Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Μια ιστορία ποδοσφαίρου και διαφθοράς

Κυκλώματα, παράλληλες εξουσίες, «συστήματα» – ή το ποδόσφαιρο ως αντανάκλαση της πραγματικότητας της ιταλικής κοινωνίας (και όχι μόνο).
«Για να κάνεις καριέρα στην Ιταλία, πολλές φορές συμβιβάζεσαι με τη μιζέρια. Οφείλεις να κλείνεις τα μάτια και τη μύτη και –το πιο σημαντικό– να κρατάς το στόμα σου σφραγισμένο» (Τζο ΜακΓκίνις, Τα δοκάρια του Καστέλ ντι Σάνγκρο, σ. 429).
Ο Τζο ΜακΓκίνις είναι ένας έντιμος αμερικανός δημοσιογράφος που ανακαλύπτει ξαφνικά στη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου των ΗΠΑ το 1994 ότι έχει κολλήσει τον ιό του ποδοσφαίρου. Η καλύτερη θεραπεία είναι φυσικά να μεταβεί στην Ευρώπη, όπου θα μπορέσει να παρακολουθήσει από κοντά το άθλημα στην κοιτίδα του. Για να αποκτήσει το εγχείρημα έναν κάποιο βαθμό δυσκολίας θα προτιμήσει το καλύτερο πρωτάθλημα της ηπείρου, έστω κι αν δεν ξέρει τη γλώσσα. Κι επειδή ψάχνει ένα πρωτότυπο story αντί του λαμπερού Καμπιονάτο θα υποχρεωθεί να αρκεστεί στην ταπεινή Serie B.
Τα δοκάρια του Καστέλ ντι Σάνγκρο (Μεταίχμιο, 2006) αποτελούν καρπό της επιτόπιας παρουσίας του στην ομώνυμη ομάδα για τη σεζόν 1996-1997. Ο ΜακΓκίνις, κομιστής της γνώριμης από τον καιρό του Μάρκ Τουέιν αμερικανικής αθωότητας για την Ευρώπη, μαθαίνει στη διάρκεια της χρονιάς ότι το soccer στην Ιταλία είναι ένα ιδιότυπο άθλημα με ιδιότυπες παραμέτρους. Γιατί το «θαύμα» για το οποίο έχει αποφασίσει να γράψει δεν εξαντλείται στην άνοδο ενός ερασιτεχνικού συλλόγου μιας κωμόπολης 5.000 κατοίκων στην δεύτερη τη τάξει κατηγορία της βιτρίνας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Ο εύπορος ιδιοκτήτης της Καστέλ ντι Σάνγκρο μετέχει σε «συζητήσιμες οικονομικές πρακτικές», εγκαθιστά στον κήπο της έπαυλής του κλουβιά με εξωτικά ζώα για να επωφεληθεί ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων και μιλά μόνο με γρυλλίσματα (ή στην καλύτερη περίπτωση στην ακατάληπτη τοπική διάλεκτο του Αμπρούτσο). Η ομάδα διοικείται με το αξιοκρατικό κριτήριο της οικογενειοκρατίας, τα χρήματα για την ανακατασκευή του σταδίου έχουν πιθανώς υπεξαιρεθεί, o πρόεδρος κι ένας παίκτης κατηγορούνται για λαθρεμπόριο κοκαΐνης. Η διοίκηση εκβιάζει παίκτες και δεν θεωρεί διόλου υποτιμητικό τον θεσμό της δωροδοκίας, ειδικά στις τελευταίες αγωνιστικές, όταν το διακύβευμα εξασφαλίζει τα μέγιστα ανταποδοτικά οφέλη. Στον μικρόκοσμο των επαρχιακών συλλόγων της Ιταλίας και οι έσχατοι έσονται πρώτοι – σε επικερδείς ενασχολήσεις.
Η μαθητεία του ΜακΓκίνις στα χαμηλότερα σκαλιά του «beautiful game» ξεκινά με τον ενθουσιασμό των αφηρημένων εννοιών και καταλήγει στο ρεαλισμό των συγκεκριμένων διαπιστώσεων. Ο «caraterre» (χαρακτήρας), η «grinta» (αυταπάρνηση), η «mentalità» (νοοτροπία), αγαπημένες ερμηνευτικές νόρμες των προπονητών και του αθλητικού τύπου ανά τον κόσμο για το τι διακρίνει τους νικητές από τους ηττημένους, δρουν τελικά ως προκάλυμμα του «il sistema». («Προσπάθησε να συλλάβεις το sistema σαν μια ξένη διάλεκτο», τον συμβουλεύει ένας από τους παίκτες. «Χρειάζεσαι πολύ καιρό για να τη μάθεις σωστά».) Το «σύστημα», η αόρατη κατάσταση πραγμάτων του ιταλικού ποδοσφαίρου που διαπραγματεύεται στοιχηματικές αξίες, τίτλους και υποβιβασμούς, μπορεί να εξαρθρώθηκε μερικώς το 2006, αλλά σύμφωνα με τη Gazzeta dello Sport επανέκαμψε πανηγυρικά πριν από μόλις τρεις εβδομάδες.
Ως ένα βαθμό, το κείμενο του ΜακΓκίνις, αν και πολύ πιο light σε διάθεση, λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς τα Γόμορρα του Ρομπέρτο Σαβιάνο (Πατάκης, 2009). Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που ξεχωρίζει είναι η καταγραφή της καθημερινότητας των διαδικασιών που διέπουν τις παράλληλες εξουσίες, αθλητικές, νομικές, πολιτικές: ένα νεύμα, μια παρατεταμένη σιωπή, ένας υπαινιγμός αρκεί.
Στην Ελλάδα πάλι δεν υπάρχει ούτε Τζο ΜακΓκίνις ούτε θαύματα σαν του Καστέλ ντι Σάνγκρο κι έτσι το δικό μας sistema βρίσκεται από χθες σε αναζήτηση χρονογράφου. Για την καλύτερη απόδοσή του, ας υιοθετήσει τη συμβουλή του πρώην τερματοφύλακα της Καστέλ, Πιέτρο Σπινόζα: «Πρέπει να γεννηθεί και να μεγαλώσει κάποιος εδώ, μόνο έτσι θα το αντιληφθεί απόλυτα».  Το «σύστημα», βλέπετε, είναι πρώτα απ’ όλα τρόπος ζωής.Πηγη Το Βημα

Δεν υπάρχουν σχόλια: