχής που θα το σκοτώσει, καλοκαίρι είναι τα φιλιά με το αλάτι στα χείλη.
Καλοκαίρι είναι τα ξενύχτια, καλοκαίρι είναι να μην ξέρεις τι μέρα είναι, καλοκαίρι είναι μια ειδική κατάσταση σε αυτόν τον τόπο. Καλοκαίρι είναι μια Κασταλία πηγή που μπαίνεις τεμάχια δέκα και ρετάλι, και βγαίνεις μυημένος.
Αλήθεια, το έχεις σκεφτεί ποτέ; Τι είναι για σένα καλοκαίρι;
Πηγή: protagon.gr
Είμαι βέβαιος ότι κι εσύ έχεις κουραστεί από όλο το χειμώνα, σωματικά και ψυχικά, θες πολύ να εξαφανιστείς, όμως πρέπει πρώτα να «αποσυμπιεστείς». Το μυαλό σου βασικά, χρειάζεται χρόνο για να ρίξει ρυθμούς, πρέπει να περάσει ένα διάστημα, περίπου, δύο-τριών ημερών, για να εγκαταλείψεις - έστω και για λίγο, μέχρι να γυρίσεις ξανά - studios, περιοδικά, εφημερίδες, συναδέλφους, άρα πρόσωπα, συνήθειες, dead lines, χιλιάδες, εκατομμύρια λέξεις, όσα σκέφτεσαι και κάνεις κάθε μέρα, σα ρομπότ, όλο τον χρόνο, σχεδόν επί επτά ημέρες την εβδομάδα.
Λίγες ημέρες πριν, έχεις αντιληφθεί ότι το καλοκαίρι - και πάλι - για άλλη μια χρονιά, μας αιφνιδίασε, έκανε ξαφνικό μπάσιμο κι εσύ – πάλι – δεν είχες γρήγορες επιστροφές στην άμυνα. Το καλοκαίρι μπήκε ξανά ξαφνικά, όπως (δεν) μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Δεν του χρειάζεται να αυτοαναγγελθεί, δεν θέλει προπομπούς, δεν παίζουν φανφάρες, δεν υπάρχουν μπάντες να το παιανίσουν, κανείς δεν του στρώνει κόκκινο χαλί.
Ξαφνικά μια μέρα, έτσι όπως τρέχω-τρέχεις-τρέχουμε, συνειδητοποιούμε ότι «κοίτα, ήρθε το καλοκαίρι...». Επίσης, τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, αντιλαμβάνομαι ότι, όσα χρόνια κι αν θυμάμαι τον εαυτό μου, το καλοκαίρι για μένα ήταν πάντα εποχή φυγής κι ανάτασης. Κάποιες χρονιές ήταν έστω και μόνο μέσα στο μυαλό, γιατί (και) αυτό είναι το καλοκαίρι: Μια ψυχική διάθεση που σε κυριεύει απόλυτα όταν το μυαλό σου ταξιδεύει σε μέρη όχι απαραίτητα εξωτικά, αλλά εκεί που η καρδιά σου θέλει να βρίσκεται, ενώ μπορεί το σώμα σου να πνίγεται μέσα σε μοκέτες και νέφος και να πήζει από κυκλοφοριακό και φανάρια στην Kηφισίας. Το κορμί σου μπορεί να έρχεται φάτσα-κάρτα με «μαϊντανούς στο γυαλί», να παθαίνει ψήξεις από κλιματιζόμενους χώρους, κι ο νους σου να έχει πιάσει άλλα λιμάνια. Καλοκαίρι ίσον ταξίδι ακόμα και δίχως εισιτήρια στην τσέπη, για τόπους που η ζωή μπαίνει στις σωστές της διαστάσεις, εκεί που η καρδιά ζει χωρίς πίεση. Που μπορεί ακόμα και νιώθει.
Κάποια καλοκαίρια, για διάφορους και καθόλου αδιάφορους λόγους, δεν πήγα διακοπές. Μένοντας στην άδεια Αθήνα, μου ήταν πολύ πιο εύκολο να σκέφτομαι καράβια κι ας ήμουν μέσα σε ασανσέρ, σε κάποιο παράθυρο έκανα μια αόρατη προβολή του έργου «τουρίστες-στο-κατάστρωμα-αναπνέουν-αρμύρα», σε κάποια στάση λεωφορείου έβλεπα τη φυλή του καλοκαιριού να ταξιδεύει, για να μπει στο καθαρτήριο που λέγεται «θάλασσα».
Καθημερινά μιλούσα με τους φίλους μου και τους ευχόμουν «καλές διακοπές», καθημερινά συνάδελφοί μου ταξίδευαν με προορισμό έναν άλλο πολιτισμό, πιο χαλαρό, του Αιγαίου και του Ιονίου, της ζέστης, της άμμου, του ήλιου, του αντηλιακού. Καθημερινά, οι περισσότεροι στη γειτονιά ταξίδευαν αργά προκειμένου να προλάβουν να αποσυμπιεστούν, να συνηθίσουν, ν’ αλλάξουν ταχύτητα, να ξεχάσουν, να σβήσουν για λίγο, με δύσκολα delete, την πόλη και τα όσα έζησαν εδώ, τους προηγούμενους μήνες.
Κάθε χρονιά αποκωδικοποιώ διαφορετικά το καλοκαίρι. Καλοκαίρι είναι μια μουσικούλα που παίζει σε κάποιο κατάστρωμα, καλοκαίρι είναι τα σεντόνια που είναι μουσκεμένα από ιδρώτα και μεθυσμένα από έρωτα. Καλοκαίρι είναι οι άδειοι δρόμοι, τα ξερά λουλούδια στις γλάστρες, καλοκαίρι, δυστυχώς, είναι και τα εγκαταλελειμμένα κατοικίδια σε κάποια βεράντα. Καλοκαίρι είναι οι άδειες δημόσιες υπηρεσίες, καλοκαίρι είναι όλες οι υποσχέσεις που και φέτος δεν θα κρατήσεις. Καλοκαίρι είναι οι έρωτες που κρατάνε μέχρι την πρώτη σταγόνα βροχής που θα το σκοτώσει, καλοκαίρι είναι τα φιλιά με το αλάτι στα χείλη.
Καλοκαίρι είναι τα ξενύχτια, καλοκαίρι είναι να μην ξέρεις τι μέρα είναι, καλοκαίρι είναι μια ειδική κατάσταση σε αυτόν τον τόπο. Καλοκαίρι είναι μια Κασταλία πηγή που μπαίνεις τεμάχια δέκα και ρετάλι, και βγαίνεις μυημένος.
Αλήθεια, το έχεις σκεφτεί ποτέ; Τι είναι για σένα καλοκαίρι;
Πηγή: protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου