Αν σας πρότειναν ένα δωρεάν εισιτήριο για έναν αγώνα της Superleague,
μια κρύα ημέρα του χειμώνα, θα πηγαίνατε; Αν μάλιστα, την ίδια ώρα, ο
αγώνας μεταδιδόταν ζωντανά από την τηλεόραση; Ποια θα ήταν η επιλογή
σας; Φοβόμαστε πως η απάντηση είναι σχεδόν «κοινός μονόδρομος» για τους
περισσότερους.
Η τηλεόραση και το διαδίκτυο έχουν βάλει το ποδόσφαιρο στο πιάτο μας, καθιστώντας το ένα εύκολα προσβάσιμο καταναλωτικό προϊόν. Φυσιολογικά, λοιπόν, η δυνατότητα να παρακολουθούμε ποιοτικά ξένα πρωταθλήματα έχει συμβάλλει στην απαξίωση της δυναμικής του ελληνικού ποδοσφαίρου. Οι συγκρίσεις είναι, δυστυχώς, αναπόφευκτες και οδυνηρές εις βάρος των ομάδων μας. Είναι, πλέον, αναμφίβολο. Είναι ανέφικτο να ανταγωνιστούμε το θέαμα του αγγλικού, του ιταλικού, του γαλλικού ή του ισπανικού πρωταθλήματος.
Ας προσεγγίσουμε το θέμα ευρύτερα. Στο εξωτερικό, το ποδοσφαιρικό προϊόν προσφέρεται μέσω συνδρομητικών καναλιών, αλλά τα γήπεδα έχουν υψηλή πληρότητα. Η τηλεόραση δεν υποκαθιστά την προσέλευση του κοινού, παρά τις (συχνά) αντίξοες καιρικές συνθήκες. Αντίθετα, στην Ελλάδα της ηλιοφάνειας ο κόσμος δεν πηγαίνει στα περισσότερα παιχνίδια (επιλέγει μόνο στα ντέρμπι), προτιμόντας να παρακολουθεί από την τηλεόραση την αγωνιστική δραστηριότητα της σεζόν. Πως εξηγείται αυτό το παράδοξο;
Εξηγείται αν καταλάβουμε πως στο εξωτερικό το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά το θέαμα της τηλεόρασης. Προσφέρεται και πλαισιώνεται ως «ποδοσφαιρική εμπειρία» στο χώρο που διεξάγεται. Δηλαδή στο γήπεδο. Με λίγα λόγια, η ύπαρξη σύγχρονων εγκαταστάσεων, η απουσία βίας και η αντιμετώπιση των φιλάθλων από τις ΠΑΕ ως πελατών και όχι ως «πιστών ακολούθων», έχει κάνει καταστήσει θελκτική την «ποδοσφαιρική εμπειρία» στην πλειοψηφία των φιλάθλων. Διότι αντιλαμβάνονται πως θα παρακολουθήσουν από κοντά έναν αγώνα υψηλής ποιότητας, χωρίς «περίεργες» καταστάσεις ενώ παράλληλα θα ψυχαγωγηθούν ποικιλοτρόπως στον περιβάλλοντα χώρο. Ως εκ τούτου, το προϊόν που καταναλώνει ο φίλαθλος του εξωτερικού, δεν είναι μόνο ο αγώνας –που εύκολα μπορεί να υποκατασταθεί από την τηλεοπτική οθόνη σε τελική ανάγνωση— αλλά είναι κάτι παραπάνω. Κάτι διαφορετικό, κάτι δυνατότερο, κάτι συνολικότερο.
Τα κίνητρα που δίνονται στον φίλαθλο του εξωτερικού είναι διαφορετικά και σύνθετα. Υπάρχουν προνόμια και προσεγγίσεις marketing που κάνουν τους πελάτες να αισθάνονται ξεχωριστοί και σπουδαίοι. Αυτοί με τη σειρά τους, εκτιμούν τον σεβασμό με τον οποίο τους προσεγγίζουν οι ΠΑΕ και δέχονται να περιμένουν αδιαμαρτύρητα σε λίστα αναμονής προκειμένου να αγοράσουν ένα διαρκείας της ομάδας τους (πχ. Λίβερπουλ). Τελικά, απολαμβάνουν μια «ανώτερη αξία» και να την πληρώνουν με ευχαρίστηση.
Οι δικοί μας «άρχοντες του ποδοσφαίρου» έχουν χαράξει έναν αντίθετο δρόμο. Φρόντισαν να απαξιώσουν τελείως την «ποδοσφαιρική εμπειρία», αρνούμενοι να επενδύσουν προκειμένου να προσελκύσουν τους πελάτες.
Τα περισσότερα γήπεδα είναι δημόσια, παλιά, κακοσυντηρημένα, χωρίς εγκαταστάσεις ψυχαγωγίας, καταστήματα, χώρους και ανέσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι ασφαλή
Ανέχτηκαν οργανωμένες ομάδες βίας, που λυμαίνονται το χώρο με τη συμπεριφορά τους, αποτρέποντας τους «κανονικούς» φιλάθλους να διασκεδάσουν και να ψυχαγωγηθούν
Κρατούν υψηλές τιμές στα εισιτήρια
Διατηρούν ρόστερ με πολλούς ξένους παίκτες που δεν έχουν σχέση με τις ακαδημίες της χώρας μας, αποκόπτοντας τον φίλαθλο από την «εθνική ταύτιση»
Προτιμούν ξένους τεχνικούς που δε μιλούν τη γλώσσα ούτε καταλαβαίνουν πως λειτουργεί το Ελληνικό ποδόσφαιρο,
Επέλεξαν να προβάλλονται οι Ελληνικοί αγώνες πρωταθλήματος από κανάλια που προβάλλουν και άλλα ανταγωνιστικότερα και ποιοτικότερα πρωταθλήματα οδηγώντας σε ανώφελες συγκρίσεις το μέσο φίλαθλο
Ανέχονται τα αθλητικά ΜΜΕ που λειτουργούν ως μεσάζοντες και άτυπα γραφεία Τύπου, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο, έχοντας δημιουργήσει ένα αδηφάγο οπαδικό τέρας που αντί να ενημερώνει λειτουργεί αμιγώς ωφελιμιστικά, καλλιεργώντας στρεβλή εικόνα εις βάρος του ίδιου του αθλήματος.
Ο καθένας θα μπορούσε να συμπληρώσει ακόμα τον κατάλογο, με περισσότερα γεγονότα. Η ουσία όμως παραμένει η ίδια. Ο Έλληνας φίλαθλος έχει γυρίσει την πλάτη στο ποδόσφαιρο, καθώς έχει πλήρη επίγνωση πως τον κοροϊδεύουν πρώτα ως πελάτη-καταναλωτή, μετά ως πολίτη και τέλος ως άνθρωπο.
Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία που βιώνουμε, η λύση για το Ελληνικό ποδόσφαιρο είναι μία και μοναδική. Η πλήρης Ελληνοποίηση του. Σε κάθε επίπεδο. Η εστίαση στην τοπική αγορά, στις τοπικές ανάγκες, στην τοπική κουλτούρα. Ειδικά για τις επαρχιακές ομάδες, επιβάλλεται να έχουν σύνδεση με την τοπική κοινωνία. Επιβάλλεται η στροφή στους πολλούς, που θέλουν να καταναλώσουν «ποδοσφαιρική εμπειρία» και να ψυχαγωγηθούν φτηνά, χωρίς μεσάζοντες και «περίεργους».
Είναι επιτακτική ανάγκη να διαφοροποιηθεί η τηλεόραση από το γήπεδο και να αναπτυχθεί το προϊόν ως «ποδοσφαιρική εμπειρία» στο φυσικό του χώρο. Δεν κοστίζει εκατομμύρια. Ας γίνει μια αρχή από την τροποποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας και μια ειλικρινής συζήτηση σε επίπεδο λίγκας και ΠΑΕ, αναφορικά με το financial fair play που έχει δρομολογήσει η UEFA. Ας γίνει άνοιγμα σε ποδοσφαιρικές αγορές της Αφρικής, των Βαλκανίων, της Αραβίας κλπ, του ευρύτερου χώρου που μπορεί να έχει απήχηση το Ελληνικό ποδόσφαιρο ως μέλος μιας ολοκληρωμένης αθλητικής κουλτούρας πρωταθλητών Ευρώπης και ολυμπιονικών.
Δε λένε πως η κρίση δημιουργεί ευκαιρίες; Ιδού λοιπόν η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. Και ποιος ξέρει, μπορεί σε μερικά χρόνια να κλείνουμε εμείς οι ίδιοι τον τηλεοπτικό δέκτη προτιμώντας την επίσκεψη σε ένα γήπεδο, μαζί με τα παιδιά μας….
πηγή: overlap.gr
Η τηλεόραση και το διαδίκτυο έχουν βάλει το ποδόσφαιρο στο πιάτο μας, καθιστώντας το ένα εύκολα προσβάσιμο καταναλωτικό προϊόν. Φυσιολογικά, λοιπόν, η δυνατότητα να παρακολουθούμε ποιοτικά ξένα πρωταθλήματα έχει συμβάλλει στην απαξίωση της δυναμικής του ελληνικού ποδοσφαίρου. Οι συγκρίσεις είναι, δυστυχώς, αναπόφευκτες και οδυνηρές εις βάρος των ομάδων μας. Είναι, πλέον, αναμφίβολο. Είναι ανέφικτο να ανταγωνιστούμε το θέαμα του αγγλικού, του ιταλικού, του γαλλικού ή του ισπανικού πρωταθλήματος.
Ας προσεγγίσουμε το θέμα ευρύτερα. Στο εξωτερικό, το ποδοσφαιρικό προϊόν προσφέρεται μέσω συνδρομητικών καναλιών, αλλά τα γήπεδα έχουν υψηλή πληρότητα. Η τηλεόραση δεν υποκαθιστά την προσέλευση του κοινού, παρά τις (συχνά) αντίξοες καιρικές συνθήκες. Αντίθετα, στην Ελλάδα της ηλιοφάνειας ο κόσμος δεν πηγαίνει στα περισσότερα παιχνίδια (επιλέγει μόνο στα ντέρμπι), προτιμόντας να παρακολουθεί από την τηλεόραση την αγωνιστική δραστηριότητα της σεζόν. Πως εξηγείται αυτό το παράδοξο;
Εξηγείται αν καταλάβουμε πως στο εξωτερικό το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά το θέαμα της τηλεόρασης. Προσφέρεται και πλαισιώνεται ως «ποδοσφαιρική εμπειρία» στο χώρο που διεξάγεται. Δηλαδή στο γήπεδο. Με λίγα λόγια, η ύπαρξη σύγχρονων εγκαταστάσεων, η απουσία βίας και η αντιμετώπιση των φιλάθλων από τις ΠΑΕ ως πελατών και όχι ως «πιστών ακολούθων», έχει κάνει καταστήσει θελκτική την «ποδοσφαιρική εμπειρία» στην πλειοψηφία των φιλάθλων. Διότι αντιλαμβάνονται πως θα παρακολουθήσουν από κοντά έναν αγώνα υψηλής ποιότητας, χωρίς «περίεργες» καταστάσεις ενώ παράλληλα θα ψυχαγωγηθούν ποικιλοτρόπως στον περιβάλλοντα χώρο. Ως εκ τούτου, το προϊόν που καταναλώνει ο φίλαθλος του εξωτερικού, δεν είναι μόνο ο αγώνας –που εύκολα μπορεί να υποκατασταθεί από την τηλεοπτική οθόνη σε τελική ανάγνωση— αλλά είναι κάτι παραπάνω. Κάτι διαφορετικό, κάτι δυνατότερο, κάτι συνολικότερο.
Τα κίνητρα που δίνονται στον φίλαθλο του εξωτερικού είναι διαφορετικά και σύνθετα. Υπάρχουν προνόμια και προσεγγίσεις marketing που κάνουν τους πελάτες να αισθάνονται ξεχωριστοί και σπουδαίοι. Αυτοί με τη σειρά τους, εκτιμούν τον σεβασμό με τον οποίο τους προσεγγίζουν οι ΠΑΕ και δέχονται να περιμένουν αδιαμαρτύρητα σε λίστα αναμονής προκειμένου να αγοράσουν ένα διαρκείας της ομάδας τους (πχ. Λίβερπουλ). Τελικά, απολαμβάνουν μια «ανώτερη αξία» και να την πληρώνουν με ευχαρίστηση.
Οι δικοί μας «άρχοντες του ποδοσφαίρου» έχουν χαράξει έναν αντίθετο δρόμο. Φρόντισαν να απαξιώσουν τελείως την «ποδοσφαιρική εμπειρία», αρνούμενοι να επενδύσουν προκειμένου να προσελκύσουν τους πελάτες.
Τα περισσότερα γήπεδα είναι δημόσια, παλιά, κακοσυντηρημένα, χωρίς εγκαταστάσεις ψυχαγωγίας, καταστήματα, χώρους και ανέσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι ασφαλή
Ανέχτηκαν οργανωμένες ομάδες βίας, που λυμαίνονται το χώρο με τη συμπεριφορά τους, αποτρέποντας τους «κανονικούς» φιλάθλους να διασκεδάσουν και να ψυχαγωγηθούν
Κρατούν υψηλές τιμές στα εισιτήρια
Διατηρούν ρόστερ με πολλούς ξένους παίκτες που δεν έχουν σχέση με τις ακαδημίες της χώρας μας, αποκόπτοντας τον φίλαθλο από την «εθνική ταύτιση»
Προτιμούν ξένους τεχνικούς που δε μιλούν τη γλώσσα ούτε καταλαβαίνουν πως λειτουργεί το Ελληνικό ποδόσφαιρο,
Επέλεξαν να προβάλλονται οι Ελληνικοί αγώνες πρωταθλήματος από κανάλια που προβάλλουν και άλλα ανταγωνιστικότερα και ποιοτικότερα πρωταθλήματα οδηγώντας σε ανώφελες συγκρίσεις το μέσο φίλαθλο
Ανέχονται τα αθλητικά ΜΜΕ που λειτουργούν ως μεσάζοντες και άτυπα γραφεία Τύπου, χωρίς ουσιαστικό έλεγχο, έχοντας δημιουργήσει ένα αδηφάγο οπαδικό τέρας που αντί να ενημερώνει λειτουργεί αμιγώς ωφελιμιστικά, καλλιεργώντας στρεβλή εικόνα εις βάρος του ίδιου του αθλήματος.
Ο καθένας θα μπορούσε να συμπληρώσει ακόμα τον κατάλογο, με περισσότερα γεγονότα. Η ουσία όμως παραμένει η ίδια. Ο Έλληνας φίλαθλος έχει γυρίσει την πλάτη στο ποδόσφαιρο, καθώς έχει πλήρη επίγνωση πως τον κοροϊδεύουν πρώτα ως πελάτη-καταναλωτή, μετά ως πολίτη και τέλος ως άνθρωπο.
Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία που βιώνουμε, η λύση για το Ελληνικό ποδόσφαιρο είναι μία και μοναδική. Η πλήρης Ελληνοποίηση του. Σε κάθε επίπεδο. Η εστίαση στην τοπική αγορά, στις τοπικές ανάγκες, στην τοπική κουλτούρα. Ειδικά για τις επαρχιακές ομάδες, επιβάλλεται να έχουν σύνδεση με την τοπική κοινωνία. Επιβάλλεται η στροφή στους πολλούς, που θέλουν να καταναλώσουν «ποδοσφαιρική εμπειρία» και να ψυχαγωγηθούν φτηνά, χωρίς μεσάζοντες και «περίεργους».
Είναι επιτακτική ανάγκη να διαφοροποιηθεί η τηλεόραση από το γήπεδο και να αναπτυχθεί το προϊόν ως «ποδοσφαιρική εμπειρία» στο φυσικό του χώρο. Δεν κοστίζει εκατομμύρια. Ας γίνει μια αρχή από την τροποποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας και μια ειλικρινής συζήτηση σε επίπεδο λίγκας και ΠΑΕ, αναφορικά με το financial fair play που έχει δρομολογήσει η UEFA. Ας γίνει άνοιγμα σε ποδοσφαιρικές αγορές της Αφρικής, των Βαλκανίων, της Αραβίας κλπ, του ευρύτερου χώρου που μπορεί να έχει απήχηση το Ελληνικό ποδόσφαιρο ως μέλος μιας ολοκληρωμένης αθλητικής κουλτούρας πρωταθλητών Ευρώπης και ολυμπιονικών.
Δε λένε πως η κρίση δημιουργεί ευκαιρίες; Ιδού λοιπόν η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. Και ποιος ξέρει, μπορεί σε μερικά χρόνια να κλείνουμε εμείς οι ίδιοι τον τηλεοπτικό δέκτη προτιμώντας την επίσκεψη σε ένα γήπεδο, μαζί με τα παιδιά μας….
πηγή: overlap.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου