Το νόμισμα έχει διπλή όψη, από τη μία της αποτυχίας και από την άλλη
της επιτυχίας. Πώς γίνεται; Ανάλογα πώς θέλει να δει κανείς το ποτήριο:
Μισοάδειο ή μισογεμάτο.
Θα 'ναι παράλογος όποιος πει πως η εθνική ομάδα είναι πετυχημένη επειδή κατάφερε να περάσει στους «16». Είναι αποτυχία το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την πρόκριση στην «8άδα» και γίνεται... grande αποτυχία, αν αναλογιστούμε τις προσδοκίες που δημιούργησε μέσα από τις καταπληκτικές εμφανίσεις στην α' φάση.
Εξ αρχής, έστω κι αν δεν λεγόταν επίσημα, ο στόχος ήταν η πρόκριση στις οκτώ καλύτερες ομάδες του κόσμου και από την στιγμή που δεν το πετύχαμε θα πρέπει να παραδεχτούμε πως σε αγωνιστικό επίπεδο το αποτέλεσμα ήταν αποτυχημένο. Ειδικά, όταν ο αποκλεισμός έρχεται μ' ένα -18 από έναν αντίπαλο που δεν ήταν φόβητρο, ήταν στην ίδια περίπου λογική μ' εμάς και λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις ιδιαιτερότητες που έχουν τα παιχνίδια Ελλάδας – Σερβίας.
Από 'κει και πέρα υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος, για τους λίγο πιο αισιόδοξους, αυτούς που ενδεχομένως κοιτούν και το αύριο κι όχι μόνο το σήμερα, γι αυτούς που έχουν σταματήσει να ορίζουν την επιτυχία από την βραχυπρόθεσμη διάκριση.
Μπορούμε λοιπόν να κοιτάξουμε έναν χρόνο πίσω, τον Σεπτέμβριο του 2013, μετά το τέλος του Ευρωμπάσκετ και να αναλογιστούμε πού βρισκόμασταν και πού βρισκόμαστε. Να δούμε για παράδειγμα τι εικόνα παρουσίαζε το εσωτερικό της εθνικής ομάδας, τι λέγαμε για το «αύριο» του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, τι άκουγε ο Τρινκιέρι για τις επιλογές του και τι μπινελίκια έπεφταν στον Βασιλακόπουλο για τον Ιταλό τεχνικό.
Να δούμε δηλαδή τι προοπτική μας έδινε η εθνική μπάσκετ μετά την αποτυχία της Σλοβενίας και να την συγκρίνουμε με τη γεύση που αφήνει τώρα, παραδεχόμενοι πάντα τη φετινή αποτυχία σε επίπεδο τελικού στόχου. Να εξετάσουμε αν τα δεδομένα είναι ίδια και τέλος πάντων να καταλήξουμε στο αν δικαιούμαστε να αισιοδοξούμε για το «αύριο» της εθνικής.
Προσωπικά, ανήκω σ' αυτή την κατηγορία. Είδα μια ομάδα που λειτουργούσε σαν οικογένεια, είδα ένα σύνολο που είχε μόνιμα ένα χαμόγελο στο πρόσωπο, είδα ανθρώπους που γούσταραν αυτό που έκαναν, διασκέδαζαν αυτό που ζούσαν και είχαν πεισθεί πως αξίζει να προσπαθήσουν.
Είδα μια ομάδα που επιχείρησε να παρουσιάσει κάτι διαφορετικό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αφουγκράστηκα μια μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου να ταυτίζεται ξανά με την εθνική και να έλκεται από την εικόνα της και τέλος πάντων είδα ένα μείγμα παλιών και νέων που στα δικά μου μάτια δίνουν προοπτική για κάτι πολύ καλύτερο απ' αυτό που έβλεπα πέρυσι.
Η Εθνική σ' αυτή τη διοργάνωση έβαλε μια βάση στα θεμέλια της. Ξεκίνησε – και καλά έκανε – το πράγμα από το μηδέν, λειτούργησε με πιο υγιή τρόπο, «καθάρισε» το πράγμα γύρω της και τέλος πάντων ακούστηκαν αλήθειες ακόμη και για το ποιος είναι «στρατιώτης» της εθνικής ομάδας και ποιος θέτει εαυτόν εκτός αυτής.
Το καλοκαίρι του 2015 για παράδειγμα, δεν θα χρειαστεί να (ξανά)μπούμε στη διαδικασία «ποιος θα 'ρθει, ποιος δεν θα ΄ρθει» με δεδομένο ότι πλέον το τοπίο ξεκάθάρισε. Ακόμη κι αυτό κέρδος είναι, αν αναλογιστούμε τι συνέβαινε ένα χρόνο πριν...
Ταυτόχρονα, η εθνική διαθέτει έναν προπονητή που είναι κοινά αποδεκτός από την Ομοσπονδία, τους παίκτες και την πλειοψηφία του κόσμου, γεγονός επίσης σπάνιο αν ανατρέξουμε στο πρόσφατο παρελθόν και δούμε την κατάσταση που επικρατούσε. Εναν προπονητή που δίνει προοπτική και που κατάφερε σε ενάμιση μήνα να αλλάξει μια σταθερά χρόνων, με τα όποια θετικά ή αρνητικά μπορεί να έχει μια τέτοια φιλοσοφία.
Για παράδειγμα, στην α' φάση η εθνική ανταποκρίθηκε, στο «χιαστί» παρουσιάστηκε ανέτοιμη πνευματικά και αγωνιστικά, διαψεύδοντας τον Κατσικάρη που στο ενδιάμεσο των φάσεων είχε δηλώσει πως η εθνική είναι «παντός καιρού» και έτοιμη να ανταποκριθεί σε όλα τα είδη μπάσκετ. Οπως αποδείχτηκε, θέλει δουλειά για να γίνει «παντός καιρού»...
Οι Σέρβοι απέδειξαν πως είναι μια τεράστια μπασκετική σχολή που ξέρει να... ξετινάζει τον αντίπαλο και παράλληλα πιστοποίησαν πως είναι μια ομάδα που δεν χαμπαριάζει από πίεση και άγχος. Σε κάθε φάση ήξεραν τι θέλουν να κάνουν στο παρκέ, είχαν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο και «χτύπησαν» αδυναμίες που οι προηγούμενοι αντίπαλοι δεν προσπάθησαν καν να εκμεταλλευτούν. Είδαν το πρόβλημα στην άμυνα του «ένας εναντίον ενός» κι έβαλαν μέχρι και τον Ραντούλιτσα να ξεκινάει από την κορυφή της ρακέτας.
Είδαν ότι η εθνική κόβεται στη μέση με την έξοδο του Μπουρούση κι έκαναν τα πάντα για να μεταφέρουν την μπάλα στο καλάθι. Είδαν την εθνική μας να παίζει πετυχημένα το high – low με τον Μπουρούση να εκτελεί χρέη πλέι μέικερ και να μοιράζει στους Καϊμακόγλου, Παπανικολάου κοντά στο καλάθι και δεν υπήρξε ούτε μια φορά που η μπάλα να πέρασε στη ρακέτα τους.
Το αποκορύφωμα της συγκέντρωσης είναι ο Γιόβιτς που χρεώθηκε συνολικά τρία φάουλ και τα τρία σε αιφνιδιασμό της ελληνικής ομάδας και χωρίς να έχουμε το δικαίωμα για βολές! Λεπτομέρεια θα πείτε, αλλά από τις λεπτομέρειες αυτές καταλαβαίνεις ποια ομάδα είναι πνευματικά έτοιμη για τον «πόλεμο». Και οι Σέρβοι ήταν πανέτοιμοι, σε αντίθεση με την δική μας εθνική που έμοιαζε να «λυγίζει» λεπτό με το λεπτό, φάση προς φάση...
*Πηγή: gazzetta.gr*
Θα 'ναι παράλογος όποιος πει πως η εθνική ομάδα είναι πετυχημένη επειδή κατάφερε να περάσει στους «16». Είναι αποτυχία το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την πρόκριση στην «8άδα» και γίνεται... grande αποτυχία, αν αναλογιστούμε τις προσδοκίες που δημιούργησε μέσα από τις καταπληκτικές εμφανίσεις στην α' φάση.
Εξ αρχής, έστω κι αν δεν λεγόταν επίσημα, ο στόχος ήταν η πρόκριση στις οκτώ καλύτερες ομάδες του κόσμου και από την στιγμή που δεν το πετύχαμε θα πρέπει να παραδεχτούμε πως σε αγωνιστικό επίπεδο το αποτέλεσμα ήταν αποτυχημένο. Ειδικά, όταν ο αποκλεισμός έρχεται μ' ένα -18 από έναν αντίπαλο που δεν ήταν φόβητρο, ήταν στην ίδια περίπου λογική μ' εμάς και λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις ιδιαιτερότητες που έχουν τα παιχνίδια Ελλάδας – Σερβίας.
Από 'κει και πέρα υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος, για τους λίγο πιο αισιόδοξους, αυτούς που ενδεχομένως κοιτούν και το αύριο κι όχι μόνο το σήμερα, γι αυτούς που έχουν σταματήσει να ορίζουν την επιτυχία από την βραχυπρόθεσμη διάκριση.
Μπορούμε λοιπόν να κοιτάξουμε έναν χρόνο πίσω, τον Σεπτέμβριο του 2013, μετά το τέλος του Ευρωμπάσκετ και να αναλογιστούμε πού βρισκόμασταν και πού βρισκόμαστε. Να δούμε για παράδειγμα τι εικόνα παρουσίαζε το εσωτερικό της εθνικής ομάδας, τι λέγαμε για το «αύριο» του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, τι άκουγε ο Τρινκιέρι για τις επιλογές του και τι μπινελίκια έπεφταν στον Βασιλακόπουλο για τον Ιταλό τεχνικό.
Να δούμε δηλαδή τι προοπτική μας έδινε η εθνική μπάσκετ μετά την αποτυχία της Σλοβενίας και να την συγκρίνουμε με τη γεύση που αφήνει τώρα, παραδεχόμενοι πάντα τη φετινή αποτυχία σε επίπεδο τελικού στόχου. Να εξετάσουμε αν τα δεδομένα είναι ίδια και τέλος πάντων να καταλήξουμε στο αν δικαιούμαστε να αισιοδοξούμε για το «αύριο» της εθνικής.
Προσωπικά, ανήκω σ' αυτή την κατηγορία. Είδα μια ομάδα που λειτουργούσε σαν οικογένεια, είδα ένα σύνολο που είχε μόνιμα ένα χαμόγελο στο πρόσωπο, είδα ανθρώπους που γούσταραν αυτό που έκαναν, διασκέδαζαν αυτό που ζούσαν και είχαν πεισθεί πως αξίζει να προσπαθήσουν.
Είδα μια ομάδα που επιχείρησε να παρουσιάσει κάτι διαφορετικό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αφουγκράστηκα μια μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου να ταυτίζεται ξανά με την εθνική και να έλκεται από την εικόνα της και τέλος πάντων είδα ένα μείγμα παλιών και νέων που στα δικά μου μάτια δίνουν προοπτική για κάτι πολύ καλύτερο απ' αυτό που έβλεπα πέρυσι.
Η Εθνική σ' αυτή τη διοργάνωση έβαλε μια βάση στα θεμέλια της. Ξεκίνησε – και καλά έκανε – το πράγμα από το μηδέν, λειτούργησε με πιο υγιή τρόπο, «καθάρισε» το πράγμα γύρω της και τέλος πάντων ακούστηκαν αλήθειες ακόμη και για το ποιος είναι «στρατιώτης» της εθνικής ομάδας και ποιος θέτει εαυτόν εκτός αυτής.
Το καλοκαίρι του 2015 για παράδειγμα, δεν θα χρειαστεί να (ξανά)μπούμε στη διαδικασία «ποιος θα 'ρθει, ποιος δεν θα ΄ρθει» με δεδομένο ότι πλέον το τοπίο ξεκάθάρισε. Ακόμη κι αυτό κέρδος είναι, αν αναλογιστούμε τι συνέβαινε ένα χρόνο πριν...
Ταυτόχρονα, η εθνική διαθέτει έναν προπονητή που είναι κοινά αποδεκτός από την Ομοσπονδία, τους παίκτες και την πλειοψηφία του κόσμου, γεγονός επίσης σπάνιο αν ανατρέξουμε στο πρόσφατο παρελθόν και δούμε την κατάσταση που επικρατούσε. Εναν προπονητή που δίνει προοπτική και που κατάφερε σε ενάμιση μήνα να αλλάξει μια σταθερά χρόνων, με τα όποια θετικά ή αρνητικά μπορεί να έχει μια τέτοια φιλοσοφία.
Για παράδειγμα, στην α' φάση η εθνική ανταποκρίθηκε, στο «χιαστί» παρουσιάστηκε ανέτοιμη πνευματικά και αγωνιστικά, διαψεύδοντας τον Κατσικάρη που στο ενδιάμεσο των φάσεων είχε δηλώσει πως η εθνική είναι «παντός καιρού» και έτοιμη να ανταποκριθεί σε όλα τα είδη μπάσκετ. Οπως αποδείχτηκε, θέλει δουλειά για να γίνει «παντός καιρού»...
Οι Σέρβοι απέδειξαν πως είναι μια τεράστια μπασκετική σχολή που ξέρει να... ξετινάζει τον αντίπαλο και παράλληλα πιστοποίησαν πως είναι μια ομάδα που δεν χαμπαριάζει από πίεση και άγχος. Σε κάθε φάση ήξεραν τι θέλουν να κάνουν στο παρκέ, είχαν απόλυτα ξεκάθαρο στόχο και «χτύπησαν» αδυναμίες που οι προηγούμενοι αντίπαλοι δεν προσπάθησαν καν να εκμεταλλευτούν. Είδαν το πρόβλημα στην άμυνα του «ένας εναντίον ενός» κι έβαλαν μέχρι και τον Ραντούλιτσα να ξεκινάει από την κορυφή της ρακέτας.
Είδαν ότι η εθνική κόβεται στη μέση με την έξοδο του Μπουρούση κι έκαναν τα πάντα για να μεταφέρουν την μπάλα στο καλάθι. Είδαν την εθνική μας να παίζει πετυχημένα το high – low με τον Μπουρούση να εκτελεί χρέη πλέι μέικερ και να μοιράζει στους Καϊμακόγλου, Παπανικολάου κοντά στο καλάθι και δεν υπήρξε ούτε μια φορά που η μπάλα να πέρασε στη ρακέτα τους.
Το αποκορύφωμα της συγκέντρωσης είναι ο Γιόβιτς που χρεώθηκε συνολικά τρία φάουλ και τα τρία σε αιφνιδιασμό της ελληνικής ομάδας και χωρίς να έχουμε το δικαίωμα για βολές! Λεπτομέρεια θα πείτε, αλλά από τις λεπτομέρειες αυτές καταλαβαίνεις ποια ομάδα είναι πνευματικά έτοιμη για τον «πόλεμο». Και οι Σέρβοι ήταν πανέτοιμοι, σε αντίθεση με την δική μας εθνική που έμοιαζε να «λυγίζει» λεπτό με το λεπτό, φάση προς φάση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου