O Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει για τον σπουδαίο Γιόχαν Κρόιφ.
Την τεχνική τελειότητα, ο Κρόιφ τη βαρέθηκε απ' τα...είκοσι. Κι άρχισε να του κινούν το ενδιαφέρον άλλα πράγματα. Καθόλου τυχαία, σαράντα χρόνια μετά το Ουέμπλεϊ, ξανά στο Ουέμπλεϊ (το περασμένο Σάββατο) θριάμβευσε το "δικό του" ποδόσφαιρο.
Είκοσι δύο ετών στα είκοσι τρία, όταν πήρα για το "Φως" στο Αμστερνταμ συνέντευξη του Γιόχαν Κρόιφ ενόψει των αναμετρήσεων Αγιαξ-Ολυμπιακός στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, ήταν η σεζόν στο φινάλε της οποίας έμελλε να τον ξανασυναντήσω. Μάιο, στον τελικό της Αθήνας. Είχα τότε, λόγω της κεκτημένης... οικειότητας, αναλάβει την υποχρέωση να τον οδηγήσω, μετά το ματς και την απονομή, στην αίθουσα της πρες-κόνφερανς.
Εκείνη τη συνέντευξη το '86, ένα πρωινό στο προπονητήριο του Αγιαξ, με μία ολόκληρη ώρα στη διάθεσή μου να τον ρωτήσω ό,τι ήθελα και να τον φωτογραφίσω όσο ήθελα, μου την έδωσε στην εποχή όπου, εκτός απ' το ψάρωμα για την ευλογημένη συνάντηση με το αιώνιο ίνδαλμά μου, αιωρείτο και η φήμη ότι ο Κρόιφ ήθελε λεφτά για να μιλήσει. Μια σαχλαμάρα, όπως σχεδόν όλες οι φήμες. Μου έδωσε τη συνέντευξη, μία ώρα απ' τη ζωή του σ' ένα παντελώς ασήμαντο δημοσιογράφο από μια παντελώς ασήμαντη στο ποδόσφαιρο χώρα, τζάμπα. Και με τον καφέ, κερασμένο μαζί με τα μπισκοτάκια. Τα δε τσιγάρα, δεν το είχε κόψει ακόμη, τα ανταλλάσσαμε για δοκιμή.
Λεφτά, ο Κρόιφ πράγματι ζητούσε. Απ' όσους δεν ήθελε να μιλήσει. Κάνα γυναικείο περιοδικό π.χ. που, αίφνης, ανακάλυπτε το ποδόσφαιρο και τον ήθελε στο εξώφυλλό του. Ακουγαν την τιμή, έφευγαν. Ο,τι επεδίωκε. Κι αν δεν έφευγαν και τα 'δίναν, αν μη τι άλλο του έμεναν τα λεφτά από κάτι που δεν του άρεσε να κάνει. Οπως ποντάρεις λεφτά, στην ομάδα που συμβαίνει ν' αντιπαθείς. Ελπίζεις να ηττηθεί. Αλλ' αν νικήσει, τουλάχιστον υπάρχει κάτι για να νιώθεις κερδισμένος.
Σήμερα, που επιτελούμε τη μνήμη του Ουέμπλεϊ '71, τον σκέπτομαι αναπόφευκτα. Σκέπτομαι πως η Βραζιλία υπήρχε και πριν τον Πελέ. Η Αργεντινή, και πριν τον Μαραντόνα. Η Μπαρτσελόνα, και πριν τον Μέσι. Η Ολλανδία, και ο Αγιαξ, πριν τον Κρόιφ δεν υπήρχαν. Οχι σαν μεγάλες ομάδες. Ούτε σαν σημεία, στον χάρτη του ποδοσφαίρου. Ως τότε, η Ολλανδία συνήθως νικούσε το Λουξεμβούργο, πότε-πότε τη Δανία και τη Φινλανδία, τα μεγάλα παιγνίδια ήταν (το πολύ) με το Βέλγιο. Γερμανίες, Αγγλίες, Ιταλίες κ.λπ., καμία συζήτηση.
Η Ελβετία κι η Βόρεια Ιρλανδία τους απέκλεισαν απ' το Παγκόσμιο Κύπελλο '66, πράγμα που κανένα δεν εντυπωσίασε. Επίσης, ουδείς εξεπλάγη ότι δεν προκρίθηκαν ούτε το '70 στο Μεξικό ενώ ήδη είχαν στη χώρα και τον φιναλίστ του Πρωταθλητριών '69 (Αγιαξ) και τη νικήτρια του Πρωταθλητριών '70 (Φέγενορντ). Ωσπου πήρε την κατάσταση στα χέρια αυτός ο αδύνατος, ο φαινομενικά εύθραυστος, τύπος.
Ο Κρόιφ πάντοτε, από μικρός, είχε απολύτως ξεκάθαρη μέσα του την αίσθηση ποιοί είμαστε οι από δω, ποιοί είναι οι από κει. Από δω "είμαστε" οι ποδοσφαιριστές και οι προπονητές. Από κει, οι διοικητικοί. Ποτέ δεν ήταν "καλός" με τους διοικητικούς. Εφτιαξε τη ντριμ-τιμ της Μπαρτσελόνα και...δεν μιλούσε με τον πρόεδρο Νούνιεθ. Ακόμη, έτσι είναι.
Επανενεργοποιήθηκε στον Αγιαξ τον χειμώνα, και παραιτήθηκε όλο το συμβούλιο. Με τον Νούνιεθ, επτά-οκτώ-ή-όσα-ήταν χρόνια, δεν βγήκε για φαγητό ποτέ. "Για φαγητό" έλεγε "βγαίνεις με τους φίλους σου. Με όποιους σου αρέσει να κάνεις παρέα. Σαφές;"
Την τεχνική τελειότητα, ο Κρόιφ τη βαρέθηκε απ' τα...είκοσι. Ηξερε ότι μπορούσε να κάνει, με τη μπάλα, τα πάντα. Ο,τι ήθελε. Συνέχισε να τα κάνει, "από μνήμης", όμως έπαψε να ενδιαφέρεται γι' αυτό. Κι άρχισε, να του κινούν το ενδιαφέρον άλλα πράγματα. Τακτικά. Να βλέπει τις καταστάσεις του παιγνιδιού. Να τις αντιλαμβάνεται και να τις εξηγεί. Εν τέλει, να τις ορίζει. Καθόλου τυχαία, σαράντα χρόνια μετά το Ουέμπλεϊ, ξανά στο Ουέμπλεϊ (το περασμένο Σάββατο) θριάμβευσε το "δικό του" ποδόσφαιρο.
Πηγή: contra.gr
Είκοσι δύο ετών στα είκοσι τρία, όταν πήρα για το "Φως" στο Αμστερνταμ συνέντευξη του Γιόχαν Κρόιφ ενόψει των αναμετρήσεων Αγιαξ-Ολυμπιακός στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, ήταν η σεζόν στο φινάλε της οποίας έμελλε να τον ξανασυναντήσω. Μάιο, στον τελικό της Αθήνας. Είχα τότε, λόγω της κεκτημένης... οικειότητας, αναλάβει την υποχρέωση να τον οδηγήσω, μετά το ματς και την απονομή, στην αίθουσα της πρες-κόνφερανς.
Εκείνη τη συνέντευξη το '86, ένα πρωινό στο προπονητήριο του Αγιαξ, με μία ολόκληρη ώρα στη διάθεσή μου να τον ρωτήσω ό,τι ήθελα και να τον φωτογραφίσω όσο ήθελα, μου την έδωσε στην εποχή όπου, εκτός απ' το ψάρωμα για την ευλογημένη συνάντηση με το αιώνιο ίνδαλμά μου, αιωρείτο και η φήμη ότι ο Κρόιφ ήθελε λεφτά για να μιλήσει. Μια σαχλαμάρα, όπως σχεδόν όλες οι φήμες. Μου έδωσε τη συνέντευξη, μία ώρα απ' τη ζωή του σ' ένα παντελώς ασήμαντο δημοσιογράφο από μια παντελώς ασήμαντη στο ποδόσφαιρο χώρα, τζάμπα. Και με τον καφέ, κερασμένο μαζί με τα μπισκοτάκια. Τα δε τσιγάρα, δεν το είχε κόψει ακόμη, τα ανταλλάσσαμε για δοκιμή.
Λεφτά, ο Κρόιφ πράγματι ζητούσε. Απ' όσους δεν ήθελε να μιλήσει. Κάνα γυναικείο περιοδικό π.χ. που, αίφνης, ανακάλυπτε το ποδόσφαιρο και τον ήθελε στο εξώφυλλό του. Ακουγαν την τιμή, έφευγαν. Ο,τι επεδίωκε. Κι αν δεν έφευγαν και τα 'δίναν, αν μη τι άλλο του έμεναν τα λεφτά από κάτι που δεν του άρεσε να κάνει. Οπως ποντάρεις λεφτά, στην ομάδα που συμβαίνει ν' αντιπαθείς. Ελπίζεις να ηττηθεί. Αλλ' αν νικήσει, τουλάχιστον υπάρχει κάτι για να νιώθεις κερδισμένος.
Σήμερα, που επιτελούμε τη μνήμη του Ουέμπλεϊ '71, τον σκέπτομαι αναπόφευκτα. Σκέπτομαι πως η Βραζιλία υπήρχε και πριν τον Πελέ. Η Αργεντινή, και πριν τον Μαραντόνα. Η Μπαρτσελόνα, και πριν τον Μέσι. Η Ολλανδία, και ο Αγιαξ, πριν τον Κρόιφ δεν υπήρχαν. Οχι σαν μεγάλες ομάδες. Ούτε σαν σημεία, στον χάρτη του ποδοσφαίρου. Ως τότε, η Ολλανδία συνήθως νικούσε το Λουξεμβούργο, πότε-πότε τη Δανία και τη Φινλανδία, τα μεγάλα παιγνίδια ήταν (το πολύ) με το Βέλγιο. Γερμανίες, Αγγλίες, Ιταλίες κ.λπ., καμία συζήτηση.
Η Ελβετία κι η Βόρεια Ιρλανδία τους απέκλεισαν απ' το Παγκόσμιο Κύπελλο '66, πράγμα που κανένα δεν εντυπωσίασε. Επίσης, ουδείς εξεπλάγη ότι δεν προκρίθηκαν ούτε το '70 στο Μεξικό ενώ ήδη είχαν στη χώρα και τον φιναλίστ του Πρωταθλητριών '69 (Αγιαξ) και τη νικήτρια του Πρωταθλητριών '70 (Φέγενορντ). Ωσπου πήρε την κατάσταση στα χέρια αυτός ο αδύνατος, ο φαινομενικά εύθραυστος, τύπος.
Ο Κρόιφ πάντοτε, από μικρός, είχε απολύτως ξεκάθαρη μέσα του την αίσθηση ποιοί είμαστε οι από δω, ποιοί είναι οι από κει. Από δω "είμαστε" οι ποδοσφαιριστές και οι προπονητές. Από κει, οι διοικητικοί. Ποτέ δεν ήταν "καλός" με τους διοικητικούς. Εφτιαξε τη ντριμ-τιμ της Μπαρτσελόνα και...δεν μιλούσε με τον πρόεδρο Νούνιεθ. Ακόμη, έτσι είναι.
Επανενεργοποιήθηκε στον Αγιαξ τον χειμώνα, και παραιτήθηκε όλο το συμβούλιο. Με τον Νούνιεθ, επτά-οκτώ-ή-όσα-ήταν χρόνια, δεν βγήκε για φαγητό ποτέ. "Για φαγητό" έλεγε "βγαίνεις με τους φίλους σου. Με όποιους σου αρέσει να κάνεις παρέα. Σαφές;"
Την τεχνική τελειότητα, ο Κρόιφ τη βαρέθηκε απ' τα...είκοσι. Ηξερε ότι μπορούσε να κάνει, με τη μπάλα, τα πάντα. Ο,τι ήθελε. Συνέχισε να τα κάνει, "από μνήμης", όμως έπαψε να ενδιαφέρεται γι' αυτό. Κι άρχισε, να του κινούν το ενδιαφέρον άλλα πράγματα. Τακτικά. Να βλέπει τις καταστάσεις του παιγνιδιού. Να τις αντιλαμβάνεται και να τις εξηγεί. Εν τέλει, να τις ορίζει. Καθόλου τυχαία, σαράντα χρόνια μετά το Ουέμπλεϊ, ξανά στο Ουέμπλεϊ (το περασμένο Σάββατο) θριάμβευσε το "δικό του" ποδόσφαιρο.
Πηγή: contra.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου