Ηταν Γενάρης του 1994. Σε μία γειτονιά του Κιγκάλι, ο Τζαστίν Μικό
έριξε το πρώτο κλάμα του. Από τότε μέχρι και σήμερα, η μητέρα του
εξιστορεί καθημερινά το πώς και το γιατί του χαμογέλασε η ζωή και ότι
μέρα πρέπει να ευλογεί τον Θεό που είναι ζωντανός. Αντίθετα ο πατέρας
και τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του δεν τη γλίτωσαν, μιας και ανήκαν στη
φυλή των Τούτσι. Περίπου τρεις μήνες αργότερα από τη γέννηση του, έλαβε
χώρα η γενοκτονία της Ρουάντα, όπου σφαγιάστηκαν 850.000 (οι 650.000
Τούτσι) κάτοικοι της χώρας, με κύριους θύτες τη φυλή των Χούτου.
Ο
Μικό όπως και όλοι οι επιζήσαντες συνομήλικοι του μεγάλωσε με αυτή την
ανάμνηση που οι μεγαλύτεροι έχουν σκοπό να περάσουν από γενιά σε γενιά,
ώστε να μην επαναληφθεί. Ως παιδί όμως όφειλε να ξεχαστεί από τη φρίκη
που ήταν σα να την είχε βιώσει ο ίδιος. Μερικά πανιά ραμμένα,
παραγεμισμένα με μαλλί και δύο πέτρες για τέρμα ήταν όλα όσα χρειαζόταν
για τούτη την αποστολή. Κάθε μέρα, όποτε ξέκλεβε χρόνο από τις δουλειές
του ποδαριού που έκανε για να επιβιώσει, προσπαθούσε να σκοράρει. Με
ήλιο ή με βροχή, με φως ή σκοτάδι, το μόνο που τον ένοιαζε ήταν το γκολ.
Αυτή η γενιά πλέον μεγάλωσε και έφτασε τα 20 χρόνια ύπαρξης. Η στιγμή να αντιπροσωπεύσει την ενωμένη πια πατρίδα της έχει φτάσει όμως τρία χρόνια νωρίτερα. Ο Μικό που είχε ανακαλυφτεί όπως και όλοι οι υπόλοιποι στο δρόμο, πήρε το χρίσμα του αρχηγού. Εκείνη η πρώτη τους αποστολή ήταν να τιμήσουν τη Ρουάντα στο Αφρικανικό Κύπελλο Νέων που διοργάνωνε η χώρα. Κανείς δεν τους υπολόγιζε. Ωστόσο, τα παιδιά που γλίτωσαν από εκείνη τη γενοκτονία, μπόρεσαν να πετύχουν ένα μικρό θαύμα. Εφτασαν μέχρι τον τελικό, όπου ηττήθηκαν (2-1) από τη Μπουρκίνα Φάσο, την οποία μάλιστα είχαν νικήσει με το ίδιο σκορ στο εναρκτήριο ματς της διοργάνωσης.
Το αποτέλεσμα είχε προκαλέσει αρχικά θλίψη στους 35.000 που είχαν κατακλύσει το στάδιο «Αμαορό». Αμέσως όμως οι πιτσιρικάδες της Ρουάντα μέσα από το γήπεδο έδωσαν το στίγμα της χαράς και άρχισαν να χορεύουν για να τους ακολούθησαν όσοι βρίσκονταν στις εξέδρες. Ακόμα το κάνουν σε κάθε αγώνα της Εθνικής που πλέον δηλώνει έτοιμη να προκριθεί για μόλις δεύτερη φορά στην ιστορία της στο Κύπελλο Εθνών Αφρικής του 2015. Αλλωστε τι και αν εκείνο το τρόπαιο των Νέων χάθηκε. Αυτή η τόσο πληγωμένη μικρή χώρα είχε κερδίσει κάτι πιο σημαντικό: μία γενιά που μεγαλώνει και που μοιάζει ικανή να αφήσει πίσω το παρελθόν, να απαλύνει τις πληγές και όλα αυτά κυνηγώντας απλά το ψυχοθεραπευτικό τόπι...
Η τελευταία γενοκτονία του 20ου αιώνα
Στην ευρύτερη περιοχή κυριαρχούσαν δύο μεγάλες φυλές: οι Χούτου και οι Τούτσι. Από την εποχή της αποικιοκρατίας όμως που αυτή περιήλθε στα χέρια των Γερμανών και των Βέλγων, παραχωρήθηκαν προνόμια στους Τούτσι που αποτελούσαν τη μειοψηφία. Ωστόσο, από το 1961, όταν και δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το κράτος της Ρουάντα, οι Χούτου που ήταν οι πολλοί, ανέλαβαν τη διακυβέρνηση. Το 1990 όμως οι Τούτσι θέλησαν μέσω εμφυλίου πολέμου να κυριαρχήσουν εκ νέου στην χώρα. Αυτό οδήγησε το 1994 στην απίστευτα σκληρή αντίδραση των Χούτου που κατάσφαξαν 650.000 Τούτσι (οι τελευταίοι υπολογίζεται πως έκαναν το ίδιο με 200.000 αντιπάλους τους), η πλειονότητα των οποίων ήταν γυναικόπαιδα, μιας και οι άνδρες ήταν ενταγμένοι στον επαναστατικό στρατό της φυλής τους.
Οι βιαιότητες ήταν εκτός φαντασίας, καθώς οι Χούτου δολοφονούσαν εν ψυχρό (συνέθλιβαν με δρεπάνια, τσεκούρια, ακόμα και φτυάρια τα κρανία) παιδιά σε σχολεία, ορφανοτροφεία και νοσοκομεία, σε μία προσπάθεια να εκλείψει η αντίπαλη φυλή. Η φρίκη είχε διάρκεια 100 ημερών και υπολογίζεται πως πέθαιναν περίπου 8.000 κάθε μέρα και πέντε κάθε ένα λεπτό. Τελικά οι Τούτσι που είχαν τη βοήθεια της γειτονικής Ουγκάντα επικράτησαν στη σύρραξη, με συνέπεια ένα νέο δράμα να εξελιχτεί, αυτή τη φορά από το άλλο στρατόπεδο. Τουλάχιστον δύο εκατ. Χούτου έφυγαν ως πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες για να γλιτώσουν τα αντίποινα. Επίσης εξολοθρεύτηκε το 20% του τότε πληθυσμού της χώρας, 400.000 παιδιά έμειναν ορφανά και βιάστηκαν 500.000 γυναίκες και κορίτσια.
*Πηγή: gazzetta.gr*
ADVERTISEMENT
Αυτή η γενιά πλέον μεγάλωσε και έφτασε τα 20 χρόνια ύπαρξης. Η στιγμή να αντιπροσωπεύσει την ενωμένη πια πατρίδα της έχει φτάσει όμως τρία χρόνια νωρίτερα. Ο Μικό που είχε ανακαλυφτεί όπως και όλοι οι υπόλοιποι στο δρόμο, πήρε το χρίσμα του αρχηγού. Εκείνη η πρώτη τους αποστολή ήταν να τιμήσουν τη Ρουάντα στο Αφρικανικό Κύπελλο Νέων που διοργάνωνε η χώρα. Κανείς δεν τους υπολόγιζε. Ωστόσο, τα παιδιά που γλίτωσαν από εκείνη τη γενοκτονία, μπόρεσαν να πετύχουν ένα μικρό θαύμα. Εφτασαν μέχρι τον τελικό, όπου ηττήθηκαν (2-1) από τη Μπουρκίνα Φάσο, την οποία μάλιστα είχαν νικήσει με το ίδιο σκορ στο εναρκτήριο ματς της διοργάνωσης.
Το αποτέλεσμα είχε προκαλέσει αρχικά θλίψη στους 35.000 που είχαν κατακλύσει το στάδιο «Αμαορό». Αμέσως όμως οι πιτσιρικάδες της Ρουάντα μέσα από το γήπεδο έδωσαν το στίγμα της χαράς και άρχισαν να χορεύουν για να τους ακολούθησαν όσοι βρίσκονταν στις εξέδρες. Ακόμα το κάνουν σε κάθε αγώνα της Εθνικής που πλέον δηλώνει έτοιμη να προκριθεί για μόλις δεύτερη φορά στην ιστορία της στο Κύπελλο Εθνών Αφρικής του 2015. Αλλωστε τι και αν εκείνο το τρόπαιο των Νέων χάθηκε. Αυτή η τόσο πληγωμένη μικρή χώρα είχε κερδίσει κάτι πιο σημαντικό: μία γενιά που μεγαλώνει και που μοιάζει ικανή να αφήσει πίσω το παρελθόν, να απαλύνει τις πληγές και όλα αυτά κυνηγώντας απλά το ψυχοθεραπευτικό τόπι...
Η τελευταία γενοκτονία του 20ου αιώνα
Στην ευρύτερη περιοχή κυριαρχούσαν δύο μεγάλες φυλές: οι Χούτου και οι Τούτσι. Από την εποχή της αποικιοκρατίας όμως που αυτή περιήλθε στα χέρια των Γερμανών και των Βέλγων, παραχωρήθηκαν προνόμια στους Τούτσι που αποτελούσαν τη μειοψηφία. Ωστόσο, από το 1961, όταν και δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το κράτος της Ρουάντα, οι Χούτου που ήταν οι πολλοί, ανέλαβαν τη διακυβέρνηση. Το 1990 όμως οι Τούτσι θέλησαν μέσω εμφυλίου πολέμου να κυριαρχήσουν εκ νέου στην χώρα. Αυτό οδήγησε το 1994 στην απίστευτα σκληρή αντίδραση των Χούτου που κατάσφαξαν 650.000 Τούτσι (οι τελευταίοι υπολογίζεται πως έκαναν το ίδιο με 200.000 αντιπάλους τους), η πλειονότητα των οποίων ήταν γυναικόπαιδα, μιας και οι άνδρες ήταν ενταγμένοι στον επαναστατικό στρατό της φυλής τους.
Οι βιαιότητες ήταν εκτός φαντασίας, καθώς οι Χούτου δολοφονούσαν εν ψυχρό (συνέθλιβαν με δρεπάνια, τσεκούρια, ακόμα και φτυάρια τα κρανία) παιδιά σε σχολεία, ορφανοτροφεία και νοσοκομεία, σε μία προσπάθεια να εκλείψει η αντίπαλη φυλή. Η φρίκη είχε διάρκεια 100 ημερών και υπολογίζεται πως πέθαιναν περίπου 8.000 κάθε μέρα και πέντε κάθε ένα λεπτό. Τελικά οι Τούτσι που είχαν τη βοήθεια της γειτονικής Ουγκάντα επικράτησαν στη σύρραξη, με συνέπεια ένα νέο δράμα να εξελιχτεί, αυτή τη φορά από το άλλο στρατόπεδο. Τουλάχιστον δύο εκατ. Χούτου έφυγαν ως πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες για να γλιτώσουν τα αντίποινα. Επίσης εξολοθρεύτηκε το 20% του τότε πληθυσμού της χώρας, 400.000 παιδιά έμειναν ορφανά και βιάστηκαν 500.000 γυναίκες και κορίτσια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου