Η πρεμιέρα ανέδειξε το... πλεονέκτημα του Φερέιρα, έναν 19χρονο που έκανε πάταγο και τους καλούς ποδοσφαιριστές να διαψεύδουν δικαιολογίες περί προσαρμογής. Από... Νασρί μέχρι Ζεκά ως το αντιπαράδειγμα του Τοτσέ.
Το μεγαλύτερο αβαντάζ κάθε καλού ξένου προπονητή είναι ακριβώς αυτό. Ότι είναι ξένος. Δεν ξέρει τη γλώσσα, δεν καταλαβαίνει τι γράφεται, τι ακούγεται. Αν είναι έξυπνος και έχει ικανότητες, τότε το να ζει στον κόσμο του και όχι στον... κόσμο των Ελλήνων οπαδών, είναι ό,τι καλύτερο.
Ο Ομπράντοβιτς θα αποτελεί το πιο διαχρονικό παράδειγμα ever. Αν ήταν Έλληνας ή μάθαινε ελληνικά, θα είχε αλλοιωθεί έστω και λίγο. Δεν διαβάζει site ή εφημερίδες, δεν ρωτάει για να μάθει πέρα από τα βασικά. Επόμενο παράδειγμα ο Βαλβέρδε. Κάνει τα δικά του. Καλώς ή κακώς, δεν αφουγκράζεται τον κόσμο, εφαρμόζει το δικό του σύστημα, έχει τις δικές του επιλογές και τέρμα. Δεν δίνει λογαριασμό πουθενά εκτός από το αποτέλεσμα. Όταν όλοι έβριζαν για τον Φουστέρ, όταν όλοι φώναζαν γιατί ο μπασκετικός Παναθηναϊκός πάει χωρίς σέντερ ή κάποτε χωρίς Αμερικανούς ΝΒΑερ, εκείνοι τραβούσαν τη δική τους ρότα. Ποιος δικαιώθηκε, ξέρουμε όλοι πια.
Ο πρόλογος αφορά τον Φερέιρα. Η επιλογή του να αφήσει στον πάγκο Λέτο, Νίνη, Κατσουράνη έβαζαν το κεφάλι του στη λαιμητόμο. Σε έναν Παναθηναϊκό που προέρχεται από τέτοια στραπάτσα, μια πιθανή αποτυχία στην Κέρκυρα, με αυτή την 11άδα δεν χρειάζεται συζήτηση σε ποιον θα χρεωνόταν. Ο Πορτογάλος έκανε το δικό του. Είχε τους λόγους του. Δεν σκέφτηκε «τι θα γίνει αν...» όπως θα έκανε κάποιος που είχε πλήρη επίγνωση της ελληνικής ποδοσφαιρικής κουλτούρας (της ποιας;).
Είναι η ίδια ποδοσφαιρική λογική που επιτάσσει ότι σώνει και ντε όλοι οι ποδοσφαιριστές χρειάζονται χρόνο για να δούμε τι ψάρια πιάνουν. Ε, αυτοί που έχουν κλάση δεν χρειάζονται καθόλου. Τι προσαρμογή να θες αν είσαι ο Φάμπρεγας; Λάθος πάσα δεν έχει κάνει ακόμα μετά από δύο ματς με τη Μπάρτσα, συνέβαλλε στην κατάκτηση δύο τίτλων, έβαλε γκολ στον τελικό με την Πόρτο. Ο Νασρί; Φόρεσε τη φανέλα, μπήκε, έπαιξε, τρεις ασίστ, αντίο ζωή. Ο Αγουέρο στα πρώτα 10 λεπτά που φόρεσε τη φανέλα της Σίτι έκανε όργια και τώρα έχει τρία γκολ σε δύο ματς.
Ασφαλώς και κάθε άνθρωπος σε μια καινούργια δουλειά, σε ένα νέο γραφείο θα γίνεται χρόνο με τον χρόνο καλύτερος. Η κλάση όμως, δεν κρύβεται. Και στο ρημάδι το ποδόσφαιρο αρκεί να δει κάποιος τα τρεξίματα ή τα αγγίγματα ενός παίκτη για να δει αν το κατέχει ή όχι.
Ποιος είδε πρώτη φορά τον Βιεϊρίνια στον ΠΑΟΚ και δεν κατάλαβε ότι... κάτι καλό υπάρχει εδώ; Κάθε εμφάνισή του αποδεικνύει πια πως το παιδί δεν είναι για τα μέρη μας. Κι αν έχει την υγειά του, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να μείνει σε μια καλή ελληνική ομάδα ενός ξεφτισμένου πρωταθλήματος.
Χρειάστηκε να παίξει πέντε επίσημα ματς ο Μιραλάς για να καταλάβουν όλοι τι πάστα παίκτη είναι;
Ένα νέο και... ωραίο φρούτο είναι κι ο Ζεκά. Αστείρευτη ενέργεια, τρεξίματα, πολυθεσίτης, τεχνική, νεύρο. Δεν χρειάζεται να δεις δέκα ματς για να τον τσεκάρεις. Τότε μπορείς να τον κρίνεις για την προσωπικότητά του, τη νοοτροπία του, τη διάρκειά του. Το τόπι πάντως, το ξέρει. Δεν είναι για τη... Γιουνάιτεντ, ίσως όχι και για την Πόρτο. Αλλά είναι σύγχρονος ποδοσφαιριστής, δεν είναι για το «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα».
Όπως το αντίθετο, ισχύει για τον Τοτσέ. Αργός σαν τον Επιτάφιο, αν δεν βάζει και γκολ και δε συμμετέχει και στο παιχνίδι, η ύπαρξή του είναι χωρίς νόημα.
Ο Ζεκά ήταν ξεκάθαρα επιλογή του προπονητή του. Ο Τοτσέ ποιου επιλογή ήταν; Διότι ο Φερέιρα είχε ζητήσει τον Νούνο Γκόμεζ... Με έναν σέντερ φορ και έναν Κάστρο, οι πράσινοι ίσως είχαν πιθανότητες παίζοντας μια φορά την εβδομάδα σε αυτό το αστείας δυναμικότητας ελληνικό πρωτάθλημα όπου αν και τρύπιοι αμυντικά δεν δέχθηκαν μια σοβαρή ευκαιρία...
ΥΓ. Αν υπάρχει πάντως κάποιος που έκλεψε τις εντυπώσεις στην πρεμιέρα - εκτός από τους διαιτητές που έβγαλαν και τα πέντε ματς χωρίς κρίσιμα λάθη – είναι ο Παναγιώτης Βλαχοδήμος. Ποιος είναι αυτός; Ο 19χρονος έπαιζε στη δεύτερη ομάδα της Στουτγκάρδης και γλέντησε στην Τούμπα όποιον αντίπαλο έβρισκε μπροστά του. Η εμφάνισή του ήταν εκκωφαντική και σε θέση ακραίου επιθετικού που σπάνια παράγουμε ως χώρα ταλέντα. Αξίζει να τον ξαναδούμε...
πηγή: gazzetta.gr