Το γεγονός ότι οι «φούριας ρόχας» τερμάτισαν τελικά πρώτοι σε έναν
όμιλο αντικειμενικά δύσκολο, άφησε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης
μάλλον αδιάφορο.
Οι περισσότεροι ίσως να θεώρησαν καθήκον των Ισπανών να τερματίσουν πρώτοι ή φυσικό επόμενο, με βάση την αξία των ομάδων που είχε για αντιπάλους. Αυτό που μέτρησε ώστε οι πρώτες κρίσεις να αποτυπώνονται με αρνητικό πρόσημο στην ανεπίσημη αυτή σφυγμομέτρηση ήταν η εικόνα των Ισπανών στις πρώτες αναμετρήσεις. Έχουν χάσει τη φρεσκάδα τους, ίσως και τη σπιρτάδα τους, δεν είναι το ίδιο γρήγοροι, φαίνονται κουρασμένοι και λιγότερο αποτελεσματικοί, ήταν τα πρώτα πρόχειρα συμπεράσματα. Α, και το γεγονός ότι η ομάδα δεν αγωνιζόταν με καθαρόαιμο σέντερ φορ.
Να μην το ξεχάσω. Χωρίς τον στράικερ που να καθαρίζει τις φάσεις στην κορυφή της επίθεσης η ομάδα χάνει πολύ από την αποτελεσματικότητά της. Έτσι έλεγαν οι ειδικοί. Αυτά και άλλα φρόντιζαν να υπερτονίζουν οι επαΐοντες. Αλλά η Ισπανία κατάφερε να ξεγελάσει άπαντες τους ξερόλες, τους παντογνώστες, τους καθηγητάδες του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Κατάφερε να ξεγελάσει μέχρι και την παμπόνηρη και δολοπλόκα Ιταλία που κράτησε στο μυαλό της το πρώτο ματς. Εκείνο το ψεύτικο, όπως αποδείχθηκε, 1-1 που έκανε τις δύο ομάδες να μοιάζουν ισοδύναμες. Μετά τον ημιτελικό με την Πορτογαλία κι αφού είχε προηγηθεί το στεγνό καθάρισμα των Γάλλων με 2-0, η διαδικασία των πέναλτι επιδείνωσε... την κατάσταση. Οι ψίθυροι έγιναν κραυγές, οι δειλές απόψεις, ισχυρές εμπεριστατωμένες απόψεις. Η Ισπανία δεν πείθει, κ.λπ. ,κ.λπ., κ.λπ. Ερχόταν και η Ιταλία με φόρα από μακριά, τρελή, ελπιδοφόρα και ορεξάτη με τα παράσημά της από τον αποκλεισμό της Γερμανίας να γυαλίζουν επικίνδυνα. Αντίθετα με τους Ιταλούς, οι Ισπανοί επέλεξαν να περάσουν απαρατήρητοι. Το κατάφεραν μέχρι τέλους.
Ήταν αδύνατο να μην παρατηρήσεις ότι σε όλα σχεδόν τα ματς -εξαιρώντας την παράταση με τους Πορτογάλους- κατάφεραν να πάρουν το αποτέλεσμα που ήθελαν χωρίς να ζορίσουν τη μηχανή τους. Μετά βίας το στροφόμετρο έδειχνε 3 με 3.500 στροφές. Λίγος ιδρώτας, πολύ μυαλό, ακόμη μεγαλύτερη αποταμίευση ενέργειας κι αποτελεσματικότητας. Την Κυριακή έχοντας αποθέματα δύναμης κι αυτοπεποίθησης όσο καμία άλλη ομάδα, το πόδι στο γκάζι βάρυνε, η μηχανή είχε να δώσει ισχύ, το στροφόμετρο ανέβηκε στις 5.000 στροφές. Και το κακό έγινε. Το πλήρωσε η Ιταλία που στη βαριά βιομηχανία κατασκευής αυτοκινήτων μπορεί να υπερισχύει των Ισπανών, αλλά την πάτησε σαν πρωτάρα. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Το εξομολογήθηκε ο Σάντρο Ματσόλα στην ιταλική κρατική τηλεόραση. «Καταλαβαίνω απόλυτα τα παιδιά», ξεκίνησε για να συμπληρώσει: «Την έχουμε πατήσει κι εμείς. Η περίφημη ομάδα του '70 στον τελικό με τη Βραζιλία. Όταν παίζεις με μια ομάδα που έχει την πολυτέλεια να μετρά στην ενδεκάδα της πέντε "δεκάρια" που μπορούν να οργανώσουν, να κατευθύνουν και να εκτελέσουν, τότε μοιραία το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο. Τέσσερα τότε, τέσσερα και τώρα. Τότε ήταν ο Πελέ, ο Ζαϊρζίνιο, ο Τοστάο, ο Ζέρσον και ο Ριβελίνο. Τώρα ο Ινιέστα, ο Τσάβι, ο Αλόνσο, ο Σεσκ και ο Μπουσκέτς.
Συνεπώς όταν μια ομάδα σε πέντε θέσεις διαθέτει πέντε παίκτες ικανούς να ερμηνεύσουν με άνεση περισσότερους ρόλους από τον έναν, που επιβάλλει η θέση τους τότε αυτόματα αυτή η ομάδα αγωνίζεται με πέντε παίκτες παραπάνω. Ποιος μπορεί να κερδίσει μια ομάδα που παίζει με... δεκαέξι ποδοσφαιριστές;». Μην κουράζεστε άλλο. Την απάντηση την έχουν δώσει οι τίτλοι των «φούριας ρόχας».
Πηγή: Sportday
Οι περισσότεροι ίσως να θεώρησαν καθήκον των Ισπανών να τερματίσουν πρώτοι ή φυσικό επόμενο, με βάση την αξία των ομάδων που είχε για αντιπάλους. Αυτό που μέτρησε ώστε οι πρώτες κρίσεις να αποτυπώνονται με αρνητικό πρόσημο στην ανεπίσημη αυτή σφυγμομέτρηση ήταν η εικόνα των Ισπανών στις πρώτες αναμετρήσεις. Έχουν χάσει τη φρεσκάδα τους, ίσως και τη σπιρτάδα τους, δεν είναι το ίδιο γρήγοροι, φαίνονται κουρασμένοι και λιγότερο αποτελεσματικοί, ήταν τα πρώτα πρόχειρα συμπεράσματα. Α, και το γεγονός ότι η ομάδα δεν αγωνιζόταν με καθαρόαιμο σέντερ φορ.
Να μην το ξεχάσω. Χωρίς τον στράικερ που να καθαρίζει τις φάσεις στην κορυφή της επίθεσης η ομάδα χάνει πολύ από την αποτελεσματικότητά της. Έτσι έλεγαν οι ειδικοί. Αυτά και άλλα φρόντιζαν να υπερτονίζουν οι επαΐοντες. Αλλά η Ισπανία κατάφερε να ξεγελάσει άπαντες τους ξερόλες, τους παντογνώστες, τους καθηγητάδες του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Κατάφερε να ξεγελάσει μέχρι και την παμπόνηρη και δολοπλόκα Ιταλία που κράτησε στο μυαλό της το πρώτο ματς. Εκείνο το ψεύτικο, όπως αποδείχθηκε, 1-1 που έκανε τις δύο ομάδες να μοιάζουν ισοδύναμες. Μετά τον ημιτελικό με την Πορτογαλία κι αφού είχε προηγηθεί το στεγνό καθάρισμα των Γάλλων με 2-0, η διαδικασία των πέναλτι επιδείνωσε... την κατάσταση. Οι ψίθυροι έγιναν κραυγές, οι δειλές απόψεις, ισχυρές εμπεριστατωμένες απόψεις. Η Ισπανία δεν πείθει, κ.λπ. ,κ.λπ., κ.λπ. Ερχόταν και η Ιταλία με φόρα από μακριά, τρελή, ελπιδοφόρα και ορεξάτη με τα παράσημά της από τον αποκλεισμό της Γερμανίας να γυαλίζουν επικίνδυνα. Αντίθετα με τους Ιταλούς, οι Ισπανοί επέλεξαν να περάσουν απαρατήρητοι. Το κατάφεραν μέχρι τέλους.
Ήταν αδύνατο να μην παρατηρήσεις ότι σε όλα σχεδόν τα ματς -εξαιρώντας την παράταση με τους Πορτογάλους- κατάφεραν να πάρουν το αποτέλεσμα που ήθελαν χωρίς να ζορίσουν τη μηχανή τους. Μετά βίας το στροφόμετρο έδειχνε 3 με 3.500 στροφές. Λίγος ιδρώτας, πολύ μυαλό, ακόμη μεγαλύτερη αποταμίευση ενέργειας κι αποτελεσματικότητας. Την Κυριακή έχοντας αποθέματα δύναμης κι αυτοπεποίθησης όσο καμία άλλη ομάδα, το πόδι στο γκάζι βάρυνε, η μηχανή είχε να δώσει ισχύ, το στροφόμετρο ανέβηκε στις 5.000 στροφές. Και το κακό έγινε. Το πλήρωσε η Ιταλία που στη βαριά βιομηχανία κατασκευής αυτοκινήτων μπορεί να υπερισχύει των Ισπανών, αλλά την πάτησε σαν πρωτάρα. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Το εξομολογήθηκε ο Σάντρο Ματσόλα στην ιταλική κρατική τηλεόραση. «Καταλαβαίνω απόλυτα τα παιδιά», ξεκίνησε για να συμπληρώσει: «Την έχουμε πατήσει κι εμείς. Η περίφημη ομάδα του '70 στον τελικό με τη Βραζιλία. Όταν παίζεις με μια ομάδα που έχει την πολυτέλεια να μετρά στην ενδεκάδα της πέντε "δεκάρια" που μπορούν να οργανώσουν, να κατευθύνουν και να εκτελέσουν, τότε μοιραία το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο. Τέσσερα τότε, τέσσερα και τώρα. Τότε ήταν ο Πελέ, ο Ζαϊρζίνιο, ο Τοστάο, ο Ζέρσον και ο Ριβελίνο. Τώρα ο Ινιέστα, ο Τσάβι, ο Αλόνσο, ο Σεσκ και ο Μπουσκέτς.
Συνεπώς όταν μια ομάδα σε πέντε θέσεις διαθέτει πέντε παίκτες ικανούς να ερμηνεύσουν με άνεση περισσότερους ρόλους από τον έναν, που επιβάλλει η θέση τους τότε αυτόματα αυτή η ομάδα αγωνίζεται με πέντε παίκτες παραπάνω. Ποιος μπορεί να κερδίσει μια ομάδα που παίζει με... δεκαέξι ποδοσφαιριστές;». Μην κουράζεστε άλλο. Την απάντηση την έχουν δώσει οι τίτλοι των «φούριας ρόχας».
Πηγή: Sportday
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου