Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

H «Χρυσή Γενιά» που χώρισε ο πόλεμος!!

Με αφορμή την στέψη της Σερβίας στο U-20 της Νέας Ζηλανδίας, ο Θάνος Σαρρής θυμάται τους Γιουγκοσλάβους που στο Παγκόσμιο Νέων του 1987 έδειξαν ότι αν ο πόλεμος δεν χτυπούσε την πόρτα τους, η ποδοσφαιρική ιστορία πιθανόν να ήταν διαφορετική. 
Το γκολ του Νεμάνια Μακσίμοβιτς μετά από αντεπίθεση στο 118ο λεπτό ήταν εκείνο που έκανε τη διαφορά. Τα Σερβάκια πήραν την κούπα στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου Κ-20. Ο αντίπαλος δεν ήταν τυχαίος. Οι πλάβι κατάφεραν να να νικήσουν την Βραζιλία, ο τερματοφύλακας της οποίας δεν είχε δεχθεί γκολ από το όγδοο λεπτό του δεύτερου αγώνα στη φάση των ομίλων. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το πως θα εξελιχθεί αυτή η φουρνιά Βαλκάνιων ποδοσφαιριστών, η επιτυχία όμως έφερε στο νου μια άλλη γενιά, η οποία, υπό διαφορετικές συνθήκες και κρίνοντας από την εξέλιξη των τότε παικτών, θα μπορούσε να αποτελέσει θεμέλιο μιας μεγάλης ποδοσφαιρικής δύναμης.
Στο Μουντιάλ Νέων του 1987, η ομάδα της Γιουγκοσλαβίας «κατέβηκε» στη Χιλή μόνο και μόνο για να μην υπάρξουν κυρώσεις από την FIFA. Σε μια περίοδο όπου οι ενδογιουγκοσλαβικές σχέσεις περνούσαν κρίση, με τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς να αναλαμβάνει την ίδια χρονιά την εξουσία στη Σερβία, τις εθνικιστικές τάσεις να μεγαλώνουν και την Κροατία με την Σλοβενία να πιέζουν όλο και περισσότερο προς την ανεξαρτησία, μια διοργάνωση Νέων δεν αποτελούσε προτεραιότητα. Ο αρχηγός, Αλεξάνταρ Τζόρτζεβιτς, είχε τιμωρηθεί με τέσσερις αγωνιστικές στο τελευταίο ματς των προκριματικών, οι Μπερέτσκο, Βουκίσεβιτς, Πέγιοβιτς και Σάμποτιτς ήταν τραυματίες, ενώ στους απόντες προστέθηκε ο γνωστός μας από την παρουσία του στην ΑΕΚ Μπόμπαν Μπαμπούνσκι, ο οποίος έμεινε εκτός λόγω της κόντρας που είχε από την ομάδα του.
 Έχοντας αποφασίσει ότι το τουρνουά περνούσε σε δεύτερη μοίρα, λοιπόν,  η Ομοσπονδία αποφάσισε να αφήσει εκτός και τους Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, Άλεν Μπόκσιτς και Βλάντιμιρ Γιούγκοβιτς, μερικά από τα δυνατά χαρτιά της ομάδας, προκειμένου να μείνουν αναπόσπαστοι στις συλλογικές τους υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό της λογικής που αντιμετωπιζόταν η διοργάνωση ήταν το ότι οι Γιουγκοσλάβοι αρνήθηκαν την χρηματοδότηση ταξιδιών για τους δημοσιογράφους. Ταξίδεψε μόνο ο Τόμα Μιχαΐλοβιτς από τον Αρένα του Ζάγκρεμπ, με στόχο να φέρει πίσω θέματα και για την κροατική μειονότητα του Σαντιάγο της Χιλής.
Οι παίκτες, όμως, που έκαναν το ταξίδι, μόνο αδιάφορα δεν αντιμετώπισαν την διοργάνωση. Πρώτο παιχνίδι με την οικοδέσποινα και έπειτα από τριήμερη αναβολή λόγω καιρικών συνθηκών, οι Γιουγκοσλάβοι επικράτησαν με 4-2.  «Ήρθαν τα πάνω κάτω. Όλοι στη Χιλή ξεκίνησαν να υποστηρίζουν τη Γιουγκοσλαβία επειδή είχαν παίξει τόσο καλά. Τα παιδιά κατάλαβαν ότι αν κέρδιζαν το δεύτερο και το τρίτο ματς μπορούσαν να παρατείνουν τη διαμονή τους στη χώρα», θυμόταν στη συνέχεια ο Μιχαΐλοβιτς. Το Σαντιάγο κέρδισε τους ποδοσφαιριστές, με τον αείμνηστο δημοσιογράφο να τονίζει ότι διασκέδαζαν, χωρίς να κάνουν καταχρήσεις, αφού είχαν πάρει πολύ ζεστά τη διοργάνωση.
Ο Ερυθρός Αστέρας προσπάθησε να καλέσει πίσω τον Προσινέτσκι λόγω ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, αλλά ο ίδιος προσέφυγε στη FIFA, η οποία διέταξε την παραμονή του στη Χιλή. Μετά από δύο τεσσάρες σε Αυστραλία και Τόγκο, ο Προσινέτσκι έκρινε την αναμέτρηση με την Βραζιλία στο 89'. Στον  ημιτελικό  βρήκαν απέναντί τους την Ανατολική Γερμανία. Επικράτησαν με 2-1, αλλά στον τελικό με τη Δυτική δεν είχαν στη διάθεσή τους τον Μιγιάτοβιτς και τον  Προσινέτσκι. Δεν πτοήθηκαν. Το ματς πήγε στα πέναλτι, οι Βαλκάνιοι επικράτησαν και παρέτειναν την παραμονή τους στην Λατινική Αμερική για δύο μέρες, προκειμένου να γιορτάσουν τα γενέθλια του Γιάρνι. «Υπήρχε μια πραγματική οικογενειακή ατμόσφαιρα στην γιουγκοσλαβική κοινότητα»,  έλεγε ο Μιχαΐλοβιτς.
Η τότε ομάδα πήρε το όνομα οι «Χιλιανοί» και ήταν γεμάτη προσδοκίες. Έγραψε ρεκόρ με μέσο όρο 2.44 γκολ ανά ματς (22 συνολικά) και με εξαίρεση τον Ζόραν Μίγουζιτς, οι παίκτες της έγραψαν τη δική τους ιστορία στη συνέχεια. Ο Προσινέτσκι με τον Μπόμπαν έπαιξαν μαζί για πρώτη φορά, παίζοντας καταλυτικό ρόλο στο όμορφο ποδόσφαιρο που έπαιξαν οι παίκτες του λάτρη της πειθαρχίας Μίρκο Γιόζιτς. Ο πρώτος αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης του τουρνουά, ενώ ο δεύτερος σκόραρε στον τελικό και ευστόχησε στο τελευταίο πέναλτι. Ο Νταβόρ Σούκερ σημείωσε 6 γκολ σε 5 ματς και καθάρισε τον ημιτελικό. Ο Πρέντραγκ Μιγιάτοβις σημείωσε το κρίσιμο τέρμα της ισοφάρισης με τους Βραζιλιάνους, ενώ ο Στίματς, ο οποίος αποτέλεσε τον βράχο της άμυνας, δεν αποσπάστηκε από τη σχέση του με την Μις Χιλή, η οποία είχε γιουγκολαβικές ρίζες. Ο Ρόμπερτ Γιάρνι δεν βγήκε λεπτό από την 11άδα, ενώ ο μετέπειτα παίκτης της Εσπανιόλ Μπράνκο Μπρνόβιτς, παρότι δεν έχτισε το όνομα των προαναφερθέντων, ήταν από τους πρώτους που έκαναν το βήμα για την ανδρών.
Σε συνδυασμό με εκείνους που έμειναν εκτός και με προσθήκες από των ανδρών, όπως ο Σαβίσεβιτς, ο Κάτανετς, ο Πάντσερ, ο Γιούγκοβιτς και ο Στοΐκοβιτς, η τρομερή γενιά της Χιλής ήταν ικανή για μεγάλα πράγματα. Το έδειξε και στο Μουντιάλ του 1990, όταν οι Γιουγκοσλάβοι, που προκρίθηκαν στην τελική φάση με 7 νίκες σε 8 ματς και το καλύτερο ρεκόρ τερμάτων, απέκλεισαν την Ισπανία στους «16» αλλά έχασαν στα προημιτελικά από την Αργεντινή του Μαραντόνα στα πέναλτι, έχοντας στο μεταξύ αντέξει για 89 λεπτά με 10 παίκτες. Στο Euro του 1992, με τον πόλεμο να έχει ξεκινήσει και τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας να έχει ήδη συντελεστεί, οι «Βραζιλιάνοι της Ευρώπης» αποβλήθηκαν από την διοργάνωση, με την Δανία να παίρνει τη θέση τους και να φτάνει στην κατάκτηση του τροπαίου.
Πιθανότατα, αν οι Γιουγκοσλάβοι έμεναν στη διοργάνωση και συνέχιζαν να δουλεύουν με τον κορμό των παικτών που είχαν, η ποδοσφαιρική ιστορία να ήταν διαφορετική και όχι μόνο στο Euro του 1992. Μολονότι δεν έχει και τόσο νόημα να μιλάμε υποθετικά, ο Κάτανετς το είχε πει ξεκάθαρα: «Αν η χώρα δεν είχε καταρρεύσει, εγγυώμαι ότι θα είχαμε διαλύσει τον κόσμο!». Η κατάκτηση της τρίτης θέσης από την Κροατία στο Μουντιάλ του 1998 αποτέλεσε ένα χαρακτηριστικό δείγμα...




*Πηγή: gazzetta.gr*

Δεν υπάρχουν σχόλια: