Fight club…
Δεν πρόκειται για μια κλινική περίπτωση. Για έναν σχιζοφρενή που ζούσε δύο ζωές ταυτόχρονα, κοιμίζοντας τον άγριο εαυτό του σε μια καθώς πρέπει καθημερινότητα. Ο Ντιέγκο Κόστα δεν ήξερε τίποτα άλλο από το ποδόσφαιρο. Και δεν ήξερε τίποτα άλλο απ’ το να τσακώνεται. Σχεδόν από την ημέρα της γέννησής του, στις 7 Οκτωβρίου του 1988, είχε αποφασιστεί ο δρόμος που θα ακολουθούσε. Ο πατέρας του είχε φροντίσει γι’ αυτό, εξ ου και τον βάφτισε με την επιρροή του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα που εκείνη την εποχή καθήλωνε ακόμα και τους Βραζιλιάνους. Στη μικρή πόλη Λαγκάρτο, που μεταφράζεται ως σαύρα, το μεσαίο παιδί της οικογένειας (σ.σ. έχει δύο αδέλφια) μεγάλωνε θαυμάζοντας τον Ρονάλντο και υποστηρίζοντας την Παλμέιρας. Μέχρι εκεί θα έφτασε ως συλλογικός του προσανατολισμός. Τα υπόλοιπα θα θύμιζαν… αρένα!
«Στο χωριό μου δεν υπήρχαν γήπεδα, ούτε ομάδες. Εκεί οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τις επιχειρήσεις τους και δεν στηρίζονται στο ποδόσφαιρο. Παίζαμε με ομάδες από άλλες πόλεις και προπονούμουν κάθε μέρα, αλλά όχι σε σύλλογο. Το δικό μου σχολείο ήταν ο δρόμος», διηγείται προσπαθώντας να απολογηθεί για την μετέπειτα συμπεριφορά του που αφαιρούσε τα γαλόνια, τα οποία κέρδιζε με την απόδοσή του. «Τότε ήμουν ικανός να τσακωθώ με όλους, δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου. Έτσι είχα μάθει. Να προσβάλω, να μην σέβομαι τον αντίπαλο. Πίστευα ότι αν μπορούσα να τους σκοτώσω, θα ήταν υπέρ μου. Αυτή η γνώση μου έλειπε. Όσοι πηγαίνουν σε ακαδημίες, διδάσκονται τον σεβασμό και τη σωστή συμπεριφορά. Πήρα αρχές από το σπίτι μου, όμως μέσα στο γήπεδο γινόμουν άλλος άνθρωπος. Θεωρούσα ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να χτυπάω με τους αγκώνες μου όλο τον κόσμο».
Η οργή δεν είχε απαραίτητα πηγή προέλευσης. Στο σπίτι του τα πράγματα ήταν τουλάχιστον αξιοπρεπή και το βιοτικό επίπεδο της οικογένειάς του, αν και στα όρια της φτώχειας, ήταν πάνω από το μέσο όρο. «Ο πατέρας μου πάντα δούλευε για να έχουμε όσα χρειαζόμασταν. Ήταν φτωχική η ζωή μας, αλλά δεν πεινάσαμε ποτέ. Δούλευε σε ένα πολυκατάστημα που πουλούσε φτηνά προϊόντα, όπως και η μητέρα μου». Η ζωή τους στην πορεία άλλαξε. Μετακόμισαν στο Σάο Πάουλο, η μητέρα του έγινε δασκάλα σε νηπιαγωγείο, ο πατέρας του συνέχισε την καθημερινότητά του και ο Ντιέγκο στα 16 του χρόνια έψαχνε τρόπο να βγάζει τις γυναίκες για φαγητό.
Όρια αντοχής…
Ένα καλοκαίρι, χρόνια μετά τον ξενιτεμό του, επιστρέφοντας στο χωριό μου, είχε κάνει ένα τάμα. Περπάτησε 70 χιλιόμετρα από το σπίτι του στην κοντινότερη παραλία. «Ήταν μια υπόσχεση που είχα δώσει στον εαυτό μου. Έφυγα στις 3 το μεσημέρι κι έφτασα στις 11 το βράδυ». Ο λόγος; Ούτε ο ίδιος τον θυμάται, όμως το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό των αντοχών που είχε αναπτύξει στην εφηβεία του. Τότε που αποφάσισε να ασχοληθεί με το παραεμπόριο στο Σάο Πάουλο, προκειμένου να βγάζει τα δικά του λεφτά και να μην ντρέπεται να ζητήσει ένα κορίτσι να βγουν για φαγητό.
«Μετακομίσαμε στα 14 μου χρόνια. Ο πατέρας μου, μού έδινε κάποια λεφτά, αλλά δεν ήταν αρκετά. Δεν μου περίσσευαν για να βγάλω ένα κορίτσι έξω και δε θα επέτρεπα ποτέ στον εαυτό μου να την αφήσω να πληρώσει. Έτσι αποφάσισα να δουλέψω! Πήγαινα στα σύνορα με την Παραγουάη για να βρω ψεύτικες μάρκες ή καλλυντικά και να πουλήσω μετά». Η απόσταση από το Σάο Πάουλο ως την όμορη χώρα της Λατινικής Αμερικής είναι πάνω από δέκα ώρες! Ευτυχώς, βρέθηκε ο θείος του για να του αλλάξει ρότα στην καριέρα και να τον επαναφέρει σε εκείνη του ποδοσφαίρου.
«Ήταν τρελός για το ποδόσφαιρο και με έπεισε να δοκιμαστώ στην Μπαρτσελόνα Καπέλα. Μου είπε «πήγαινε να παίξεις και θα στα δίνω εγώ αυτά τα λεφτά». Κάπως έτσι μπήκε το νερό στο αυλάκι και ο Ντιέγκο Κόστα στον ποδοσφαιρικό χάρτη. Στην Βραζιλία δεν πρόλαβε να παίξει ούτε καν μια σεζόν, αφού οι σκάουτερ τον εντόπισαν και τον έστειλαν μόλις ενηλικιώθηκε στην Ευρώπη. Ίσως γι’ αυτό παραμένει απωθημένο του να παίξει στο πρωτάθλημα της χώρας του και, μάλιστα, δηλώνει ότι θα ήθελε να το κάνει νωρίτερα απ’ ό,τι συνηθίζεται, γύρω στα 28 με 29 του χρόνια.
«Ήρθε και με βρήκε ένας άνθρωπος που δούλευε για τον Χόρχε Μέντες. Θα με παρακολουθούσε σε ένα παιχνίδι που φυσιολογικά δε θα έπαιζα γιατί ήμουν τιμωρημένος για τέσσερις μήνες. Είχα χαστουκίσει έναν αντίπαλο και είχα επιτεθεί στον διαιτητή που μου έδειξε κόκκινη κάρτα (!!). Πριν το παιχνίδι, μ’ έπιασε ο προπονητής μου και μου είπε: «Δεν ξέρω αν είναι λάθος, όμως καταφέραμε να παίξεις σήμερα». Δεν ξέρω αν υπήρχε κάποια παγίδα στην ιστορία, αλλά εγώ έπαιξα. Ίσως να ήταν θέλημα Θεού. Μετά το παιχνίδι υπέγραψα στην Σπόρτινγκ Μπράγκα».
Άγονη γη…
Στην Πορτογαλία βρέθηκε στα 18 του χρόνια. Ήξερε τη γλώσσα, αλλά τίποτα περισσότερο. Η οικογένειά του δεν τον ακολούθησε, κυρίως επειδή ο πατέρας του δεν ήθελε να αφήσει όλα εκείνα στα οποία ήταν μαθημένος στη ζωή του. «Είχα συνηθίσει να έχω γύρω μου την οικογένειά μου και ήταν δύσκολο να συνηθίσω μόνος μου. Ήμουν φοβισμένος, αλλά άντεξα. Έβαλα στο μυαλό μου ότι αυτό είναι το μέλλον μου και πρέπει να παλέψω. Υπήρχαν φορές που έκλαψα, όμως ποτέ δεν τους το είπα». Στις δυσκολίες προσθέστε και το γεγονός ότι το πρώτο εξάμηνο έμεινε με τη δεύτερη ομάδα λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων στη μεταγραφή του κι έχετε την πλήρη εικόνα.
Οι πρώτες του συμμετοχές έρχονται επί της ουσίας στην ανατολή του 2006 με την Πεναφιέλ, όπου είχε παραχωρηθεί δανεικός από την Μπράγκα. Εκεί, για πρώτη φορά θα δείξει την αξία του. «Έβλεπα τότε παιδιά 17 και 18 χρονών που είχαν σπάνιες αρετές. Τέτοιος ήταν και ο Ντιέγκο Κόστα. Ήθελε να γίνει κάποιος στο ποδόσφαιρο», περιέγραφε ο Ρουΐ Μπέντο, υπό τις οδηγίες του οποίου έπαιξε στη 2η κατηγορία ο Ντιέγκο Κόστα και πέτυχε πέντε γκολ σε 13 ματς. Τα στοιχεία που έδειξε ήταν ικανά να του φέρουν την πρώτη μεγάλη πρόκληση της καριέρας του.
«Ο μάνατζέρ μου με συμβούλεψε να ξεκουραστώ το καλοκαίρι, γιατί αρχίσω να εξελίσσομαι και υπάρχει στο μέλλον μου ένας σπουδαίος σύλλογος για μένα. Αργότερα, έμαθα ότι είναι η Πόρτο. Είμαι ευτυχισμένος, αλλά θα δούμε τι θα γίνει». Το καλοκαίρι δεν έγινε τίποτα και οι «δράκοι» δεν κατόρθωσαν να βρουν την άκρη για να τον αποκτήσουν. Θα το έκανε μερικούς μήνες μετά η Ατλέτικο Μαδρίτης. Στις 24 Ιανουαρίου του 2007 ο Χόρχε Μέντες, μάνατζερ μεταξύ άλλων του Κριστιάνο Ρονάλντο και του Ζοσέ Μουρίνιο, είχε κάνει το θαύμα του. Συνέχιζε την παράδοση που τον θέλει να στέλνει παίκτες στη Μαδρίτη και η Μπράγκα πούλησε το 50% των δικαιωμάτων του 19χρονου τότε επιθετικού έναντι 3 εκ. ευρώ!
Στην ισπανική πρωτεύουσα τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Σε ένα ρόστερ γεμάτο επιθετικούς ή επιθετικούς μέσους, ήταν δύσκολο να βρει θέση ένας παίκτης που δεν είχε προλάβει καλά-καλά να φτιάξει το βιογραφικό του. Η πιο εύκολη λύση; Δανεισμός! Το ταξίδι του Ντιέγκο Κόστα στην ισπανική επικράτεια ξεκινούσε. Βίγκο, όπου στη σεζόν 2007-08 έβαλε λιγότερα γκολ από τον Γιαννάκη Οκκά, Αλμπαθέτε που είδε τα στατιστικά να του να βελτιώνονται, Βαγιαδολίδ και μετά πάλι Μαδρίτη. Δεν ήταν, όμως, η Ατλέτικο εκείνη που θα του άλλαζε τη μοίρα. Ήταν η Ράγιο Βαγιεκάνο.
Η γη της Επαγγελίας!
Όταν πήγε για πρώτη φορά στη Μαδρίτη, ξέφυγε… Με τον τρόπο που κάθε άμαθος, νεαρός άντρας με λεφτά και όνομα, μπορεί να ξεφύγει. Πολλά ξενύχτια, πολλά πάρτι, πολλά περιττά κιλά και εξεζητημένες σχέσεις… Η ημίγυμνη φωτογραφία της Μισέλ σε αντρικό περιοδικό να μιλάει για την αντοχή του στο κρεβάτι και την αδυναμία του στη σιλικόνη, αποδείκνυε του λόγου το αληθές. Όλα άλλαξαν το καλοκαίρι του 2011 κι ενώ ο Ντιέγκο Κόστα είχε παίξει για πρώτη φορά στην Ατλέτικο κι είχε πετύχει οκτώ γκολ. Με σκληρό τρόπο είναι η αλήθεια…
«Ήμουν στην προπόνηση, παραμονές ενός αγώνα για τα προκριματικά του Europa League. Ο εκπρόσωπός μου με ειδοποίησε για μια πρόταση από την Τουρκία. Η Ατλέτικο είχε συμφωνήσει και όλα ήταν στο χέρι μου. Πήγα στην προπόνηση και τραυματίστηκα. Πιστεύω στο Θεό. Έχουμε το πεπρωμένο μας, είτε είναι καλό ή κακό. Αυτό που συνέβη, συνέβη για κάποιο λόγο. Έπρεπε να ξεκινήσω ξανά από την αρχή».
Ο Ντιέγκο Κόστα υπέστη ρήξη συνδέσμων στο δεξί του γόνατο και ο τραυματισμός θα αποδεικνυόταν ό,τι καλύτερο του είχε συμβεί. Ή έστω ό,τι πιο χρήσιμο. Ταυτόχρονα ήρθε η γέννηση της κόρης του και το πέρασμα στην ωριμότητα. Στους έξι μήνες που έμεινε εκτός αγωνιστικών χώρων, δούλεψε όσο δεν είχε δουλέψει ποτέ. «Αντιλήφθηκα πόσο καλύτερα μπορείς να προπονηθείς αν δεν έχεις περιττά κιλά», έλεγε με δόση αυτοκριτικής όταν είχε επιστρέψει καλύτερος. Η Ατλέτικο αποφάσισε να τον παραχωρήσει δανεικό στη Βαγιεκάνο και ο Ντιέγκο Κόστα με δέκα γκολ σε 16 ματς από τον Γενάρη ως το καλοκαίρι, φώναζε πως, πλέον, στα 24 του χρόνια είναι έτοιμος.
Το 2012 θα έπαιρνε την ευκαιρία του. Θα την κέρδιζε και στο πλευρό του Ραμαντέλ Φαλκάο θα πετύχαινε 20 γκολ σε 44 ματς. Οι εκρήξεις του, όμως, θα παραμένουν σε μηνιαία βάση, οι αποβολές του θα συζητούνται και η σκληρή όψη του θα τον καθιστά έναν από τους πιο αντιπαθητικούς ποδοσφαιριστές στην Ισπανία. Ο Βραζιλιάνος θα ψάχνει τρόπο να αλλάξει… «Δεν είμαι ο άνθρωπος που πιστεύουν όλοι. Είναι σημαντικό για μένα είναι να έχω τη στήριξη των οπαδών της ομάδας μου, των συμπαικτών μου, του προπονητή του. Όμως είναι αλήθεια πως έχω νιώσει πολύ άσχημα στο τέλος κάποιων αγώνων. Σε πολλά από αυτά οι προσβολές ξεκινούν εκατέρωθεν πριν καν αρχίσει το ματς. Εγώ έχω βάλει τον εαυτό μου σε αυτή τη θέση και θα προσπαθήσω να το αλλάξω».
Η στάση του στα μαδριλένικα ντέρμπι και οι κοκορομαχίες με τον Σέρχιο Ράμος και τον Πέπε δεν ήταν σημάδια της αλλαγής, όμως ο Ντιέγκο Κόστα όντως ηρέμησε. Το καλοκαίρι απέρριψε τη Λίβερπουλ για να συνεχίσει στην Ατλέτικο, υπέγραψε επέκταση συμβολαίου ως το 2018 με διπλασιασμό των αποδοχών του και εμφανίστηκε πιο συνειδητοποιημένος από ποτέ. Φέτος δεν έχει δεχτεί ούτε μία κόκκινη κάρτα, ενώ έχουν μειωθεί και οι κίτρινες κάρτες. Σε αυτά τα χρόνια, όμως, βρήκε και έναν ακόμα τρόπο να κερδίσει τους Ισπανούς. Παρότι ήταν διεθνής με τη Βραζιλία – έστω και σε φιλικά - και στα πλάνα του Λουίς Φελίπε Σκολάρι για το Μουντιάλ, ο 26χρονος επιθετικός ζήτησε να παίξει με την Ισπανία. Ο Βιθέντε Ντελ Μπόσκε τον κάλεσε και στις 5 Μαρτίου έγινε μέλος των «φούριας ρόχας». «Γύρισε την πλάτη του στο όνειρο εκατομμυρίων συμπατριωτών του, να εκπροσωπεί την πατρίδα του σε ένα Μουντιάλ», σχολίασε ο Σκολάρι, όμως ο Ντιέγκο Κόστα πάντα ήξερε έναν δρόμο. Τον δικό του. Εκείνον που τον μεγάλωσε!
Δεν πρόκειται για μια κλινική περίπτωση. Για έναν σχιζοφρενή που ζούσε δύο ζωές ταυτόχρονα, κοιμίζοντας τον άγριο εαυτό του σε μια καθώς πρέπει καθημερινότητα. Ο Ντιέγκο Κόστα δεν ήξερε τίποτα άλλο από το ποδόσφαιρο. Και δεν ήξερε τίποτα άλλο απ’ το να τσακώνεται. Σχεδόν από την ημέρα της γέννησής του, στις 7 Οκτωβρίου του 1988, είχε αποφασιστεί ο δρόμος που θα ακολουθούσε. Ο πατέρας του είχε φροντίσει γι’ αυτό, εξ ου και τον βάφτισε με την επιρροή του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα που εκείνη την εποχή καθήλωνε ακόμα και τους Βραζιλιάνους. Στη μικρή πόλη Λαγκάρτο, που μεταφράζεται ως σαύρα, το μεσαίο παιδί της οικογένειας (σ.σ. έχει δύο αδέλφια) μεγάλωνε θαυμάζοντας τον Ρονάλντο και υποστηρίζοντας την Παλμέιρας. Μέχρι εκεί θα έφτασε ως συλλογικός του προσανατολισμός. Τα υπόλοιπα θα θύμιζαν… αρένα!
«Στο χωριό μου δεν υπήρχαν γήπεδα, ούτε ομάδες. Εκεί οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για τις επιχειρήσεις τους και δεν στηρίζονται στο ποδόσφαιρο. Παίζαμε με ομάδες από άλλες πόλεις και προπονούμουν κάθε μέρα, αλλά όχι σε σύλλογο. Το δικό μου σχολείο ήταν ο δρόμος», διηγείται προσπαθώντας να απολογηθεί για την μετέπειτα συμπεριφορά του που αφαιρούσε τα γαλόνια, τα οποία κέρδιζε με την απόδοσή του. «Τότε ήμουν ικανός να τσακωθώ με όλους, δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου. Έτσι είχα μάθει. Να προσβάλω, να μην σέβομαι τον αντίπαλο. Πίστευα ότι αν μπορούσα να τους σκοτώσω, θα ήταν υπέρ μου. Αυτή η γνώση μου έλειπε. Όσοι πηγαίνουν σε ακαδημίες, διδάσκονται τον σεβασμό και τη σωστή συμπεριφορά. Πήρα αρχές από το σπίτι μου, όμως μέσα στο γήπεδο γινόμουν άλλος άνθρωπος. Θεωρούσα ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να χτυπάω με τους αγκώνες μου όλο τον κόσμο».
Η οργή δεν είχε απαραίτητα πηγή προέλευσης. Στο σπίτι του τα πράγματα ήταν τουλάχιστον αξιοπρεπή και το βιοτικό επίπεδο της οικογένειάς του, αν και στα όρια της φτώχειας, ήταν πάνω από το μέσο όρο. «Ο πατέρας μου πάντα δούλευε για να έχουμε όσα χρειαζόμασταν. Ήταν φτωχική η ζωή μας, αλλά δεν πεινάσαμε ποτέ. Δούλευε σε ένα πολυκατάστημα που πουλούσε φτηνά προϊόντα, όπως και η μητέρα μου». Η ζωή τους στην πορεία άλλαξε. Μετακόμισαν στο Σάο Πάουλο, η μητέρα του έγινε δασκάλα σε νηπιαγωγείο, ο πατέρας του συνέχισε την καθημερινότητά του και ο Ντιέγκο στα 16 του χρόνια έψαχνε τρόπο να βγάζει τις γυναίκες για φαγητό.
Όρια αντοχής…
Ένα καλοκαίρι, χρόνια μετά τον ξενιτεμό του, επιστρέφοντας στο χωριό μου, είχε κάνει ένα τάμα. Περπάτησε 70 χιλιόμετρα από το σπίτι του στην κοντινότερη παραλία. «Ήταν μια υπόσχεση που είχα δώσει στον εαυτό μου. Έφυγα στις 3 το μεσημέρι κι έφτασα στις 11 το βράδυ». Ο λόγος; Ούτε ο ίδιος τον θυμάται, όμως το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό των αντοχών που είχε αναπτύξει στην εφηβεία του. Τότε που αποφάσισε να ασχοληθεί με το παραεμπόριο στο Σάο Πάουλο, προκειμένου να βγάζει τα δικά του λεφτά και να μην ντρέπεται να ζητήσει ένα κορίτσι να βγουν για φαγητό.
«Μετακομίσαμε στα 14 μου χρόνια. Ο πατέρας μου, μού έδινε κάποια λεφτά, αλλά δεν ήταν αρκετά. Δεν μου περίσσευαν για να βγάλω ένα κορίτσι έξω και δε θα επέτρεπα ποτέ στον εαυτό μου να την αφήσω να πληρώσει. Έτσι αποφάσισα να δουλέψω! Πήγαινα στα σύνορα με την Παραγουάη για να βρω ψεύτικες μάρκες ή καλλυντικά και να πουλήσω μετά». Η απόσταση από το Σάο Πάουλο ως την όμορη χώρα της Λατινικής Αμερικής είναι πάνω από δέκα ώρες! Ευτυχώς, βρέθηκε ο θείος του για να του αλλάξει ρότα στην καριέρα και να τον επαναφέρει σε εκείνη του ποδοσφαίρου.
«Ήταν τρελός για το ποδόσφαιρο και με έπεισε να δοκιμαστώ στην Μπαρτσελόνα Καπέλα. Μου είπε «πήγαινε να παίξεις και θα στα δίνω εγώ αυτά τα λεφτά». Κάπως έτσι μπήκε το νερό στο αυλάκι και ο Ντιέγκο Κόστα στον ποδοσφαιρικό χάρτη. Στην Βραζιλία δεν πρόλαβε να παίξει ούτε καν μια σεζόν, αφού οι σκάουτερ τον εντόπισαν και τον έστειλαν μόλις ενηλικιώθηκε στην Ευρώπη. Ίσως γι’ αυτό παραμένει απωθημένο του να παίξει στο πρωτάθλημα της χώρας του και, μάλιστα, δηλώνει ότι θα ήθελε να το κάνει νωρίτερα απ’ ό,τι συνηθίζεται, γύρω στα 28 με 29 του χρόνια.
«Ήρθε και με βρήκε ένας άνθρωπος που δούλευε για τον Χόρχε Μέντες. Θα με παρακολουθούσε σε ένα παιχνίδι που φυσιολογικά δε θα έπαιζα γιατί ήμουν τιμωρημένος για τέσσερις μήνες. Είχα χαστουκίσει έναν αντίπαλο και είχα επιτεθεί στον διαιτητή που μου έδειξε κόκκινη κάρτα (!!). Πριν το παιχνίδι, μ’ έπιασε ο προπονητής μου και μου είπε: «Δεν ξέρω αν είναι λάθος, όμως καταφέραμε να παίξεις σήμερα». Δεν ξέρω αν υπήρχε κάποια παγίδα στην ιστορία, αλλά εγώ έπαιξα. Ίσως να ήταν θέλημα Θεού. Μετά το παιχνίδι υπέγραψα στην Σπόρτινγκ Μπράγκα».
Άγονη γη…
Στην Πορτογαλία βρέθηκε στα 18 του χρόνια. Ήξερε τη γλώσσα, αλλά τίποτα περισσότερο. Η οικογένειά του δεν τον ακολούθησε, κυρίως επειδή ο πατέρας του δεν ήθελε να αφήσει όλα εκείνα στα οποία ήταν μαθημένος στη ζωή του. «Είχα συνηθίσει να έχω γύρω μου την οικογένειά μου και ήταν δύσκολο να συνηθίσω μόνος μου. Ήμουν φοβισμένος, αλλά άντεξα. Έβαλα στο μυαλό μου ότι αυτό είναι το μέλλον μου και πρέπει να παλέψω. Υπήρχαν φορές που έκλαψα, όμως ποτέ δεν τους το είπα». Στις δυσκολίες προσθέστε και το γεγονός ότι το πρώτο εξάμηνο έμεινε με τη δεύτερη ομάδα λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων στη μεταγραφή του κι έχετε την πλήρη εικόνα.
Οι πρώτες του συμμετοχές έρχονται επί της ουσίας στην ανατολή του 2006 με την Πεναφιέλ, όπου είχε παραχωρηθεί δανεικός από την Μπράγκα. Εκεί, για πρώτη φορά θα δείξει την αξία του. «Έβλεπα τότε παιδιά 17 και 18 χρονών που είχαν σπάνιες αρετές. Τέτοιος ήταν και ο Ντιέγκο Κόστα. Ήθελε να γίνει κάποιος στο ποδόσφαιρο», περιέγραφε ο Ρουΐ Μπέντο, υπό τις οδηγίες του οποίου έπαιξε στη 2η κατηγορία ο Ντιέγκο Κόστα και πέτυχε πέντε γκολ σε 13 ματς. Τα στοιχεία που έδειξε ήταν ικανά να του φέρουν την πρώτη μεγάλη πρόκληση της καριέρας του.
«Ο μάνατζέρ μου με συμβούλεψε να ξεκουραστώ το καλοκαίρι, γιατί αρχίσω να εξελίσσομαι και υπάρχει στο μέλλον μου ένας σπουδαίος σύλλογος για μένα. Αργότερα, έμαθα ότι είναι η Πόρτο. Είμαι ευτυχισμένος, αλλά θα δούμε τι θα γίνει». Το καλοκαίρι δεν έγινε τίποτα και οι «δράκοι» δεν κατόρθωσαν να βρουν την άκρη για να τον αποκτήσουν. Θα το έκανε μερικούς μήνες μετά η Ατλέτικο Μαδρίτης. Στις 24 Ιανουαρίου του 2007 ο Χόρχε Μέντες, μάνατζερ μεταξύ άλλων του Κριστιάνο Ρονάλντο και του Ζοσέ Μουρίνιο, είχε κάνει το θαύμα του. Συνέχιζε την παράδοση που τον θέλει να στέλνει παίκτες στη Μαδρίτη και η Μπράγκα πούλησε το 50% των δικαιωμάτων του 19χρονου τότε επιθετικού έναντι 3 εκ. ευρώ!
Στην ισπανική πρωτεύουσα τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Σε ένα ρόστερ γεμάτο επιθετικούς ή επιθετικούς μέσους, ήταν δύσκολο να βρει θέση ένας παίκτης που δεν είχε προλάβει καλά-καλά να φτιάξει το βιογραφικό του. Η πιο εύκολη λύση; Δανεισμός! Το ταξίδι του Ντιέγκο Κόστα στην ισπανική επικράτεια ξεκινούσε. Βίγκο, όπου στη σεζόν 2007-08 έβαλε λιγότερα γκολ από τον Γιαννάκη Οκκά, Αλμπαθέτε που είδε τα στατιστικά να του να βελτιώνονται, Βαγιαδολίδ και μετά πάλι Μαδρίτη. Δεν ήταν, όμως, η Ατλέτικο εκείνη που θα του άλλαζε τη μοίρα. Ήταν η Ράγιο Βαγιεκάνο.
Η γη της Επαγγελίας!
Όταν πήγε για πρώτη φορά στη Μαδρίτη, ξέφυγε… Με τον τρόπο που κάθε άμαθος, νεαρός άντρας με λεφτά και όνομα, μπορεί να ξεφύγει. Πολλά ξενύχτια, πολλά πάρτι, πολλά περιττά κιλά και εξεζητημένες σχέσεις… Η ημίγυμνη φωτογραφία της Μισέλ σε αντρικό περιοδικό να μιλάει για την αντοχή του στο κρεβάτι και την αδυναμία του στη σιλικόνη, αποδείκνυε του λόγου το αληθές. Όλα άλλαξαν το καλοκαίρι του 2011 κι ενώ ο Ντιέγκο Κόστα είχε παίξει για πρώτη φορά στην Ατλέτικο κι είχε πετύχει οκτώ γκολ. Με σκληρό τρόπο είναι η αλήθεια…
«Ήμουν στην προπόνηση, παραμονές ενός αγώνα για τα προκριματικά του Europa League. Ο εκπρόσωπός μου με ειδοποίησε για μια πρόταση από την Τουρκία. Η Ατλέτικο είχε συμφωνήσει και όλα ήταν στο χέρι μου. Πήγα στην προπόνηση και τραυματίστηκα. Πιστεύω στο Θεό. Έχουμε το πεπρωμένο μας, είτε είναι καλό ή κακό. Αυτό που συνέβη, συνέβη για κάποιο λόγο. Έπρεπε να ξεκινήσω ξανά από την αρχή».
Ο Ντιέγκο Κόστα υπέστη ρήξη συνδέσμων στο δεξί του γόνατο και ο τραυματισμός θα αποδεικνυόταν ό,τι καλύτερο του είχε συμβεί. Ή έστω ό,τι πιο χρήσιμο. Ταυτόχρονα ήρθε η γέννηση της κόρης του και το πέρασμα στην ωριμότητα. Στους έξι μήνες που έμεινε εκτός αγωνιστικών χώρων, δούλεψε όσο δεν είχε δουλέψει ποτέ. «Αντιλήφθηκα πόσο καλύτερα μπορείς να προπονηθείς αν δεν έχεις περιττά κιλά», έλεγε με δόση αυτοκριτικής όταν είχε επιστρέψει καλύτερος. Η Ατλέτικο αποφάσισε να τον παραχωρήσει δανεικό στη Βαγιεκάνο και ο Ντιέγκο Κόστα με δέκα γκολ σε 16 ματς από τον Γενάρη ως το καλοκαίρι, φώναζε πως, πλέον, στα 24 του χρόνια είναι έτοιμος.
Το 2012 θα έπαιρνε την ευκαιρία του. Θα την κέρδιζε και στο πλευρό του Ραμαντέλ Φαλκάο θα πετύχαινε 20 γκολ σε 44 ματς. Οι εκρήξεις του, όμως, θα παραμένουν σε μηνιαία βάση, οι αποβολές του θα συζητούνται και η σκληρή όψη του θα τον καθιστά έναν από τους πιο αντιπαθητικούς ποδοσφαιριστές στην Ισπανία. Ο Βραζιλιάνος θα ψάχνει τρόπο να αλλάξει… «Δεν είμαι ο άνθρωπος που πιστεύουν όλοι. Είναι σημαντικό για μένα είναι να έχω τη στήριξη των οπαδών της ομάδας μου, των συμπαικτών μου, του προπονητή του. Όμως είναι αλήθεια πως έχω νιώσει πολύ άσχημα στο τέλος κάποιων αγώνων. Σε πολλά από αυτά οι προσβολές ξεκινούν εκατέρωθεν πριν καν αρχίσει το ματς. Εγώ έχω βάλει τον εαυτό μου σε αυτή τη θέση και θα προσπαθήσω να το αλλάξω».
Η στάση του στα μαδριλένικα ντέρμπι και οι κοκορομαχίες με τον Σέρχιο Ράμος και τον Πέπε δεν ήταν σημάδια της αλλαγής, όμως ο Ντιέγκο Κόστα όντως ηρέμησε. Το καλοκαίρι απέρριψε τη Λίβερπουλ για να συνεχίσει στην Ατλέτικο, υπέγραψε επέκταση συμβολαίου ως το 2018 με διπλασιασμό των αποδοχών του και εμφανίστηκε πιο συνειδητοποιημένος από ποτέ. Φέτος δεν έχει δεχτεί ούτε μία κόκκινη κάρτα, ενώ έχουν μειωθεί και οι κίτρινες κάρτες. Σε αυτά τα χρόνια, όμως, βρήκε και έναν ακόμα τρόπο να κερδίσει τους Ισπανούς. Παρότι ήταν διεθνής με τη Βραζιλία – έστω και σε φιλικά - και στα πλάνα του Λουίς Φελίπε Σκολάρι για το Μουντιάλ, ο 26χρονος επιθετικός ζήτησε να παίξει με την Ισπανία. Ο Βιθέντε Ντελ Μπόσκε τον κάλεσε και στις 5 Μαρτίου έγινε μέλος των «φούριας ρόχας». «Γύρισε την πλάτη του στο όνειρο εκατομμυρίων συμπατριωτών του, να εκπροσωπεί την πατρίδα του σε ένα Μουντιάλ», σχολίασε ο Σκολάρι, όμως ο Ντιέγκο Κόστα πάντα ήξερε έναν δρόμο. Τον δικό του. Εκείνον που τον μεγάλωσε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου