Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Έτσι το κάνουν οι Γερμανοί!!

Τους λόγους για τους οποίους η Γερμανία γίνεται η νέα υπερδύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου παρουσιάζει η εφημερίδα Daily Telegraph.

Έτσι το κάνουν οι Γερμανοί
Tις δυνάμεις που κρύβονται πίσω από την εμφατική εμφάνιση των γερμανικών ομάδων στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ εξετάζει η αγγλική εφημερίδα Daily Telegraph και εντοπίζει τα «κλειδιά» της επιτυχίας σε έξι τομείς : τις ακαδημίες, την οικονομική διαχείριση, την κουλτούρα των οπαδών, την ανταγωνιστικότητα, την τακτική και το κοουτσάρισμα και τέλος τον τρόπο διοίκησης.

Πιο αναλυτικά :

Ακαδημίες


Το γερμανικό ποδόσφαιρο επένδυσε πολλά στους νέους μετά την πανωλεθρία του EURO 2000, στο οποίο τα «πάντσερ» αν και πρωταθλητές Ευρώπης το 1996 τερμάτισαν στην τελευταία θέση των ομίλων έχοντας μόλις ένα βαθμό. Καμία ομάδα δεν μπορούσε να λάβει άδεια αν οι ακαδημίες της δεν ανταποκρίνονταν στα στάνταρ που είχαν τεθεί. Υπολογίζεται πως πάνω από 700 εκατομμύρια ευρώ δαπανήθηκαν για την ανάπτυξη των ακαδημιών και των τμημάτων σκάουτινγκ. «Το σημαντικότερο είναι ότι οι Γερμανοί παίκτες ηλικίας 19 ή 20 ετών, έχουν την ευκαιρία να παίξουν στην πρώτη ομάδα» τόνισε ο προπονητής της Μπρεντφορντ Ουβε Ρέσλερ.

Οικονομική διαχείριση


Μπορεί η Πρέμιερ Λιγκ να είναι το ακριβότερο πρωτάθλημα στον πλανήτη, αλλά και η Μπουντεσλίγκα κινείται πολύ δυναμικά, καταφέρνοντας για μια ακόμη χρονιά να καταγράψει ρεκόρ εσόδων, τα οποία έφτασαν την σεζόν 2010-11 τα 2 δις ευρώ.
Οι γερμανικές ομάδες εμφανίζονται ως οι κυρίαρχοι των εμπορικών συμφωνιών. Μάλιστα αντί να «δεσμεύονται» με έναν συνεργάτη, επιλέγουν να δημιουργούν συμμαχίες με πολλές εταιρίες, ένα μοντέλο που τελευταία υιοθετεί και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Οι εμπορικές δραστηριότητες αποτελούν το 55% του τζίρου της Μπάγερν, το 53% της Σάλκε και το 51% της Ντόρτμουντ. Αντίθετα, τα αντίστοιχα νούμερα στην Αγγλία είναι πολύ χαμηλότερα και φτάνουν το 27% για την Τσέλσι, το 22% για την Αρσεναλ και το 15% για τη Νιουκαστλ.

Παράλληλα οι γερμανικοί σύλλογοι είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν στην ομοσπονδία όλα τα σχετικά έγγραφα ( ισολογισμούς, συμβόλαια κλπ), ενώ για το μπάτζετ τους θα πρέπει να υπάρχουν τραπεζικές εγγυήσεις. «Με το πέρασμα των χρόνων οι σύλλογοι στη Γερμανοί έχουν γίνει αρκετά καλοί με τα χρήματα. Μπορεί να μην μπορούσαν να διεκδικήσουν τους καλύτερους παίκτες, αλλά βελτίωσαν την υποδομή τους και ξοδεύουν ορθολογικά. Έτσι είναι πιο εύκολο να κεντρίσουν το ενδιαφέρον επενδυτών»
Η κουλτούρα των οπαδών

Η Μπουντεσλίγκα αποτελούσε το καλύτερο μέρος για να παρακολουθήσει κάποιος ποδόσφαιρο, πριν γίνει το μέρος όπου θα μπορεί να παρακολουθεί το καλύτερο ποδόσφαιρο.

Ο μέσος όρος του φθηνότερου εισιτηρίου είναι 12 ευρώ, τιμή που στην Αγγλία κάποιος μπορεί να παρακολουθήσει κάποιο ματς της Κόνφερνς. Επίσης, πολλά εισιτήρια προσφέρουν στους κατόχους τους τη δυνατότητα να ταξιδέψουν δωρεάν με τα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Αξίζει να σημειωθεί πως παρά το γεγονός ότι όλα τα ματς των δυο πρώτων κατηγορίων του γερμανικού πρωταθλήματος καλύπτονται τηλεοπτικά, τα γήπεδα έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό εισιτηρίων από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη.

Σημαντικό ρόλο φαίνεται να παίζει και ο κανονισμός του «50+1», σύμφωνα με τον οποίο τουλάχιστον οι μισές μετοχές πρέπει να ανήκουν στους φιλάθλους, οι οποίοι έτσι αισθάνονται ως συμμετέχοντες στη διαδικασία και όχι σαν τους πελάτες που πληρώνουν. Αυτό βέβαια δεν τους εμποδίζει να είναι απαιτητικοί. Τον Αυγουστο του 2010 οι φίλοι της Ντόρτμουντ μποικόταραν το εκτός έδρας ματς με τη Σάλκε διαμαρτυρόμενοι για την αύξηση της τιμής των εισιτηρίων που στοίχιζαν 22 ευρώ.

Ανταγωνιστικότητα


Πιθανότατα η πιο σημαντική διαφορά μεταξύ της Μπουντεσλίγκα και της Λα Λιγκα είναι ο τρόπος που μοιράζονται τα χρήματα της τηλεόρασης. Σύμφωνα με το ισχύων σύστημα, οι πρωταθλητές Γερμανίας εισπράττουν το διπλάσιο ποσό από την ομάδα που θα τερματίσει στην τελευταία θέση. Στην Ισπανία, όπου η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ Μαδρίτης πωλούν ξεχωριστά τα δικαιώματα τους η αντιστοιχία φτάνει το 12 προς 1.

Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως και η Μπουντεσλίγκα δεν κινδυνεύει να μετατραπεί σε Λα Λιγκα, με τη Μπάγερν να παίζει κυρίαρχο ρόλο και την Ντόρτμουντ να ακολουθεί. Παρ’ όλα αυτά η διαφορά μεταξύ των δυο ομάδων είναι μεγάλη. Η Μπάγερν έχει έσοδα σχεδόν 370 εκατομμυρίων ευρώ και δαπάνες 166 εκατομμυρίων, ποσά που είναι διπλάσια από εκείνα που εμφανίζει η Ντόρτμουντ. «Το παλιό σλόγκαν που έλεγε ότι στη Μπουντεσλίγκα κάθε ομάδα μπορεί να κερδίσει την άλλη τείνει να εξαφανιστεί. Η Μπάγερν πια αγοράζει τους καλύτερους παίκτες» επισημαίνει ο δημοσιογράφος Χαρτμουτ Σκέτσερ.

Η τακτική και το κοουτσάρισμα


Μπορεί πολλά να έχουν ειπωθεί για τις ομοιότητες στο στυλ των τεσσάρων ημι-φιναλιστ του Τσάμπιονς Λιγκ, ωστόσο υπάρχουν σημεία που οι δυο σχολές (ισπανική και γερμανική) διαφέρουν.

Το επιδέξιο passing game στη Λα Λιγκα, κάμπτεται στη Γερμανία όπου οι περισσότερες ομάδες πρεσάρουν για να κερδίσουν τη μπάλα και να αντεπιτεθούν με ταχύτητα. Ακόμα και ομάδες που βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας όπως η Χόφενχαιμ ή η Αουγκσμπουργκ παραμένουν πιστές σε αυτή τη φιλοσοφία. Ενδεχομένως αυτό να εξηγείται από το γεγονός ότι οι 17 από τους 18 συλλόγους της Μπουντεσλίγκα έχουν Γερμανούς προπονητές. Μάλιστα η παρακολούθηση στην ακαδημία της Κολωνίας είναι υποχρεωτική για τους προπονητές των συλλόγων των τριών πρώτων κατηγορίων.

Διοίκηση


Μια από τις συνέπειες του κανονισμού «50+1» είναι η δημοκρατική εκλογή των διοικήσεων των συλλόγων , κάτι που μοιάζει εντελώς ξένο για τις περισσότερες αγγλικές ομάδες.

Οι σχέσεις των συλλόγων με τους φιλάθλους μοιάζουν πολύ με εκείνες μεταξύ των εταιριών και των μετόχων.

Οι διαφορές είναι πιο ξεκάθαρες σε συλλόγους όπως η Μπάγερν, όπου ο προπονητής και το επιτελείο του –ακόμα και αν είναι ο Πεπ Γκουαρντιόλα- έχουν… προσωρινή ιδιότητα. Στην Αγγλία πολλοί σύλλογοι διατηρούν τον πατριαρχικό χαρακτήρα που δίνουν στον προπονητή, ενώ στη Γερμανία οι δυναστείες δημιουργούνται στην κορυφή της πυραμίδας με πρώην ποδοσφαιριστές του συλλόγου να αποτελούν τον πυρήνα. Όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Μπάγερν στην οποία υπάρχουν ο Ουλι Χένες, ο Καρλ-Χαινζ Ρουμενίγκε και ο Φραντς Μπεκενμπάουερ. Πηγή: sport-fm.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: