Με το που ο γενικός δείκτης στο ελληνικό χρηματιστήριο έπεσε κάτω από το ψυχολογικό όριο των 1.000 μονάδων, τουλάχιστον τρεις άνθρωποι του αθλητισμού που γνωρίζω καλά, άρχισαν να φυσάνε και να ξεφυσάνε.
Γράφει ο Βασίλης Παπανικολάου.
Ο ένας εξ αυτών είναι παλιός ποδοσφαιριστής και καλός φίλος εδώ και μία δεκαετία.
Τον ρώτησα για να καταλάβω τι σόι ζημιά έπαθε και αναστέναζε σαν να έχασε το σπίτι του. Οταν ανέφερε τον «δείκτη» και τον «υποβιβασμό» του στη... Football League, του είπα «έπρεπε να χαίρεσαι», ξέροντας ότι κάποτε ασχολούνταν με το χρηματιστήριο και τώρα είναι απ' έξω.
Eυκαιρία να μπεις και να ξανακονομήσεις», έριξα και το δόλωμα, περισσότερο για να διαπιστώσω πόσο μυαλό του έμεινε στο κεφάλι. «Ξέρεις πότε ξανά ήταν το χρηματιστήριο κάτω από τις 1.000 μονάδες;», μου απάντησε. «Το 1997, που ήταν πρωθυπουργός ο Σημίτης.
Πριν από 15 ολόκληρα χρόνια. Ξέρεις, μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια, πόσοι ποδοσφαιριστές έχασαν ό,τι είχαν και δεν είχαν; Ξέρεις πόσοι έχασαν ό,τι λεφτά έβγαλαν από το ποδόσφαιρο και πόσοι διέλυσαν τις οικογένειές τους; Οι μισοί, τουλάχιστον.
Ξέρεις πόσοι κατέληξαν να δανείζονται από τους τοκογλύφους, ενώ είχαν εκατομμύρια; Μας διέλυσε το γ...χρηματιστήριο, φίλε. Μας τα πήρε όλα και μας άφησε πεσκέσι κάτι φωτογραφίες από τα γήπεδα που δεν μπορούμε να χαρούμε. Εξαφανίστηκε κόσμος και κοσμάκης από την πιάτσα και όσοι μείναμε, ρωτούσαμε ο ένας τον άλλον αν ξέρει πού είναι αυτός και πού είναι ο άλλος».
Αυτά μου έλεγε ο γνωστός ποδοσφαιριστής και άλλα πολλά με ονόματα και διευθύνσεις που δεν γράφονται. Αν και θα έπρεπε να γράφονται όχι για τη χαρά της «κλειδαρότρυπας», αλλά για να καταλάβουμε όλοι μας λίγο καλύτερα την ανθρώπινη φύση. Και δεν μιλάμε για ανθρώπους που λες «κάτι μου θυμίζει αυτός». Αυτές οι τραγικές ιστορίες έχουν να κάνουν με ποδοσφαιριστές-ινδάλματα, για παίκτες οι οποίοι ξεσήκωναν τον κόσμο και πλησίαζαν τον ορισμό του απολύτως επιτυχημένου σύγχρονου ανθρώπου. Ποδόσφαιρο, αντί για δουλειά, απλησίαστη δόξα και εκατομμύρια, πολλά εκατομμύρια.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ελάχιστοι από αυτούς κατάφεραν να μείνουν «ζωντανοί» στο παιχνίδι της ζωής. Οι περισσότεροι, χωρισμένοι και άφραγκοι. Αυτή ήταν η ανταμοιβή που τους περίμενε με το που συνέχισαν να ψάχνουν για νέο «Ελ Ντοράντο», αυτό που θα τους έδινε ακόμη περισσότερο χρυσάφι από όσο πλουσιοπάροχα τους δόθηκε. Και μετά το χρηματιστήριο, τζόγος, στοίχημα και ό,τι άλλο πίστευαν ότι θα μπορούσαν να κάνουν για να ρεφάρουν.
Αυτά έγιναν στα εσώτερα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου την 15ετία που μας πέρασε. Τώρα ο δείκτης του χρηματιστηρίου, ξαναπήγε εκεί που βρισκόταν τον Ιανουάριο του 1997. Τη χρονιά δηλαδή που ο Κόκκαλης, μαζί με τους οπαδούς του Ολυμπιακού, πανηγύριζαν το «πρώτο» πρωτάθλημα και πήγαιναν για το δεύτερο συνεχόμενο. Οπως, καλή ώρα, κάνει τώρα ο Μαρινάκης. Τότε που ο Σημίτης ζητούσε αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις και διάφορα άλλα, από τα οποία ο κόσμος καταλάβαινε τα μισά, όπως κάνει και ο σημερινός πρωθυπουργός.
Αυτά και άλλα πολλά φέρνει στο μυαλό ο δείκτης του χρηματιστηρίου και η επιστροφή στις 1.000 μοναδούλες. Και μπορεί οι ομοιότητες του 1997 και του 2011 να είναι πραγματικά πολλές (για όσους τα ψάχνουν αυτά) και κάποιοι να ονειρεύονται ότι ο τροχός ξεκινάει από την αρχή, λείπει όμως ένα συστατικό και γι' αυτό η ιστορία είναι αδύνατον να επαναληφθεί: τότε υπήρχε αισιοδοξία. Σήμερα υπάρχει κατάθλιψη.
Το παραμύθι δυστυχώς τελείωσε και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να πει στην ελληνική κοινωνία ένα καινούργιο. Οι λίγοι τυχεροί (και ικανοί), οι οποίοι επιβίωσαν από αυτόν τον κυκλώνα, ας κάνουν τον σταυρό τους. Οι υπόλοιποι, ας παρηγορηθούν στα λόγια του Τζoρτζ Μπεστ που κάποτε είπε: «Από το ένα εκατομμύριο που κέρδισα από το ποδόσφαιρο, τις 900.000 τις ξόδεψα στο ποτό, τις πουτάνες και τον τζόγο. Τα υπόλοιπα, τα σπατάλησα».
Πηγή: Εξέδρα
Ο ένας εξ αυτών είναι παλιός ποδοσφαιριστής και καλός φίλος εδώ και μία δεκαετία.
Τον ρώτησα για να καταλάβω τι σόι ζημιά έπαθε και αναστέναζε σαν να έχασε το σπίτι του. Οταν ανέφερε τον «δείκτη» και τον «υποβιβασμό» του στη... Football League, του είπα «έπρεπε να χαίρεσαι», ξέροντας ότι κάποτε ασχολούνταν με το χρηματιστήριο και τώρα είναι απ' έξω.
Eυκαιρία να μπεις και να ξανακονομήσεις», έριξα και το δόλωμα, περισσότερο για να διαπιστώσω πόσο μυαλό του έμεινε στο κεφάλι. «Ξέρεις πότε ξανά ήταν το χρηματιστήριο κάτω από τις 1.000 μονάδες;», μου απάντησε. «Το 1997, που ήταν πρωθυπουργός ο Σημίτης.
Πριν από 15 ολόκληρα χρόνια. Ξέρεις, μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια, πόσοι ποδοσφαιριστές έχασαν ό,τι είχαν και δεν είχαν; Ξέρεις πόσοι έχασαν ό,τι λεφτά έβγαλαν από το ποδόσφαιρο και πόσοι διέλυσαν τις οικογένειές τους; Οι μισοί, τουλάχιστον.
Ξέρεις πόσοι κατέληξαν να δανείζονται από τους τοκογλύφους, ενώ είχαν εκατομμύρια; Μας διέλυσε το γ...χρηματιστήριο, φίλε. Μας τα πήρε όλα και μας άφησε πεσκέσι κάτι φωτογραφίες από τα γήπεδα που δεν μπορούμε να χαρούμε. Εξαφανίστηκε κόσμος και κοσμάκης από την πιάτσα και όσοι μείναμε, ρωτούσαμε ο ένας τον άλλον αν ξέρει πού είναι αυτός και πού είναι ο άλλος».
Αυτά μου έλεγε ο γνωστός ποδοσφαιριστής και άλλα πολλά με ονόματα και διευθύνσεις που δεν γράφονται. Αν και θα έπρεπε να γράφονται όχι για τη χαρά της «κλειδαρότρυπας», αλλά για να καταλάβουμε όλοι μας λίγο καλύτερα την ανθρώπινη φύση. Και δεν μιλάμε για ανθρώπους που λες «κάτι μου θυμίζει αυτός». Αυτές οι τραγικές ιστορίες έχουν να κάνουν με ποδοσφαιριστές-ινδάλματα, για παίκτες οι οποίοι ξεσήκωναν τον κόσμο και πλησίαζαν τον ορισμό του απολύτως επιτυχημένου σύγχρονου ανθρώπου. Ποδόσφαιρο, αντί για δουλειά, απλησίαστη δόξα και εκατομμύρια, πολλά εκατομμύρια.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ελάχιστοι από αυτούς κατάφεραν να μείνουν «ζωντανοί» στο παιχνίδι της ζωής. Οι περισσότεροι, χωρισμένοι και άφραγκοι. Αυτή ήταν η ανταμοιβή που τους περίμενε με το που συνέχισαν να ψάχνουν για νέο «Ελ Ντοράντο», αυτό που θα τους έδινε ακόμη περισσότερο χρυσάφι από όσο πλουσιοπάροχα τους δόθηκε. Και μετά το χρηματιστήριο, τζόγος, στοίχημα και ό,τι άλλο πίστευαν ότι θα μπορούσαν να κάνουν για να ρεφάρουν.
Αυτά έγιναν στα εσώτερα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου την 15ετία που μας πέρασε. Τώρα ο δείκτης του χρηματιστηρίου, ξαναπήγε εκεί που βρισκόταν τον Ιανουάριο του 1997. Τη χρονιά δηλαδή που ο Κόκκαλης, μαζί με τους οπαδούς του Ολυμπιακού, πανηγύριζαν το «πρώτο» πρωτάθλημα και πήγαιναν για το δεύτερο συνεχόμενο. Οπως, καλή ώρα, κάνει τώρα ο Μαρινάκης. Τότε που ο Σημίτης ζητούσε αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις και διάφορα άλλα, από τα οποία ο κόσμος καταλάβαινε τα μισά, όπως κάνει και ο σημερινός πρωθυπουργός.
Αυτά και άλλα πολλά φέρνει στο μυαλό ο δείκτης του χρηματιστηρίου και η επιστροφή στις 1.000 μοναδούλες. Και μπορεί οι ομοιότητες του 1997 και του 2011 να είναι πραγματικά πολλές (για όσους τα ψάχνουν αυτά) και κάποιοι να ονειρεύονται ότι ο τροχός ξεκινάει από την αρχή, λείπει όμως ένα συστατικό και γι' αυτό η ιστορία είναι αδύνατον να επαναληφθεί: τότε υπήρχε αισιοδοξία. Σήμερα υπάρχει κατάθλιψη.
Το παραμύθι δυστυχώς τελείωσε και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να πει στην ελληνική κοινωνία ένα καινούργιο. Οι λίγοι τυχεροί (και ικανοί), οι οποίοι επιβίωσαν από αυτόν τον κυκλώνα, ας κάνουν τον σταυρό τους. Οι υπόλοιποι, ας παρηγορηθούν στα λόγια του Τζoρτζ Μπεστ που κάποτε είπε: «Από το ένα εκατομμύριο που κέρδισα από το ποδόσφαιρο, τις 900.000 τις ξόδεψα στο ποτό, τις πουτάνες και τον τζόγο. Τα υπόλοιπα, τα σπατάλησα».
Πηγή: Εξέδρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου