Αν
κανείς δεχθεί ως αξίωμα ότι οι υπουργοί ξεκινούν να λειτουργούν με
αφετηρία τα πιο σημαντικά, οδηγείται στην εκτίμηση ότι ο υφυπουργός
Αθλητισμού Σταύρος Κοντονής αντιλαμβάνεται ως σημαντικό το πρόβλημα που
δημιουργούν ή δεν λύνουν τα media στον αθλητισμό. Λογικά γι' αυτό έβαλε
στην ατζέντα του την σημερινή συνάντησή του με αντιπροσωπεία του
διοικητικού συμβουλίου του ΠΣΑΤ, ο οποίος – θεωρητικά – είναι ο
σύνδεσμος των αθλητικών συντακτών.
“Ήθελα να συναντηθώ με αντιπροσωπεία του ΠΣΑΤ για να δώσουμε μέσω του Συνδέσμου ένα μήνυμα κατά της βίας ενόψει των ντέρμπι που έρχονται σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Αναμένω μία πιο συνετή αντιμετώπιση από την πλευρά των αθλητικών συντακτών σε όσα διαμείβονται καθημερινά στον χώρο του ποδοσφαίρου –και όχι μόνο- με στόχο την επικράτηση της κοινής λογικής και του ήρεμου κλίματος, στοιχεία απαραίτητα για την καταπολέμηση βίαιων ενεργειών εντός και εκτός αθλητικών χώρων” ήταν η κεντρική, γραπτή τοποθέτηση του Κοντονή για να υπογραμμίσει τον συμβολισμό της επιλογής του για αυτή τη συνάντηση μέσα στις πρώτες μέρες της ζωής του ως υφυπουργός Αθλητισμού, εξηγώντας ότι “στόχος της Κυβέρνησης είναι να συναντήσει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και ν’ ακούσει τις απόψεις τους, προτού καταλήξει σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο αντιμετώπισης της οπαδικής βίας, εξαιτίας της οποίας έχουν χαθεί ανθρώπινες ζωές”.
Καλά το σκέφτηκε ο Υφυπουργός. Και καλά έκανε και έβαλε τους αθλητικούς δημοσιογράφους και τα media στην αρχή αυτής της συζήτησης. Διότι το δικό μας μερίδιο είναι μεγάλο. Το κακό όμως είναι ότι αυτό το πρόβλημα, που δημιουργούν, διογκώνουν ή δεν λύνουν τα media, θα παραμείνει άλυτο. Η ιστορία των τελευταίων περίπου 20 ετών διδάσκει ότι τα media όχι απλώς δεν βοηθούν, αλλά στην πραγματικότητα κάνουν το πρόβλημα ολοένα μεγαλύτερο. Διότι από την εποχή της ... απελευθέρωσης του επαγγέλματος με την εμφάνιση της ψηφιακής δημοσιογραφίας, η οποία πολλαπλασίασε τα Μέσα, στήθηκαν αμέτρητες βιοτεχνίες παραγωγής φτηνής οπαδικής φανατικής τροφής, από τις οποίες σιτίζονται καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες.
Θα μπορούσε να λυθεί το πρόβλημα; Στην Ελλάδα του 2015 όχι. Με τίποτα.
Πάνε χρόνια, περί τα 20, από τότε που η δημοσιογραφική Ελλάδα μπέρδεψε τη δημοσιογραφία με το φτηνό οπαδιλίκι. Πάνε τουλάχιστον 20 χρόνια από τότε που εμφανίστηκαν επαγγελματίες οπαδοί με παράλληλη δημοσιογραφική ιδιότητα, οι οποίοι κάνουν εμπόριο οπαδισμού και παράγουν φανατισμό. Πάνε χρόνια, περίπου 20, από τότε που οι μεγαλομέτοχοι διαφόρων ΠΑΕ βρήκαν την άκρη και τον δρόμο για να χρηματοδοτήσουν, να ταΐσουν, να ελέγξουν, να επηρεάσουν, να φοβίσουν, να χτυπήσουν την αθλητική δημοσιογραφία. Κι ήρθε μετά και η κρίση για να τα ισοπεδώσει όλα, και να βάλει τα media στην εποχή της πορνείας.
Σε μια χώρα με αυτό το επίπεδο δημοσιογραφίας, της οποίας το ... μεγαλείο αναδείχθηκε στην προεκλογική και συνεχίζει να αναδεικνύεται στην μετεκλογική περίοδο, το πρόβλημα της αθλητικής δημοσιογραφίας και των συνεπειών της για την ελληνική κοινωνία μοιάζει ασήμαντο, έως και μηδαμινό. Ακόμη όμως και αν μια κυβέρνηση το αντιλαμβανόταν ως μείζον και έβαζε στόχο να το λύσει, θα έκανε μια τρύπα στο νερό. Διότι στην σημερινή εποχή αυτή η ευκαιρία έχει οριστικά χαθεί. Τώρα πια ουδείς στον πλανήτη μπορεί να αλλάξει τις προδιαγραφές της λειτουργίας και της συμπεριφοράς των δημοσιογράφων και “δημοσιογράφων”. Διότι δεν υπάρχει καθεστώς αδειοδότησης στην λειτουργία ενός Μέσου. Ενα Μέσο δημιουργείται σε δευτερόλεπτα, παράγει κείμενα, εικόνα και ήχο με μηδαμινά έξοδα, βρίσκεται στον ψηφιακό “αέρα” με μηδαμινό κόστος, διατηρεί – εφόσον το επιδιώκει – την ανωνυμία του πραγματικού ιδιοκτήτη του. Δηλαδή... μην ασχολείστε.
Και τώρα τι; Στην πραγματικότητα ο μόνος που μπορεί να περιορίσει – αλλά σίγουρα όχι να λύσει – το πρόβλημα είσαι εσύ. Αν εσύ γίνεις πιο αυστηρός στις επιλογές σου μπορείς να αλλάξεις τα media. Αν απορρίψεις αυτά που αντιλαμβάνεσαι ως “ελεγχόμενα” ή “κατευθυνόμενα”, θα συρρικνώσεις τη δύναμή τους. Αν αποφασίσεις να γυρίσεις την πλάτη, να κλείσεις μάτια και αυτιά σε media με – φανερούς ή κρυφούς – ιδιοκτήτες και χρηματοδότες τους μεγαλομετόχους ΠΑΕ, θα τους χαμηλώσεις την ένταση της φωνής, θα τα βάλεις στο mute. Αν εσύ αποφασίσεις να κάνεις τον διαχωρισμό ανάμεσα στους δημοσιογράφους που εμπιστεύεσαι και δεν εμπιστεύεσαι, ανάμεσα σε αυτούς που διαβάζεις και δεν διαβάζεις, ακούς και δεν ακούς, βλέπεις και δεν βλέπεις, θα αλλάξεις το σκηνικό. Διότι στο 2015, που όλα είναι έως και απολύτως μετρήσιμα, εσύ είσαι που ορίζεις την απήχηση των Μέσων και αυξομειώνεις την εμπορική δύναμή τους και το volume της επιρροής τους.
Αν εσύ δεν απαιτήσεις με την καθημερινή συμπεριφορά σου ως “καταναλωτής δημοσιογραφικού περιεχομένου” από τα media να αλλάξουν, μη περιμένεις ποτέ από κανέναν υπουργό, πρωθυπουργό, πρόεδρο, πλανητάρχη να λύσει το πρόβλημα. Θα συνεχίσεις στο “άγομαι και φέρομαι” mode λειτουργίας της τελευταίας 20ετίας. Και δεν θα μας φταίει κανένας υπουργός και καμιά κυβέρνηση γι' αυτό.
“Ήθελα να συναντηθώ με αντιπροσωπεία του ΠΣΑΤ για να δώσουμε μέσω του Συνδέσμου ένα μήνυμα κατά της βίας ενόψει των ντέρμπι που έρχονται σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Αναμένω μία πιο συνετή αντιμετώπιση από την πλευρά των αθλητικών συντακτών σε όσα διαμείβονται καθημερινά στον χώρο του ποδοσφαίρου –και όχι μόνο- με στόχο την επικράτηση της κοινής λογικής και του ήρεμου κλίματος, στοιχεία απαραίτητα για την καταπολέμηση βίαιων ενεργειών εντός και εκτός αθλητικών χώρων” ήταν η κεντρική, γραπτή τοποθέτηση του Κοντονή για να υπογραμμίσει τον συμβολισμό της επιλογής του για αυτή τη συνάντηση μέσα στις πρώτες μέρες της ζωής του ως υφυπουργός Αθλητισμού, εξηγώντας ότι “στόχος της Κυβέρνησης είναι να συναντήσει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και ν’ ακούσει τις απόψεις τους, προτού καταλήξει σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο αντιμετώπισης της οπαδικής βίας, εξαιτίας της οποίας έχουν χαθεί ανθρώπινες ζωές”.
Καλά το σκέφτηκε ο Υφυπουργός. Και καλά έκανε και έβαλε τους αθλητικούς δημοσιογράφους και τα media στην αρχή αυτής της συζήτησης. Διότι το δικό μας μερίδιο είναι μεγάλο. Το κακό όμως είναι ότι αυτό το πρόβλημα, που δημιουργούν, διογκώνουν ή δεν λύνουν τα media, θα παραμείνει άλυτο. Η ιστορία των τελευταίων περίπου 20 ετών διδάσκει ότι τα media όχι απλώς δεν βοηθούν, αλλά στην πραγματικότητα κάνουν το πρόβλημα ολοένα μεγαλύτερο. Διότι από την εποχή της ... απελευθέρωσης του επαγγέλματος με την εμφάνιση της ψηφιακής δημοσιογραφίας, η οποία πολλαπλασίασε τα Μέσα, στήθηκαν αμέτρητες βιοτεχνίες παραγωγής φτηνής οπαδικής φανατικής τροφής, από τις οποίες σιτίζονται καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες.
Θα μπορούσε να λυθεί το πρόβλημα; Στην Ελλάδα του 2015 όχι. Με τίποτα.
Πάνε χρόνια, περί τα 20, από τότε που η δημοσιογραφική Ελλάδα μπέρδεψε τη δημοσιογραφία με το φτηνό οπαδιλίκι. Πάνε τουλάχιστον 20 χρόνια από τότε που εμφανίστηκαν επαγγελματίες οπαδοί με παράλληλη δημοσιογραφική ιδιότητα, οι οποίοι κάνουν εμπόριο οπαδισμού και παράγουν φανατισμό. Πάνε χρόνια, περίπου 20, από τότε που οι μεγαλομέτοχοι διαφόρων ΠΑΕ βρήκαν την άκρη και τον δρόμο για να χρηματοδοτήσουν, να ταΐσουν, να ελέγξουν, να επηρεάσουν, να φοβίσουν, να χτυπήσουν την αθλητική δημοσιογραφία. Κι ήρθε μετά και η κρίση για να τα ισοπεδώσει όλα, και να βάλει τα media στην εποχή της πορνείας.
Σε μια χώρα με αυτό το επίπεδο δημοσιογραφίας, της οποίας το ... μεγαλείο αναδείχθηκε στην προεκλογική και συνεχίζει να αναδεικνύεται στην μετεκλογική περίοδο, το πρόβλημα της αθλητικής δημοσιογραφίας και των συνεπειών της για την ελληνική κοινωνία μοιάζει ασήμαντο, έως και μηδαμινό. Ακόμη όμως και αν μια κυβέρνηση το αντιλαμβανόταν ως μείζον και έβαζε στόχο να το λύσει, θα έκανε μια τρύπα στο νερό. Διότι στην σημερινή εποχή αυτή η ευκαιρία έχει οριστικά χαθεί. Τώρα πια ουδείς στον πλανήτη μπορεί να αλλάξει τις προδιαγραφές της λειτουργίας και της συμπεριφοράς των δημοσιογράφων και “δημοσιογράφων”. Διότι δεν υπάρχει καθεστώς αδειοδότησης στην λειτουργία ενός Μέσου. Ενα Μέσο δημιουργείται σε δευτερόλεπτα, παράγει κείμενα, εικόνα και ήχο με μηδαμινά έξοδα, βρίσκεται στον ψηφιακό “αέρα” με μηδαμινό κόστος, διατηρεί – εφόσον το επιδιώκει – την ανωνυμία του πραγματικού ιδιοκτήτη του. Δηλαδή... μην ασχολείστε.
Και τώρα τι; Στην πραγματικότητα ο μόνος που μπορεί να περιορίσει – αλλά σίγουρα όχι να λύσει – το πρόβλημα είσαι εσύ. Αν εσύ γίνεις πιο αυστηρός στις επιλογές σου μπορείς να αλλάξεις τα media. Αν απορρίψεις αυτά που αντιλαμβάνεσαι ως “ελεγχόμενα” ή “κατευθυνόμενα”, θα συρρικνώσεις τη δύναμή τους. Αν αποφασίσεις να γυρίσεις την πλάτη, να κλείσεις μάτια και αυτιά σε media με – φανερούς ή κρυφούς – ιδιοκτήτες και χρηματοδότες τους μεγαλομετόχους ΠΑΕ, θα τους χαμηλώσεις την ένταση της φωνής, θα τα βάλεις στο mute. Αν εσύ αποφασίσεις να κάνεις τον διαχωρισμό ανάμεσα στους δημοσιογράφους που εμπιστεύεσαι και δεν εμπιστεύεσαι, ανάμεσα σε αυτούς που διαβάζεις και δεν διαβάζεις, ακούς και δεν ακούς, βλέπεις και δεν βλέπεις, θα αλλάξεις το σκηνικό. Διότι στο 2015, που όλα είναι έως και απολύτως μετρήσιμα, εσύ είσαι που ορίζεις την απήχηση των Μέσων και αυξομειώνεις την εμπορική δύναμή τους και το volume της επιρροής τους.
Αν εσύ δεν απαιτήσεις με την καθημερινή συμπεριφορά σου ως “καταναλωτής δημοσιογραφικού περιεχομένου” από τα media να αλλάξουν, μη περιμένεις ποτέ από κανέναν υπουργό, πρωθυπουργό, πρόεδρο, πλανητάρχη να λύσει το πρόβλημα. Θα συνεχίσεις στο “άγομαι και φέρομαι” mode λειτουργίας της τελευταίας 20ετίας. Και δεν θα μας φταίει κανένας υπουργός και καμιά κυβέρνηση γι' αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου