Γράφει Δημήτρης Μπούζας
Άκουσα με προσοχή στην εκπομπή του Γιώργου Μπούζου, με αφορμή
τα έκτροπα της Λεωφόρου, τον υπεύθυνο για τον αθλητισμό Υφυπουργό της
νέας Κυβέρνησης, να επιχειρηματολογεί περί των προθέσεων και των πρώτων
αποφάσεων του Πρωθυπουργού αλλά και του ιδίου, σχετικά με το τεράστιο
και διαχρονικά άλυτο πρόβλημα της βίας. Ήρεμος, ευγενέστατος, πολύ καλός
χειριστής του λόγου ο κύριος Κοντονής δεν άφησε αναπάντητη καμία
ερώτηση του ραδιοφωνικού παραγωγού, ούτε και του παρεμβαίνοντος Κυριάκου
Θωμαΐδη. Η συζήτηση σαφέστατα ήταν άκρως ενδιαφέρουσα.
Δυστυχώς όμως δεν κατέληξε σε κάποια συγκροτημένη θέση και άποψη του
Υφυπουργού, ο οποίος μάλιστα και σε κάποια στιγμή ενεπλάκη και στο
πολυδαίδαλο «τεκμήριο της αθωότητας», προσπαθώντας να δώσει τη δική του
εξήγηση για τους λόγους που οι κατηγορούμενοι στην εγκληματική οργάνωση
συνεχίζουν να «διαφεντεύουν» τον χώρο. Είναι αλήθεια ότι στο σημείο αυτό
«χάθηκε κάπως η μπάλα» και ότι δεν υπήρξε ούτε μία αναφορά στο τεράστιο
ηθικό θέμα που προκύπτει, τη στιγμή κατά την οποία οι κατηγορούμενοι
για βαρύτητα αδικήματα (ακόμη και για κακουργήματα) συνεχίζουν να
διατηρούν τις θέσεις, τους ρόλους τους και να αποφασίζουν αλλά και να
διαχειρίζονται τα πάντα στον χώρο και σ’ ένα άθλημα που το εξαθλίωσαν
στη κυριολεξία με τη δράση τους. Σαφέστατα αποδεκτό το τεκμήριο της
αθωότητας. Να το σεβαστούμε. Όταν όμως αυτό αφορά και προστατεύει άτομα
που δεν συναισθάνονται τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους απέναντι στη
κοινωνία και στον εαυτό τους (πολλά και αυτονόητα πράγματα), τότε αυτό
το τεκμήριο δεν έχει καμία χρησιμότητα.
Ο κατηγορούμενος για εγκληματικές πράξεις θα πρέπει να φροντίζει ο
ίδιος να διασφαλίζει και να υπερασπίζεται αυτό το τεκμήριο. Κάτι τέτοιο
όμως δεν συμβαίνει με το να παραμένει ακλόνητος σε θέσεις ευθύνης, από
τις οποίες διέπραξε κακουργήματα κατά το εισαγγελικό πόρισμα. Τι θα
περίμενε κανείς από αυτούς που το επικαλούνται; Το πιο απλό και έντιμο.
Τη παραίτησή τους έως το τέλος της δίκης, από το αποτέλεσμα της οποίας
υπάρχει η πιθανότητα και να αθωωθούν. Έως πότε όμως θεωρούν ηθικό και
έντιμο (γιατί νόμιμο μπορεί να είναι), στο μεγάλο διάστημα μιας δίκης
που στην Ελλάδα προχωρά με ταχύτητες χελώνας, το να διαχειρίζονται από
θέσεις χρέους, ισχύος και ευθύνης, το θεσμικό πλαίσιο – και όχι μόνο –
ενός αθλήματος το οποίο οδήγησαν στη λάσπη και στην απαξίωση; Στη
περίπτωση τη δική τους, το τεκμήριο της αθωότητας ακυρώνεται από τους
ίδιους. Επανερχόμενος όμως στην ενδιαφέρουσα συζήτηση που έγινε στο
Μετρόπολις με τον κύριο Κοντονή, οφείλω να ομολογήσω ότι σε κάποια
στιγμή ένιωσα τον πειρασμό για μία παρέμβαση. Θα ήθελα να πάρω μια
απάντηση σε κάτι πολύ απλό, αλλά που περνάει απαρατήρητο και για το
οποίο χρόνια οι Έλληνες φίλαθλοι έχουν τις απορίες και τα ερωτηματικά
τους. Θα ζητούσα από τον νέο Υφυπουργό να μου δώσει μία εξήγηση, τι
πιστεύει ότι είναι αυτό που χρόνια τώρα κάνει τις ελληνικές Κυβερνήσεις
να αποφεύγουν την εφαρμογή μιας επιτυχημένης «συνταγής» των μέτρων της
Σιδηράς κυρίας της Βρετανίας; Κι αν επίσης και ο ίδιος διακατέχεται από
τις ίδιες επιφυλάξεις και φοβίες. Όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου μέχρι
τώρα, απέφυγαν να εφαρμόσουν την μέθοδο Θάτσερ αφήνοντας ελεύθερο το
πεδίο στους ανεγκέφαλους εγκληματίες που διέλυσαν τα πάντα στον χώρο του
ποδοσφαίρου.
Αλήθεια, υπάρχει καμιά λογική εξήγηση και απάντηση σε αυτό; Όταν
έχεις μπροστά σου κάτι που πέτυχε θεαματικά και ουσιαστικά αποτελέσματα,
το κλωτσάς και το αποφεύγεις όπως ο διάβολος το λιβάνι; Και αντ’ αυτού
να επιστρατεύονται ημίμετρα με τις κλασικές και αναποτελεσματικές
προσεγγίσεις. Οι Έλληνες πολιτικοί δείχνουν μια αποστροφή προς τη…
Θάτσερ, η οποία μέχρι χθες τουλάχιστον, μένει αναπάντητη.
*Πηγή: metrosport.gr*
Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου