Θυμάμαι
σαν χθες το πρώτο ταξίδι του Γιώργου Καραγκούνη, την πρώτη του
συμμετοχή σε αποστολή της Εθνικής Ανδρών για επίσημο παιχνίδι. Βλέποντάς
τον σε αυτό το αποχαιρετιστήριο βίντεο από το τελευταίο του ταξίδι με την Εθνική,
το μυαλό μου γύρισε περίπου 14 χρόνια πίσω, στον Οκτώβριο του 2000,
τότε που ο “Κάρα” έμπαινε στο αεροπλάνο ως μέλος της Εθνικής Ανδρών με
προορισμό τα Τίρανα για ένα παιχνίδι κόντρα στην Αλβανία για την
προκριματική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002. Ηταν η πρώτη φορά
που “είχε περάσει απέναντι”, δηλαδή από την αποστολή των Ελπίδων, που
τον καιρό εκείνο συνήθως συνταξίδευαν με τους Αντρες επειδή έπαιζαν την
προηγούμενη ημέρα στην ίδια χώρα, στην αποστολή των “Μεγάλων”. Στα
προηγούμενα ταξίδια, που ο “Τυπάρας” ήταν ο αρχηγός και η ψυχή των
“Ελπίδων”, έβλεπες πάντοτε τη φλόγα στο βλέμμα του κάθε φορά που κοίταζε
τους “μεγάλους”. Μια φλόγα που πρόδιδε ότι ανυπομονούσε να φτάσει στην
“μεγάλη” Εθνική.
Δεν αναφέρομαι τυχαία σε εκείνο το ταξίδι. Η Εθνική είχε χάσει 2-0 από την Αλβανία, και η επιστροφή στην Αθήνα ήταν μια μεγάλη δοκιμασία, με ποδοσφαιριστές και μέλη της αποστολής να ανησυχούν για την “υποδοχή” στο αεροδρόμιο. Η Εθνική βρισκόταν εκείνο τον καιρό σε μια προσπάθεια μετατροπής από “καφενείο” σε ομάδα. Κι ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα οι ποδοσφαιριστές που έδειχναν μεγάλο σεβασμό στην φανέλα της. Και ελάχιστοι αυτοί που αγαπούσαν παθολογικά τη φανέλα της. Ο Καραγκούνης ξεχώριζε από τον καιρό εκείνο, με έναν αδιανόητο ενθουσιασμό και μεγάλο καμάρι που φορούσε το εθνόσημο. Με μεγάλο πόνο στις ήττες.
Μέρα που είναι σήμερα, θυμάμαι και την τρέλα που τον είχε πιάσει επειδή έχανε τον τελικό του Euro 2004. Πιθανότατα αυτή να ήταν η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική τυραννία που είχε υποστεί με την Εθνική. Μέχρι να έρθει η διαδικασία των πέναλτι στο ματς με την Κόστα Ρίκα, εκεί όπου δεν πρόλαβε να εκτελέσει για να βοηθήσει την Εθνική να φτάσει στους “8” του Παγκοσμίου Κυπέλλου, να φτάσει σε ακόμη μια υπέρβαση παγκοσμίου βεληνεκούς.
Μέρες που είναι θυμάμαι και τον προβληματισμό που μου εκμυστηρευόταν περίπου δύο χρόνια πίσω ο Φερνάντο Σάντος, τον καιρό που ο “Κάρα” είχε μείνει χωρίς ομάδα και ο Πορτογάλος έκανε τα σχέδιά του για την προκριματική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2014. Η ποδοσφαιρική κοινωνία ζούσε τότε με την κοινή αίσθηση ότι ο Καραγκούνης “τελείωνε” από την Εθνική. Η επιθυμία του “Τυπάρα” όμως να πάει με την Ελλάδα στο Μουντιάλ της Βραζιλίας αποδείχθηκε και πάλι κινητήριος δύναμη, τον οδήγησε σε νέες υπερβάσεις, τον έφτασε στην Premier League και τον ξανάβαλε στην αρχική σύνθεση της Εθνικής.
Βλέποντάς τον να συγκινείται στην πτήση της επιστροφής από τη Βραζιλία θυμήθηκα πώς έκανε στα αποδυτήρια του “National Arena” του Βουκουρεστίου, λίγα λεπτά μετά την εξασφάλιση του εισιτηρίου για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Τον κοίταζα και έβλεπα τον πιο ευτυχισμένο και τον πιο συγκινημένο Ελληνα εκείνη τη στιγμή. Κι όλο του το ξέσπασμα στις στιγμές της πρόκρισης κορυφωνόταν στο “να την αγαπάτε την Εθνική” που φώναζε προς άπαντες: προς τον κόσμο, τους Ελληνες στην κερκίδα του ρουμανικού γηπέδου, προς τους συμπαίκτες του, προς τα μέλη της αποστολής, προς τους δημοσιογράφους, προς τους τεχνικούς των τηλεοπτικών καναλιών, προς όποιο Ελληνα έβρισκε μπροστά του.
Μέρα που είναι σκέφτομαι ότι ο Γιώργος Καραγκούνης άξιζε πολύ τον τίτλο που φέρει από τις 29 Ιουνίου μαζί με τον Κώστα Κατσουράνη, τον τίτλο του πιο επιτυχημένου Ελληνα ποδοσφαιριστή σε εθνικό επίπεδο. Κοιτάζεις το εθνικό βιογραφικό, με την κατάκτηση του Euro 2004, την παρουσία στο Euro 2008 και στο Μουντιάλ 2010, την 8αδα στο Euro 2012 και την 16α στο Μουντιάλ 2014 και ζαλίζεσαι. Βιογραφικό βγαλμένο από επιστημονική φαντασία.
Θυμάμαι πώς έκανε αυτός ο “πιτσιρικάς” ως αρχηγός της Εθνικής Ελπίδων στα πρώτα μου ταξίδια με την εθνική αποστολή στο εξωτερικό, που κάθε φορά που τον κοίταζα με την αποστολή της Ελπίδων που ήταν όλη μια μεγάλη παρέα από την οποία ανάβλυζε αγάπη για την εθνική φανέλα με έπιανε ο “γιατί να παύουν να την αγαπούν την Εθνική όταν γίνονται Αντρες;” καημός και επέστρεφα στην Ελλάδα ευχόμενος “να αγαπήσουν κάποτε οι ποδοσφαιριστές την Εθνική όσο αυτός ο πιτσιρικάς ο Καραγκούνης” και χαίρομαι πολύ που ο Καραγκούνης κατάφερε να εξελιχθεί και να καταλήξει σε κάτι σαν Εουσέμπιο για το ποδόσφαιρο της Ελλάδας. Και ελπίζω η Ελλάδα να κάνει τώρα το αυτονόητο και να εκμεταλλευτεί τον Καραγκούνη περισσότερο από όσο εκμεταλλεύτηκαν ποτέ οι Πορτογάλοι τον Εουσέμπιο.
Δεν αναφέρομαι τυχαία σε εκείνο το ταξίδι. Η Εθνική είχε χάσει 2-0 από την Αλβανία, και η επιστροφή στην Αθήνα ήταν μια μεγάλη δοκιμασία, με ποδοσφαιριστές και μέλη της αποστολής να ανησυχούν για την “υποδοχή” στο αεροδρόμιο. Η Εθνική βρισκόταν εκείνο τον καιρό σε μια προσπάθεια μετατροπής από “καφενείο” σε ομάδα. Κι ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα οι ποδοσφαιριστές που έδειχναν μεγάλο σεβασμό στην φανέλα της. Και ελάχιστοι αυτοί που αγαπούσαν παθολογικά τη φανέλα της. Ο Καραγκούνης ξεχώριζε από τον καιρό εκείνο, με έναν αδιανόητο ενθουσιασμό και μεγάλο καμάρι που φορούσε το εθνόσημο. Με μεγάλο πόνο στις ήττες.
Μέρα που είναι σήμερα, θυμάμαι και την τρέλα που τον είχε πιάσει επειδή έχανε τον τελικό του Euro 2004. Πιθανότατα αυτή να ήταν η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική τυραννία που είχε υποστεί με την Εθνική. Μέχρι να έρθει η διαδικασία των πέναλτι στο ματς με την Κόστα Ρίκα, εκεί όπου δεν πρόλαβε να εκτελέσει για να βοηθήσει την Εθνική να φτάσει στους “8” του Παγκοσμίου Κυπέλλου, να φτάσει σε ακόμη μια υπέρβαση παγκοσμίου βεληνεκούς.
Μέρες που είναι θυμάμαι και τον προβληματισμό που μου εκμυστηρευόταν περίπου δύο χρόνια πίσω ο Φερνάντο Σάντος, τον καιρό που ο “Κάρα” είχε μείνει χωρίς ομάδα και ο Πορτογάλος έκανε τα σχέδιά του για την προκριματική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2014. Η ποδοσφαιρική κοινωνία ζούσε τότε με την κοινή αίσθηση ότι ο Καραγκούνης “τελείωνε” από την Εθνική. Η επιθυμία του “Τυπάρα” όμως να πάει με την Ελλάδα στο Μουντιάλ της Βραζιλίας αποδείχθηκε και πάλι κινητήριος δύναμη, τον οδήγησε σε νέες υπερβάσεις, τον έφτασε στην Premier League και τον ξανάβαλε στην αρχική σύνθεση της Εθνικής.
Βλέποντάς τον να συγκινείται στην πτήση της επιστροφής από τη Βραζιλία θυμήθηκα πώς έκανε στα αποδυτήρια του “National Arena” του Βουκουρεστίου, λίγα λεπτά μετά την εξασφάλιση του εισιτηρίου για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Τον κοίταζα και έβλεπα τον πιο ευτυχισμένο και τον πιο συγκινημένο Ελληνα εκείνη τη στιγμή. Κι όλο του το ξέσπασμα στις στιγμές της πρόκρισης κορυφωνόταν στο “να την αγαπάτε την Εθνική” που φώναζε προς άπαντες: προς τον κόσμο, τους Ελληνες στην κερκίδα του ρουμανικού γηπέδου, προς τους συμπαίκτες του, προς τα μέλη της αποστολής, προς τους δημοσιογράφους, προς τους τεχνικούς των τηλεοπτικών καναλιών, προς όποιο Ελληνα έβρισκε μπροστά του.
Μέρα που είναι σκέφτομαι ότι ο Γιώργος Καραγκούνης άξιζε πολύ τον τίτλο που φέρει από τις 29 Ιουνίου μαζί με τον Κώστα Κατσουράνη, τον τίτλο του πιο επιτυχημένου Ελληνα ποδοσφαιριστή σε εθνικό επίπεδο. Κοιτάζεις το εθνικό βιογραφικό, με την κατάκτηση του Euro 2004, την παρουσία στο Euro 2008 και στο Μουντιάλ 2010, την 8αδα στο Euro 2012 και την 16α στο Μουντιάλ 2014 και ζαλίζεσαι. Βιογραφικό βγαλμένο από επιστημονική φαντασία.
Θυμάμαι πώς έκανε αυτός ο “πιτσιρικάς” ως αρχηγός της Εθνικής Ελπίδων στα πρώτα μου ταξίδια με την εθνική αποστολή στο εξωτερικό, που κάθε φορά που τον κοίταζα με την αποστολή της Ελπίδων που ήταν όλη μια μεγάλη παρέα από την οποία ανάβλυζε αγάπη για την εθνική φανέλα με έπιανε ο “γιατί να παύουν να την αγαπούν την Εθνική όταν γίνονται Αντρες;” καημός και επέστρεφα στην Ελλάδα ευχόμενος “να αγαπήσουν κάποτε οι ποδοσφαιριστές την Εθνική όσο αυτός ο πιτσιρικάς ο Καραγκούνης” και χαίρομαι πολύ που ο Καραγκούνης κατάφερε να εξελιχθεί και να καταλήξει σε κάτι σαν Εουσέμπιο για το ποδόσφαιρο της Ελλάδας. Και ελπίζω η Ελλάδα να κάνει τώρα το αυτονόητο και να εκμεταλλευτεί τον Καραγκούνη περισσότερο από όσο εκμεταλλεύτηκαν ποτέ οι Πορτογάλοι τον Εουσέμπιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου