Ξέρετε ποιο είναι το λάθος που κάνουν συχνά οι
οπαδοί; Ότι ταυτίζονται με τις ανάγκες των ομάδων! Γράφει ο Χρήστος
Σωτηρακόπουλος.
Νοιώθουν την εξάρτηση από το αποτέλεσμα να τους πνίγει λες και είναι
αυτοί οι ιδιοκτήτες ή οι προπονητές μίας ομάδας! Και αγιοποιούμε τον
σκοπό με στόχο το να επιτευχθεί μία νίκη! Αν έρθει με μισό γκολ, με την
μπάλα στα... μνήματα, με αντιποδόσφαιρο, η αίσθηση της ανακούφισης
λυτρώνει!
Λες και η αυριανή μέρα στη ζωή εξαρτάται από το σκορ ενός ματς. Οταν λοιπόν βρεθούν παιχνίδια όπου ομάδες που δεν μας ενδιαφέρουν άμεσα, παίζουν μεταξύ τους, μας πλημμυρίζει και πάλι η ωραία προσμονή του απρόοπτου. Και κάθε χρόνο, ομολογώ πως η έναρξη του τρίτου γύρου του Κυπέλλου Αγγλίας, όπου πια μπαίνουν και οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ μου γεμίζει τις μπαταρίες. Γιατί βλέπω ομάδες να παίζουν για να κερδίσουν και όχι να μη χάσουν και επειδή αυτό το ποδόσφαιρο αγαπήσαμε κάποτε, ακριβώς γιατί ήταν πρώτιστα δημιουργικό.
Το Κύπελλο σε κάθε χώρα εδώ και χρόνια, με τη γιγάντωση του Τσάμπιονς Λιγκ αντιμετωπίζεται σαν αναγκαίο κακό. Ευτυχώς στη Βρετανία παραμένει σημαντικό κομμάτι της ζωής τους και η περσινή επικράτηση της Μάντσεστερ Σίτι (του πρώτου τροπαίου για τους πολίτες εδώ και 35 χρόνια) έδωσε νέο ενδιαφέρον στον θεσμό, ενώ το 2008 με την παρουσία της Πόρτσμουθ και της Κάρντιφ στον τελικό και τις προκρίσεις της Μπάρνσλεϊ επί Τσέλσι και Λίβερπουλ, ξαναείδαμε σκηνές που είχαμε χάσει στην πιο παλιά διοργάνωση του κόσμου, από τη δεκαετία του 70 και του 80.
Στην Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία το Κύπελλο αποτελεί ένα λόξιγκα στις λεγόμενες σοβαρές υποχρεώσεις. Αλλά για τους φλεγματικούς Βρετανούς το να αγνοήσεις τις παραδόσεις είναι ιεροσυλία. Το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι η Σίτι των Αράβων και η Τσέλσι με τα ατελείωτα ρούβλια του Αμπράμοβιτς, αλλά είναι και οι χιλιάδες οπαδοί που η κάθε Τάμγουορθ θα κουβαλήσει μαζί της στο «Γκούντισον Παρκ» κόντρα στην Εβερτον ή η κάθε Τσέλτεναμ στο Λονδίνο με την Τότεναμ παρ' ότι ξέρουν πως πιθανότατα θα φύγουν ηττημένοι! Γιατί ποδόσφαιρο είναι να μην παρατάς το ματς παρά μόνο όταν σφυρίζει ο διαιτητής τη λήξη.
Γιατί ποδόσφαιρο είναι να κοστίζει η ομάδα σου και το γήπεδο μαζί λιγότερο από ένα σταρ της Τσέλσι ή της Σίτι αλλά να παλεύεις στα ίσια και να μη χάνεις. Και ακόμη και αν λέγεσαι Λιντς Γιουνάιτεντ που κάποτε κατακτούσες τίτλους αλλά τώρα αγωνίζεσαι με την παντοδύναμη στην έδρα της Αρσεναλ να πιστεύεις πως όπως και στο «Ολντ Τράφορντ» κόντρα στη Γιουνάιτεντ πριν από δύο χρόνια μπορείς να κάνεις τη ζημιά. Σε τελική ανάλυση στη Βρετανία ποδόσφαιρο είναι να παίζεις. Και όπως σε κάθε παιχνίδι, εννοείται πως αρκετές φορές θα χάσεις και άλλες θα κερδίσεις. Πρώτα από όλα όμως πρέπει να το διασκεδάζεις!
Σαν να περπατάς δίπλα στον ήρωά σου...
Ο Σάμιουελ Μπάτλερ, ο διάσημος σατιρικός Βρετανός νουβελίστας του 19ου αιώνα, έλεγε πως όταν θέλεις να διατηρήσεις το πνεύμα ενός νεκρού δημιουργού πρέπει να τον αφήσεις να ξαναζήσει. Μέσα σου. Να τον κάνεις ένα με τον εαυτό σου. Θυμήθηκα αυτές τις κουβέντες ολοκληρώνοντας ένα από τα καλύτερα βιογραφικά βιβλία που διάβασα ποτέ, το «A Life» γραμμένο από την Claire Tomalin που αποτελεί μία ακτινογραφία της ζωής και του έργου του Τσαρλς Ντίκενς.
Σπάνια ένα βιογραφικό βιβλίο, μοιάζει με περπάτημα δίπλα σε αυτόν που αναφέρεται και μάλιστα είναι τόσο καλογραμμένο που νιώθεις πως σε κάποιες στιγμές ο αφηγητής, λαχανιάζει από τον πιο γρήγορο βηματισμό. Πρόκειται για μία εξαιρετική δουλειά που καταλαβαίνεις αμέσως πως η συγγραφέας δεν θέλησε να τη μπολιάσει με τον (λογικό) θαυμασμό της για το έργο του Βρετανού συγγραφέα, αλλά για μία προσπάθεια να περάσει μέσα από μεγεθυντικό φακό όλη την προσωπικότητά του.
Από το 1836, χρονιά που το βιβλίο του «The Pickwick papers» κατέκτησε τον αγγλόφωνο κόσμο, ο Ντίκενς έγινε ένα είδος σελέμπριτι για τα στάνταρ τα εποχής. Το 1842 μόλις πάτησε το πόδι του στην Αμερική για πρώτη φορά, έβλεπε κόσμο να τον κοιτάει με περιέργεια και να θέλει να μάθει το κάθε τι για αυτόν! Ενιωσε εγκλωβισμένος και επειδή ήθελε να περνάει απαρατήρητος αυτό τον έπνιξε! Η συγγραφέας έψαξε περίπου 14.000 γράμματα που διασώζονται και πολλά πράγματα που αναφέρονται μέσα στο βιβλίο, το πολύ όμορφο στοιχείο είναι πως η Tomalin τα αφήνει ασχολίαστα.
Υπάρχουν εκεί όλες οι διακυμάνσεις που πέρασε η σχέση του με τους δικούς του και κυρίως η αποκάλυψη μέσα από τα δικά του λόγια πως «δεν γνωρίζω τον εαυτό μου καλά οπότε δεν περιμένω κανένα να με καταλάβει» που αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο του βιβλίου. Η συγγραφέας, καταφέρνει αυτό που θα ήθελε ο οποιοσδήποτε να κάνει πράξη με τη δουλειά του, να δώσει νέα λάμψη στη ζωή ενός από τους πιο διάσημους ανθρώπους της τέχνης, όχι μέσω διάθλασης αλλά απευθείας φωτίζοντας σκοτεινά σημεία του χαρακτήρα του, στο μοναχικό μονοπάτι της ζωής του. Και μάλιστα χωρίς να αφήνει την προσωπική της λατρεία για τον Ντίκενς να επέμβει στο έργο της.
Ο Ντίκενς ως συγγραφέας δεν είναι μόνο πως άφησε πίσω του μερικά από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, όπως το «Ιστορία δύο πόλεων» το «Μεγάλες προσδοκίες», το «A Christmas Carol» πιο γνωστό στα ελληνικά ως τα «Χριστούγεννα του κυρίου Σκρουτζ», το «Ολιβερ Τουίστ» αλλά και το άκρως αυτοβιογραφικό «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ». Είναι κυρίως η δύναμη και η παραστατικότητα που είχαν οι χαρακτήρες που δημιούργησε. Και αυτό το έργο που αφήνει για αυτόν η Tomalin είναι εξαιρετικό γιατί αυτή την προσπάθεια μπορεί να την διαβάσει και κάποιος ύστερα από πενήντα ή και εκατό χρόνια που δεν ξέρει το παραμικρό για τη ζωή του Ντίκενς, παρά μόνο τα έργα του. Και αυτό μετατρέπει μία πολύ καλή δουλειά σε αληθινά διαχρονική!
Πηγή: sday.gr
Λες και η αυριανή μέρα στη ζωή εξαρτάται από το σκορ ενός ματς. Οταν λοιπόν βρεθούν παιχνίδια όπου ομάδες που δεν μας ενδιαφέρουν άμεσα, παίζουν μεταξύ τους, μας πλημμυρίζει και πάλι η ωραία προσμονή του απρόοπτου. Και κάθε χρόνο, ομολογώ πως η έναρξη του τρίτου γύρου του Κυπέλλου Αγγλίας, όπου πια μπαίνουν και οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ μου γεμίζει τις μπαταρίες. Γιατί βλέπω ομάδες να παίζουν για να κερδίσουν και όχι να μη χάσουν και επειδή αυτό το ποδόσφαιρο αγαπήσαμε κάποτε, ακριβώς γιατί ήταν πρώτιστα δημιουργικό.
Το Κύπελλο σε κάθε χώρα εδώ και χρόνια, με τη γιγάντωση του Τσάμπιονς Λιγκ αντιμετωπίζεται σαν αναγκαίο κακό. Ευτυχώς στη Βρετανία παραμένει σημαντικό κομμάτι της ζωής τους και η περσινή επικράτηση της Μάντσεστερ Σίτι (του πρώτου τροπαίου για τους πολίτες εδώ και 35 χρόνια) έδωσε νέο ενδιαφέρον στον θεσμό, ενώ το 2008 με την παρουσία της Πόρτσμουθ και της Κάρντιφ στον τελικό και τις προκρίσεις της Μπάρνσλεϊ επί Τσέλσι και Λίβερπουλ, ξαναείδαμε σκηνές που είχαμε χάσει στην πιο παλιά διοργάνωση του κόσμου, από τη δεκαετία του 70 και του 80.
Στην Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία το Κύπελλο αποτελεί ένα λόξιγκα στις λεγόμενες σοβαρές υποχρεώσεις. Αλλά για τους φλεγματικούς Βρετανούς το να αγνοήσεις τις παραδόσεις είναι ιεροσυλία. Το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι η Σίτι των Αράβων και η Τσέλσι με τα ατελείωτα ρούβλια του Αμπράμοβιτς, αλλά είναι και οι χιλιάδες οπαδοί που η κάθε Τάμγουορθ θα κουβαλήσει μαζί της στο «Γκούντισον Παρκ» κόντρα στην Εβερτον ή η κάθε Τσέλτεναμ στο Λονδίνο με την Τότεναμ παρ' ότι ξέρουν πως πιθανότατα θα φύγουν ηττημένοι! Γιατί ποδόσφαιρο είναι να μην παρατάς το ματς παρά μόνο όταν σφυρίζει ο διαιτητής τη λήξη.
Γιατί ποδόσφαιρο είναι να κοστίζει η ομάδα σου και το γήπεδο μαζί λιγότερο από ένα σταρ της Τσέλσι ή της Σίτι αλλά να παλεύεις στα ίσια και να μη χάνεις. Και ακόμη και αν λέγεσαι Λιντς Γιουνάιτεντ που κάποτε κατακτούσες τίτλους αλλά τώρα αγωνίζεσαι με την παντοδύναμη στην έδρα της Αρσεναλ να πιστεύεις πως όπως και στο «Ολντ Τράφορντ» κόντρα στη Γιουνάιτεντ πριν από δύο χρόνια μπορείς να κάνεις τη ζημιά. Σε τελική ανάλυση στη Βρετανία ποδόσφαιρο είναι να παίζεις. Και όπως σε κάθε παιχνίδι, εννοείται πως αρκετές φορές θα χάσεις και άλλες θα κερδίσεις. Πρώτα από όλα όμως πρέπει να το διασκεδάζεις!
Σαν να περπατάς δίπλα στον ήρωά σου...
Ο Σάμιουελ Μπάτλερ, ο διάσημος σατιρικός Βρετανός νουβελίστας του 19ου αιώνα, έλεγε πως όταν θέλεις να διατηρήσεις το πνεύμα ενός νεκρού δημιουργού πρέπει να τον αφήσεις να ξαναζήσει. Μέσα σου. Να τον κάνεις ένα με τον εαυτό σου. Θυμήθηκα αυτές τις κουβέντες ολοκληρώνοντας ένα από τα καλύτερα βιογραφικά βιβλία που διάβασα ποτέ, το «A Life» γραμμένο από την Claire Tomalin που αποτελεί μία ακτινογραφία της ζωής και του έργου του Τσαρλς Ντίκενς.
Σπάνια ένα βιογραφικό βιβλίο, μοιάζει με περπάτημα δίπλα σε αυτόν που αναφέρεται και μάλιστα είναι τόσο καλογραμμένο που νιώθεις πως σε κάποιες στιγμές ο αφηγητής, λαχανιάζει από τον πιο γρήγορο βηματισμό. Πρόκειται για μία εξαιρετική δουλειά που καταλαβαίνεις αμέσως πως η συγγραφέας δεν θέλησε να τη μπολιάσει με τον (λογικό) θαυμασμό της για το έργο του Βρετανού συγγραφέα, αλλά για μία προσπάθεια να περάσει μέσα από μεγεθυντικό φακό όλη την προσωπικότητά του.
Από το 1836, χρονιά που το βιβλίο του «The Pickwick papers» κατέκτησε τον αγγλόφωνο κόσμο, ο Ντίκενς έγινε ένα είδος σελέμπριτι για τα στάνταρ τα εποχής. Το 1842 μόλις πάτησε το πόδι του στην Αμερική για πρώτη φορά, έβλεπε κόσμο να τον κοιτάει με περιέργεια και να θέλει να μάθει το κάθε τι για αυτόν! Ενιωσε εγκλωβισμένος και επειδή ήθελε να περνάει απαρατήρητος αυτό τον έπνιξε! Η συγγραφέας έψαξε περίπου 14.000 γράμματα που διασώζονται και πολλά πράγματα που αναφέρονται μέσα στο βιβλίο, το πολύ όμορφο στοιχείο είναι πως η Tomalin τα αφήνει ασχολίαστα.
Υπάρχουν εκεί όλες οι διακυμάνσεις που πέρασε η σχέση του με τους δικούς του και κυρίως η αποκάλυψη μέσα από τα δικά του λόγια πως «δεν γνωρίζω τον εαυτό μου καλά οπότε δεν περιμένω κανένα να με καταλάβει» που αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο του βιβλίου. Η συγγραφέας, καταφέρνει αυτό που θα ήθελε ο οποιοσδήποτε να κάνει πράξη με τη δουλειά του, να δώσει νέα λάμψη στη ζωή ενός από τους πιο διάσημους ανθρώπους της τέχνης, όχι μέσω διάθλασης αλλά απευθείας φωτίζοντας σκοτεινά σημεία του χαρακτήρα του, στο μοναχικό μονοπάτι της ζωής του. Και μάλιστα χωρίς να αφήνει την προσωπική της λατρεία για τον Ντίκενς να επέμβει στο έργο της.
Ο Ντίκενς ως συγγραφέας δεν είναι μόνο πως άφησε πίσω του μερικά από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, όπως το «Ιστορία δύο πόλεων» το «Μεγάλες προσδοκίες», το «A Christmas Carol» πιο γνωστό στα ελληνικά ως τα «Χριστούγεννα του κυρίου Σκρουτζ», το «Ολιβερ Τουίστ» αλλά και το άκρως αυτοβιογραφικό «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ». Είναι κυρίως η δύναμη και η παραστατικότητα που είχαν οι χαρακτήρες που δημιούργησε. Και αυτό το έργο που αφήνει για αυτόν η Tomalin είναι εξαιρετικό γιατί αυτή την προσπάθεια μπορεί να την διαβάσει και κάποιος ύστερα από πενήντα ή και εκατό χρόνια που δεν ξέρει το παραμικρό για τη ζωή του Ντίκενς, παρά μόνο τα έργα του. Και αυτό μετατρέπει μία πολύ καλή δουλειά σε αληθινά διαχρονική!
Πηγή: sday.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου