Ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει για όσα άκουσε, είδε, έζησε, κατάλαβε για
την σημαντικότητα του σημαντικότερου Πορτογάλου στην ιστορία του
ποδοσφαίρου.
Εικόνες Εουσέμπιο, αληθινές εικόνες τη στιγμή που ο Εουσέμπιο τις
δημιουργούσε, δεν έχω. Τα 60s ήλθαν, για την ασπρόμαυρη ελληνική TV,
νωρίς. Το Παγκόσμιο Κύπελλο του ’66. Ή τα Πρωταθλητριών. Και τα
Διηπειρωτικά. Οι δε εμφανίσεις του Εουσέμπιο μεταγενέστερα στο
Καραϊσκάκη, με την Εθνική και με τη Μπενφίκα, ήλθαν πολύ νωρίς…για μένα.
Ημουν μικρός για να μπορώ να πηγαίνω, να με πηγαίνουν, γήπεδο. Και στο
σπίτι δεν είχαμε αποκτήσει, καν, τηλεόραση. Τα ματς με τον Ολυμπιακό το
’73 τα άκουσα θυμάμαι, του Ντα Λουζ σίγουρα, στο ράδιο. Με Αντώνη
Πυλιαρό. Νομίζω.
Γενικώς για τη γενιά μου, η Πορτογαλία ήταν ένα μυστήριο. Βλέπαμε
Μουντιάλ, το ’74, το ’78, το ’82, πουθενά Πορτογάλοι. Βλέπαμε Εθνών, το
’76, το ’80, πουθενά Πορτογάλοι. Δεν ξέραμε καλά-καλά, ούτε τα χρώματά
τους. Ηταν, μες στο μυαλό μας, κάτι που κάπου-κάπως-κάποτε υπήρξε,
περίπου σαν ένα one-hit wonder, στον Εουσέμπιο ακούγαμε ότι είχαν τον
Πελέ της Ευρώπης, ως εκεί. Φαντάσματα. Όταν πρωτοείδαμε στην οθόνη
Πορτογάλους με σάρκα και οστά, το ’84 στη Γαλλία, κάτι μελαψούς τύπους,
τριχωτούς, με φοβερά μουστάκια, κατσαρομάλληδες, με τις φανέλλες έξω απ’
τα παντελονάκια, από παιδί είχα ήδη γίνει…δημοσιογράφος!
Το οπτικό υλικό που σώζεται, αρκετό για να δίνει ένα στίγμα της
Πορτογαλίας και της Μπενφίκα των 60s, το είδα δεκαετίες αργότερα. Αλλά
δεν το χρειαζόμουν, πια. Είχα καταλάβει, στο μεταξύ, τη σημαντικότητα
του Εουσέμπιο. Απ’ το κενό που άφησε, όταν αποσύρθηκε, η απουσία του.
Πρέπει, σκεπτόμουν, να ήταν το κάτι άλλο για να έπαθαν οι Πορτογάλοι
τέτοια ολική έκλειψη. Ούτε των Ολλανδών δεν κράτησε τόσο, μετά Κρόιφ.
Μια έκλειψη δεκαπενταετίας. Το οπτικό υλικό, απλώς επιβεβαίωσε όσα
αντιλαμβανόμουν. Ο Εουσέμπιο ήταν, πράγματι, κάτι άλλο. Η έκλειψη
εξηγείται.
Πρώτη φορά στη Λισσαβώνα, ταξίδεψα Μεγάλη Εβδομάδα το ’93. Εποχή που
σιγά-σιγά εκκολαπτόταν η επόμενη Χρυσή Γενεά, εκείνη που έμελλε να βάλει
την Πορτογαλία στον χάρτη του ποδοσφαίρου, οριστικά και μόνιμα.
Ταξίδεψα, άσχετο, με αποστολή κολυμβητών. Όταν φτάσαμε, με κάποιον τρόπο
έμαθα ότι Σάββατο βράδι θα έπαιζαν Μπενφίκα-Πόρτο. Εννοείται, τέτοια
τύχη, δεν χανόταν. Αφησα τους υπόλοιπους να πάνε στην Ανάσταση, θα τους
συναντούσα αργότερα σ’ ένα μοναστήρι, κανόνισα από τηλεφώνου με το
Γραφείο Τύπου της Μπενφίκα για μία είσοδο, το θέμα ήταν πού θα
συναντιόμασταν με την κοπέλα να μου τη δώσει.
Δεν βρήκε κάτι πιο απλό σε λύση απ’ το να πούμε τι θα φοράμε και «να
έλθετε», την τάδε ώρα, «μπροστά στο άγαλμα του Εουσέμπιο». Ηταν όπως
λέγαμε τότε για την Ομόνοια, «στου Μπακάκου». Μπροστά στο άγαλμα του
Εουσέμπιο. Ουάου! Στα χρόνια μετά, σε διάφορες γειτονιές του κόσμου,
είδα αρκετά τέτοια. Αγάλματα. Ανθρώπων του ποδοσφαίρου. Μπροστά σε
εισόδους γηπέδων. Εκείνο, όμως, ήταν το πρώτο μου. Ο Εουσέμπιο. Πρέπει
όντως να ήταν, είπα μέσα μου, το κάτι άλλο.
Με τους Λουζιτανούς τα ‘φερε έτσι η ζωή ώστε, μεγαλώνοντας,
αποκτήσαμε τριβή. Εγιναν, ας το πούμε, δικοί μας άνθρωποι. Συγγενείς. Το
EURO 2004, προφανώς. Αλλά και ο Φύσσας. Και ο Καραγκούνης. Και ο
Κατσουράνης. Και, βέβαια, ο Φερνάντο Σάντος. Ολ’ αυτά τα χρόνια είδα από
κοντά πάμπολλες φορές, κι όχι μόνο στον τελικό της 4ης Ιουλίου, τον
Εουσέμπιο. Ενας μόνιμος πρέσβυς επί τιμή, είτε έπαιζε Εθνική είτε
Μπενφίκα. Τον είδα, σε φάσεις που ήταν ευκαιρίες να του μιλήσω. Στο
Hilton της Βιέννης, όταν πήγα για το ντεμπούτο του Κατσουράνη στα
κόκκινα, Αούστρια-Μπενφίκα Αύγουστος, προκριματικά Τσάμπιονς Λιγκ. ‘Η σ’
ένα Γιουρόπα Λιγκ, Χέρτα-Μπενφίκα, πάλι στο ξενοδοχείο, στο Βερολίνο.
Δίπλα-δίπλα, πίναμε καφέ. Μ’ ένα θρύλο. Απ’ τους δέκα, όλους κι
όλους, στον αιώνα. Πάντοτε ωστόσο με απομάκρυνε, απ’ την ιδέα να του
ζητήσω να τα πούμε, η εικόνα του. Συνήθως, υποβασταζόταν. Παραπατούσε.
Σε μια, μόνιμη θαρρούσες, κατάπτωση. Αλκοόλ, μύριζε από μακρυά. Τον
έδειχναν, απ’ τα τραπέζια γύρω-γύρω. Μια διαρκής αμηχανία. Αυτό που
έβλεπα δεν ήταν, ακριβώς, το κάτι άλλο. Δεν μετάνιωσα ποτέ, ότι δεν του
πήρα συνέντευξη. Προτιμούσα, απ’ τον Εουσέμπιο, το…οπτικό υλικό. Και το
άγαλμα. Μια φορά στο Ντα Λουζ μετά από παιγνίδι με την Εσπανιόλ του
Βαλβέρδε, κατεβαίνοντας στα έγκατα όπου παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους οι
αξιωματούχοι του κλαμπ και οι ποδοσφαιριστές, περίμενα τον Καραγκούνη
και τον Κατσουράνη να πάμε για φαγητό.
Οσο περίμενα, περιεργαζόμουν τον χώρο. Το υπόγειο πάρκιγκ,
παρατήρησα, είχε χωρίσματα. Το καθένα αντιστοιχούσε σε προκαθορισμένο
αυτοκίνητο, με τοιχοκολλημένη επιγραφή, εδώ του προέδρου, δίπλα του
αντιπροέδρου, παραδίπλα του γραμματέα, των χορηγών, του αθλητικού
διευθυντή, του προπονητή κ.λπ. Η σειρά των επιγραφών πήγαινε κάπως έτσι.
Presidente, Eusebio, vice-presidente, secretario, patrocinador,
director tecnico, treinador principal.
Ολοι οι άλλοι ήταν οι εκάστοτε. Ο Εουσέμπιο ήταν ο Εουσέμπιο. Αιώνιος.Πηγή: gazzetta.gr
Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου