Αρκετοί αναλυτές πιστεύουν ότι το απόλυτο βαρόμετρο της κατάστασης στην οποία βρίσκεται το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ο ΠΑΟΚ. Δεν διαφωνώ, με τη διαφορά ότι θα αφαιρούσα τη λέξη «απόλυτο» και θα τοποθετούσα τον χαρακτηρισμό «καλύτερο».
Γράφει ο Βασίλης Παπανικολάου...
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί έχει βάση αυτή η υπόθεση. Κατ' αρχάς, ο Δικέφαλος του Βορρά δεν είναι ούτε η μεγαλύτερη ελληνική ομάδα, αλλά ούτε φυσικά μια οποιαδήποτε τυχαία ομάδα. Για τους οπαδούς του, βεβαίως, είναι η μεγαλύτερη ελληνική ομάδα και ίσως ένα μόνο σκαλοπατάκι χαμηλότερα απ' τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το θέμα δεν είναι τι λένε οι οπαδοί και ούτε αφορά στο ποιος σύλλογος είναι μεγαλύτερος και ποιος μικρότερος. Αλλο είναι το ενδιαφέρον του ποδοσφαιρικού ΠΑΟΚ και γι' αυτόν τον λόγο προσωπικά προσπαθώ να μη χάνω ούτε επεισόδιο απ' το σίριαλ που αφορά στην εξέλιξή του. Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλος σύλλογος που να αποτυπώνει με καλύτερο τρόπο σχεδόν το σύνολο των χαρακτηριστικών της νεοελληνικής κουλτούρας και του τρόπου με τον οποίον αντιμετωπίζουν τη ζωή οι περισσότεροι Ελληνες.
Οι περισσότεροι από μας ζουν την καθημερινότητά τους σαν πραγματικοί ΠΑΟΚτσήδες. Πορεύονται με ένα αόρατο ασπρόμαυρο κασκόλ και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που στην πραγματικότητα ο Δικέφαλος δεν έχει μεγάλους εχθρούς, πέρα απ' τους Αρειανούς και τους κατά συνθήκην εχθρούς, δηλαδή τους οργανωμένους και φανατικούς οπαδούς των ομάδων του τέως ΠΟΚ. Προσωπικά, πάντως, άνθρωπο που να δηλώνει «αντι-ΠΑΟΚτσής» δεν έχω πετύχει μέχρι τώρα σε όσα γήπεδα έχω πάει – και αμφιβάλλω αν θα συναντήσω ποτέ.
Αυτό δεν είναι τυχαίο. Και δεν είναι τυχαίο επειδή οι περισσότεροι νιώθουν όπως ακριβώς γουστάρει να νιώθει και η συγκεκεριμένη ομάδα. Πρώτον, αδικημένος και ριγμένος απ' το «σύστημα της Αθήνας». Οπως οι ΠΑΟΚτσήδες πιστεύουν ότι το παιχνίδι είναι στημένο, το ίδιο πράγμα πιστεύουν και οι 9 στους 10 Ελληνες. Δεύτερη ομοιότητα, η παγιωμένη άποψη πως «κορόιδα με λεφτά, πάντα υπάρχουν».
Οι Ελληνες για να κονομάνε το... εξτραδάκι πέρα από τον μισθό και ο ΠΑΟΚ για να πουλάει... κανέναν Μελίσση σε τεχνικούς διευθυντές σαν τον Αντωνίου. Τρίτον, η προσκόλληση και η ελεγχόμενη πίεση στους ντόπιους πολιτικούς για καμμιά «διευκολυνσούλα». Οχι ότι οι άλλοι μεγάλοι διαφέρουν, απλώς ο ΠΑΟΚ συνηθίζει να το κάνει στο παρακαλετό και όχι στο στιλ «εγώ σε έβγαλα, ρε, εγώ θα σε ξηλώσω», όπως το κάνουν οι υπόλοιποι. Και, τέταρτον, στην απίστευτη ταύτιση του τρόπου αντιμετώπισης παραβατικών συμπεριφορών που συνοψίζεται στο παλιό κλισέ «έλα, μωρέ, παιδιά είναι...» Διότι έτσι «μαλώνει» ο Ζαγοράκης τους οπαδούς. Ακριβώς όπως κι ένας πατέρας τον κανακάρη του.
Χθες, ο «Ζαγόρ» πρόσθεσε ακόμη ένα ελληνικό (και λαζοπουλικό) στοιχείο. Ερωτηθείς για τους παίκτες που ενδεχομένως πουλήσει, είπε: «Πέρυσι, μας ήρθαν προτάσεις για κάποιους παίκτες. Για ελάτε εσείς να πάρετε τέτοιες αποφάσεις». Μαγικό! Σαν να λέει κάποιος στην παρέα του καφενείου «θέλω να έρθω, ρε παιδιά, αλλά αφού ξέρετε τι τραβάω με αυτήν την παλαβή τη γυναίκα μου». Για μένα, το ίδιο πράγμα είπε και ο Ζαγοράκης: «Θέλω να τον πουλήσω τον Βιεϊρίνια, ρε παιδιά, αλλά μετά πού να πάω να κρυφτώ;».
Ομως, δεν είναι μόνο γι' αυτά που μου αρέσει να ακούω τον Θοδωρή Ζαγοράκη. Τον ακούω με πραγματική ευχαρίστηση επειδή πραγματικά φαίνεται να έχει όραμα, αν και δεν είναι ο ορισμός του χαρισματικού ηγέτη. Συμπερασματικά: παλεύω, αλλά δεν μπορώ να ξεκολλήσω από μια έμμονη ιδέα. Αν άφηναν τον Ζαγοράκη ελεύθερο να κάνει ό,τι πιστεύει, ένα πρωταθληματάκι την τελευταία πενταετία θα το είχε πάρει...
Πηγή: Εξέδρα
Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί έχει βάση αυτή η υπόθεση. Κατ' αρχάς, ο Δικέφαλος του Βορρά δεν είναι ούτε η μεγαλύτερη ελληνική ομάδα, αλλά ούτε φυσικά μια οποιαδήποτε τυχαία ομάδα. Για τους οπαδούς του, βεβαίως, είναι η μεγαλύτερη ελληνική ομάδα και ίσως ένα μόνο σκαλοπατάκι χαμηλότερα απ' τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το θέμα δεν είναι τι λένε οι οπαδοί και ούτε αφορά στο ποιος σύλλογος είναι μεγαλύτερος και ποιος μικρότερος. Αλλο είναι το ενδιαφέρον του ποδοσφαιρικού ΠΑΟΚ και γι' αυτόν τον λόγο προσωπικά προσπαθώ να μη χάνω ούτε επεισόδιο απ' το σίριαλ που αφορά στην εξέλιξή του. Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλος σύλλογος που να αποτυπώνει με καλύτερο τρόπο σχεδόν το σύνολο των χαρακτηριστικών της νεοελληνικής κουλτούρας και του τρόπου με τον οποίον αντιμετωπίζουν τη ζωή οι περισσότεροι Ελληνες.
Οι περισσότεροι από μας ζουν την καθημερινότητά τους σαν πραγματικοί ΠΑΟΚτσήδες. Πορεύονται με ένα αόρατο ασπρόμαυρο κασκόλ και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που στην πραγματικότητα ο Δικέφαλος δεν έχει μεγάλους εχθρούς, πέρα απ' τους Αρειανούς και τους κατά συνθήκην εχθρούς, δηλαδή τους οργανωμένους και φανατικούς οπαδούς των ομάδων του τέως ΠΟΚ. Προσωπικά, πάντως, άνθρωπο που να δηλώνει «αντι-ΠΑΟΚτσής» δεν έχω πετύχει μέχρι τώρα σε όσα γήπεδα έχω πάει – και αμφιβάλλω αν θα συναντήσω ποτέ.
Αυτό δεν είναι τυχαίο. Και δεν είναι τυχαίο επειδή οι περισσότεροι νιώθουν όπως ακριβώς γουστάρει να νιώθει και η συγκεκεριμένη ομάδα. Πρώτον, αδικημένος και ριγμένος απ' το «σύστημα της Αθήνας». Οπως οι ΠΑΟΚτσήδες πιστεύουν ότι το παιχνίδι είναι στημένο, το ίδιο πράγμα πιστεύουν και οι 9 στους 10 Ελληνες. Δεύτερη ομοιότητα, η παγιωμένη άποψη πως «κορόιδα με λεφτά, πάντα υπάρχουν».
Οι Ελληνες για να κονομάνε το... εξτραδάκι πέρα από τον μισθό και ο ΠΑΟΚ για να πουλάει... κανέναν Μελίσση σε τεχνικούς διευθυντές σαν τον Αντωνίου. Τρίτον, η προσκόλληση και η ελεγχόμενη πίεση στους ντόπιους πολιτικούς για καμμιά «διευκολυνσούλα». Οχι ότι οι άλλοι μεγάλοι διαφέρουν, απλώς ο ΠΑΟΚ συνηθίζει να το κάνει στο παρακαλετό και όχι στο στιλ «εγώ σε έβγαλα, ρε, εγώ θα σε ξηλώσω», όπως το κάνουν οι υπόλοιποι. Και, τέταρτον, στην απίστευτη ταύτιση του τρόπου αντιμετώπισης παραβατικών συμπεριφορών που συνοψίζεται στο παλιό κλισέ «έλα, μωρέ, παιδιά είναι...» Διότι έτσι «μαλώνει» ο Ζαγοράκης τους οπαδούς. Ακριβώς όπως κι ένας πατέρας τον κανακάρη του.
Χθες, ο «Ζαγόρ» πρόσθεσε ακόμη ένα ελληνικό (και λαζοπουλικό) στοιχείο. Ερωτηθείς για τους παίκτες που ενδεχομένως πουλήσει, είπε: «Πέρυσι, μας ήρθαν προτάσεις για κάποιους παίκτες. Για ελάτε εσείς να πάρετε τέτοιες αποφάσεις». Μαγικό! Σαν να λέει κάποιος στην παρέα του καφενείου «θέλω να έρθω, ρε παιδιά, αλλά αφού ξέρετε τι τραβάω με αυτήν την παλαβή τη γυναίκα μου». Για μένα, το ίδιο πράγμα είπε και ο Ζαγοράκης: «Θέλω να τον πουλήσω τον Βιεϊρίνια, ρε παιδιά, αλλά μετά πού να πάω να κρυφτώ;».
Ομως, δεν είναι μόνο γι' αυτά που μου αρέσει να ακούω τον Θοδωρή Ζαγοράκη. Τον ακούω με πραγματική ευχαρίστηση επειδή πραγματικά φαίνεται να έχει όραμα, αν και δεν είναι ο ορισμός του χαρισματικού ηγέτη. Συμπερασματικά: παλεύω, αλλά δεν μπορώ να ξεκολλήσω από μια έμμονη ιδέα. Αν άφηναν τον Ζαγοράκη ελεύθερο να κάνει ό,τι πιστεύει, ένα πρωταθληματάκι την τελευταία πενταετία θα το είχε πάρει...
Πηγή: Εξέδρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου