To
δίκαιο του πράγματος με το μπάσκετ, έχει να κάνει με το ότι είναι το
μοναδικό άθλημα, στο οποίο, εννιά στις δέκα φορές κερδίζει ο καλύτερος!
Στην περίπτωση του ζευγαριού των εφετινών πλέϊ-οφ της Ευρωλίγκα, ανάμεσα
στον Ολυμπιακό και την Μπαρτσελόνα, όμως, έγινε μία... εξαίρεση! Η
πρωταθλήτρια Ισπανίας, που πριν την έναρξη της σειράς, είχε και την
παράδοση με το μέρος της (11-3), διέθετε πιο ποιοτικό και γεμάτο ρόστερ,
είχε το πλεονέκτημα της έδρας και υπερτερούσε σε όλες τις στατιστικές
κατηγορίες, νίκησε εύκολα με 73-57 το πρώτο παιχνίδι κι έκανε το 8/8
στις εντός έδρας αναμετρήσεις απέναντι στους “ερυθρόλευκους”. Όλες οι
παράμετροι δηλαδή, ήταν εις βάρος της ομάδας του Γιάννη Σφαιρόπουλου,
που μετά το 0-1 του “Παλάου Μπλαουγκράνα”, καλούνταν να κάνει το 3/3 ή
το 3/4, για να δώσει το παρών στο κορυφαίο ραντεβού του ευρωπαϊκού
μπάσκετ...
Οι επιπλέον δυσκολίες του εγχειρήματος
Στα μειονεκτήματα που παραθέσαμε ακριβώς πιο πάνω, θα πρέπει συνυπολογίσουμε και ένα ακόμη – διόλου αμελητέο – που είχαν να υπερκεράσουν οι “ερυθρόλευκοι”. Ο ηγέτης, πρώτος σκόρερ και βασικός δημιουργός της ομάδας, Βασίλης Σπανούλης και ο πιο αθλητικός αμυντικός φόργουρντ, Μπρεντ Πέτγουεϊ, θα έμπαιναν στην μάχη των πλέϊ-οφ, χωρίς αγωνιστικό ρυθμό και μετά από διάστημα μακράς απουσίας λόγω τραυματισμών. Σε όλη τη διάρκεια της σεζόν, όμως, ο Ολυμπιακός είχε στηρίξει το “οικοδόμημά” του στην άμυνα. Ο προπονητής είχε “πείσει” τους παίκτες ότι μπορούν να “ματσάρουν” την υπεροχή των ποιοτικότερων ομάδων και μέσα από την εξουδετέρωση των επιθετικών όπλων των αντιπάλων, να βγάλουν ενέργεια στην επίθεση. Να εκμεταλλευτούν το σπάνιο ταλέντο του Σπανούλη αλλά και τα κενά που προκύπτουν από τα “double-team”, που μοιραία προκαλεί ένας παίκτης με την αξία του.
Η φιλοσοφία και το πλάνο του προπονητή
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος “κέρδισε” από την πρώτη στιγμή τους παίκτες με τον χαρακτήρα του, την προσωπικότητά του, τη νοοτροπία και την ευλάβεια με την οποία υποστήριξε την φιλοσοφία του. Λάτρης της πειθαρχίας, προετοίμαζε με απίστευτη εμμονή στην λεπτομέρεια την αντιμετώπιση κάθε αντιπάλου, δεν άφησε στο περιθώριο κανέναν παίκτη και δεν απαίτησε ενίσχυση... Αντίθετα, αξιοποίησε το ρόστερ που είχε φτιάξει ο προκάτοχός του (Γιώργος Μπαρτζώκας), πίστεψε και βρήκε ρόλους για όλους τους παίκτες, οι οποίοι με τη σειρά τους “αγόρασαν” το πλάνο του και πείστηκαν ότι αυτός ο δρόμος που τους προτείνει να ακολουθήσουν, είναι ο πιο βατός και ο πιο βολικός για φτάσουν στον προορισμό τους...
Η εμπιστοσύνη της διοίκησης
Στην πορεία της διαδρομής, οι αδελφοί Αγγελόπουλοι, που το περασμένο καλοκαίρι έδωσαν ευτυχές τέλος στο σίριαλ Μάντζαρη, ανανέωσαν τα συμβόλαια βασικών παικτών όπως ο Πρίντεζης (2018) και ο Λοτζέσκι (2017) και επιχείρησαν να πράξουν το ίδιο και με τον Σλούκα, αποδεικνύοντας την επιθυμία τους να διατηρήσουν τον βασικό κορμό της ομάδας για αρκετά χρόνια και την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλουν την προσπάθεια των παικτών. Καλά είναι όλα αυτά, αλλά από μόνα τους, δεν φτάνουν για να εξηγηθεί η επιτυχία των “ερυθρολεύκων”, απέναντι σε μία κατά γενική ομολογία καλύτερη ομάδα. Για την ακρίβεια και πάντα κατά την ταπεινή μας άποψη, οι “ερυθρόλευκοι” δεν θα είχαν φτάσει τόσο μακριά αν όσα περιγράψαμε, δεν συνδυάζονταν με τα δύο σημαντικότερα στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την πολύ επιτυχημένη πορεία του Ολυμπιακού, την τελευταία επταετία στην Ευρωλίγκα.
«Been there, done that!»
Το πρώτο έχει να κάνει με τις παραστάσεις και τις εικόνες που έχουν αποκτήσει αυτοί οι Έλληνες παίκτες της ομάδας, που έχουν ήδη κατακτήσει δύο ευρωπαϊκούς τίτλους (ο Σπανούλης τρεις) κι έφτασαν μία ανάσα από ένα τρίτο συνεχόμενο φάϊναλ-φορ. Διπλα στους “μπαρουτοκαπνισμένους” παλαιότερους γηγενείς, πορεύονται οι νεότεροι Παπαπέτρου και Αγραβάνης. Αυτή η νοοτροπία της άρνησης στην ήττα, το “refuse to lose” που λένε οι Αμερικανοί, έχει γίνει ένα με το μπασκετικό τους DNA τους και το σημαντικότερο είναι ότι μεταλαμπαδεύεται με μεγάλη αποτελεσματικότητα σε όσους ξένους παίκτες έρχονται στον Πειραιά. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι ο Χάντερ, ο Ντάνστον και ο Λαφαγιέτ, που πριν προσαράξουν στο “λιμάνι” έπαιζαν σε επαρχιακές ομάδες της Ιταλίας, της Ισπανίας, του Ισραήλ, της Λιθουανίας και της Κίνας (οι δύο πρώτοι, στο παρελθόν είχαν περάσει για λίγο και από την ελληνική Α1), θα έφταναν στο σημείο να θεωρούνται παίκτες που ανήκουν στο κορυφαίο επίπεδο της Ευρωλίγκα ή ότι ο Πέτγουεϊ και ο Λοτζέσκι, που αγωνίζονταν στους Χάρλεμ Γκλομπτρότερς και την βελγική Οστάνδη, αντίστοιχα, θα θεωρούνταν υπολογίσιμοι “ρολίστες” για μία ομάδα που διεκδικεί το ευρωπαϊκό τρόπαιο; Οι βουτιές του Λαφαγιέτ, το πάθος του Πέτγουεϊ, η αυτοθυσία του Ντάνστον, η μαχητικότητα του Χάντερ και η στενοχώρια του Λοτζέσκι για την κακή απόδοσή που είχε στο 4ο παιχνίδι, τα λένε όλα! Μόνο ο Ντάρντεν ήρθε με περγαμηνές από την θητεία στη Μαδρίτη και το γεγονός ότι ήταν ο μόνος Αμερικανός που δεν έπρεπε αποδείξει κάτι, ίσως να εξηγεί γιατί έως τώρα, δεν έχει ανταποκριθεί στις προσδοκίες της μεταγραφής του.
Κεφάλαιο Σπανούλης
Αυτό που έκανε ο 32χρονος διεθνής σούτινγκ-γκαρντ στη σειρά με την Μπαρτσελόνα, δεν υφίσταται στη “σφαίρα” της κοινής μπασκετικής λογικής. Έχοντας μείνει έξω για σχεδόν έναν μήνα, μπήκε στο γήπεδο χωρίς αγωνιστικό ρυθμό και χωρίς να έχει συμπληρώσει ούτε καν μία εβδομάδα σε κανονικούς ρυθμούς προπόνησης, ο “Kill Bill” “χρησιμοποίησε” το πρώτο παιχνίδι για να “τεστάρει” τα πατήματά του, να ελέγξει τις αντοχές του και να δει που βρίσκεται... Αφού βεβαιώθηκε ότι μπορεί να κάνει την διαφορά, πήρε την “μπαγκέτα” του ηγέτη και άφησε υπομονετικά το παιχνίδι να έρθει σ' αυτόν... Αν δεν υπολογίσετε την στατιστική του παρουσία στον πρώτο αγώνα, στον οποίον ήταν non-factor, θα διαπιστώσετε ότι στις 3 σερί νίκες του Ολυμπιακού, ο V-Span είχε απόδοση επιπέδου MVP της Ευρωλίγκα (μ.ο. 16,0π. & 6,0ασ. με 54,5% στα διπ. & 47,3% στα τριπ.), παρ' ότι αναγκάστηκε να παίξει κατά μ.ο. 28,5 λεπτά κι έχοντας μόνιμα δύο παίκτες πάνω του. Παρ' όλα αυτά και δημιούργησε και σκόραρε όταν η μπάλα “έκαιγε” και αποτέλεσε το μεγαλύτερο στήριγμα των συμπαικτών του και δικαίως, ανάγκασε όλη την μπασκετική Ευρώπη να του υποκλιθεί και πάλι...
Με “αέρα” φαβορί στο F4!
Αν σκεφτείτε ότι ο Ολυμπιακός έχει στην καλύτερη περίπτωση 4 φορές μικρότερο budget από τις υπόλοιπες τρεις ομάδες που θα διεκδικήσουν το εφετινό τρόπαιο, η αποστολή του στην Ευρωλίγκα είναι ήδη επιτυχημένη. Ποιος θα τον κατηγορήσει ή θα τον ψέξει αν επιστρέψει στην Ελλάδα με άδεια χέρια; Οι “ερυθρόλευκοι”, λοιπόν, θα ταξιδέψουν στην Μαδρίτη σαν το απόλυτο “αουτσάϊντερ”, αλλά στην ουσία είναι το μεγάλο φαβορί! Πως και γιατί; Όχι τόσο επειδή η αμφιτρύων του τουρνουά Ρεάλ, δεν πείθει... Ούτε γιατί η πρωτάρα Φενέρμπαχτσέ του master των φάϊναλ-φορ (14ο της καριέρας του), “Ζοτς”, δεν έχει την εμπειρία αυτών των αγώνων... Πόσω μάλλον ούτε γιατί η ισχυρότερη των τελευταίων ετών, ΤΣΣΚΑ, τρέμει στο ενδεχόμενο μίας τρίτης συνεχόμενης αποτυχίας κόντρα στους Πειραιώτες... Πιο πολύ επειδή, η ομάδα του Γιάννη Σφαιρόπουλου, έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη, τις ψυχοφθόρες αυτές αναμετρήσεις. Έχει την απαιτούμενη ποιότητα και την αμυντική ταυτότητα που συνήθως στιγματίζει τους νοκ-άουτ αγώνες και παράλληλα τη δίψα και το κίνητρο να κατακτήσει και πάλι την κορυφή της Ευρώπης. Αλήθεια, ποια ομάδα δεν θα ήθελε να τον αποφύγει στον ημιτελικό; Αν αφήσετε έξω τον Ιτούδη, που πήγε φέτος στην Μόσχα, είναι Έλληνας και ξέρει καλά τον Ολυμπιακό, ποιος από τους Ρώσους παίκτες και παράγοντες της ΤΣΣΚΑ αισθάνεται άνετα ενόψει του βραδινού αγώνα της 15ης Μαϊου, στο “Παλάθιος ντε Ντεπόρτες”, της Μαδρίτης;
Οι επιπλέον δυσκολίες του εγχειρήματος
Στα μειονεκτήματα που παραθέσαμε ακριβώς πιο πάνω, θα πρέπει συνυπολογίσουμε και ένα ακόμη – διόλου αμελητέο – που είχαν να υπερκεράσουν οι “ερυθρόλευκοι”. Ο ηγέτης, πρώτος σκόρερ και βασικός δημιουργός της ομάδας, Βασίλης Σπανούλης και ο πιο αθλητικός αμυντικός φόργουρντ, Μπρεντ Πέτγουεϊ, θα έμπαιναν στην μάχη των πλέϊ-οφ, χωρίς αγωνιστικό ρυθμό και μετά από διάστημα μακράς απουσίας λόγω τραυματισμών. Σε όλη τη διάρκεια της σεζόν, όμως, ο Ολυμπιακός είχε στηρίξει το “οικοδόμημά” του στην άμυνα. Ο προπονητής είχε “πείσει” τους παίκτες ότι μπορούν να “ματσάρουν” την υπεροχή των ποιοτικότερων ομάδων και μέσα από την εξουδετέρωση των επιθετικών όπλων των αντιπάλων, να βγάλουν ενέργεια στην επίθεση. Να εκμεταλλευτούν το σπάνιο ταλέντο του Σπανούλη αλλά και τα κενά που προκύπτουν από τα “double-team”, που μοιραία προκαλεί ένας παίκτης με την αξία του.
Η φιλοσοφία και το πλάνο του προπονητή
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος “κέρδισε” από την πρώτη στιγμή τους παίκτες με τον χαρακτήρα του, την προσωπικότητά του, τη νοοτροπία και την ευλάβεια με την οποία υποστήριξε την φιλοσοφία του. Λάτρης της πειθαρχίας, προετοίμαζε με απίστευτη εμμονή στην λεπτομέρεια την αντιμετώπιση κάθε αντιπάλου, δεν άφησε στο περιθώριο κανέναν παίκτη και δεν απαίτησε ενίσχυση... Αντίθετα, αξιοποίησε το ρόστερ που είχε φτιάξει ο προκάτοχός του (Γιώργος Μπαρτζώκας), πίστεψε και βρήκε ρόλους για όλους τους παίκτες, οι οποίοι με τη σειρά τους “αγόρασαν” το πλάνο του και πείστηκαν ότι αυτός ο δρόμος που τους προτείνει να ακολουθήσουν, είναι ο πιο βατός και ο πιο βολικός για φτάσουν στον προορισμό τους...
Η εμπιστοσύνη της διοίκησης
Στην πορεία της διαδρομής, οι αδελφοί Αγγελόπουλοι, που το περασμένο καλοκαίρι έδωσαν ευτυχές τέλος στο σίριαλ Μάντζαρη, ανανέωσαν τα συμβόλαια βασικών παικτών όπως ο Πρίντεζης (2018) και ο Λοτζέσκι (2017) και επιχείρησαν να πράξουν το ίδιο και με τον Σλούκα, αποδεικνύοντας την επιθυμία τους να διατηρήσουν τον βασικό κορμό της ομάδας για αρκετά χρόνια και την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλουν την προσπάθεια των παικτών. Καλά είναι όλα αυτά, αλλά από μόνα τους, δεν φτάνουν για να εξηγηθεί η επιτυχία των “ερυθρολεύκων”, απέναντι σε μία κατά γενική ομολογία καλύτερη ομάδα. Για την ακρίβεια και πάντα κατά την ταπεινή μας άποψη, οι “ερυθρόλευκοι” δεν θα είχαν φτάσει τόσο μακριά αν όσα περιγράψαμε, δεν συνδυάζονταν με τα δύο σημαντικότερα στοιχεία, που χαρακτηρίζουν την πολύ επιτυχημένη πορεία του Ολυμπιακού, την τελευταία επταετία στην Ευρωλίγκα.
«Been there, done that!»
Το πρώτο έχει να κάνει με τις παραστάσεις και τις εικόνες που έχουν αποκτήσει αυτοί οι Έλληνες παίκτες της ομάδας, που έχουν ήδη κατακτήσει δύο ευρωπαϊκούς τίτλους (ο Σπανούλης τρεις) κι έφτασαν μία ανάσα από ένα τρίτο συνεχόμενο φάϊναλ-φορ. Διπλα στους “μπαρουτοκαπνισμένους” παλαιότερους γηγενείς, πορεύονται οι νεότεροι Παπαπέτρου και Αγραβάνης. Αυτή η νοοτροπία της άρνησης στην ήττα, το “refuse to lose” που λένε οι Αμερικανοί, έχει γίνει ένα με το μπασκετικό τους DNA τους και το σημαντικότερο είναι ότι μεταλαμπαδεύεται με μεγάλη αποτελεσματικότητα σε όσους ξένους παίκτες έρχονται στον Πειραιά. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι ο Χάντερ, ο Ντάνστον και ο Λαφαγιέτ, που πριν προσαράξουν στο “λιμάνι” έπαιζαν σε επαρχιακές ομάδες της Ιταλίας, της Ισπανίας, του Ισραήλ, της Λιθουανίας και της Κίνας (οι δύο πρώτοι, στο παρελθόν είχαν περάσει για λίγο και από την ελληνική Α1), θα έφταναν στο σημείο να θεωρούνται παίκτες που ανήκουν στο κορυφαίο επίπεδο της Ευρωλίγκα ή ότι ο Πέτγουεϊ και ο Λοτζέσκι, που αγωνίζονταν στους Χάρλεμ Γκλομπτρότερς και την βελγική Οστάνδη, αντίστοιχα, θα θεωρούνταν υπολογίσιμοι “ρολίστες” για μία ομάδα που διεκδικεί το ευρωπαϊκό τρόπαιο; Οι βουτιές του Λαφαγιέτ, το πάθος του Πέτγουεϊ, η αυτοθυσία του Ντάνστον, η μαχητικότητα του Χάντερ και η στενοχώρια του Λοτζέσκι για την κακή απόδοσή που είχε στο 4ο παιχνίδι, τα λένε όλα! Μόνο ο Ντάρντεν ήρθε με περγαμηνές από την θητεία στη Μαδρίτη και το γεγονός ότι ήταν ο μόνος Αμερικανός που δεν έπρεπε αποδείξει κάτι, ίσως να εξηγεί γιατί έως τώρα, δεν έχει ανταποκριθεί στις προσδοκίες της μεταγραφής του.
Κεφάλαιο Σπανούλης
Αυτό που έκανε ο 32χρονος διεθνής σούτινγκ-γκαρντ στη σειρά με την Μπαρτσελόνα, δεν υφίσταται στη “σφαίρα” της κοινής μπασκετικής λογικής. Έχοντας μείνει έξω για σχεδόν έναν μήνα, μπήκε στο γήπεδο χωρίς αγωνιστικό ρυθμό και χωρίς να έχει συμπληρώσει ούτε καν μία εβδομάδα σε κανονικούς ρυθμούς προπόνησης, ο “Kill Bill” “χρησιμοποίησε” το πρώτο παιχνίδι για να “τεστάρει” τα πατήματά του, να ελέγξει τις αντοχές του και να δει που βρίσκεται... Αφού βεβαιώθηκε ότι μπορεί να κάνει την διαφορά, πήρε την “μπαγκέτα” του ηγέτη και άφησε υπομονετικά το παιχνίδι να έρθει σ' αυτόν... Αν δεν υπολογίσετε την στατιστική του παρουσία στον πρώτο αγώνα, στον οποίον ήταν non-factor, θα διαπιστώσετε ότι στις 3 σερί νίκες του Ολυμπιακού, ο V-Span είχε απόδοση επιπέδου MVP της Ευρωλίγκα (μ.ο. 16,0π. & 6,0ασ. με 54,5% στα διπ. & 47,3% στα τριπ.), παρ' ότι αναγκάστηκε να παίξει κατά μ.ο. 28,5 λεπτά κι έχοντας μόνιμα δύο παίκτες πάνω του. Παρ' όλα αυτά και δημιούργησε και σκόραρε όταν η μπάλα “έκαιγε” και αποτέλεσε το μεγαλύτερο στήριγμα των συμπαικτών του και δικαίως, ανάγκασε όλη την μπασκετική Ευρώπη να του υποκλιθεί και πάλι...
Με “αέρα” φαβορί στο F4!
Αν σκεφτείτε ότι ο Ολυμπιακός έχει στην καλύτερη περίπτωση 4 φορές μικρότερο budget από τις υπόλοιπες τρεις ομάδες που θα διεκδικήσουν το εφετινό τρόπαιο, η αποστολή του στην Ευρωλίγκα είναι ήδη επιτυχημένη. Ποιος θα τον κατηγορήσει ή θα τον ψέξει αν επιστρέψει στην Ελλάδα με άδεια χέρια; Οι “ερυθρόλευκοι”, λοιπόν, θα ταξιδέψουν στην Μαδρίτη σαν το απόλυτο “αουτσάϊντερ”, αλλά στην ουσία είναι το μεγάλο φαβορί! Πως και γιατί; Όχι τόσο επειδή η αμφιτρύων του τουρνουά Ρεάλ, δεν πείθει... Ούτε γιατί η πρωτάρα Φενέρμπαχτσέ του master των φάϊναλ-φορ (14ο της καριέρας του), “Ζοτς”, δεν έχει την εμπειρία αυτών των αγώνων... Πόσω μάλλον ούτε γιατί η ισχυρότερη των τελευταίων ετών, ΤΣΣΚΑ, τρέμει στο ενδεχόμενο μίας τρίτης συνεχόμενης αποτυχίας κόντρα στους Πειραιώτες... Πιο πολύ επειδή, η ομάδα του Γιάννη Σφαιρόπουλου, έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη, τις ψυχοφθόρες αυτές αναμετρήσεις. Έχει την απαιτούμενη ποιότητα και την αμυντική ταυτότητα που συνήθως στιγματίζει τους νοκ-άουτ αγώνες και παράλληλα τη δίψα και το κίνητρο να κατακτήσει και πάλι την κορυφή της Ευρώπης. Αλήθεια, ποια ομάδα δεν θα ήθελε να τον αποφύγει στον ημιτελικό; Αν αφήσετε έξω τον Ιτούδη, που πήγε φέτος στην Μόσχα, είναι Έλληνας και ξέρει καλά τον Ολυμπιακό, ποιος από τους Ρώσους παίκτες και παράγοντες της ΤΣΣΚΑ αισθάνεται άνετα ενόψει του βραδινού αγώνα της 15ης Μαϊου, στο “Παλάθιος ντε Ντεπόρτες”, της Μαδρίτης;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου