«Ο
εφιάλτης του Μαραντόνα». Με αυτόν τον τίτλο είχε κυκλοφορήσει πριν από
τέσσερα χρόνια το διαφημιστικό σποτ που έδειχνε τον Ντιεγκίτο να ποζάρει
περήφανος δίπλα στο «φαινόμενο» Ρονάλντο και τον Κακά, τραγουδώντας τον
ύμνο της Βραζιλίας και φορώντας τη φανέλα της. Στη συνέχεια της
διαφήμισης, βέβαια, ο Μαραντόνα ξυπνούσε ιδρωμένος, με ένα αμάνικο της
αγαπημένης του «αλμπισελέστε». Αυτό που για πολλούς Αργεντινούς και
Βραζιλιάνους δείχνει ως εφιάλτης, δηλαδή να φορέσουν τη φανέλα της
μισητής αντιπάλου τους, έγινε πραγματικότητα από τον Άαρόν Γουέργκιφτερ.
To όνομα του δεν θυμίζει Λατινοαμερικανό και δίκαια. Η οικογένειά του έφυγε από την Ρωσία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και βρέθηκε στη Βραζιλία. Προσέβλεπαν σε ένα καλύτερο μέλλον, μακριά από εχθροπραξίες και τόσο μεγάλες δυσκολίες. Έτσι, ταξίδεψαν με πλοίο στην άλλη άκρη του κόσμου! Ο μικρός Ααρόν γεννήθηκε στο Σάο Πάολο στις 15 Αυγούστου του 1914. Όταν ήταν σε μικρή ηλικία, η οικογένειά του αποφάσισε να αλλάξει και πάλι τόπο διαμονής. Αυτή τη φορά, προορισμός ήταν η γειτονική Αργεντινή και το Μπουένος Άϊρες. Την εποχή εκείνη, οι ευκαιρίες που προσέφερε στους μετανάστες ήταν σαφώς περισσότερες.
Σε μια γειτονιά της χώρας του Τάνγκο, ο Γουέργκιφτερ ξεκίνησε να κλωτσάει από μικρός μπάλα. Τα δείγματά του ήταν εντυπωσιακά και τον Οκτώβριο του 1932, έχοντας μόλις κλείσει τα 18 του χρόνια, έκανε ντεμπούτο με τη Ρίβερ Πλέιτ, σε μία νίκη απέναντι στη Λανούς. Οι συμπαίκτες του συναντούσαν δυσκολίες στο να προφέρουν το... ευρωπαϊκό του όνομα και απλά άρχισαν να τον αποκαλούν Πέρες! Ένα καθόλα αργεντίνικο επίθετο που του έμεινε.
Ο Πέρες καπάρωσε από την αρχή φανέλα βασικού στην αριστερή πλευρά της άμυνας και έπαιξε 203 ματς, σκοράροντας 2 γκολ. Την περίοδο εκείνη, οι «Μιγιονάριος» κατέκτησαν τέσσερις τίτλους και η συμβολή του ήταν πολύ σημαντική. Δεν ήταν η τεχνική του κατάρτιση που έκανε τη διαφορά, αλλά ο «τσαμπουκάς» και το πάθος που έβγαζε μέσα στο γήπεδο, όπως και η αυταπάρνηση και ο τρόπος που δεν άφηνε τους αντιπάλους του να πάρουν... ανάσα. Ένα παλιομοδίτικο μπακ, προσηλωμένο πλήρως στα αμυντικά του καθήκοντα, που ξεσήκωνε τον κόσμο με τα τάκλιν του. Παράλληλα, ήταν πρότυπο αθλητή. Οι οπαδοί της Ρίβερ δέθηκαν μαζί του, ενώ πολλοί από αυτούς δεν έμαθαν ποτέ το «Γουέργκιφτερ». Για εκείνους ήταν ο δικός του Πέρες. Οι καλές εμφανίσεις του, έφεραν και το ενδιαφέρον της Ομοσπονδίας.
Ουσιαστικά, από τη στιγμή που την περίοδο εκείνη δεν ήταν τόσο δύσκολο να δηλωθεί ως Αργεντινός, έγινε... νατουραλιζέ παίκτης της Αλμπισελέστε! Έπαιξε στην Εθνική πέντε ματς, ενώ είχε περάσει προς αρκετό κόσμο ότι ήταν... γνήσιος Αργεντινός με το όνομα Πέρες! Ήταν μια εποχή όπου οι εθνικές ομάδες και τα παιχνίδια τους δεν είχαν τη σημερινή σημασία, ωστόσο μόνο και μόνο το ότι κατάφερε να φορέσει το εθνόσημο ήταν ένα σημαντικό επίτευγμα! Ενώ λοιπόν άλλοι από τη χώρα του δεν φαντάζονται καν τον εαυτό τους με τη φανέλα της «αιώνιας» αντιπάλου, εκείνος τη φόρεσε με τιμή. Άλλες εποχές, άλλα ήθη.
Το 1941, ωστόσο, η καριέρα του στη Ρίβερ έμελε να τελειώσει απότομα. Οι λόγοι ποτέ δεν έγιναν πλήρως γνωστοί, αλλά αυτό που βγήκε προς τα έξω ήταν ότι οι γιατροί του βρήκαν πρόβλημα στην καρδιά και «ανάγκασαν» τη διοίκηση να του κόψει τη μπάλα, θεωρώντας ότι μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένη. Ωστόσο, σύμφωνα με κάποιες άλλες πηγές, ο γιατρός... εφηύρε απλά το πρόβλημα για να τον κρατήσει εκτός, «τιμωρώντας» τον έτσι για την εβραϊκή καταγωγή του. Ο γιατρός ήταν από τους Ναζί που είχαν διαφύγει στη Λατινική Αμερική πριν το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αρκετούς προκλήθηκε εντύπωση από τον τρόπο που έτσι ξαφνικά βρέθηκε εκτός ομάδας, ενώ η ομάδα του δεν έκανε καμία προσπάθεια να τον κρατήσει, ούτε ασχολήθηκε στη συνέχεια μαζί του.
Ωστόσο, ο Γουέργκιφτερ δεν αποθαρρύνθηκε. Πήρε τα μπογαλάκια του και βρήκε ποδοσφαιρική στέγη στην Πλατένσε, παρότι γνώριζε ότι τα χρόνια των τίτλων και της Εθνικής είχαν παρέλθει οριστικά. Τα πήγε καλά και μέχρι το 1946 έπαιξε σε 112 ματς. Σταμάτησε την καριέρα του και δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με το ποδόσφαιρο, τουλάχιστον σε επαγγελματικό επίπεδο. Έμεινε όμως στην ιστορία ως ένας ποδοσφαιριστής γεννημένος στη Βραζιλία, που τελικά φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Αργεντινής! Είναι ο μόλις τρίτος ξένος που έχει παίξει με την αλμπισελέστε. Οι άλλοι δύο ήταν ο Ισπανός Πέδρο Αρίκο Σουάρες, επίσης τη δεκαετία του 30 και ο άλλος ο Παραγουανός Εριμπέρτο Κορέα, στα 70s.
To όνομα του δεν θυμίζει Λατινοαμερικανό και δίκαια. Η οικογένειά του έφυγε από την Ρωσία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και βρέθηκε στη Βραζιλία. Προσέβλεπαν σε ένα καλύτερο μέλλον, μακριά από εχθροπραξίες και τόσο μεγάλες δυσκολίες. Έτσι, ταξίδεψαν με πλοίο στην άλλη άκρη του κόσμου! Ο μικρός Ααρόν γεννήθηκε στο Σάο Πάολο στις 15 Αυγούστου του 1914. Όταν ήταν σε μικρή ηλικία, η οικογένειά του αποφάσισε να αλλάξει και πάλι τόπο διαμονής. Αυτή τη φορά, προορισμός ήταν η γειτονική Αργεντινή και το Μπουένος Άϊρες. Την εποχή εκείνη, οι ευκαιρίες που προσέφερε στους μετανάστες ήταν σαφώς περισσότερες.
Σε μια γειτονιά της χώρας του Τάνγκο, ο Γουέργκιφτερ ξεκίνησε να κλωτσάει από μικρός μπάλα. Τα δείγματά του ήταν εντυπωσιακά και τον Οκτώβριο του 1932, έχοντας μόλις κλείσει τα 18 του χρόνια, έκανε ντεμπούτο με τη Ρίβερ Πλέιτ, σε μία νίκη απέναντι στη Λανούς. Οι συμπαίκτες του συναντούσαν δυσκολίες στο να προφέρουν το... ευρωπαϊκό του όνομα και απλά άρχισαν να τον αποκαλούν Πέρες! Ένα καθόλα αργεντίνικο επίθετο που του έμεινε.
Ο Πέρες καπάρωσε από την αρχή φανέλα βασικού στην αριστερή πλευρά της άμυνας και έπαιξε 203 ματς, σκοράροντας 2 γκολ. Την περίοδο εκείνη, οι «Μιγιονάριος» κατέκτησαν τέσσερις τίτλους και η συμβολή του ήταν πολύ σημαντική. Δεν ήταν η τεχνική του κατάρτιση που έκανε τη διαφορά, αλλά ο «τσαμπουκάς» και το πάθος που έβγαζε μέσα στο γήπεδο, όπως και η αυταπάρνηση και ο τρόπος που δεν άφηνε τους αντιπάλους του να πάρουν... ανάσα. Ένα παλιομοδίτικο μπακ, προσηλωμένο πλήρως στα αμυντικά του καθήκοντα, που ξεσήκωνε τον κόσμο με τα τάκλιν του. Παράλληλα, ήταν πρότυπο αθλητή. Οι οπαδοί της Ρίβερ δέθηκαν μαζί του, ενώ πολλοί από αυτούς δεν έμαθαν ποτέ το «Γουέργκιφτερ». Για εκείνους ήταν ο δικός του Πέρες. Οι καλές εμφανίσεις του, έφεραν και το ενδιαφέρον της Ομοσπονδίας.
Ουσιαστικά, από τη στιγμή που την περίοδο εκείνη δεν ήταν τόσο δύσκολο να δηλωθεί ως Αργεντινός, έγινε... νατουραλιζέ παίκτης της Αλμπισελέστε! Έπαιξε στην Εθνική πέντε ματς, ενώ είχε περάσει προς αρκετό κόσμο ότι ήταν... γνήσιος Αργεντινός με το όνομα Πέρες! Ήταν μια εποχή όπου οι εθνικές ομάδες και τα παιχνίδια τους δεν είχαν τη σημερινή σημασία, ωστόσο μόνο και μόνο το ότι κατάφερε να φορέσει το εθνόσημο ήταν ένα σημαντικό επίτευγμα! Ενώ λοιπόν άλλοι από τη χώρα του δεν φαντάζονται καν τον εαυτό τους με τη φανέλα της «αιώνιας» αντιπάλου, εκείνος τη φόρεσε με τιμή. Άλλες εποχές, άλλα ήθη.
Το 1941, ωστόσο, η καριέρα του στη Ρίβερ έμελε να τελειώσει απότομα. Οι λόγοι ποτέ δεν έγιναν πλήρως γνωστοί, αλλά αυτό που βγήκε προς τα έξω ήταν ότι οι γιατροί του βρήκαν πρόβλημα στην καρδιά και «ανάγκασαν» τη διοίκηση να του κόψει τη μπάλα, θεωρώντας ότι μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένη. Ωστόσο, σύμφωνα με κάποιες άλλες πηγές, ο γιατρός... εφηύρε απλά το πρόβλημα για να τον κρατήσει εκτός, «τιμωρώντας» τον έτσι για την εβραϊκή καταγωγή του. Ο γιατρός ήταν από τους Ναζί που είχαν διαφύγει στη Λατινική Αμερική πριν το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αρκετούς προκλήθηκε εντύπωση από τον τρόπο που έτσι ξαφνικά βρέθηκε εκτός ομάδας, ενώ η ομάδα του δεν έκανε καμία προσπάθεια να τον κρατήσει, ούτε ασχολήθηκε στη συνέχεια μαζί του.
Ωστόσο, ο Γουέργκιφτερ δεν αποθαρρύνθηκε. Πήρε τα μπογαλάκια του και βρήκε ποδοσφαιρική στέγη στην Πλατένσε, παρότι γνώριζε ότι τα χρόνια των τίτλων και της Εθνικής είχαν παρέλθει οριστικά. Τα πήγε καλά και μέχρι το 1946 έπαιξε σε 112 ματς. Σταμάτησε την καριέρα του και δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με το ποδόσφαιρο, τουλάχιστον σε επαγγελματικό επίπεδο. Έμεινε όμως στην ιστορία ως ένας ποδοσφαιριστής γεννημένος στη Βραζιλία, που τελικά φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής Αργεντινής! Είναι ο μόλις τρίτος ξένος που έχει παίξει με την αλμπισελέστε. Οι άλλοι δύο ήταν ο Ισπανός Πέδρο Αρίκο Σουάρες, επίσης τη δεκαετία του 30 και ο άλλος ο Παραγουανός Εριμπέρτο Κορέα, στα 70s.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου