Ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει για το Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων και τη... δεύτερη ομάδα του μετά την Ελλάδα, το Ιράκ.
Βλέπω πολύ U-20. Πιο πολύ από Confederations. ‘Η και από ευρωπαϊκό U-21.
Είναι, θεωρώ, πιο ενημερωτικό. Επιμορφωτικό. Αφορά πράγματα που δεν
ξέρουμε, όχι πράγματα που λίγο-πολύ τα γνωρίζουμε. Το κάνω πάντοτε, ανά
διετία, όποτε βοηθά η ώρα και η τηλεόραση. Η αγαπημένη μου «μικρή»
διοργάνωση. Σου δίνει χρηστικές πληροφορίες. Μαθαίνεις. Παίρνεις μια
ιδέα, τι κινείται και τι έρχεται στην παγκόσμια σκηνή. Σ’ αυτό το
Μουντιάλ, η ώρα με την Τουρκία είναι κοινή. Και το Eurosport παρέχει ενδελεχή κάλυψη. Η καλύτερή μου.
Ενας παραπανίσιος λόγος, εφέτος,
φυσικά είναι η παρθενική ελληνική συμμετοχή. Ημουν περίεργος, παρά
αισιόδοξος. Να τους δω στο επίπεδο-FIFA.
Να ‘ναι καλά τα παιδιά και το επιτελείο, ένα χρόνο μετά, επιβεβαίωσαν
και εδώ το περσινό ασημένιο ευρωπαϊκό μετάλλιο στην Εσθονία. Αναμένεται,
οσονούπω, η κοινή δήλωση της απολογίας τους για την αλυσσιδωτή
επιτυχία. Ως οφείλει, κατά παράδοσιν, να πράττει καθένας Ελληνας που,
στο πεδίο του, ξεμυτίζει πάνω απ’ τον μέσον όρο. Αλλά, πέρα απ’ την
Ελλάδα, σ’ αυτό το τουρνουά βρήκα και τη…δεύτερη ομάδα μου. Αν μιλάμε
για αληθινό success story!
Ιράκ,
εννοείται. Κατ’ αρχήν, τους χαζεύω και γυρίζω μερικά χρόνια πίσω, σε
μια απ’ τις πιο αδρές εικόνες που μου εντυπώθηκαν το καλοκαίρι του 2004
στην Αθήνα. Δεκαπενταύγουστος ανήμερα, Ιράκ-Κόστα Ρίκα στο Καραϊσκάκη.
Με 15.000 θεατές! Ενας ωραιότατος χαμός. Οι Ιρακινοί είχαν μπει στους
Ολυμπιακούς Αγώνες μ’ ένα τρελό 4-2 εις βάρος των ανυποψίαστων
Πορτογάλων (Μπρούνο Αλβες, Ντάνι, Ραούλ Μεϊρέλες, Κριστιάνο Ρονάλντο,
Ρικάρντο Κόστα) στην Πάτρα. Ο ενθουσιασμός είχε διαπεράσει, ως το
μεδούλι, όλους τους εν Αθήναις Ιρακινούς μετανάστες και λαθρομετανάστες.
Η αργία, τα πάντα κλειστά, ήταν η ευκαιρία τους.
Αυτός, με την Κόστα Ρίκα, ήταν ο δεύτερος
αγώνας της ομάδας στον όμιλο. Νίκησαν και σ’ αυτόν, 2-0. Μπήκε ένα γκολ
κατά τα μέσα του β’ ημιχρόνου, όρμησαν εκατοντάδες μες στον αγωνιστικό
χώρο, χόρευαν, αγκάλιαζαν τους παίκτες, δεν πείραζαν κανένα, σε δυο-τρία
λεπτά ανέβηκαν πάλι, πίσω, στην κερκίδα. Όπως θα έκαναν στο χωριό τους.
Διαιτητές, αντίπαλοι, σεκιούριτι, ουδέτεροι, έμειναν άναυδοι.
Χαμογελαστοί άναυδοι. Με το που ανέβηκαν οι Ιρακινοί στην κερκίδα,
μπαίνει και το δεύτερο. Ξανά, μέσα! Χοροί, αγκαλιές, σημαίες, τα πάντα
«εν ειρήνη». Ένα αλησμόνητο δεκάλεπτο, ή κάπου τόσο, φολκλορικού χάους.
Μια εθνική γιορτή. Μια διαφυγή.
Η υπόθεση δεν ήταν φολκλόρ, μόνον. Το
φολκλόρ, οι διοργανωτές το αντιμετώπισαν με συγκατάβαση. Μια αναγνώριση
της εξαιρετικής ιδιαιτερότητας. Ουδείς έβαλε ζήτημα ποινής. Η υπόθεση,
όμως, είχε και το αμιγώς ποδοσφαιρικό σκέλος της. Είχαν πολύ καλούς
ποδοσφαιριστές. ‘Η, έστω, πολύ καλούς συμπαίκτες. Την επομένη, στην
εφημερίδα, όχι για να διεκδικήσω βραβείο παραδοξογραφίας, απλώς επειδή
είχα δει με τα μάτια μου και πίστεψα, σχολίασα ότι αν ήμουν πρόεδρος
ΠΑΕ, ένα ή δύο απ’ όσους είδα θα τους έπαιρνα. Οι ίδιοι, θα μου έπαιζαν.
Οι δε συμπατριώτες τους, θα μου γέμιζαν το γήπεδο. Ελεγα ότι αν υπάρχει
στην πιάτσα ο ένας που θα σκεφτεί να το κάνει, αυτός ήταν ο Θωμάς
Μητρόπουλος για το Αιγάλεω. Εκείνο το καλοκαίρι, ετοιμαζόταν για Κύπελλο
UEFA…
Ο Θωμάς δεν ψώνισε. Ούτ’ ο Μπέος, για τον
Πανιώνιο. Αυτό δεν είναι κριτική. Και που δεν ψώνισαν, πάλι το Αιγάλεω
έπαιξε, όπως και ο Πανιώνιος την ίδια εκείνη χρονιά, σε όμιλο Κυπέλλου UEFA.
Οι Ιρακινοί, στο μεταξύ, έφυγαν απ’ την Αθήνα για τις άλλες ολυμπιακές
πόλεις. Προχώρησαν, στο τουρνουά, όσο φαινόταν ότι θα προχωρήσουν.
Εφτασαν ένα γκολ μακρυά απ’ το βάθρο. Κατέληξαν, απίστευτο, στην 4η
θέση! Σήμερα, κοντά μια δεκαετία έκτοτε, στην Τουρκία μπορούμε να δούμε
ποιους ενέπνευσαν οι ήρωες του 2004. Είναι βέβαιον πως το δικό τους
έπος έβλεπαν, αν είχαν την πολυτέλεια κάποιας τηλεόρασης στη Βαγδάτη ή
στην ενδοχώρα, οι σημερινοί ήρωες. Τότε, παιδιά οκτώ-εννέα-δέκα ετών.
Παιδιά που γεννήθηκαν την εποχή των κυρώσεων και της εισβολής, της
πτώσης και της εκτέλεσης του Σαντάμ, του χάους μετέπειτα.
Παιδιά που στον ρημαγμένο τόπο τους,
προφανώς δεν βρήκαν πουθενά υποδομές, στήριξη και τεχνογνωσία, για να
διοχετεύσουν και ν’ αναπτύξουν το χάρισμά τους. Προκύπτει, όμως, ότι η
φλόγα είναι πάνω απ’ τις υποδομές. Η μεγάλη Εθνική, ακόμη και τώρα, δεν
παίζει καν στη Βαγδάτη. Παίζει, σαν εξόριστη, στη Ντόχα. Την πρωτεύουσα
του Κατάρ. Ετυχε να δω πριν δύο εβδομάδες στο Eurosport,
με εκατό χιλιάδες κόσμο απέναντί τους, πώς οι Ανδρες του Ιράκ έβγαλαν
την πίστη ανάποδα στους Αυστραλούς, προτού γονατίσουν στο Σίντνεϊ,
αδιάφοροι οι ίδιοι, στο τελευταίο δεκάλεπτο του ματς της πρόκρισης της
Αυστραλίας στο Μουντιάλ 2014.
Μετά, στο σάιτ της FIFA,
έκανα κλικ στα ονόματα των Ιρακινών για να δω ηλικίες. Ηταν ’92, ’93,
’94, ’95, ’96. Συνειδητοποίησα ότι, ενόσω οι άλλες ομάδες του U-20 έδιναν φιλικά, αυτοί έκαναν προετοιμασία για το U-20…παίζοντας
στην Ανδρών! Κανα-δυο, τώρα που τους είδα στην Τουρκία, τους θυμήθηκα
αμέσως. Το νούμερο-11, ιδίως. Ξανακοίταξα. Ενενηνταεξάρης! Στην Τουρκία,
στα γκολ του Ιράκ οι θεατές δεν μπουκάρουν, όπως Αθήνα 2004, πλέον.
Στέκονται στην κερκίδα, κάνουν τον σαματά τους, μάλλον εκπολιτίστηκαν…
Αλλ’ η ομάδα τους παίζει με τον ίδιον
ερασιτεχνικό αυθορμητισμό, όπως τότε. Είναι μαχητές που ξέρουν ν’
αψηφούν. Πρόθυμοι για την αυτοθυσία. Τρώνε γκολ και «δεν καταλαβαίνουν».
Πώς να καταλαβαίνουν; Κάποτε, ενδεχομένως, έτρωγαν βόμβες και έμαθαν να
μη καταλαβαίνουν. Οπότε, τα γκολ δεν μπορεί να είναι πρόβλημα. Ενας
καθρέφτης του ταμπεραμέντου του ιρακινού λαού. Μια ευδιάκριτη «ιερότητα»
στο παιγνίδι τους. Μια διαφορετική «αίσθηση σκοπού». Ισως γι’ αυτό
είναι, εν τέλει, τόσο καλοί συμπαίκτες.
Αποφεύγω, τούτη τη φορά, τον πειρασμό να
επαναφέρω την ιδέα για τα ψώνια των ελληνικών ΠΑΕ εν καιρώ κρίσεως. Προς
το παρόν, αφού κανείς τους δεν παίζει στο εξωτερικό, δεν διαθέτουμε
πειστήριο ότι οι Ιρακινοί μπορούν να είναι, εκτός από αλληλέγγυοι
συμπολεμιστές, και καλοί ποδοσφαιριστές, ο καθένας ξεχωριστά απ’ τους
υπόλοιπους, κάπου μακρυά απ’ την πατρίδα…
Πηγή: gazzetta.gr