Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Ο προπονητής και η φανέλα δίχως όνομα!!

Ο Θανάσης Ασπρούλιας γράφει για τις ευθύνες του Τρινκιέρι αλλά και αυτές των παικτών της Εθνικής, εξηγώντας για πιο λόγο οι προπονητές μπαίνουν πάντα στο στόχαστρο. Από το Ευρωμπάσκετ που ολοκληρώθηκε το βράδυ της Κυριακής, μία σκηνή θα μείνει χαραγμένη στο μυαλό μου. Το αντιαθλητικό φάουλ του Ντιό στον Γιουλ. Εκεί άλλαξε η ιστορία του Ευρωμπάσκετ κατά την άποψή μου. Αλλά επειδή έχουμε ξανασυζητήσει για αυτό, ας το προεκτείνουμε λίγο. Υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι η σκληρότητα του φάουλ που έκανε ο Γάλλος στον Γιουλ, ήταν εντολή προπονητή; Το πάθος που είχαν οι τρικολόρ στο δεύτερο ημίχρονο, ήταν προϊόν οδηγιών του κατά τ' άλλα συμπαθέστατου Βινσέν Κολέ; Αυτού που για να μην ξεχνιόμαστε, τα προηγούμενα χρόνια ήταν άμπαλος και αστοιχείωτος, ενώ πλέον, επειδή κατέκτησε το τρόπαιο, ή επειδή τον αποθέωσε ο Πάρκερ στον επίλογό του στο Ευρωμπάσκετ, έγινε εξαιρετικός κόουτς.
Προφανώς και όχι! Σε κάθε περίπτωση, ο εκάστοτε προπονητής γίνεται το εύκολο θύμα. Διότι είναι αναλώσιμος. Ως γνωστόν σε καμία ομάδα δε γίνεται να αλλάξουν 12 (παίκτες). Είναι πιο απλό και πιο εύκολο να αλλάξει ο ένας (προπονητής). Αυτή η πρακτική λειτουργική συνήθεια που ακολουθούν όλες οι ομάδες του κόσμου (και σε πολλές περιπτώσεις ως μέθοδο διευκόλυνσης για την επίτευξη αλλαγής κλίματος), έχει δημιουργήσει μία στρεβλή εικόνα στον απλό παρατηρητή-φίλαθλο και μία ακόμα πιο στρεβλή στον κρετίνο χούλιγκαν (όχι μόνο του γηπέδου, αλλά και του πληκτρολογίου).
Για αυτές τις δύο ξεχωριστές κάστες ανθρώπων, υπάρχει ένας και μοναδικός παρονομαστής: Οτι η ευθύνη για την αποτυχία ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον προπονητή. Τον αναλώσιμο. Τον απόλυτο υπεύθυνο της ήττας, τον απόλυτο αμέτοχο της νίκης. Έχετε διανοηθεί για ποιο λόγο; Ασυνείδητα ο κόσμος αρνείται να τα βάλει με τους παίκτες, ακόμα κι όταν είναι προφανές ότι πρόκειται για άμπαλους. Στα μάτια τους, ο παίκτης θα είναι πάντα το είδωλο. Ακόμα κι αν στοπάρει το τόπι με τις ...400, ακόμα κι όταν κάνει μία ντρίμπλα στο παρκέ και ...μπρουμουτάει. Οι παίκτες (πλην σπάνιων περιπτώσεων, που επιβεβαιώνουν τον κανόνα) είναι διαρκώς, όχι στο απυρόβλητο, αλλά σε δεύτερο πλάνο. Από όλους. Ακόμα κι από εμάς, τους δημοσιογράφους, κάποιες φορές. Υπάρχει εξήγηση (!;!;!).... Εχετε σκεφτεί πως, ο εκάστοτε προπονητής δε φορά ποτέ τη φανέλα της ομάδας του; Τα χρώματά της; Ακόμα και το έμβλημα είναι καρφωμένο πάντα στο πέτο, ενός γκρίζου ή μπλέιζερ κοστουμιού, που δε θυμίζει σε τίποτα τη θρησκεία για την οποία χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν σε έναν αγωνιστικό χώρο να δοξάσουν. Εχετε συναντήσει κάπου να πωλούνται φανέλες (το απόλυτο φετίχ του αφοσιωμένου οπαδού) με το όνομα του προπονητή; Το έμβλημα, η φανέλα, το χρώμα της, το σχέδιο, είναι αυτό που εξεγείρει τα πλήθη. Και τα κορμιά που τα φορούν. Όσο άμπαλοι ή αχάριστοι κι αν παρουσιάζονται. Είναι οι άνθρωποι που κουβαλούν την ιστορία, κι ας μην έχουν ιδέα τι γράφει, ή τι έχει γράψει.
Ο οπαδός είναι δύσκολο να ταχθεί ενάντια στο σύμβολο, το οποίο φέρουν στο στήθος του άνθρωποι. Μεγάλης, μικρής, ή αμφιλεγόμενης αξίας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο οπαδός-πελάτης-ειδωλολάτρης (όλοι είμαστε κι ας μη κρυβόμαστε) μία μεγάλης (σε ιστορία, κοινό, επιτυχίες) ομάδας, σπανίως θα παραδεχθεί ότι ο παίκτης που φέρει το σύμβολο της δικής του θρησκείας είναι λίγος. Σε κάθε περίπτωση θα ευθύνεται ο προπονητής. Αυτός, που δε θα δει το κοστούμι του ποτέ (ή σχεδόν ποτέ) στη μπουτίκ της ομάδας, αυτός που δε θα φορέσει τη φανέλα με το όνομά του στον πάγκο, αυτός που δε θα μπει στις μετρήσεις για την εμπορικότητα της ομάδας και στις αντίστοιχες για τις φανέλες με τις περισσότερες πωλήσεις. Αυτός που δεν κατάφερε να κάνει τον άμπαλο, τεχνίτη, τον χαζό να γίνει έξυπνος, τον περίεργο να γίνει κανονικός. Γιατί δεν πήρε το 100% των παικτών του (όπως χαρακτηριστικά ακούγεται σε όλα τα ...καφενεία του δουνιά). Κι ας είναι ο προπονητής, αυτός που πολύ περισσότερο από τους παίκτες σκέφτεται για την ομάδα του. Ας είναι αυτός που σχεδόν 24 ώρες το 24ώρο ασχολείται με τη δουλειά του (γνωρίζω σε εσωτερικό κι εξωτερικό πολλούς που έχουν αφιερωμένη τη ζωή τους στο άθλημα που υπηρετούν). Ας είναι αυτός που στο κάτω κάτω, την επόμενη ημέρα δεν ξέρει αν θα έχει δουλειά, ενώ ο παίκτης, υπογράφοντας το συμβόλαιό του, είναι κατοχυρωμένος μέχρι και από τον ΟΗΕ. Και βέβαια, είναι πλέον άγραφη, μα συμβατική υποχρέωση του κόουτς, να παίρνει το απόλυτο από τον παίκτη, λες και στο συμβόλαιό του, ο κάθε αθλητής υπογράφει πως... "Δεσμεύομαι ότι δε θα προσπαθήσω με όλες τις δυνάμεις μου, δε θα δώσω τον εαυτό μου, αν δεν το κερδίσει αυτό ο προπονητής μου".
Ο κόουτς που δεν επιτυγχάνει (είναι άλλο η αποτυχία κι άλλο η μη επιτυχία) θα βρίσκεται δια βίου στο επίκεντρο του κάδρου της καφενειακής κριτικής του στυλ: "Είναι άχρηστος, άσχετος, μυρωδιάς, ταβερνιάρης". Από αυτούς που φυσικά αυτοαναγορεύονται σε γνώστες, επειδή ...ένα φεγγάρι, κλώτσησαν μία μπάλα, ή επειδή ένα πρωί έβγαλαν δελτίο στην υπερδύναμη της γειτονιάς τους. Αυτομάτως κατατάσσονται (στο μυαλό τους) στην κατηγορία του ειδικού-εξπέρ...
Ολα αυτά, συμβάλλουν, έτσι ώστε, ο προπονητής, να είναι πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος και οι παίκτες, ανάλογα και με τις σχέσεις που έχουν με το κοινό ή τους δημοσιογράφους, να περνούν απαρατήρητοι. Η να δέχονται την κριτική όταν η κατάσταση φτάνει στο ...μη παρέκει, ή όταν αποφασίζουν να αλλάξουν επαγγελματικό περιβάλλον.
Αν τα έγραψα όλα αυτά για τον Τρινκιέρι; Σαφέστατα! Διότι στη ζωή, ο καθένας πρέπει κι έχει χρέος να αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Και ευθύνες έχουν σίγουρα και οι παίκτες. Μεγάλες μάλιστα. Το γεγονός ότι την ημέρα που έκαναν την (ομολογουμένως) ηρωική προσπάθεια με την Κροατία, ανήρτησα στο facebook τις φωτογραφίες γράφοντας "Μαζί τους και στην κόλαση", δεν αλλάζει. Αυτούς εμπιστευόμαστε, αυτούς αγαπάμε. Όταν όμως η συζήτηση έρχεται στις ευθύνες, ο καθένας πρέπει να αναλάβει τη δική του.
Είναι πολύ, πάρα πολύ μεγάλο το κεφάλαιο της εθνικής ομάδας και σίγουρα δε λύνεται ούτε σε ένα blog, ούτε με ένα μετάλλιο. Εχουμε φιλοσοφία ως μπασκετική χώρα; Ξέρουμε τι θέλουμε και που να στηρίξουμε το παιχνίδι μας σε βάθος χρόνου; Δουλεύουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να τα παιδιά που θα έρθουν από τις μικρότερες εθνικές να ξέρουν τι θα συναντήσουν στους άντρες; Εχουμε προσωπικότητα και χαρακτήρα ως ελληνικό μπάσκετ; Η γνώμη μου είναι πως με τόσες αλλαγές προπονητών (και μάλιστα με εκ διαμέτρου αντίθετες φιλοσοφίες), και μηδενική (μέχρι φέτος) συνεργασία των ομοσπονδιακών με την εκάστοτε υπερκείμενη αρχή τους, δε διαθέτουμε τίποτα απ' όλα αυτά. Χάσαμε τη χρυσή ευκαιρία του 2006, όταν θα μπορούσε η Ελλάδα, η μοναδική ομάδα μετά τις ΗΠΑ ενδεχομένως, να παρουσιάσει το μοντέλο του πιο θεαματικού αμυντικού μπάσκετ όλων των εποχών κι έκτοτε πελαγοδρομούμε.
Εν κατακλείδι, κι αφού ομολογώ ότι παρότι ήμουν από τους πρώτους που κατέθεσαν την ξεκάθαρη άποψή τους για την παραμονή του Τρινκιέρι, ο Ιταλός έχει αρχίσει να με προβληματίζει, θεωρώ ότι υπάρχει ένα και μοναδικό ζητούμενο: Η λέξη άμυνα ήταν η πρώτη που ο Τρινκιέρι έμαθε στα ελληνικά. Η λέξη την οποία θεωρεί αδιαπραγμάτευτη αρχή της καριέρας του, αυτό που προσπάθησε από την αρχή της προετοιμασίας να επιβάλλει ως άποψη τους παίκτες του. Δεν τα κατάφερε όμως. Απέτυχε παταγωδώς! Για αυτό και μόνο για αυτό οφείλει να δώσει εξηγήσεις:
Δεν έπεισε τους παίκτες του ότι πρέπει να παίξουν άμυνα; Η οι παίκτες του δεν πείστηκαν ότι πρέπει να παίξουν άμυνα και να ενεργήσουν όπως ο Ντιό στη φάση με τον Γιουλ κι όπως ολόκληρη η Εθνικής Γαλλίας στο δεύτερο ημίχρονο με την Ισπανία;
Για μισό λεπτό όμως... Ο προπονητής, πρέπει να πείθει κάποιον παίκτη ότι οφείλει να παίξει άμυνα; Δεν είναι αυτονόητο; Για σκεφτείτε το!
Πηγή: gazzetta.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: