Ο Λιονέλ Μέσι είναι με διαφορά ο καλύτερος παίκτης του κόσμου. Ταυτόχρονα, όμως, δεν άξιζε να αναδειχθεί νικητής της «Χρυσής Μπάλας». Ακούγεται οξύμωρο, ωστόσο αυτό το βραβείο πάντα δινόταν, από την πρώτη του χρονιά το 1956, στον καλύτερο της χρονιάς και όχι στον κορυφαίο ποδοσφαιριστή. Οι εμπνευστές του το ήθελαν ως ένα Οσκαρ του ποδοσφαίρου. Ενα αληθινό βραβείο που να δίνεται στον καλύτερο της δεδομένης στιγμής και όχι σε κάποιον που διαχρονικά είναι κορυφαίος.
Είναι σαν να κερδίζει στα Όσκαρ το βραβείο του καλύτερου σκηνοθέτη ο Τζορτζ Λούκας ή ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ανεξαρτήτως του αν έκαναν ταινία ή όχι, και να μην είναι καν στις επιλογές η Κάθριν Μπίνγκελοου, που έφτιαξε το αριστουργηματικό «The hurt locker». Δεν μιλάμε λοιπόν για ένα βραβείο που δίνεται στον κορυφαίο του είδους, αλλά σε αυτόν που για κάποιον λόγο ήταν σημαντικός τη χρονιά που έφυγε. Ο Μέσι με την μπάλα στα πόδια αποτελεί ό,τι καλύτερο έχουν δει τα μάτια μας από την εποχή του Μαραντόνα. Η ΦΙΦΑ, όμως, με την επιλογή αυτή τον εκθέτει, γιατί επιτρέπει να μπουν σκιές σε αυτή την αδιαμφισβήτητη υπεροχή του. Η τριάδα των κορυφαίων έπρεπε να περιλαμβάνει τον Γουέσλι Σνάιντερ, ο οποίος οδήγησε την Ιντερ στην κορυφή της Ευρώπης και του κόσμου ύστερα από 45 χρόνια. Επίσης τον Ντιέγκο Φορλάν, που πήρε από το χέρι την Ουρουγουάη στο Μουντιάλ και έφτασε με την Ατλέτικο Μαδρίτης στην κατάκτηση δύο ευρωπαϊκών τίτλων μέσα στο 2010. Μαζί θα έπρεπε να είναι και ο Ινιέστα, που με δικό του γκολ η Ισπανία έφτασε στην πρώτη θέση του κόσμου ή ο Τσάβι, που οι πάσες του αποτελούν ένα από τα άλυτα μυστήρια του μοντέρνου ποδοσφαίρου.
Χάρηκα που οι δημοσιογράφοι, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της AIPS, ανέδειξαν πρώτο τον Σνάιντερ. Δείχνει κοινή λογική και σημαίνει πως αν υπήρχε με την παλιά της μορφή η «Χρυσή Μπάλα», αυτός θα ήταν ο νικητής. Όμως οι προπονητές και οι αρχηγοί των εθνικών ομάδων αλλοίωσαν το αποτέλεσμα και για να είμαι και πιο καυστικός, δεν περίμενα και κάτι διαφορετικό. Οι περισσότεροι ζουν στον κόσμο τους και ασχολούνται επιφανειακά με το άθλημα από το οποίο ζουν! Το μεγαλύτερο ανέκδοτο παραμένει στους κύκλους της ΦΙΦΑ η ψηφοφορία του 1999, όταν ο προπονητής του Βιετνάμ και ο αρχηγός της Βιρμανίας είχαν ψηφίσει ως κορυφαίο της χρονιάς τον Μάρκο φαν Μπάστεν. Εξαιρετική επιλογή με μόνο ένα, βασικό όμως, μειονέκτημα: ο Ολλανδός σούπερ σταρ είχε σταματήσει το ποδόσφαιρο έξι χρόνια νωρίτερα, το 1993!
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις του παρελθόντος δείχνουν πόσο αξία είχε (όταν ψήφιζαν μόνο οι δημοσιογράφοι) το να έχεις πετύχει κάτι μέσα στη χρονιά και όχι πόσο καλός παίκτης είσαι. Το 1967 νίκησε ο άγνωστος στο ευρύ κοινό Ούγγρος Φλόριαν Αλμπερτ, που είχε οδηγήσει για πρώτη φορά ομάδα από το ανατολικό μπλοκ, τη Φερεντσβάρος, στην κατάκτηση του Κυπέλλου Εκθέσεων. Το 1982 ο Πάολο Ρόσι, που πέτυχε έξι γκολ στον ιταλικό θρίαμβο στο Μουντιάλ, ξεπέρασε σε ψήφους τους καλύτερους και ποιοτικότερους Πλατινί, Ρουμενίγκε και Μπόνιεκ, όπως και ο Ολεγκ Μπλαχίν, ο οποίος το 1975 ξεπέρασε φυσιογνωμίες όπως ο Κρόιφ και ο Μπεκενμπάουερ, γιατί ήταν καταλυτικός στη θριαμβευτική επικράτηση της Ντιναμό Κιέβου στο Κύπελλο Κυπελλούχων. Η λίστα είναι ατελείωτη από τέτοιες περιπτώσεις, όπως φυσικά δεν λείπουν και οι ενστάσεις. Ο Σεβτσένκο δεν άξιζε τη «Χρυσή Μπάλα» το 2004. Η Ουκρανία ήταν απούσα από το Euro και η Μίλαν είχε πάθει στο Τσάμπιονς Λιγκ κάζο από την Κορούνια. Συνεπώς, ο Ουκρανός δεν δικαιούνταν περισσότερο τη «Χρυσή Μπάλα» από τον Θοδωρή Ζαγοράκη ή τον Ντέκο. Οπως ο Ζορζ Γουεά δεν ήταν καλύτερος, το 1995, από τον Λιτμάνεν, που είχε επαναφέρει τον Αγιαξ στην κορυφή του κόσμου. Αλλά τα βραβεία έχουν αυτή ακριβώς την ιδιαιτερότητα, αφού είναι πλήρως υποκειμενικά.
Ο Μέσι φυσικά δεν φταίει γι' αυτή την (πολλοστή) παραφωνία της ΦΙΦΑ του Μπλάτερ. Ωστόσο με κάτι τέτοιες επιλογές η αληθινή σημασία των βραβείων χάνεται. Ο Αργεντινός σούπερ σταρ θα πάρει και άλλα τέτοια παράσημα στην καριέρα του. Ο Σνάιντερ και ο Φορλάν ίσως να μην το καταφέρουν. Ακόμη και ο Ινιέστα. Ο οποίος να είναι ξανά τόσο καθοριστικός σε μία σεζόν μοιάζει δύσκολο. Και αυτό ακριβώς δείχνει το μέγεθος του λάθους τού να ενοποιηθούν τα βραβεία, αυτό της ΦΙΦΑ με εκείνο των δημοσιογράφων. Οταν ήταν δύο, γλιτώναμε πολλές από τις γκρίνιες, αφού μοιράζονταν οι νικητές αρκετά συχνά. Αλλά πλέον είναι αργά για να διορθωθεί η ανορθογραφία.
Tο άρθρο του Χρήστου Σωτηρακόπουλου δημοσιεύτηκε στο φυλλο της Sportday στις 10/01/2011
Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου