Δεν
ξέρω εάν έβλεπε τον χθεσινό αγώνα του Παναθηναϊκού με τη Γαλατασαράι ο
Πεδουλάκης, αλλά ακόμη κι αν είχε άλλη δουλειά, γύρω στα μεσάνυχτα
πρέπει να τον έπιασε λόξυγκας!
Το εννοώ αυτό, διότι ο λόγος για τον οποίο ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος εγκάλεσε επιδεικτικώς (και ακόμψως) τον Ιβάνοβιτς είναι ακριβώς ο ίδιος που αποδείχτηκε μοιραίος για τον Αργύρη!
Τουτέστιν η περιβόητη (ως δεδηλωμένο project) ανανέωση, με τον παράλληλο εξελληνισμό του ρόστερ και την συνεπαγόμενη αξιοποίηση των νεαρών Ελλήνων παικτών, που εδώ και πολύ καιρό αποτελούν το «talk of the town» στο περιβάλλον του Παναθηναϊκού και μοιάζουν σαν τον καφέ ο οποίος αργεί να σερβιριστεί...
Κόκαλα έχει κι αυτή!
Εδώ οφείλω να ανοίξω μια μικρή παρένθεση, διότι σε κάθε περίπτωση η λέξη «ανανέωση» είναι συνυφασμένη και μάλιστα ενδόξως (επί ημερών του αείμνηστου Στέφαν Μπόμπεκ και εν συνεχεία του Γιάτσεκ Γκμοχ) με την ποδοσφαιρική ιστορία του Παναθηναϊκού. Βεβαίως στην μεν πρώτη περίπτωση ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ήταν ακόμη αγέννητος, στη δε δεύτερη πήγαινε στην Τρίτη τάξη του Δημοτικού, αλλά προφανώς μπορεί να ρωτήσει τον πατέρα του και τους θείους του για να μάθει τι ρίσκο, τι κόστος, αλλά (υπό προϋποθέσεις) και τι γλυκούς καρπούς μπορεί να παραγάγει αυτή η ...ρουφιάνα!
Παρεμπιπτόντως και, όπως λέει το παλιό κλισέ, «για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι», οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προστρέξουν στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=419578 για να διαβάσουν ένα σχετικό άρθρο που έγραψε πέρυσι (με αφορμή τη γραμμή που χάραξαν ο Αναστασίου και ο Νταμπίζας) στην «Ελευθεροτυπία» ο συνάδερφος Σάββας Λιβάνιος.
Πίσω «στα δικά μας» τώρα: το επίρρημα «επιδεικτικώς» που χρησιμοποίησα στην αρχή του κειμένου δεν είναι δικό μου, αλλά του ίδιου του «ισχυρού ανδρός» του μπασκετικού Παναθηναϊκού, ο οποίος είπε επί λέξει: «Καλή η νίκη και μπράβο στους αθλητές που την κατέκτησαν, αλλά ο φετινός στόχος είναι η αξιοποίηση των Ελλήνων στους οποίους επενδύσαμε και δυστυχώς βλέπω ότι επιδεικτικά αυτό δεν γίνεται. Είμαι πολύ προβληματισμένος...»
Δικός μου όμως είναι ο χαρακτηρισμός περί άκομψου σχολιασμού που βάζει κιόλας φιτιλιές σε ένα εξ ορισμού εύφλεκτο κομμάτι της ομάδας...
Ως γνωστόν (κι εγώ δεν είμαι ειδικός ούτε τον παριστάνω για να ξέρω πού οφείλονται) ο Παναθηναϊκός ταλαιπωρείται εφέτος από αλλεπάλληλους τραυματισμούς που προκαλούν απανωτές απουσίες και δεν έχουν επιτρέψει, παρά ελάχιστες φορές στην ομάδα να παρουσιαστεί πλήρης...
Κοινώς (και άνευ παρεξηγήσεως λόγω της χρήσης συγκεκριμένων ονομάτων, δίκην παραδειγμάτων) «πότε ο Λουκάς δεν μπορεί, πότε ο Νίκος του πονεί»!
Χθες πάλι, όπως λένε σε τέτοιες περιπτώσεις και οι Αμερικανοί (επεκτείνοντας σε όλα τα σπορ μια έκφραση που γεννήθηκε στο χόκεϊ επί πάγου) ο Παναθηναϊκός ήταν short-handed: ελλείψει του Παππά, του Σλότερ και του Μαυροκεφαλίδη, ο Ιβάνοβιτς χρησιμοποίησε οκτώ παίκτες και άφησε στον πάγκο τον Χαραλαμπόπουλο, τον Διαμαντάκο και τον Κόνιαρη. Από αυτούς τους οκτώ, εκείνος που έμεινε περισσότερο στο παρκέ ήταν ο Αντώνης Φώτσης με 35 λεπτά, ενώ στον αντίποδα ο Λευτέρης Μποχωρίδης που μάλιστα επιλέχθηκε στη βασική πεντάδα αγωνίστηκε δέκα οκτώ.
Η υπόθεση του χρόνου συμμετοχής είναι ούτως ή άλλως μια διαχρονική πονεμένη ιστορία και κάνει... τζιζ, αλλά μιας και το 'φερε η κουβέντα, ας μιλήσουν οι αριθμοί. Εξαιρώ βεβαίως από αυτή την κουβέντα τον Παππά και τον Γιάνκοβιτς οι οποίοι ούτε είναι πλέον, αλλά ούτε μπορούν να λογίζονται ως νεαροί, άλλωστε όπως είχε πει πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια -όταν συνευρέθησαν στο Κοπαόνικ- στον Κώστα Μίσσα, ο συχωρεμένος προφέσορας Ατσα Νίκολιτς, «για εσάς οι εικοσάχρονοι είναι ταλαντούχοι, ενώ εμείς τους θεωρούμε βετεράνους»!
Μέχρι στιγμής λοιπόν στα 15 ματς της Ευρωλίγκας ο Μποχωρίδης που θαρρώ πως επίσης θα έπρεπε να εξαιρεθεί από αυτό τον λογαριασμό (διότι είναι 21 χρονών), έχει παίξει 106 λεπτά και 59 δευτερόλεπτα σε εννέα αγώνες, ο Χαραλαμπόπουλος 55.49 σε οκτώ, ο Διαμαντάκος 5.31 σε δύο, ο Κόνιαρης 1.18 σε ένα, ενώ ο Παπαγιάννης και ο Λούντζης είναι DNP/ coach decision, που λένε πάλι οι Αμερικανοί...
Επειδή όμως η Ευρωλίγκα είναι το εκάτερον, σε σχέση με το έτερον του (πολύ λιγότερο ανταγωνιστικού και δύσκολου) ελληνικού πρωταθλήματος, ιδού και τα νούμερα των νεαρών του Παναθηναϊκού στα 14 ματς της Basket League: ο Μποχωρίδης έχει μέσο όρο 15.01 σε δέκα αγώνες, ο Χαραλαμπόπουλος 11.27 σε έντεκα, ο Παπαγιάννης 7.45 σε τρεις, ενώ οι υπόλοιποι τρεις έχουν χρησιμοποιηθεί από μία φορά: 7.41 ο Λούντζης, 3.44 ο Διαμαντάκος και 3.07 ο Κόνιαρης...
Ε, δεν τα λες και πολλά κύριε Ντούσκο μου!
Οι προπονητές όμως παντού και πάντοτε ξέρουν καλύτερα απ' όλους: ξέρουν βασικά πώς συμπεριφέρονται οι παίκτες στις προπονήσεις και τι πρέπει να εισπράξουν στους αγώνες βάσει της καθημερινής εικόνας τους. Παρεμπιπτόντως δεν έχω τολμήσει ποτέ στη ζωή μου να ρωτήσω οποιονδήποτε προπονητή οποιασδήποτε ομάδας οποιουδήποτε αθλήματος για ποιο λόγο δεν χρησιμοποιεί κάποιον παίκτη, διότι δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντηση που έδωσε κάποτε ο Γιάννης Ιωαννίδης όταν ένας συνάδερφος μου ρώτησε για τον παραγκωνισμό του Νάκιτς...
«Εσύ λοιπόν έχεις τον νταλκά σου με τον Φράνκο κι εγώ έχω τον νταλκά μου για δέκα πέντε παίκτες»!!!
Τον δικό του νταλκά φαίνεται να έχει όχι για έναν, αλλά γενικώς για τους νεαρούς παίκτες και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος: νομιμοποιείται να τον έχει και να τον εκφράζει, διότι αυτός χαράζει την πολιτική της ομάδας, αυτός έδωσε από νωρίς τη γραμμή της ανανέωσης, αυτός την... πλήρωσε και αυτός περιμένει να τη δει να παίρνει σάρκα και οστά. Ανεξαρτήτως του εάν και κατά πόσο (στους κόλπους των περισσότερων ελληνικών ομάδων) αυτή η στροφή προς τον εξελληνισμό και την ανανέωση οφείλεται σε μια ενσυνείδητη επιλογή ή προέρχεται εξ οικονομικής ανάγκης, δεν παύει να είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα κατεύθυνση η οποία μάλιστα καθίσταται επ' ωφελεία ολόκληρου του μπασκετικού οικοσυστήματος, συμπεριλαμβανομένων και των εθνικών ομάδων.
Θυμάμαι τον φουκαρά τον Παναγιώτη Γιαννάκη όταν το 1997 και το 1998 προσπαθούσε να ανεβάσει το φρόνημα των νεαρών και πολλά υποσχόμενων διεθνών παικτών, οι οποίοι είχαν μικρό χρόνο συμμετοχής στις γεμάτες από κοινοτικούς, ελληνοποιημένους και ξένους, ομάδες τους. Η, το σύνθημα που φώναξαν συλλήβδην οι πρωταθλητές κόσμου του 1995, έφηβοι μέσα στα αποδυτήρια του ΟΑΚΑ, λίγα λεπτά μετά τον θρίαμβο τους στον τελικό επί της Αυστραλίας...
«Έξω οι Γιούγκοι»!
Δεν νομίζω ότι υπάρχει φίλος του μπάσκετ και όχι οπαδός του ενός ή του άλλου, που να μη συνηγόρησε με αυτήν την στόχευση του Παναθηναϊκού, όπως και την υλοποιημένη από ετών στον Ολυμπιακό. Οι «πράσινοι» επαναπαυόμενοι στις δάφνες των αλλεπάλληλων τίτλων, δεν είχαν φροντίσει τα προηγούμενα χρόνια να ανανεώσουν τα κύτταρα τους, αλλά το φιλτράρισμα των αρτηριών με νέο αίμα δεν είναι εύκολη και βραχεία στην εκτέλεση της, διαδικασία. Ίσα ίσα προϋποθέτει χρόνο, απαιτεί κόπο και θέλει τρόπο!
Πριν από έντεκα μήνες, ο Γιαννακόπουλος σχόλασε τον Πεδουλάκη και έχρισε εν μια νυκτί (προσωρινό, όπως αποδείχτηκε) προπονητή τον Αλβέρτη, επειδή όπως εξήγησε τότε, δεν είχε εξελιχθεί η προώθηση των νέων παικτών. Τότε η κουβέντα αφορούσε τον Παππά, που είχε μερικά καλά φεγγάρια (βλέπε Βελιγράδι) και τον Γιάνκοβιτς, ο οποίος στα περισσότερα ματς μπαινόβγαινε στα τελευταία δευτερόλεπτα κάθε περιόδου για να παίξει μια καλή άμυνα στην επαναφορά της μπάλας ή να πιέσει στο κατέβασμα της από τους αντιπάλους.
Εκείνη την εποχή-και σε πείσμα της κατάκτησης του Κυπέλλου, αλλά και του νταμπλ της προηγούμενης σεζόν- ο Παναθηναϊκός ψαχνόταν. Προφανώς η μη αξιοποίηση του Παππά και του Γιάνκοβιτς (άντε και του ρούκι στην Α1 Χαραλαμπόπουλου) ήταν το έλασσον «κατηγορώ» προς τον Πεδουλάκη, καθώς την προηγούμενη ημέρα οι «πράσινοι» είχαν ηττηθεί από τη... μισή Λαμποράλ Κούτσα στο ΟΑΚΑ, ενώ γενικώς επί ημερών Αργύρη δεν έπαιζαν αυτό που ο κόσμος θεωρεί θεαματικό, εμπορικό και πιασάρικο μπάσκετ.
Ήταν όμως αποτελεσματικό και -δεδομένης της βεντέτας με τον Ολυμπιακό- αυτό το... «Αργύρειο» και υπό του ιδίου καλούμενο (από την εποχή του Ομπράντοβιτς) «σκεπτόμενο μπάσκετ» που εδράζεται στη σκληρή άμυνα, στον χαμηλό ρυθμό, στις ελεγχόμενες επιθέσεις και στα σκορ των 60-70 παικτών, διότι επέτρεψε στον Παναθηναϊκό να πάρει αμπάριζα τον αιώνιο αντίπαλο του.
Ασφαλώς με τη λογική του «με τον παρά μου, γ...ώ και την κυρά μου», τα αφεντικά των ομάδων έχουν δικαίωμα να εκφράζουν κατ' ιδίαν ή ακόμη και δημοσίως την άποψη τους (και) για αγωνιστικά ή τεχνικά θέματα, αλλά στον αντίποδα θα υπάρχει πάντοτε ένα εγχειρίδιο αρχαίων ελληνικών να μας υπενθυμίζει ότι «τα εν οίκω μη εν δήμω»! Υπενθυμίζω πάντως ότι πριν από δυόμισι χρόνια ο Τζέρι Μπας βγήκε ευθέως και είπε ότι προτίμησε τον Μάικ ντ' Αντόνι από τον Φιλ Τζάκσον (που εκτός από 13 δαχτυλίδια πρωταθλητή έχει κιόλας γκόμενα την κόρη του συχωρεμένου ιδιοκτήτη των Λέικερς) επειδή βαριόταν να βλέπει την τριγωνική επίθεση και προτιμούσε το «seven seconds or less»!
Το περασμένο καλοκαίρι, όταν ο Παναθηναϊκός βγήκε φουριόζος στην αγορά και έκανε το παιδομάζωμα είχα γράψει ότι αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο θα κριθεί από την υποστήριξη του ίδιου του Γιαννακόπουλου, από την ανοχή του κόσμου και από τη διάθεση του προπονητή. Μερικούς μήνες αργότερα ο πρώτος όρος εξακολουθεί να ισχύει ως δεδηλωμένη επιλογή και λόγος ξεφωνητού, ο δεύτερος δεν δοκιμάστηκε, ενώ ότι ο τρίτος μάλλον δεν υφίσταται...
Φανταζόμουν ότι τον Ιβάνοβιτς τον οποίο (όντας κιόλας «γιουγκοσλαβόφιλος») λάτρευα ως παίκτη και εκτιμώ πολύ ως προπονητή, θα τον ιντριγκάριζε η ιδέα να βάλει στην εξίσωση της νέας ομάδας και τους πιτσιρικάδες, ασφαλώς με μια συγκεκριμένη διαδικασία και ένα χρονοδιάγραμμα. Στον αντίποδα υπάρχει ως αντεπιχείρημα το παρελθόν του και δη η μακρά θητεία του στην Ταουγκρές (Κάχα Λαμποράλ) στην οποία όχι νεαρός, αλλά ούτε καν Ισπανός δεν φτούραγε!
Τα πράγματα είναι απλά: ο Παναθηναϊκός προσέλαβε τον Ιβάνοβιτς (ελέω εμπειρίας, ικανότητας, αναγνωρισιμότητας, προφίλ κοκ) για να διατηρήσει τα κεκτημένα στην Ελλάδα και να επιστρέψει στο Φάιναλ Φορ της Ευρωλίγκας. Μολονότι είναι καινούργιος στα μέρη μας, ο Ντούσκο ξέρει πολύ καλά ότι εάν χάσει τους τίτλους από τον Ολυμπιακό και δεν περάσει στα πλέι οφς, πιθανότατα θα τον φάει η μαρμάγκα, που άλλωστε καταβρόχθισε τον Πεδουλάκη, ο οποίος πήρε τρεις τίτλους και έχασε μια πρόκριση σε Φάιναλ Φορ για δυο-τρία άστοχα σουτ στον πέμπτο προημιτελικό με την Μπαρτσελόνα!
Πού οδηγεί αυτός ο συλλογισμός; Αναποφεύκτως στο «αλίμονο στους νέους». Δεν οδηγεί όμως, κατά την άποψη μου, στο άκαιρο (μετά από νίκη), επιδεικτικό (κατά τη δήλωση του), άκομψο, παρορμητικό και χοντρό (κατά τη δική μου εκτίμηση) δημόσιο ξεφωνητό του Γιαννακόπουλου προς τον προπονητή της ομάδας.
Μπορεί να φανεί υπερβολικό αυτό που γράφω, αλλά εάν ήμουν εγώ ο προπονητής και με έλεγαν κιόλας Ιβάνοβιτς από χθες το βράδυ κιόλας θα είχα υποβάλει την παραίτηση μου. Επιδεικτικά κιόλας!
Το εννοώ αυτό, διότι ο λόγος για τον οποίο ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος εγκάλεσε επιδεικτικώς (και ακόμψως) τον Ιβάνοβιτς είναι ακριβώς ο ίδιος που αποδείχτηκε μοιραίος για τον Αργύρη!
Τουτέστιν η περιβόητη (ως δεδηλωμένο project) ανανέωση, με τον παράλληλο εξελληνισμό του ρόστερ και την συνεπαγόμενη αξιοποίηση των νεαρών Ελλήνων παικτών, που εδώ και πολύ καιρό αποτελούν το «talk of the town» στο περιβάλλον του Παναθηναϊκού και μοιάζουν σαν τον καφέ ο οποίος αργεί να σερβιριστεί...
Κόκαλα έχει κι αυτή!
Εδώ οφείλω να ανοίξω μια μικρή παρένθεση, διότι σε κάθε περίπτωση η λέξη «ανανέωση» είναι συνυφασμένη και μάλιστα ενδόξως (επί ημερών του αείμνηστου Στέφαν Μπόμπεκ και εν συνεχεία του Γιάτσεκ Γκμοχ) με την ποδοσφαιρική ιστορία του Παναθηναϊκού. Βεβαίως στην μεν πρώτη περίπτωση ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ήταν ακόμη αγέννητος, στη δε δεύτερη πήγαινε στην Τρίτη τάξη του Δημοτικού, αλλά προφανώς μπορεί να ρωτήσει τον πατέρα του και τους θείους του για να μάθει τι ρίσκο, τι κόστος, αλλά (υπό προϋποθέσεις) και τι γλυκούς καρπούς μπορεί να παραγάγει αυτή η ...ρουφιάνα!
Παρεμπιπτόντως και, όπως λέει το παλιό κλισέ, «για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι», οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προστρέξουν στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=419578 για να διαβάσουν ένα σχετικό άρθρο που έγραψε πέρυσι (με αφορμή τη γραμμή που χάραξαν ο Αναστασίου και ο Νταμπίζας) στην «Ελευθεροτυπία» ο συνάδερφος Σάββας Λιβάνιος.
Πίσω «στα δικά μας» τώρα: το επίρρημα «επιδεικτικώς» που χρησιμοποίησα στην αρχή του κειμένου δεν είναι δικό μου, αλλά του ίδιου του «ισχυρού ανδρός» του μπασκετικού Παναθηναϊκού, ο οποίος είπε επί λέξει: «Καλή η νίκη και μπράβο στους αθλητές που την κατέκτησαν, αλλά ο φετινός στόχος είναι η αξιοποίηση των Ελλήνων στους οποίους επενδύσαμε και δυστυχώς βλέπω ότι επιδεικτικά αυτό δεν γίνεται. Είμαι πολύ προβληματισμένος...»
Δικός μου όμως είναι ο χαρακτηρισμός περί άκομψου σχολιασμού που βάζει κιόλας φιτιλιές σε ένα εξ ορισμού εύφλεκτο κομμάτι της ομάδας...
Ως γνωστόν (κι εγώ δεν είμαι ειδικός ούτε τον παριστάνω για να ξέρω πού οφείλονται) ο Παναθηναϊκός ταλαιπωρείται εφέτος από αλλεπάλληλους τραυματισμούς που προκαλούν απανωτές απουσίες και δεν έχουν επιτρέψει, παρά ελάχιστες φορές στην ομάδα να παρουσιαστεί πλήρης...
Κοινώς (και άνευ παρεξηγήσεως λόγω της χρήσης συγκεκριμένων ονομάτων, δίκην παραδειγμάτων) «πότε ο Λουκάς δεν μπορεί, πότε ο Νίκος του πονεί»!
Χθες πάλι, όπως λένε σε τέτοιες περιπτώσεις και οι Αμερικανοί (επεκτείνοντας σε όλα τα σπορ μια έκφραση που γεννήθηκε στο χόκεϊ επί πάγου) ο Παναθηναϊκός ήταν short-handed: ελλείψει του Παππά, του Σλότερ και του Μαυροκεφαλίδη, ο Ιβάνοβιτς χρησιμοποίησε οκτώ παίκτες και άφησε στον πάγκο τον Χαραλαμπόπουλο, τον Διαμαντάκο και τον Κόνιαρη. Από αυτούς τους οκτώ, εκείνος που έμεινε περισσότερο στο παρκέ ήταν ο Αντώνης Φώτσης με 35 λεπτά, ενώ στον αντίποδα ο Λευτέρης Μποχωρίδης που μάλιστα επιλέχθηκε στη βασική πεντάδα αγωνίστηκε δέκα οκτώ.
Η υπόθεση του χρόνου συμμετοχής είναι ούτως ή άλλως μια διαχρονική πονεμένη ιστορία και κάνει... τζιζ, αλλά μιας και το 'φερε η κουβέντα, ας μιλήσουν οι αριθμοί. Εξαιρώ βεβαίως από αυτή την κουβέντα τον Παππά και τον Γιάνκοβιτς οι οποίοι ούτε είναι πλέον, αλλά ούτε μπορούν να λογίζονται ως νεαροί, άλλωστε όπως είχε πει πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια -όταν συνευρέθησαν στο Κοπαόνικ- στον Κώστα Μίσσα, ο συχωρεμένος προφέσορας Ατσα Νίκολιτς, «για εσάς οι εικοσάχρονοι είναι ταλαντούχοι, ενώ εμείς τους θεωρούμε βετεράνους»!
Μέχρι στιγμής λοιπόν στα 15 ματς της Ευρωλίγκας ο Μποχωρίδης που θαρρώ πως επίσης θα έπρεπε να εξαιρεθεί από αυτό τον λογαριασμό (διότι είναι 21 χρονών), έχει παίξει 106 λεπτά και 59 δευτερόλεπτα σε εννέα αγώνες, ο Χαραλαμπόπουλος 55.49 σε οκτώ, ο Διαμαντάκος 5.31 σε δύο, ο Κόνιαρης 1.18 σε ένα, ενώ ο Παπαγιάννης και ο Λούντζης είναι DNP/ coach decision, που λένε πάλι οι Αμερικανοί...
Επειδή όμως η Ευρωλίγκα είναι το εκάτερον, σε σχέση με το έτερον του (πολύ λιγότερο ανταγωνιστικού και δύσκολου) ελληνικού πρωταθλήματος, ιδού και τα νούμερα των νεαρών του Παναθηναϊκού στα 14 ματς της Basket League: ο Μποχωρίδης έχει μέσο όρο 15.01 σε δέκα αγώνες, ο Χαραλαμπόπουλος 11.27 σε έντεκα, ο Παπαγιάννης 7.45 σε τρεις, ενώ οι υπόλοιποι τρεις έχουν χρησιμοποιηθεί από μία φορά: 7.41 ο Λούντζης, 3.44 ο Διαμαντάκος και 3.07 ο Κόνιαρης...
Ε, δεν τα λες και πολλά κύριε Ντούσκο μου!
Οι προπονητές όμως παντού και πάντοτε ξέρουν καλύτερα απ' όλους: ξέρουν βασικά πώς συμπεριφέρονται οι παίκτες στις προπονήσεις και τι πρέπει να εισπράξουν στους αγώνες βάσει της καθημερινής εικόνας τους. Παρεμπιπτόντως δεν έχω τολμήσει ποτέ στη ζωή μου να ρωτήσω οποιονδήποτε προπονητή οποιασδήποτε ομάδας οποιουδήποτε αθλήματος για ποιο λόγο δεν χρησιμοποιεί κάποιον παίκτη, διότι δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντηση που έδωσε κάποτε ο Γιάννης Ιωαννίδης όταν ένας συνάδερφος μου ρώτησε για τον παραγκωνισμό του Νάκιτς...
«Εσύ λοιπόν έχεις τον νταλκά σου με τον Φράνκο κι εγώ έχω τον νταλκά μου για δέκα πέντε παίκτες»!!!
Τον δικό του νταλκά φαίνεται να έχει όχι για έναν, αλλά γενικώς για τους νεαρούς παίκτες και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος: νομιμοποιείται να τον έχει και να τον εκφράζει, διότι αυτός χαράζει την πολιτική της ομάδας, αυτός έδωσε από νωρίς τη γραμμή της ανανέωσης, αυτός την... πλήρωσε και αυτός περιμένει να τη δει να παίρνει σάρκα και οστά. Ανεξαρτήτως του εάν και κατά πόσο (στους κόλπους των περισσότερων ελληνικών ομάδων) αυτή η στροφή προς τον εξελληνισμό και την ανανέωση οφείλεται σε μια ενσυνείδητη επιλογή ή προέρχεται εξ οικονομικής ανάγκης, δεν παύει να είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα κατεύθυνση η οποία μάλιστα καθίσταται επ' ωφελεία ολόκληρου του μπασκετικού οικοσυστήματος, συμπεριλαμβανομένων και των εθνικών ομάδων.
Θυμάμαι τον φουκαρά τον Παναγιώτη Γιαννάκη όταν το 1997 και το 1998 προσπαθούσε να ανεβάσει το φρόνημα των νεαρών και πολλά υποσχόμενων διεθνών παικτών, οι οποίοι είχαν μικρό χρόνο συμμετοχής στις γεμάτες από κοινοτικούς, ελληνοποιημένους και ξένους, ομάδες τους. Η, το σύνθημα που φώναξαν συλλήβδην οι πρωταθλητές κόσμου του 1995, έφηβοι μέσα στα αποδυτήρια του ΟΑΚΑ, λίγα λεπτά μετά τον θρίαμβο τους στον τελικό επί της Αυστραλίας...
«Έξω οι Γιούγκοι»!
Δεν νομίζω ότι υπάρχει φίλος του μπάσκετ και όχι οπαδός του ενός ή του άλλου, που να μη συνηγόρησε με αυτήν την στόχευση του Παναθηναϊκού, όπως και την υλοποιημένη από ετών στον Ολυμπιακό. Οι «πράσινοι» επαναπαυόμενοι στις δάφνες των αλλεπάλληλων τίτλων, δεν είχαν φροντίσει τα προηγούμενα χρόνια να ανανεώσουν τα κύτταρα τους, αλλά το φιλτράρισμα των αρτηριών με νέο αίμα δεν είναι εύκολη και βραχεία στην εκτέλεση της, διαδικασία. Ίσα ίσα προϋποθέτει χρόνο, απαιτεί κόπο και θέλει τρόπο!
Πριν από έντεκα μήνες, ο Γιαννακόπουλος σχόλασε τον Πεδουλάκη και έχρισε εν μια νυκτί (προσωρινό, όπως αποδείχτηκε) προπονητή τον Αλβέρτη, επειδή όπως εξήγησε τότε, δεν είχε εξελιχθεί η προώθηση των νέων παικτών. Τότε η κουβέντα αφορούσε τον Παππά, που είχε μερικά καλά φεγγάρια (βλέπε Βελιγράδι) και τον Γιάνκοβιτς, ο οποίος στα περισσότερα ματς μπαινόβγαινε στα τελευταία δευτερόλεπτα κάθε περιόδου για να παίξει μια καλή άμυνα στην επαναφορά της μπάλας ή να πιέσει στο κατέβασμα της από τους αντιπάλους.
Εκείνη την εποχή-και σε πείσμα της κατάκτησης του Κυπέλλου, αλλά και του νταμπλ της προηγούμενης σεζόν- ο Παναθηναϊκός ψαχνόταν. Προφανώς η μη αξιοποίηση του Παππά και του Γιάνκοβιτς (άντε και του ρούκι στην Α1 Χαραλαμπόπουλου) ήταν το έλασσον «κατηγορώ» προς τον Πεδουλάκη, καθώς την προηγούμενη ημέρα οι «πράσινοι» είχαν ηττηθεί από τη... μισή Λαμποράλ Κούτσα στο ΟΑΚΑ, ενώ γενικώς επί ημερών Αργύρη δεν έπαιζαν αυτό που ο κόσμος θεωρεί θεαματικό, εμπορικό και πιασάρικο μπάσκετ.
Ήταν όμως αποτελεσματικό και -δεδομένης της βεντέτας με τον Ολυμπιακό- αυτό το... «Αργύρειο» και υπό του ιδίου καλούμενο (από την εποχή του Ομπράντοβιτς) «σκεπτόμενο μπάσκετ» που εδράζεται στη σκληρή άμυνα, στον χαμηλό ρυθμό, στις ελεγχόμενες επιθέσεις και στα σκορ των 60-70 παικτών, διότι επέτρεψε στον Παναθηναϊκό να πάρει αμπάριζα τον αιώνιο αντίπαλο του.
Ασφαλώς με τη λογική του «με τον παρά μου, γ...ώ και την κυρά μου», τα αφεντικά των ομάδων έχουν δικαίωμα να εκφράζουν κατ' ιδίαν ή ακόμη και δημοσίως την άποψη τους (και) για αγωνιστικά ή τεχνικά θέματα, αλλά στον αντίποδα θα υπάρχει πάντοτε ένα εγχειρίδιο αρχαίων ελληνικών να μας υπενθυμίζει ότι «τα εν οίκω μη εν δήμω»! Υπενθυμίζω πάντως ότι πριν από δυόμισι χρόνια ο Τζέρι Μπας βγήκε ευθέως και είπε ότι προτίμησε τον Μάικ ντ' Αντόνι από τον Φιλ Τζάκσον (που εκτός από 13 δαχτυλίδια πρωταθλητή έχει κιόλας γκόμενα την κόρη του συχωρεμένου ιδιοκτήτη των Λέικερς) επειδή βαριόταν να βλέπει την τριγωνική επίθεση και προτιμούσε το «seven seconds or less»!
Το περασμένο καλοκαίρι, όταν ο Παναθηναϊκός βγήκε φουριόζος στην αγορά και έκανε το παιδομάζωμα είχα γράψει ότι αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο θα κριθεί από την υποστήριξη του ίδιου του Γιαννακόπουλου, από την ανοχή του κόσμου και από τη διάθεση του προπονητή. Μερικούς μήνες αργότερα ο πρώτος όρος εξακολουθεί να ισχύει ως δεδηλωμένη επιλογή και λόγος ξεφωνητού, ο δεύτερος δεν δοκιμάστηκε, ενώ ότι ο τρίτος μάλλον δεν υφίσταται...
Φανταζόμουν ότι τον Ιβάνοβιτς τον οποίο (όντας κιόλας «γιουγκοσλαβόφιλος») λάτρευα ως παίκτη και εκτιμώ πολύ ως προπονητή, θα τον ιντριγκάριζε η ιδέα να βάλει στην εξίσωση της νέας ομάδας και τους πιτσιρικάδες, ασφαλώς με μια συγκεκριμένη διαδικασία και ένα χρονοδιάγραμμα. Στον αντίποδα υπάρχει ως αντεπιχείρημα το παρελθόν του και δη η μακρά θητεία του στην Ταουγκρές (Κάχα Λαμποράλ) στην οποία όχι νεαρός, αλλά ούτε καν Ισπανός δεν φτούραγε!
Τα πράγματα είναι απλά: ο Παναθηναϊκός προσέλαβε τον Ιβάνοβιτς (ελέω εμπειρίας, ικανότητας, αναγνωρισιμότητας, προφίλ κοκ) για να διατηρήσει τα κεκτημένα στην Ελλάδα και να επιστρέψει στο Φάιναλ Φορ της Ευρωλίγκας. Μολονότι είναι καινούργιος στα μέρη μας, ο Ντούσκο ξέρει πολύ καλά ότι εάν χάσει τους τίτλους από τον Ολυμπιακό και δεν περάσει στα πλέι οφς, πιθανότατα θα τον φάει η μαρμάγκα, που άλλωστε καταβρόχθισε τον Πεδουλάκη, ο οποίος πήρε τρεις τίτλους και έχασε μια πρόκριση σε Φάιναλ Φορ για δυο-τρία άστοχα σουτ στον πέμπτο προημιτελικό με την Μπαρτσελόνα!
Πού οδηγεί αυτός ο συλλογισμός; Αναποφεύκτως στο «αλίμονο στους νέους». Δεν οδηγεί όμως, κατά την άποψη μου, στο άκαιρο (μετά από νίκη), επιδεικτικό (κατά τη δήλωση του), άκομψο, παρορμητικό και χοντρό (κατά τη δική μου εκτίμηση) δημόσιο ξεφωνητό του Γιαννακόπουλου προς τον προπονητή της ομάδας.
Μπορεί να φανεί υπερβολικό αυτό που γράφω, αλλά εάν ήμουν εγώ ο προπονητής και με έλεγαν κιόλας Ιβάνοβιτς από χθες το βράδυ κιόλας θα είχα υποβάλει την παραίτηση μου. Επιδεικτικά κιόλας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου