Θυμάμαι
πάντα έναν προπονητή μεγάλης ομάδας που πριν 15 χρόνια μου έλεγε. “Τις
μεγάλες ομάδες να τις φοβάσαι το καλοκαίρι. Οταν το καλοκαίρι το κλίμα
είναι ότι φέτος θα τα σαρώσει όλα, τότε υπάρχει πρόβλημα, όταν το κλίμα
είναι φέτος δεν πάει πουθενά η ομάδα, τότε κάτι καλό γίνεται”.
Ο ΠΑΟΚ είναι ο ορισμός μία τέτοιας ομάδας τα τελευταία χρόνια. Είτε
τις προηγούμενες χρονιές, όταν η αίσθηση του καλοκαιριού ήταν ότι
έρχεται ο καλύτερος ΠΑΟΚ όλων των εποχών, είτε την φετινή σεζόν όταν το
κλίμα μέχρι και πριν ένα μήνα ήταν ότι φέτος στον Δικέφαλο έχουν ρίξει
λευκή πετσέτα.
Τελικά τις προηγούμενες σεζόν ο ΠΑΟΚ επί της ουσίας έκανε μία τρύπα στο νερό, ενώ φέτος το ξεκίνημα και κυρίως η ίδια η ομάδα δείχνει πιο ικανή από ποτέ. Προσοχή όμως γιατί ακόμη είναι πολύ νωρίς και εύκολα οι προσδοκίες μπορεί να φτάσουν ξανά στο ταβάνι και η προσγείωση να έρθει ανώμαλα.
Υπάρχουν όμως ορισμένα πράγματα που φαίνονται. Και το σημαντικότερο από αυτά νομίζω ότι είναι οι μεταγραφές. Ο ΠΑΟΚ τα προηγούμενα χρόνια έχανε μονίμως το μέτρημα στο πόσες προσθήκες έκανε. Ηταν πάντα διψήφιος αριθμός και όπως αποδεικνύονταν στη συνέχεια στο γήπεδο δεν ήταν της ποιότητας που περίμεναν οι ιθύνοντες της ομάδας, ή που πολλές φορές “δήλωνε” και το βιογραφικό των παικτών.
Φέτος αυτό δείχνει ότι άλλαξε. Πρώτον ο ΠΑΟΚ επί της ουσίας έκανε 5 μεταγραφές και μάλιστα η μία δεν ήταν ερωτηματικό, διότι νομίζω όλοι ξέρουμε τι μπορεί να προσφέρει ο Δημήτρης Παπαδόπουλος στην ομάδα. Και οι άλλες τέσσερις όμως δείχνουν ότι όχι απλώς θα βοηθήσουν, αλλά περίπου ότι θα γίνουν οι “κολώνες” της ομάδας. Ο Ρατς είχε δεδομένα εξαιρετικό βιογραφικό με μοναδικό ερωτηματικό την περσινή σεζόν του. Το πρώτο εξάμηνο στη Γουέστ Χαμ ήταν τόσο κακός που δεν τον κράτησαν ούτε καν για το δεύτερο μισό της σεζόν με αποτέλεσμανα βρεθεί στην Ισπανία και την Ράγιο στην οποία επίσης έκανε πολύ κακές εμφανίσεις και δεν στέριωσε.
Αν εξαιρέσεις λοιπόν την περσινή σεζόν και φυσικά το γεγονός ότι ο Ρουμάνος είναι στα 33 του, όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του βιογραφικού του, αλλά και η εικόνα του ως παίκτης “φώναζαν” ότι μπορεί να κάνει την διαφορά. Την κάνει στην Εθνική Ρουμανίας με την οποία μετρά 100 παιχνίδια σχεδόν, την έκανε χρόνια και σε μία ομάδα πολύ υψηλού επιπέδου όπως η Σαχτάρ. Ο Ρατς λοιπόν όχι απλώς παίζει βασικός στον ΠΑΟΚ, αλλά κάνει την διαφορά.
Το ίδιο ακριβώς μπορεί να πει κανείς και τον Ρόμπερτ Μακ. Δεν είναι της ίδιας ποιότητας του Στοχ ή του Βάις (συμπατριώτες του), αλλά είναι κανονικός παίκτης ομάδας με άριστη τακτική παιδεία. Οχι ότι υστερεί πολύ σε σχέση με τον Στοχ και στα προσόντα, αλλά τι να το κάνεις το ταλέντο του Στοχ, όταν δεν υπάρχει και το μυαλό. Ο Μακ είναι παίκτης του 7 και παίζει για 7,5, ο Στοχ είναι παίκτης του 8 αλλά στα μισά ματς έπαιζε σαν παίκτης του 5.
Ακόμη καλύτερα πράγματα μας έδειχνε το βιογραφικό του Φακούντο Περέιρα. Μόνο που εκεί υπήρχε η μεγάλη αμφιβολία όπως υπάρχει για κάθε Λατινοαμερικάνο που έρχεται στην Ευρώπη για τον τρόπο και κυρίως τον χρόνο προσαρμογής του. Ο Περέιρα δείχνει να “κούμπωσε” πολύ γρήγορα και αν αυτό συνεχιστεί τότε ο ΠΑΟΚ έχει στο ρόστερ του έναν πολύ υψηλής ποιότητας παίκτη του αργεντίνικου πρωταθλήματος. Διότι όσοι έχουν δει έστω και περιστασιακά πρωτάθλημα Αργεντινής, ξέρουν πολύ καλά τι εστί Περέιρα.
Η πέμπτη μεταγραφή είναι ο Γκολάσα. Για τον Ισραηλινό (λόγω και του τραυματισμού του) είναι αλήθεια ότι έχουμε το μικρότερο δείγμα γραφής στα επίσημα ματς. Από την άλλη στα φιλικά και πριν τραυματιστεί έδειχνε να είναι ένας κεντρικός χαφ με τα χαρακτηριστικά που λείπουν από οποιονδήποτε άλλο κεντρικό χαφ του ΠΑΟΚ. Είναι πολύ περισσότερο “οκτάρι” και άρα δημιουργικός από τον Τζιόλη, τον Κάτσε, τον Μαντούρο, αλλά και από τον νεαρό Τσανδάρη. Και το δικό του βιογραφικό και η παρουσία του στην προηγούμενη ομάδα του δείχνει ότιείναι ένας παίκτης για τον οποίο ο ΠΑΟΚ άξιζε να επενδύσει και τα χρήματα που επένδυσε, αλλά και χρόνο.
Το να καταφέρει λοιπόν ο ΠΑΟΚ να κάνει 5 σοβαρές μεταγραφές φέτος το καλοκαίρι και να του βγουν και οι πέντε είναι φαινόμενο μοναδικό. Σε όλες τις ομάδες το ποσοστό επιτυχίας στις μεταγραφές είναι συνήθως 50%, δηλαδή βγαίνουν μία στις δύο και σε αρκετές περιπτώσεις και μικρότερο. Αν ο ΠΑΟΚ έχει κατορθώσει να κάνει το 5 στα 5 ενώ τα προηγούμενα καλοκαίρια το ποσοστό του ήταν 1 στις 10, αυτομάτως έχει ανέβει επίπεδο.
Οπως επίπεδο τον ανεβάζουν και ορισμένοι Έλληνες παίκτες. Πρώτο και σημαντικότερο παράδειγμα ο Σκόνδρας. Ο Αναστασιάδης και προφανώς σε αυτόν πρέπει να δοθεί το credit έχει ξανακάνει τον Σκόνδρα αυτό που ήταν στον Ατρόμητο, δηλαδή ένα από τα δύο άντε τρία καλύτερα δεξιά μπακ του ελληνικού πρωταθλήματος. Και μάλιστα έχει καταφέρει να βγάλει και τον χαρακτήρα που έχει αυτό το παιδί στον αγωνιστικό χώρο. Ο Σκόνδρας είναι από τις περιπτώσεις παικτών που το καταλαβαίνεις ότι την αντέχουν την βαριά φανέλα, το έβλεπες από όταν ήταν στον Ατρόμητο. Όπως το έβλεπες με τον Μανιάτη στον Πανιώνιο ή όπως το βλέπεις με τον Κουρμπέλη που ακόμη είναι στην Τρίπολη. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα ήταν κρίμα να χαθεί από τον ΠΑΟΚ.
Κάπως έτσι λοιπόν ο ΠΑΟΚ δείχνει να έχει ανέβει σκαλιά πολύ γρήγορα εκεί που δεν το περίμενε κανείς και κάπως έτσι και οι υπόλοιποι Ελληνες παίκτες της ομάδας έχουν βρει το κέφι τους (βλέπε Αθανασιάδης, Τζιόλης, Σαλπιγγίδης) και παίζουν πολύ καλύτερα.
Παρά ταύτα είναι ακόμη νωρίς να βγουν συμπεράσματα για τις συνολικές δυνατότητες της ομάδας του ΠΑΟΚ, όπως είναι νωρίς για να μπορέσουμε να κρίνουμε με ασφάλεια πως θα αντιδράσει αυτή η ομάδα στην... στραβή. Το δείγμα με την Ζίμπρου υπάρχει για να μας θυμίζει κάτι, αλλά από την άλλη είναι και μικρό λόγω της δυναμικότητας της συγκεκριμένης ομάδας. Όπως επίσης είναι νωρίς για να μπορέσουμε να κρίνουμε αν ο ΠΑΟΚ μπορεί να διεκδικήσει το πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό στα ίσια, μέχρι πιο σημείο ή ακόμη κι αν μπορεί να το κατακτήσει.
Άλλωστε, δεν είναι μόνο νωρίς για να διαπιστώσουμε την δυναμικότητα της ομάδας του ΠΑΟΚ, αλλά και του Ολυμπιακού ο οποίος επίσης είναι μία εντελώς νέα ομάδα...
ADVERTISEMENT
Τελικά τις προηγούμενες σεζόν ο ΠΑΟΚ επί της ουσίας έκανε μία τρύπα στο νερό, ενώ φέτος το ξεκίνημα και κυρίως η ίδια η ομάδα δείχνει πιο ικανή από ποτέ. Προσοχή όμως γιατί ακόμη είναι πολύ νωρίς και εύκολα οι προσδοκίες μπορεί να φτάσουν ξανά στο ταβάνι και η προσγείωση να έρθει ανώμαλα.
Υπάρχουν όμως ορισμένα πράγματα που φαίνονται. Και το σημαντικότερο από αυτά νομίζω ότι είναι οι μεταγραφές. Ο ΠΑΟΚ τα προηγούμενα χρόνια έχανε μονίμως το μέτρημα στο πόσες προσθήκες έκανε. Ηταν πάντα διψήφιος αριθμός και όπως αποδεικνύονταν στη συνέχεια στο γήπεδο δεν ήταν της ποιότητας που περίμεναν οι ιθύνοντες της ομάδας, ή που πολλές φορές “δήλωνε” και το βιογραφικό των παικτών.
Φέτος αυτό δείχνει ότι άλλαξε. Πρώτον ο ΠΑΟΚ επί της ουσίας έκανε 5 μεταγραφές και μάλιστα η μία δεν ήταν ερωτηματικό, διότι νομίζω όλοι ξέρουμε τι μπορεί να προσφέρει ο Δημήτρης Παπαδόπουλος στην ομάδα. Και οι άλλες τέσσερις όμως δείχνουν ότι όχι απλώς θα βοηθήσουν, αλλά περίπου ότι θα γίνουν οι “κολώνες” της ομάδας. Ο Ρατς είχε δεδομένα εξαιρετικό βιογραφικό με μοναδικό ερωτηματικό την περσινή σεζόν του. Το πρώτο εξάμηνο στη Γουέστ Χαμ ήταν τόσο κακός που δεν τον κράτησαν ούτε καν για το δεύτερο μισό της σεζόν με αποτέλεσμανα βρεθεί στην Ισπανία και την Ράγιο στην οποία επίσης έκανε πολύ κακές εμφανίσεις και δεν στέριωσε.
Αν εξαιρέσεις λοιπόν την περσινή σεζόν και φυσικά το γεγονός ότι ο Ρουμάνος είναι στα 33 του, όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του βιογραφικού του, αλλά και η εικόνα του ως παίκτης “φώναζαν” ότι μπορεί να κάνει την διαφορά. Την κάνει στην Εθνική Ρουμανίας με την οποία μετρά 100 παιχνίδια σχεδόν, την έκανε χρόνια και σε μία ομάδα πολύ υψηλού επιπέδου όπως η Σαχτάρ. Ο Ρατς λοιπόν όχι απλώς παίζει βασικός στον ΠΑΟΚ, αλλά κάνει την διαφορά.
Το ίδιο ακριβώς μπορεί να πει κανείς και τον Ρόμπερτ Μακ. Δεν είναι της ίδιας ποιότητας του Στοχ ή του Βάις (συμπατριώτες του), αλλά είναι κανονικός παίκτης ομάδας με άριστη τακτική παιδεία. Οχι ότι υστερεί πολύ σε σχέση με τον Στοχ και στα προσόντα, αλλά τι να το κάνεις το ταλέντο του Στοχ, όταν δεν υπάρχει και το μυαλό. Ο Μακ είναι παίκτης του 7 και παίζει για 7,5, ο Στοχ είναι παίκτης του 8 αλλά στα μισά ματς έπαιζε σαν παίκτης του 5.
Ακόμη καλύτερα πράγματα μας έδειχνε το βιογραφικό του Φακούντο Περέιρα. Μόνο που εκεί υπήρχε η μεγάλη αμφιβολία όπως υπάρχει για κάθε Λατινοαμερικάνο που έρχεται στην Ευρώπη για τον τρόπο και κυρίως τον χρόνο προσαρμογής του. Ο Περέιρα δείχνει να “κούμπωσε” πολύ γρήγορα και αν αυτό συνεχιστεί τότε ο ΠΑΟΚ έχει στο ρόστερ του έναν πολύ υψηλής ποιότητας παίκτη του αργεντίνικου πρωταθλήματος. Διότι όσοι έχουν δει έστω και περιστασιακά πρωτάθλημα Αργεντινής, ξέρουν πολύ καλά τι εστί Περέιρα.
Η πέμπτη μεταγραφή είναι ο Γκολάσα. Για τον Ισραηλινό (λόγω και του τραυματισμού του) είναι αλήθεια ότι έχουμε το μικρότερο δείγμα γραφής στα επίσημα ματς. Από την άλλη στα φιλικά και πριν τραυματιστεί έδειχνε να είναι ένας κεντρικός χαφ με τα χαρακτηριστικά που λείπουν από οποιονδήποτε άλλο κεντρικό χαφ του ΠΑΟΚ. Είναι πολύ περισσότερο “οκτάρι” και άρα δημιουργικός από τον Τζιόλη, τον Κάτσε, τον Μαντούρο, αλλά και από τον νεαρό Τσανδάρη. Και το δικό του βιογραφικό και η παρουσία του στην προηγούμενη ομάδα του δείχνει ότιείναι ένας παίκτης για τον οποίο ο ΠΑΟΚ άξιζε να επενδύσει και τα χρήματα που επένδυσε, αλλά και χρόνο.
Το να καταφέρει λοιπόν ο ΠΑΟΚ να κάνει 5 σοβαρές μεταγραφές φέτος το καλοκαίρι και να του βγουν και οι πέντε είναι φαινόμενο μοναδικό. Σε όλες τις ομάδες το ποσοστό επιτυχίας στις μεταγραφές είναι συνήθως 50%, δηλαδή βγαίνουν μία στις δύο και σε αρκετές περιπτώσεις και μικρότερο. Αν ο ΠΑΟΚ έχει κατορθώσει να κάνει το 5 στα 5 ενώ τα προηγούμενα καλοκαίρια το ποσοστό του ήταν 1 στις 10, αυτομάτως έχει ανέβει επίπεδο.
Οπως επίπεδο τον ανεβάζουν και ορισμένοι Έλληνες παίκτες. Πρώτο και σημαντικότερο παράδειγμα ο Σκόνδρας. Ο Αναστασιάδης και προφανώς σε αυτόν πρέπει να δοθεί το credit έχει ξανακάνει τον Σκόνδρα αυτό που ήταν στον Ατρόμητο, δηλαδή ένα από τα δύο άντε τρία καλύτερα δεξιά μπακ του ελληνικού πρωταθλήματος. Και μάλιστα έχει καταφέρει να βγάλει και τον χαρακτήρα που έχει αυτό το παιδί στον αγωνιστικό χώρο. Ο Σκόνδρας είναι από τις περιπτώσεις παικτών που το καταλαβαίνεις ότι την αντέχουν την βαριά φανέλα, το έβλεπες από όταν ήταν στον Ατρόμητο. Όπως το έβλεπες με τον Μανιάτη στον Πανιώνιο ή όπως το βλέπεις με τον Κουρμπέλη που ακόμη είναι στην Τρίπολη. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα ήταν κρίμα να χαθεί από τον ΠΑΟΚ.
Κάπως έτσι λοιπόν ο ΠΑΟΚ δείχνει να έχει ανέβει σκαλιά πολύ γρήγορα εκεί που δεν το περίμενε κανείς και κάπως έτσι και οι υπόλοιποι Ελληνες παίκτες της ομάδας έχουν βρει το κέφι τους (βλέπε Αθανασιάδης, Τζιόλης, Σαλπιγγίδης) και παίζουν πολύ καλύτερα.
Παρά ταύτα είναι ακόμη νωρίς να βγουν συμπεράσματα για τις συνολικές δυνατότητες της ομάδας του ΠΑΟΚ, όπως είναι νωρίς για να μπορέσουμε να κρίνουμε με ασφάλεια πως θα αντιδράσει αυτή η ομάδα στην... στραβή. Το δείγμα με την Ζίμπρου υπάρχει για να μας θυμίζει κάτι, αλλά από την άλλη είναι και μικρό λόγω της δυναμικότητας της συγκεκριμένης ομάδας. Όπως επίσης είναι νωρίς για να μπορέσουμε να κρίνουμε αν ο ΠΑΟΚ μπορεί να διεκδικήσει το πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό στα ίσια, μέχρι πιο σημείο ή ακόμη κι αν μπορεί να το κατακτήσει.
Άλλωστε, δεν είναι μόνο νωρίς για να διαπιστώσουμε την δυναμικότητα της ομάδας του ΠΑΟΚ, αλλά και του Ολυμπιακού ο οποίος επίσης είναι μία εντελώς νέα ομάδα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου