Οπως παρατηρούσα σε παλαιότερο σχόλιό μου, το ποδόσφαιρο είναι δυνατόν να αξιοποιηθεί αντιφατικά. Γράφει ο Γιώργος Ρούσης
Από τη μια, επειδή από την ίδια του τη φύση, μπορεί να καλύπτει στοιχεία ανθρωπιάς τα οποία όλο και περισσότερο εκλείπουν από την υπόλοιπη κοινωνική ζωή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάλσαμο αυτού του κενού και ως πραγματική ψυχαγωγική εκδήλωση, από την άλλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως χώρος εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, και πιο ειδικά της κοινωνικής βίας.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση του ποδοσφαίρου, η οποία αναδείχτηκε πρόσφατα με την αποκάλυψη του σκανδάλου των στημένων παιγνιδιών.
Αυτό που είναι εντυπωσιακό δεν είναι τόσο το ότι υπήρχαν στημένα παιγνίδια, αλλά το γεγονός ότι αυτά θεωρούνται από τους διάφορους σχολιαστές και αναλυτές αυτού του φαινομένου ως κάτι ξένο, αν όχι αντίθετο με την κυρίαρχη λογική που διέπει το ποδόσφαιρο, ενώ στην πραγματικότητα αυτά εντάσσονται πλήρως σε αυτήν τη λογική. Ακριβέστερα πρόκειται για την ίδια λογική τραβηγμένη στα άκρα της.
Αυτό λοιπόν που συνέβη ήταν κάτι ανάλογο με εκείνο που περιγράφεται στο εκπληκτικό κινηματογραφικό έργο «Αποκάλυψη τώρα», το οποίο αναφέρεται στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Σε αυτή την ταινία η αμερικανική ανώτατη στρατιωτική διοίκηση αποφασίζει να «τελειώσει» τον διακριθέντα στους πολέμους του Βιετνάμ, της Κορέας και αλλού ανώτερο αξιωματικό Κουρτς (Μάρλον Μπράντο), διότι αυτός «χρησιμοποιεί πια ακαταλόγιστες μεθόδους» και «δεν έχει κανέναν ηθικό φραγμό». Πράγματι ο Κουρτς και η μονάδα του, γαλουχημένοι στη φρίκη του πολέμου, τσακισμένοι από αυτήν τη φρίκη, έχουν πια «εθισθεί» στη λογική της, δηλαδή στη λογική του παράλογου. Την οδηγούν λοιπόν στα άκρα της. Απομονωμένοι σε κάποια απόκρημνη περιοχή κάπου στην Καμπότζη, σφάζουν, βασανίζουν, τρομοκρατούν αδιακρίτως, ντόπιους και Αμερικανούς. Η βία είναι πια γι' αυτούς τρόπος ζωής, είναι θρησκεία, με τον Κουρτς στον ρόλο του αρχιερέα.
Οπως ακριβώς τα παιδιά, που δεν ζητούν ποτέ παρά την τροφή που αγάπησαν στο παρελθόν[i], έτσι και αυτοί λειτουργούν με βάση τις αξίες που τους είχαν εμφυσήσει, δίχως κανόνες και αναστολές. Η φρίκη του πολέμου, τους έχει γίνει βίωμα και δεν μπορούν πια να ξεφύγουν από αυτήν. Και οι άλλοι, οι ανώτεροί τους, οι πρώτοι διδάξαντες αυτή την παραφροσύνη, τους κατηγορούν τώρα διότι οδήγησαν τη λογική τους στα άκρα της.
Κάτι ανάλογο συνέβη με τα στημένα παιγνίδια. Σε μια κοινωνία που έχει σαν μοναδικό της θεό το κέρδος και το χρήμα, σε μια κοινωνία που ο τζόγος προβάλλεται τόσο από ιδιώτες επιχειρηματίες όσο και από το ίδιο το κράτος, το οποίο και πλασάρει τη συμμετοχή στον τζόγο ως ικανή να λυτρώσει από τη φτώχεια και να οδηγήσει στην επίγεια ευτυχία, σε μια κοινωνία που θεμελιακή της αξία είναι ο πλουτισμός και όπου ο νόμιμος με τον παράνομο τρόπο επίτευξής του είναι ουσιαστικά δυσδιάκρτιτοι, σε μια κοινωνία της οποίας οι κυβερνώντες υποκύπτουν ή και είναι συνεργοί των διεθνών τοκογλύφων που είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα, το ΔΝΤ και οι διεθνείς τζογαδόροι, μάλλον αναμενόμενα πρέπει να είναι τα στημένα παιγνίδια.
Αλλωστε το γεγονός ότι κάτι παρόμοιο αποκαλύφθηκε κατά το παρελθόν στην Ιταλία και στη Γερμανία κι ακόμη παλαιότερα, το 1993, στη Γαλλία, αποτελεί απόδειξη ότι δεν είναι μόνον στην «ψωροκώσταινα» που παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα αλλά και σε πιο αναπτυγμένες χώρες, οι οποίες όμως διέπονται από τις ίδιες κυρίαρχες αξίες.
Αλλά και η άκρατη εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου η οποία εντάσσεται σε μια λογική γενικευμένης εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης ακόμη και των κοινωνικών υπηρεσιών ύψιστου κοινωνικού χαρακτήρα όπως η υγεία ή η παιδεία, δεν είναι καθόλου άσχετη με τον ποδοσφαιρικό βόρβορο.
Οταν το ποδόσφαιρο μετατρέπεται από παιγνίδι σε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις θεάματος, όταν στο χώρο του ποδοσφαίρου διακυβεύονται τεράστια χρηματικά ποσά, είναι μάλλον φυσιολογικό, παρά περίεργο, οι διάφοροι «επενδυτές» να αναζητούν σε αυτόν το κέρδος, που έτσι κι αλλιώς συνιστά κλοπή, με κάθε μέσο. Σε τελευταία ανάλυση το αν αυτή η κλοπή είναι νόμιμη ή παράνομη έχει λίγη σημασία και είναι τουλάχιστον υποκρισία να θεωρείται καταδικαστέα και υπεύθυνη για όλα τα δεινά η δεύτερη, ενώ ταυτόχρονα καθαγιάζεται η πρώτη, η οποία είναι ποσοτικά σαφώς πιο σημαντική.
Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι κάτι ανάλογο επιχειρείται και ως προς την απόδοση ευθυνών σχετικά με την κρίση. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι υπεύθυνοι για αυτήν είναι όσοι έκλεψαν, όσοι πήραν μίζες, όσοι καταχράστηκαν χρήματα, όσοι απόσπασαν μαύρα κέρδη, και όχι όσοι όπως οι «τίμιοι» κεφαλαιοκράτες κέρδιζαν νόμιμα εκμεταλλευόμενοι άμεσα ή έμμεσα τους συνανθρώπους τους.
Ε, λοιπόν, τόσο για τα σκάνδαλα του ποδοσφαίρου όσο και για το μέγα σκάνδαλο της κατοχής του τόπου, υπεύθυνοι δεν είναι μόνον ούτε κυρίως τα «λαμόγια», (εκ των οποίων τα δεύτερα παρέβλεψε η ΕΥΠ να παρακολουθήσει) αλλά και οι «νόμιμοι» κλέφτες και το σύστημα που τους γεννά, τους αναπαράγει και τους στηρίζει με όλα τα μέσα.
[i] Βλέπε σχετικά Martin Jay, «L' imagination dialectique, L' ecole de Francfort», editions Payot 1977, σελ. 222.
Πηγή: Ελευθεροτυπία.
Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση του ποδοσφαίρου, η οποία αναδείχτηκε πρόσφατα με την αποκάλυψη του σκανδάλου των στημένων παιγνιδιών.
Αυτό που είναι εντυπωσιακό δεν είναι τόσο το ότι υπήρχαν στημένα παιγνίδια, αλλά το γεγονός ότι αυτά θεωρούνται από τους διάφορους σχολιαστές και αναλυτές αυτού του φαινομένου ως κάτι ξένο, αν όχι αντίθετο με την κυρίαρχη λογική που διέπει το ποδόσφαιρο, ενώ στην πραγματικότητα αυτά εντάσσονται πλήρως σε αυτήν τη λογική. Ακριβέστερα πρόκειται για την ίδια λογική τραβηγμένη στα άκρα της.
Αυτό λοιπόν που συνέβη ήταν κάτι ανάλογο με εκείνο που περιγράφεται στο εκπληκτικό κινηματογραφικό έργο «Αποκάλυψη τώρα», το οποίο αναφέρεται στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Σε αυτή την ταινία η αμερικανική ανώτατη στρατιωτική διοίκηση αποφασίζει να «τελειώσει» τον διακριθέντα στους πολέμους του Βιετνάμ, της Κορέας και αλλού ανώτερο αξιωματικό Κουρτς (Μάρλον Μπράντο), διότι αυτός «χρησιμοποιεί πια ακαταλόγιστες μεθόδους» και «δεν έχει κανέναν ηθικό φραγμό». Πράγματι ο Κουρτς και η μονάδα του, γαλουχημένοι στη φρίκη του πολέμου, τσακισμένοι από αυτήν τη φρίκη, έχουν πια «εθισθεί» στη λογική της, δηλαδή στη λογική του παράλογου. Την οδηγούν λοιπόν στα άκρα της. Απομονωμένοι σε κάποια απόκρημνη περιοχή κάπου στην Καμπότζη, σφάζουν, βασανίζουν, τρομοκρατούν αδιακρίτως, ντόπιους και Αμερικανούς. Η βία είναι πια γι' αυτούς τρόπος ζωής, είναι θρησκεία, με τον Κουρτς στον ρόλο του αρχιερέα.
Οπως ακριβώς τα παιδιά, που δεν ζητούν ποτέ παρά την τροφή που αγάπησαν στο παρελθόν[i], έτσι και αυτοί λειτουργούν με βάση τις αξίες που τους είχαν εμφυσήσει, δίχως κανόνες και αναστολές. Η φρίκη του πολέμου, τους έχει γίνει βίωμα και δεν μπορούν πια να ξεφύγουν από αυτήν. Και οι άλλοι, οι ανώτεροί τους, οι πρώτοι διδάξαντες αυτή την παραφροσύνη, τους κατηγορούν τώρα διότι οδήγησαν τη λογική τους στα άκρα της.
Κάτι ανάλογο συνέβη με τα στημένα παιγνίδια. Σε μια κοινωνία που έχει σαν μοναδικό της θεό το κέρδος και το χρήμα, σε μια κοινωνία που ο τζόγος προβάλλεται τόσο από ιδιώτες επιχειρηματίες όσο και από το ίδιο το κράτος, το οποίο και πλασάρει τη συμμετοχή στον τζόγο ως ικανή να λυτρώσει από τη φτώχεια και να οδηγήσει στην επίγεια ευτυχία, σε μια κοινωνία που θεμελιακή της αξία είναι ο πλουτισμός και όπου ο νόμιμος με τον παράνομο τρόπο επίτευξής του είναι ουσιαστικά δυσδιάκρτιτοι, σε μια κοινωνία της οποίας οι κυβερνώντες υποκύπτουν ή και είναι συνεργοί των διεθνών τοκογλύφων που είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα, το ΔΝΤ και οι διεθνείς τζογαδόροι, μάλλον αναμενόμενα πρέπει να είναι τα στημένα παιγνίδια.
Αλλωστε το γεγονός ότι κάτι παρόμοιο αποκαλύφθηκε κατά το παρελθόν στην Ιταλία και στη Γερμανία κι ακόμη παλαιότερα, το 1993, στη Γαλλία, αποτελεί απόδειξη ότι δεν είναι μόνον στην «ψωροκώσταινα» που παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα αλλά και σε πιο αναπτυγμένες χώρες, οι οποίες όμως διέπονται από τις ίδιες κυρίαρχες αξίες.
Αλλά και η άκρατη εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου η οποία εντάσσεται σε μια λογική γενικευμένης εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης ακόμη και των κοινωνικών υπηρεσιών ύψιστου κοινωνικού χαρακτήρα όπως η υγεία ή η παιδεία, δεν είναι καθόλου άσχετη με τον ποδοσφαιρικό βόρβορο.
Οταν το ποδόσφαιρο μετατρέπεται από παιγνίδι σε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις θεάματος, όταν στο χώρο του ποδοσφαίρου διακυβεύονται τεράστια χρηματικά ποσά, είναι μάλλον φυσιολογικό, παρά περίεργο, οι διάφοροι «επενδυτές» να αναζητούν σε αυτόν το κέρδος, που έτσι κι αλλιώς συνιστά κλοπή, με κάθε μέσο. Σε τελευταία ανάλυση το αν αυτή η κλοπή είναι νόμιμη ή παράνομη έχει λίγη σημασία και είναι τουλάχιστον υποκρισία να θεωρείται καταδικαστέα και υπεύθυνη για όλα τα δεινά η δεύτερη, ενώ ταυτόχρονα καθαγιάζεται η πρώτη, η οποία είναι ποσοτικά σαφώς πιο σημαντική.
Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι κάτι ανάλογο επιχειρείται και ως προς την απόδοση ευθυνών σχετικά με την κρίση. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι υπεύθυνοι για αυτήν είναι όσοι έκλεψαν, όσοι πήραν μίζες, όσοι καταχράστηκαν χρήματα, όσοι απόσπασαν μαύρα κέρδη, και όχι όσοι όπως οι «τίμιοι» κεφαλαιοκράτες κέρδιζαν νόμιμα εκμεταλλευόμενοι άμεσα ή έμμεσα τους συνανθρώπους τους.
Ε, λοιπόν, τόσο για τα σκάνδαλα του ποδοσφαίρου όσο και για το μέγα σκάνδαλο της κατοχής του τόπου, υπεύθυνοι δεν είναι μόνον ούτε κυρίως τα «λαμόγια», (εκ των οποίων τα δεύτερα παρέβλεψε η ΕΥΠ να παρακολουθήσει) αλλά και οι «νόμιμοι» κλέφτες και το σύστημα που τους γεννά, τους αναπαράγει και τους στηρίζει με όλα τα μέσα.
[i] Βλέπε σχετικά Martin Jay, «L' imagination dialectique, L' ecole de Francfort», editions Payot 1977, σελ. 222.
Πηγή: Ελευθεροτυπία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου