Την
περασμένη Τρίτη είχαν την τύχη να περιγράψω για λογαριασμό του ΟΤΕ TV
ένα από αυτά τα ματς που πάντα παρακολουθούσα από παιδί και με καθήλωναν
για πολύ ιδιαίτερους λόγους. Η αναμέτρηση για την Premier League
ανάμεσα στην Αστον Βίλα και την Γουέστ Μπρόμιτς, δεν είχε αίγλη, δεν
ήταν εμπορική σε ότι έχει να κάνει το κοινό εκτός Αγγλίας, ήταν όμως από
αυτά τα ματς που το νιώθεις, το βλέπεις, το καταλαβαίνεις, το μυρίζεις
από χιλιόμετρα μακριά, εξιτάρουν, συναρπάζουν.
Από εκείνα τα ματς που η φράση “δίχως αύριο” μετατρέπεται από κλισέ που είναι, σε απόλυτη πραγματικότητα.
Η συγκεκριμένη είχε ένα επιπλέον στοιχείο. Ηταν εκτός από αγώνας επιβίωσης (για την Αστον Βίλα που ήταν κάτω από την ζώνη του υποβιβασμού και με επτά συνεχόμενες ήττες) και γειτονικό ντέρμπι μίσους. Από το πρώτο λεπτό, όποια εικόνα κι' αν έβλεπες αισθανόσουν την ένταση, την πίεση, την διάθεση, την αυταπάρνηση, για το αποτέλεσμα. Αντιλαμβανόσουν ότι 22 ποδοσφαιριστές έπαιζαν σαν να μην υπάρχει αύριο, σαν να είναι αυτό το τελευταίο ματς όχι της καριέρας, αλλά της ζωής τους. Και έγινε όντως ένα ματς που σε σχέση με την ποιότητά του, ασφαλώς υπάρχουν καλύτερα, σε σχέση όμως με την ένταση, το σασπένς, την αδρεναλίνη που ξεχείλιζε, δύσκολα θα βρεις παρόμοιο. Ακόμη και σε μία αντίστοιχη μάχη που κρίνει τίτλο, τέτοιο πράγμα δεν πρόκειται να το ζήσεις.
Ο Σέργουντ δείχνει τους παλμούς του, που έχουν ανέβει στα ύψη!
Στο συγκεκριμένο ματς τα πάντα κύλισαν ιδανικά για κάποιον που δεν είναι οπαδός της μίας ή της άλλης ομάδας και θέλει να ζήσει όλο αυτό το σκηνικό μέχρι το τέλος, με κάθε λεπτομέρεια και σε όλο του το μεγαλείο. Κρίθηκε στις καθυστερήσεις των καθυστερήσεων με ένα εύστοχο κτύπημα πέναλτι, μετά από ένα μοιραίο λάθος του τερματοφύλακα. Και θρίλερ και δράμα, και κορύφωση της αγωνίας, και αδρεναλίνη στο κόκκινο και ξέσπασμα χαράς και δάκρυα απογοήτευσης. Αν υπήρχε σεναριογράφος στο ποδόσφαιρο, αυτό το σενάριο θα έγραφε. Αν υπήρχε σκηνοθέτης που θα μπορούσε να επιλέξει το ποδοσφαιρικό σενάριο, αυτό θα επέλεγε. Για αυτές τις στιγμές λατρεύεις το ποδόσφαιρο, για τις στιγμές που οι πάντες φτάνουν στα όρια τους, που τα συναισθήματα είναι τόσο πολλά και τόσο δυνατά που σχεδόν σε ξεπερνούν, σε παίρνουν μαζί τους, τα ζεις κι' εσύ λες και είσαι μέρος τους.
Για όσους δεν είδαν το ματς και προφανώς είναι η συντριπτική πλειοψηφία, θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω τις εικόνες και τα όσα εκτυλίχθηκαν μόνο στις καθυστερήσεις και ενώ το σκορ ήταν στο 1-1. Στο πρώτο λεπτό από αυτές η Αστον Βίλα η οποία έχει να υποβιβαστεί από το 1988, κέρδισε φάουλ σε καλό σημείο για εκτέλεση με σέντρα. Ο σκηνοθέτης κάνει κοντινό πλάνο στον Τιμ Σέργουντ (προπονητής της Αστον Βίλα), ο οποίος από την ένταση αισθάνεται τα πόδια του να λυγίζουν. Χαμήλωσε λίγο το κορμί του και κοίταξε προς τον ουρανό κάνοντας μία χαρακτηριστική κίνηση ικεσίας για βοήθεια από ψιλά. Επόμενο πλάνο στις κερκίδες. Δεκάδες πρόσωπα με ένταση και τα χέρια σηκωμένα να κρύβουν μέρος του προσώπου. Δεκάδες και αυτοί που η ανάσα τους είχε σταματήσει περιμένοντας την εκτέλεση του φάουλ.
Δευτερόλεπτα αργότερα ένα σουτ παίκτη της Αστον Βίλα διέγραφε πορεία προς την εστία, αλλά κάποιο από τα πολλά κορμιά σταμάτησε την πορεία της μπάλας προς τα δίχτυα. Στο ριπλέι τα πρόσωπα των ποδοσφαιριστών και των δύο ομάδων δεν είχαν απλώς την έκφραση της αγωνίας, αλλά ήταν... σπασμένα, γεμάτα ρυτίδες, πρόσωπα που λες και είχαν γεράσει από την ώρα που έγινε το σουτ μέχρι την στιγμή που υπήρξε η απομάκρυνση.
Και η απόλυτη κορύφωση. Πέντε δεύτερα πριν την συμπλήρωση και των καθυστερήσεων η Αστον Βίλα δείχνει να χάνει και την τελευταία ζαριά της στο ματς. Ο Φόστερ τερματοφύλακας της Γουέστ Μπρόμιτς βγαίνει γεμάτος ένταση να μαζέψει την μπάλα, δεν βλέπει τίποτα άλλο μπροστά του μόνο την μπάλα. Και ο αμυντικός της Γουέστ Μπρόμιτς δίπλα του, δεν βλέπει τίποτα άλλο μπροστά του παρά μόνο την μπάλα και σπεύδει να την διώξει πολύ μακριά, όσο πιο μακριά γίνεται για να κυλήσουν και τα 5 τελευταία δεύτερα. Και οι δύο συμπαίκτες πάνε σφαίρα προς την μπάλα, συγκρούονται και ο Φόστερ την χάνει μέσα από τα χέρια του. Δώρο Θεού για τον Λόουτον της Αστον Βίλα που ορμάει προς την μπάλα, την τσιμπάει και ο Φόστερ του μαζεύει τα πόδια. ΠΕΝΑΛΤΙ!!!
Η εικόνα στην οθόνη μου αρχίζει να κουνιέται, να πηγαίνει πάνω κάτω. Σχεδόν 30 χιλιάδες άνθρωποι χοροπηδούν ταυτόχρονα και οι κερκίδες τραντάζονται τόσο πολύ που τραντάζονται και οι κάμερες της τηλεοπτικής μετάδοσης. Ο τερματοφύλακας της Γουέστ Μπρόμιτς, ο Φόστερ έχει ματώσει στο κεφάλι από την σύγκρουση. Κανείς δεν το βλέπει, ούτε ο ίδιος καταλαβαίνει κάτι. Ο Μπεντέκε αναλαμβάνει την εκτέλεση. Πολλοί δεν αντέχουν να δουν, οι περισσότεροι που βλέπουν το κάνουν με κομμένη την ανάσα. Από τον πανζουρλισμό στην απόλυτη ησυχία
μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Νεκρική σιγή, νομίζεις ότι δεν έρχεται ο ήχος ή ότι πάτησες το mute και δεν το κατάλαβες.
Ο Μπεντέκε ευστοχεί και η νεκρική σιγή γίνεται αυτόματα πανδαιμόνιο, ο απόλυτος πανζουρλισμός. Παίκτες, προπονητές φίλαθλοι, άνθρωποι της ασφάλειας, ουρλιάζουν από χαρά, δεν ξέρουν τι να κάνουν, προς τα που να πάνε, πόσο να τρέξουν, πώς να πανηγυρίσουν. Τρέλα χαράς, απίστευτης, ανείπωτης χαράς και ξαφνικά το πλάνο στον Φόστερ. Να στέκεται γονατιστός με το κεφάλι του να τρέχει αίμα και το βλέμμα του να έχει παγώσει. Μαρμαρωμένος και ο Τόνι Πούλις, προπονητής της Γουέστ Μπρόμιτς, να βλέπει με ανοικτό το στόμα όσα συμβαίνουν γύρω του και να μην τα πιστεύει. Η εικόνα της οθόνης μου πλέον δεν κουνιέται απλώς, νομίζεις ότι οι καμεραμέν έχουν πάρει τις κάμερες στα χέρια και τίποτα δεν είναι σταθερό από αυτό που βλέπεις. Το ένα πλάνο ευτυχίας, τρέλας, διαδέχεται το άλλο, γεμίζει η οθόνη από συναισθήματα, αδύνατον να τα επεξεργαστείς, να τα ερμηνεύσεις, να τα εξηγήσεις με την λογική. Ενα ματς ήταν, μία νίκη. Οχι δεν ήταν αυτό. Για όλους αυτούς ήταν μία μάχη επιβίωσης. Αισθάνονταν εκείνη την ώρα ότι κέρδισαν παράταση ζωής, όχι μεταφορικά, αλλά κυριολεκτικά. Σας φαίνεται υπερβολικό; Αρκεί να βλέπατε (την βρήκαμε και σε φωτό), τον Τιμ Σέργουντ να δείχνει στους οπαδούς ότι οι παλμοί του είχαν σταματήσει, ότι για μια στιγμή αισθάνονταν ότι τα πάντα είχαν τελειώσει...
Για αυτούς και όχι μόνο τους λόγους, πάντα θα λέω ότι η μάχη της επιβίωσης δεν είχε, δεν έχει και δεν θα έχει ποτέ καμία σχέση με την μάχη του τίτλου. Τον χαμένο τίτλο δεν τον ακολουθεί ποτέ η ψυχολογία “δεν υπάρχει αύριο”, την χαμένη μάχη της επιβίωσης την συνοδεύει πάντα η αίσθηση, η πεποίθηση ότι “εδώ τελείωσαν όλα, δεν υπάρχει αύριο”.
Και για αυτό ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνο τον Μάιο του 2004 όταν η Λίντς έπαιξε εκτός έδρας με την Μπόλτον. Εκείνο το απόγευμα επιβεβαιώθηκε και μαθηματικά ο υποβιβασμός της και η εικόνα που θα με σημαδεύει είναι ο πιτσιρικάς (ήταν δεν ήταν 7 ετών τότε) που είχε βαλαντώσει στο κλάμα, έχοντας στο γυμνό στήθος του γραμμένο το σύνθημα “Λιντς μέχρι να πεθάνω”. Ο μικρός σήμερα είναι ενήλικας, αλλά την Λιντς από εκείνο το απόγευμα δεν την είδε ποτέ ξανά στην Πρέμιερ Λιγκ και κάθε φορά που θα βλέπει αυτή την εικόνα θα καταλαβαίνει πόσο δίκιο είχε τότε που βαλάντωσε στο κλάμα, πόσο δίκιο είχε που αισθάνονταν ότι δεν υπάρχει αύριο...
Την έψαξα και την βρήκα αυτή την εικόνα και μου προκαλεί την ίδια συγκίνηση ακόμη και τώρα, 11 χρόνια μετά, εδώ μπορείτε να την δείτε κι' εσείς...
Από εκείνα τα ματς που η φράση “δίχως αύριο” μετατρέπεται από κλισέ που είναι, σε απόλυτη πραγματικότητα.
Η συγκεκριμένη είχε ένα επιπλέον στοιχείο. Ηταν εκτός από αγώνας επιβίωσης (για την Αστον Βίλα που ήταν κάτω από την ζώνη του υποβιβασμού και με επτά συνεχόμενες ήττες) και γειτονικό ντέρμπι μίσους. Από το πρώτο λεπτό, όποια εικόνα κι' αν έβλεπες αισθανόσουν την ένταση, την πίεση, την διάθεση, την αυταπάρνηση, για το αποτέλεσμα. Αντιλαμβανόσουν ότι 22 ποδοσφαιριστές έπαιζαν σαν να μην υπάρχει αύριο, σαν να είναι αυτό το τελευταίο ματς όχι της καριέρας, αλλά της ζωής τους. Και έγινε όντως ένα ματς που σε σχέση με την ποιότητά του, ασφαλώς υπάρχουν καλύτερα, σε σχέση όμως με την ένταση, το σασπένς, την αδρεναλίνη που ξεχείλιζε, δύσκολα θα βρεις παρόμοιο. Ακόμη και σε μία αντίστοιχη μάχη που κρίνει τίτλο, τέτοιο πράγμα δεν πρόκειται να το ζήσεις.
Ο Σέργουντ δείχνει τους παλμούς του, που έχουν ανέβει στα ύψη!
Στο συγκεκριμένο ματς τα πάντα κύλισαν ιδανικά για κάποιον που δεν είναι οπαδός της μίας ή της άλλης ομάδας και θέλει να ζήσει όλο αυτό το σκηνικό μέχρι το τέλος, με κάθε λεπτομέρεια και σε όλο του το μεγαλείο. Κρίθηκε στις καθυστερήσεις των καθυστερήσεων με ένα εύστοχο κτύπημα πέναλτι, μετά από ένα μοιραίο λάθος του τερματοφύλακα. Και θρίλερ και δράμα, και κορύφωση της αγωνίας, και αδρεναλίνη στο κόκκινο και ξέσπασμα χαράς και δάκρυα απογοήτευσης. Αν υπήρχε σεναριογράφος στο ποδόσφαιρο, αυτό το σενάριο θα έγραφε. Αν υπήρχε σκηνοθέτης που θα μπορούσε να επιλέξει το ποδοσφαιρικό σενάριο, αυτό θα επέλεγε. Για αυτές τις στιγμές λατρεύεις το ποδόσφαιρο, για τις στιγμές που οι πάντες φτάνουν στα όρια τους, που τα συναισθήματα είναι τόσο πολλά και τόσο δυνατά που σχεδόν σε ξεπερνούν, σε παίρνουν μαζί τους, τα ζεις κι' εσύ λες και είσαι μέρος τους.
Για όσους δεν είδαν το ματς και προφανώς είναι η συντριπτική πλειοψηφία, θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω τις εικόνες και τα όσα εκτυλίχθηκαν μόνο στις καθυστερήσεις και ενώ το σκορ ήταν στο 1-1. Στο πρώτο λεπτό από αυτές η Αστον Βίλα η οποία έχει να υποβιβαστεί από το 1988, κέρδισε φάουλ σε καλό σημείο για εκτέλεση με σέντρα. Ο σκηνοθέτης κάνει κοντινό πλάνο στον Τιμ Σέργουντ (προπονητής της Αστον Βίλα), ο οποίος από την ένταση αισθάνεται τα πόδια του να λυγίζουν. Χαμήλωσε λίγο το κορμί του και κοίταξε προς τον ουρανό κάνοντας μία χαρακτηριστική κίνηση ικεσίας για βοήθεια από ψιλά. Επόμενο πλάνο στις κερκίδες. Δεκάδες πρόσωπα με ένταση και τα χέρια σηκωμένα να κρύβουν μέρος του προσώπου. Δεκάδες και αυτοί που η ανάσα τους είχε σταματήσει περιμένοντας την εκτέλεση του φάουλ.
Δευτερόλεπτα αργότερα ένα σουτ παίκτη της Αστον Βίλα διέγραφε πορεία προς την εστία, αλλά κάποιο από τα πολλά κορμιά σταμάτησε την πορεία της μπάλας προς τα δίχτυα. Στο ριπλέι τα πρόσωπα των ποδοσφαιριστών και των δύο ομάδων δεν είχαν απλώς την έκφραση της αγωνίας, αλλά ήταν... σπασμένα, γεμάτα ρυτίδες, πρόσωπα που λες και είχαν γεράσει από την ώρα που έγινε το σουτ μέχρι την στιγμή που υπήρξε η απομάκρυνση.
Και η απόλυτη κορύφωση. Πέντε δεύτερα πριν την συμπλήρωση και των καθυστερήσεων η Αστον Βίλα δείχνει να χάνει και την τελευταία ζαριά της στο ματς. Ο Φόστερ τερματοφύλακας της Γουέστ Μπρόμιτς βγαίνει γεμάτος ένταση να μαζέψει την μπάλα, δεν βλέπει τίποτα άλλο μπροστά του μόνο την μπάλα. Και ο αμυντικός της Γουέστ Μπρόμιτς δίπλα του, δεν βλέπει τίποτα άλλο μπροστά του παρά μόνο την μπάλα και σπεύδει να την διώξει πολύ μακριά, όσο πιο μακριά γίνεται για να κυλήσουν και τα 5 τελευταία δεύτερα. Και οι δύο συμπαίκτες πάνε σφαίρα προς την μπάλα, συγκρούονται και ο Φόστερ την χάνει μέσα από τα χέρια του. Δώρο Θεού για τον Λόουτον της Αστον Βίλα που ορμάει προς την μπάλα, την τσιμπάει και ο Φόστερ του μαζεύει τα πόδια. ΠΕΝΑΛΤΙ!!!
Η εικόνα στην οθόνη μου αρχίζει να κουνιέται, να πηγαίνει πάνω κάτω. Σχεδόν 30 χιλιάδες άνθρωποι χοροπηδούν ταυτόχρονα και οι κερκίδες τραντάζονται τόσο πολύ που τραντάζονται και οι κάμερες της τηλεοπτικής μετάδοσης. Ο τερματοφύλακας της Γουέστ Μπρόμιτς, ο Φόστερ έχει ματώσει στο κεφάλι από την σύγκρουση. Κανείς δεν το βλέπει, ούτε ο ίδιος καταλαβαίνει κάτι. Ο Μπεντέκε αναλαμβάνει την εκτέλεση. Πολλοί δεν αντέχουν να δουν, οι περισσότεροι που βλέπουν το κάνουν με κομμένη την ανάσα. Από τον πανζουρλισμό στην απόλυτη ησυχία
μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Νεκρική σιγή, νομίζεις ότι δεν έρχεται ο ήχος ή ότι πάτησες το mute και δεν το κατάλαβες.
Ο Μπεντέκε ευστοχεί και η νεκρική σιγή γίνεται αυτόματα πανδαιμόνιο, ο απόλυτος πανζουρλισμός. Παίκτες, προπονητές φίλαθλοι, άνθρωποι της ασφάλειας, ουρλιάζουν από χαρά, δεν ξέρουν τι να κάνουν, προς τα που να πάνε, πόσο να τρέξουν, πώς να πανηγυρίσουν. Τρέλα χαράς, απίστευτης, ανείπωτης χαράς και ξαφνικά το πλάνο στον Φόστερ. Να στέκεται γονατιστός με το κεφάλι του να τρέχει αίμα και το βλέμμα του να έχει παγώσει. Μαρμαρωμένος και ο Τόνι Πούλις, προπονητής της Γουέστ Μπρόμιτς, να βλέπει με ανοικτό το στόμα όσα συμβαίνουν γύρω του και να μην τα πιστεύει. Η εικόνα της οθόνης μου πλέον δεν κουνιέται απλώς, νομίζεις ότι οι καμεραμέν έχουν πάρει τις κάμερες στα χέρια και τίποτα δεν είναι σταθερό από αυτό που βλέπεις. Το ένα πλάνο ευτυχίας, τρέλας, διαδέχεται το άλλο, γεμίζει η οθόνη από συναισθήματα, αδύνατον να τα επεξεργαστείς, να τα ερμηνεύσεις, να τα εξηγήσεις με την λογική. Ενα ματς ήταν, μία νίκη. Οχι δεν ήταν αυτό. Για όλους αυτούς ήταν μία μάχη επιβίωσης. Αισθάνονταν εκείνη την ώρα ότι κέρδισαν παράταση ζωής, όχι μεταφορικά, αλλά κυριολεκτικά. Σας φαίνεται υπερβολικό; Αρκεί να βλέπατε (την βρήκαμε και σε φωτό), τον Τιμ Σέργουντ να δείχνει στους οπαδούς ότι οι παλμοί του είχαν σταματήσει, ότι για μια στιγμή αισθάνονταν ότι τα πάντα είχαν τελειώσει...
Για αυτούς και όχι μόνο τους λόγους, πάντα θα λέω ότι η μάχη της επιβίωσης δεν είχε, δεν έχει και δεν θα έχει ποτέ καμία σχέση με την μάχη του τίτλου. Τον χαμένο τίτλο δεν τον ακολουθεί ποτέ η ψυχολογία “δεν υπάρχει αύριο”, την χαμένη μάχη της επιβίωσης την συνοδεύει πάντα η αίσθηση, η πεποίθηση ότι “εδώ τελείωσαν όλα, δεν υπάρχει αύριο”.
Και για αυτό ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνο τον Μάιο του 2004 όταν η Λίντς έπαιξε εκτός έδρας με την Μπόλτον. Εκείνο το απόγευμα επιβεβαιώθηκε και μαθηματικά ο υποβιβασμός της και η εικόνα που θα με σημαδεύει είναι ο πιτσιρικάς (ήταν δεν ήταν 7 ετών τότε) που είχε βαλαντώσει στο κλάμα, έχοντας στο γυμνό στήθος του γραμμένο το σύνθημα “Λιντς μέχρι να πεθάνω”. Ο μικρός σήμερα είναι ενήλικας, αλλά την Λιντς από εκείνο το απόγευμα δεν την είδε ποτέ ξανά στην Πρέμιερ Λιγκ και κάθε φορά που θα βλέπει αυτή την εικόνα θα καταλαβαίνει πόσο δίκιο είχε τότε που βαλάντωσε στο κλάμα, πόσο δίκιο είχε που αισθάνονταν ότι δεν υπάρχει αύριο...
Την έψαξα και την βρήκα αυτή την εικόνα και μου προκαλεί την ίδια συγκίνηση ακόμη και τώρα, 11 χρόνια μετά, εδώ μπορείτε να την δείτε κι' εσείς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου