To πρωινό της Παρασκευής είναι, παραδοσιακά, το πιο πολύχρωμο των F4,
διότι καταφτάνουν οι ορδές των (παραλίγο να πω «βαρβάρων») φιλάθλων και
γεμίζουν την πόλη με σημαίες και με ταμπούρλα.
Φέτος, η ζωή τραβάει την ανηφόρα. Δεν μου αρέσει η ατμόσφαιρα αυτού του F4.
Δεν μου αρέσει, διότι υπάρχει γηπεδούχος. Οι οπαδοί της Ρεάλ δεν έχουν λόγο να ξαμολυθούν στους δρόμους. Κάθονται στο σπιτάκι τους και περιμένουν να περάσει η ώρα, για να φορέσουν τη μπλούζα του Κριστιάνο και να κατηφορίσουν στην οδό Γκόγια, όπου βρίσκεται το «Παλάθιο ντε Ντεπόρτες».
Σχεδόν ρουτίνα. Σαν να μη πέρασε μια μέρα, από τους περυσινούς προημιτελικούς με τον Ολυμπιακό.
Όχι ότι θα ήταν διαφορετική η κατάσταση εάν λ.χ. ήταν στη θέση της Ρεάλ η Μπαρτσελόνα. Μήπως θυμάται κανείς την παρουσία των Μαδριλένων στο F4 το 2011 στη Βαρκελώνη; Διακόσια άτομα, για την τιμή των όπλων.
Οι Ισπανοί δεν έχουν στην φίλαθλη κουλτούρα τους το ταξίδι. Ή μάλλον, για να γίνω κακός, οι Ισπανοί δεν έχουν στη φίλαθλη κουλτούρα τους τη φίλαθλη κουλτούρα. Άσχετα αν εμείς είμαστε χίλιες φορές χειρότεροι...
Πέρυσι, στο Μουντομπάσκετ, εδέησαν να ασχοληθούν (ακόμα και σε οργανωτικό επίπεδο) μόνο με τους αγώνες της δικής της δικής τους ομάδας, της «ρόχα», όπως την αποκαλούν. Οι άλλοι έπαιζαν σε κενό αέρος.
Και μόλις αποκλείστηκε η παινεμένη τους ομαδάρα, ο δείκτης του ενδιαφέροντος πλησίασε στο μηδέν. Το γήπεδο γέμιζε, αλλά μόνο επειδή είχαν προπωληθεί τα εισιτήρια σε Ισπανούς που ονειρεύονταν μεγαλεία. Αν ήταν στο δικό μου χέρι, δεν θα επέτρεπα να φιλοξενηθεί άλλη διεθνής διοργάνωση σε αυτή τη χώρα.
Στον έλεγχο προόδου που ζητήθηκε από όλους τους δημοσιογράφους να παραδώσουν, βαθμολόγησα τους Ισπανούς με 4, με άριστα το 10. Με βρήκαν στις καλές μου εκείνη τη μέρα, γι’αυτό.
Άλλο είναι όμως εκείνο που μ’ενοχλεί φέτος. Οι ποδοσφαιρικές φανέλες.
Οι Τούρκοι κατέφτασαν πλημμυρισμένοι από ενθουσιασμό, ευπρόσδεκτοι ασφαλώς μετά από τόσα χρόνια, αλλά φοράνε οι περισσότεροι κίτρινα-μπλε μπλουζάκια που γράφουν στην πλάτη «Bruno Alves» ή «Emre» ή «R.Meireles».
Οι Ολυμπιακοί, ριγέ και αυτοί, κυκλοφορούν στα στενά της Μαδρίτης ως «Τσόρι», «Μήτρογλου», αλλά και «Giovani». Λες και ζει στον ίδιο πλανήτη, αθλητικά, ο Μήτογλου με τον Σπανούλη.
Οι Ρώσοι δεν πολυασχολούνται ούτε με το ποδόσφαιρο ούτε με το μπάσκετ ούτε με ο,τιδήποτε άλλο.
Οι δε ντόπιοι, στην κοσμάρα τους και στη σκασίλα τους τη μεγάλη, την ασπρόμαυρη, σε 50 αποχρώσεις του πένθιμου γκρίζου: «Ronaldo», «S.Ramos», «Kroos», «Isco», «Βenzema». Λευκές για τα αγοράκια, ροζ για τα κοριτσάκια. Ευτυχώς, δίχως ρίγες.
(Για τον Μπέιλ και για τον Μόντριτς δεν μπορώ να πω κακή κουβέντα, γιατί είναι δικά μας παιδιά, της Τόττεναμ.)
Μέσα σ’όλα, κυκλοφορούν ακόμη στην πόλη υπερήφανοι Ιταλοί, «γιουβεντίνοι», με επίσης ριγέ φανέλες του Τέβες και του Βιδάλ. Ηλθαν για τον αγώνα της Τετάρτης και αποφάσισαν να καθίσουν 2-3 μέρες παραπάνω, για να διασκεδάσουν με τον πόνο των Καστιγιάνων.
Δεκαπέντε χρόνια μετά τηνψευτοεπενάσταση του Μπερτομέου, που προσπαθεί να βάλει το κάρο μπροστά από το άλογο, το μπάσκετ φοράει ριγέ στολή, σαν να έχει φυλακιστεί από το παντοδύναμο ποδόσφαιρο…
Υποθέτω ότι δεν θα τολμήσουν να εμφανιστούν στο «Παλάθιο» οι δακτυλοδεικτούμενοι ποδοσφαιριστές της Ρεάλ, μετά το κάζο που έπαθαν. Εγώ θα ήθελα να έλθουν και να τιμηθούν, αφού πέτυχαν το σχεδόν ακατόρθωτο. Έκαναν τη Γιουβέντους να μοιάζει συμπαθητική.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, θα ήθελα το F4 να γίνεται σε μία ουδέτερη πόλη μεσαίου μεγέθους που λατρεύει αδιαπραγμάτευτα το μπάσκετ, όπως το Κάουνας ή το Βελιγράδι ή η Λιουμπλιάνα ή (για να μην αδικήσω απόλυτα την Ισπανία) η Βιτόρια.
Να διεκδικούν το τρόπαιο ομάδες που δεν έχουν μεγάλο ασπρόμαυρο αδελφάκι: η Μακάμπι, η Αρμάνι Μιλάνο, η Σιένα, η Λαμποράλ, η Μάλαγα, η Ολύμπια, η Άλμπα, η Ούνικς, η Λιμόζ, η Τσιμπόνα, η Λιέτουβος, η Ζαλγκίρις, η Εφές.
Και να γεμίζουν οι κερκίδες από κόσμο που πάει να δει μπάσκετ. Όχι από αυτούς που ψάχνουν στην πορτοκαλί μπάλα παρηγοριά για το άστοχο πέναλτυ του Νεϊμάρ ή για τη στραβοκλωτσιά του Μανιάτη ή για τη χαμένη ευκαιρία κάποιου Σέρβου στράικερ με δύο αριστερά πόδια.
Υπάρχει, βέβαια, ένα προβληματάκι. Σε αυτό το μοντέλο δεν χωράνε πουθενά οι ελληνικές ομάδες, με πιθανή εξαίρεση τον Άρη.
Ας μη κρυβόμαστε. Ο Ολυμπιακός δεν διαθέτει μπασκετικό κοινό, παρά τα 3 ευρωπαϊκά τρόπαια και τη σταθερή πορεία στην κορυφογραμμή. Ο Παναθηναϊκός σιγά σιγά ανέπτυξε μία ισχνή φυλή μπασκετικών, αλλά και αυτή γεννήθηκε από ανάγκη, εξαιτίας του ποδοσφαιρικού ναυαγίου.
Για τον ΠΑΟΚ, ας μη συζητήσουμε καλύτερα. Της ΑΕΚ ο κόσμος απομυθοποιήθηκε όταν άφηνε ολόαδειες τις εξέδρες στους αγώνες της Ευρωλίγκας. Το ίδιο και του Πανιωνίου. Δεν ξέρω τι θα λέγαμε για τον Άρη, αν είχε ισχυρότερο ποδόσφαιρο.
Οι ομάδες που καλλιεργούν αποκλειστικά το μπάσκετ ζουν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και δεν έχουν τρόπο να κρατήσουν τα όποια πυροτεχνήματά τους στον ουρανό.
Όχι πολύ παλιά, το Μαρούσι και ο Μακεδονικός έφτασαν σε ευρωπαϊκούς τελικούς. Πού βρίσκονται σήμερα; Σε μια φυλακή χωρίς παράθυρα.
*Πηγή: gazzetta.gr*
Φέτος, η ζωή τραβάει την ανηφόρα. Δεν μου αρέσει η ατμόσφαιρα αυτού του F4.
Δεν μου αρέσει, διότι υπάρχει γηπεδούχος. Οι οπαδοί της Ρεάλ δεν έχουν λόγο να ξαμολυθούν στους δρόμους. Κάθονται στο σπιτάκι τους και περιμένουν να περάσει η ώρα, για να φορέσουν τη μπλούζα του Κριστιάνο και να κατηφορίσουν στην οδό Γκόγια, όπου βρίσκεται το «Παλάθιο ντε Ντεπόρτες».
Σχεδόν ρουτίνα. Σαν να μη πέρασε μια μέρα, από τους περυσινούς προημιτελικούς με τον Ολυμπιακό.
Όχι ότι θα ήταν διαφορετική η κατάσταση εάν λ.χ. ήταν στη θέση της Ρεάλ η Μπαρτσελόνα. Μήπως θυμάται κανείς την παρουσία των Μαδριλένων στο F4 το 2011 στη Βαρκελώνη; Διακόσια άτομα, για την τιμή των όπλων.
Οι Ισπανοί δεν έχουν στην φίλαθλη κουλτούρα τους το ταξίδι. Ή μάλλον, για να γίνω κακός, οι Ισπανοί δεν έχουν στη φίλαθλη κουλτούρα τους τη φίλαθλη κουλτούρα. Άσχετα αν εμείς είμαστε χίλιες φορές χειρότεροι...
Πέρυσι, στο Μουντομπάσκετ, εδέησαν να ασχοληθούν (ακόμα και σε οργανωτικό επίπεδο) μόνο με τους αγώνες της δικής της δικής τους ομάδας, της «ρόχα», όπως την αποκαλούν. Οι άλλοι έπαιζαν σε κενό αέρος.
Και μόλις αποκλείστηκε η παινεμένη τους ομαδάρα, ο δείκτης του ενδιαφέροντος πλησίασε στο μηδέν. Το γήπεδο γέμιζε, αλλά μόνο επειδή είχαν προπωληθεί τα εισιτήρια σε Ισπανούς που ονειρεύονταν μεγαλεία. Αν ήταν στο δικό μου χέρι, δεν θα επέτρεπα να φιλοξενηθεί άλλη διεθνής διοργάνωση σε αυτή τη χώρα.
Στον έλεγχο προόδου που ζητήθηκε από όλους τους δημοσιογράφους να παραδώσουν, βαθμολόγησα τους Ισπανούς με 4, με άριστα το 10. Με βρήκαν στις καλές μου εκείνη τη μέρα, γι’αυτό.
Άλλο είναι όμως εκείνο που μ’ενοχλεί φέτος. Οι ποδοσφαιρικές φανέλες.
Οι Τούρκοι κατέφτασαν πλημμυρισμένοι από ενθουσιασμό, ευπρόσδεκτοι ασφαλώς μετά από τόσα χρόνια, αλλά φοράνε οι περισσότεροι κίτρινα-μπλε μπλουζάκια που γράφουν στην πλάτη «Bruno Alves» ή «Emre» ή «R.Meireles».
Οι Ολυμπιακοί, ριγέ και αυτοί, κυκλοφορούν στα στενά της Μαδρίτης ως «Τσόρι», «Μήτρογλου», αλλά και «Giovani». Λες και ζει στον ίδιο πλανήτη, αθλητικά, ο Μήτογλου με τον Σπανούλη.
Οι Ρώσοι δεν πολυασχολούνται ούτε με το ποδόσφαιρο ούτε με το μπάσκετ ούτε με ο,τιδήποτε άλλο.
Οι δε ντόπιοι, στην κοσμάρα τους και στη σκασίλα τους τη μεγάλη, την ασπρόμαυρη, σε 50 αποχρώσεις του πένθιμου γκρίζου: «Ronaldo», «S.Ramos», «Kroos», «Isco», «Βenzema». Λευκές για τα αγοράκια, ροζ για τα κοριτσάκια. Ευτυχώς, δίχως ρίγες.
(Για τον Μπέιλ και για τον Μόντριτς δεν μπορώ να πω κακή κουβέντα, γιατί είναι δικά μας παιδιά, της Τόττεναμ.)
Μέσα σ’όλα, κυκλοφορούν ακόμη στην πόλη υπερήφανοι Ιταλοί, «γιουβεντίνοι», με επίσης ριγέ φανέλες του Τέβες και του Βιδάλ. Ηλθαν για τον αγώνα της Τετάρτης και αποφάσισαν να καθίσουν 2-3 μέρες παραπάνω, για να διασκεδάσουν με τον πόνο των Καστιγιάνων.
Δεκαπέντε χρόνια μετά τηνψευτοεπενάσταση του Μπερτομέου, που προσπαθεί να βάλει το κάρο μπροστά από το άλογο, το μπάσκετ φοράει ριγέ στολή, σαν να έχει φυλακιστεί από το παντοδύναμο ποδόσφαιρο…
Υποθέτω ότι δεν θα τολμήσουν να εμφανιστούν στο «Παλάθιο» οι δακτυλοδεικτούμενοι ποδοσφαιριστές της Ρεάλ, μετά το κάζο που έπαθαν. Εγώ θα ήθελα να έλθουν και να τιμηθούν, αφού πέτυχαν το σχεδόν ακατόρθωτο. Έκαναν τη Γιουβέντους να μοιάζει συμπαθητική.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, θα ήθελα το F4 να γίνεται σε μία ουδέτερη πόλη μεσαίου μεγέθους που λατρεύει αδιαπραγμάτευτα το μπάσκετ, όπως το Κάουνας ή το Βελιγράδι ή η Λιουμπλιάνα ή (για να μην αδικήσω απόλυτα την Ισπανία) η Βιτόρια.
Να διεκδικούν το τρόπαιο ομάδες που δεν έχουν μεγάλο ασπρόμαυρο αδελφάκι: η Μακάμπι, η Αρμάνι Μιλάνο, η Σιένα, η Λαμποράλ, η Μάλαγα, η Ολύμπια, η Άλμπα, η Ούνικς, η Λιμόζ, η Τσιμπόνα, η Λιέτουβος, η Ζαλγκίρις, η Εφές.
Και να γεμίζουν οι κερκίδες από κόσμο που πάει να δει μπάσκετ. Όχι από αυτούς που ψάχνουν στην πορτοκαλί μπάλα παρηγοριά για το άστοχο πέναλτυ του Νεϊμάρ ή για τη στραβοκλωτσιά του Μανιάτη ή για τη χαμένη ευκαιρία κάποιου Σέρβου στράικερ με δύο αριστερά πόδια.
Υπάρχει, βέβαια, ένα προβληματάκι. Σε αυτό το μοντέλο δεν χωράνε πουθενά οι ελληνικές ομάδες, με πιθανή εξαίρεση τον Άρη.
Ας μη κρυβόμαστε. Ο Ολυμπιακός δεν διαθέτει μπασκετικό κοινό, παρά τα 3 ευρωπαϊκά τρόπαια και τη σταθερή πορεία στην κορυφογραμμή. Ο Παναθηναϊκός σιγά σιγά ανέπτυξε μία ισχνή φυλή μπασκετικών, αλλά και αυτή γεννήθηκε από ανάγκη, εξαιτίας του ποδοσφαιρικού ναυαγίου.
Για τον ΠΑΟΚ, ας μη συζητήσουμε καλύτερα. Της ΑΕΚ ο κόσμος απομυθοποιήθηκε όταν άφηνε ολόαδειες τις εξέδρες στους αγώνες της Ευρωλίγκας. Το ίδιο και του Πανιωνίου. Δεν ξέρω τι θα λέγαμε για τον Άρη, αν είχε ισχυρότερο ποδόσφαιρο.
Οι ομάδες που καλλιεργούν αποκλειστικά το μπάσκετ ζουν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και δεν έχουν τρόπο να κρατήσουν τα όποια πυροτεχνήματά τους στον ουρανό.
Όχι πολύ παλιά, το Μαρούσι και ο Μακεδονικός έφτασαν σε ευρωπαϊκούς τελικούς. Πού βρίσκονται σήμερα; Σε μια φυλακή χωρίς παράθυρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου