«Χάρηκα
σαν να κέρδισε ελληνική ομάδα», είπα στους συναδέλφους της Nova την
Παρασκευή. «Ευχαριστήθηκα σαν να το πήραμε εμείς», επανέλαβα την
Κυριακή. Δεν υπερβάλλω. Η Μακάμπι του Μιλάνου μου ζέστανε την καρδιά. Το
περίμενα τζούφιο αυτό το φάιναλ-φορ, αλλά αποδείχθηκε γεμάτο χυμούς.
Εάν ανατρέξετε σε αυτό εδώ το κείμενο http://www.gazzetta.gr/basketball/article/609042/kynigi-tis-stroythokamiloy, στην 8η παράγραφο , θα διαβάσετε το προγνωστικό και τις προτιμήσεις μου για το φάιναλ-φορ. Θα δείτε, επίσης, ποια είναι η γνώμη μου για την ΤΣΣΚΑ και για τις ομάδες του Έτορε Μεσίνα.
Τον αγιάτρευτό «έρωτά» μου για τους Ισπανούς και ιδίως για τη Ρεάλ Μαδρίτης θα τον έχετε καταλάβει δα. Αποστρέφομαι όλα όσα αυτός ο σύλλογος αντιπροσωπεύει: την αβάσταχτη αλαζονεία, τις ντρίμπλες στους νόμους και τους κανονισμούς, την πεποίθηση ότι για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο «δικαιούται» τον τίτλο της βασίλισσας, τις πολιτικές του διασυνδέσεις από την εποχή του Φράνκο κιόλας, την καθεστωτική αντίληψη, το δήθεν ατσαλάκωτο προφίλ, την προσήλωση στο unfair play.
Εβλεπα μουτρωμένο τον Φλορεντίνο Πέρεθ στις κερκίδες του Φόρουμ, θυμόμουν και τον δικό μου καημό με τη μετεγγραφή του Μπέιλ και γελούσα χαιρέκακα. Ποιος λυπάται τους κακόμοιρους τους –εθ; Θα το σηκώσουν, άλλωστε, του χρόνου στη Μαδρίτη. Όπως το σήκωσε το 2011 η εξίσου υπερφίαλη Μπαρτσελόνα μέσα στο σπίτι της. Και η Εθνική τους ομάδα το 2007, κόντρα στη Ρωσία του Μπλατ.
(Κοιτάξτε τώρα πλάκα, που πολλοί θα το πάρουν αυτό κυριολεκτικά, και θα με αποκαλέσουν ανιστόρητο: "Δεν ξέρεις ρε άσχετε ότι το 2011 το σήκωσε η Πανάθα;" Λες και έκανε κάποιος άλλος την περιγραφή εκείνου του τελικού...)
Η Μακάμπι, λοιπόν. Η ομάδα που έπαιξε μπάσκετ όμορφο και όχι αποκρουστικό όπως της ΤΣΣΚΑ. Η ομάδα που φιλτράρισε την ελευθεριάζουσα αντίληψη (της Ρεάλ) μέσα από ένα συγκροτημένο σχέδιο βγαλμένο από τον πανούργο εγκέφαλο του προπονητή της.
Το κοινό που συντηρεί με τη ζωντάνια του και με τα χρήματά του τον θεσμό των φάιναλ-φορ, δίχως να προσβάλλει κανέναν, δίχως να δημιουργεί φασαρίες, δίχως να γεμίζει την πόλη με απλυσιά και ύβρεις. Ετσι, για να σκάει και ο Ελληνάρας, ο λαός ο περιούσιος, που λοιδορεί σε κάθε ευκαιρία τους "κωλοεβραίους". Ετσι δεν τους αποκαλεί; Ελάτε τώρα που κάνετε τους ανήξερους, μεταξύ μας μιλάμε.
Οι πολεμιστές του παρκέ, που αρνήθηκαν την ήττα ξανά και ξανά και ξανά.
Οι παίκτες που αποδείχθηκαν παιχταράδες όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη, σε αυτό που οι Ιταλοί αποκαλούν «ετυμηγορία του γηπέδου».
Ο θαυμάσιος Ντέβιν Σμιθ, ναι, ο ίδιος Σμιθ του Πανελληνίου.
Ο αδάμαστος Ντέιβιντ Μπλού(δενταλ), που για έναν χρόνο παράτησε το μπάσκετ για να γίνει κτηματομεσίτης.
Ο Ταϊρίς Ράις, του Πανιωνίου ο Ράις, που πέτυχε 26 πόντους σε 30’ και έγινε, από απλός μεροκαματιάρης, εθνικός ήρωας.
Ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης, που προσέφερε σε ένα σκάρτο δεκάλεπτο (με κορωνίδα εκείνη την άμυνα στα πόδια του Σέρχιο) όσα άλλοι δίνουν σε ενάμισυ ματς.
Και απέναντι, ποιοι; Με τι θράσος θέλησαν να γίνουν πρωταθλητές, αυτοί που -μήνες τώρα το γράφω- δεν ξέρουν να ισορροπήσουν στο τεντωμένο σχοινί;
Ο Ρούντι Φερνάντεθ ήταν τόσο κακός, ώστε υποχρέωσε τον προπονητή του να τον κρατήσει στον πάγκο όταν χρειαζόταν απεγνωσμένα ένα τρίποντο. Ή μήπως είχε μπερδέψει τα αυγά με τα πασχάλια ο πελαγωμένος Λάσο; Από πού κι ως πού κρατούσε εκτός πεντάδας τον Σέρχιο Ροντρίγκεθ στο πρώτο τρίλεπτο της παράτασης; Ο φοβερός Γιουλ σούταρε 0/7 και ανταμείφθηκε με 36 λεπτά συμμετοχής, 15 παραπάνω από τον ψυχωμένιο Σέρχιο.
Ο καημένος ο Μπουρούσης καιγόταν από επιθυμία, πέτυχε τετραπλό «κόλπο γκρόσο» στο φινάλε της κανονικής διάρκειας (δύο άμυνες, ένα επιθετικό ριμπάουντ, δύο ασάλιωτες ελεύθερες βολές), αλλά πάλευε μόνος στο τέλος. Τον λυπήθηκε η ψυχή μου.
Τώρα που είναι της μόδας οι γυναίκες με τα γένια, βγήκαν στον αφρό του τελικού και «θαυμάστηκαν» για την «ευψυχία» τους αξύριστες μονάδες όπως ο Μίροτιτς, ο Ρούντι και ο Γιουλ. Το φιδίσιο τους κορμί συνυπάρχει με ψυχή ψαριού.
Η υπέροχη Κοντσίτα Βουρστ έχει πολλαπλάσια αποθέματα θάρρους. Αυτή, τουλάχιστον, έδειξε κότσια. Την ψηφίσαμε κι εμείς, κάναμε το κομμάτι μας για να μας πουν προοδευτικούς, και επιστρέψαμε στον καθημερινό μας μεσαίωνα. H γυναίκα με το μούσι ζει και εργάζεται ανενόχλητη στην πατρίδα του Χίτλερ. Εάν ζούσε στην πατρίδα του Περικλή, θα την κυνηγούσαν νυχθημερόν, όχι μόνο οι χιτλερικοί, αλλά και οι "νοικοκυραίοι".
Στη ναπολετάνικη πιτσαρία που έγινε στέκι μας τα «νεκρά» βράδια του φάιναλ-φορ, στη συνοικία με τα κανάλια, ο συμπαθής σερβιτόρος μας ρώτησε αν είναι στ’αλήθεια παιδί θαύμα της πολιτικής ο «Τσίρπας», έτσι μας τον είπανε, έτσι σας τον λέμε. «Είναι ο επόμενος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», εξήγησε στον, αλβανικής καταγωγής νομίζω, συνάδελφό του.
Παιδί θαύμα, ο Αλέσιο ντελα Γκρέτσια! Αναρωτηθήκαμε τι νερό πίνουν στη Νάπολι και παραγγείλαμε μία μπύρα, μπουκάλι όμως, με πώμα ασφαλείας.
Το τρένο που οδηγούσε από το Ασάγκο στο κέντρο του Μιλάνου μία ώρα μετά την απονομή ήταν, φυσικά, γεμάτο Ισραηλινούς. Με σημαίες και με ταμπούρλα. Με συνθήματα, με τραγούδια και με απέραντο κίτρινο. Σε μία γωνία του συρμού, καθόταν αμίλητο ένα νεαρό ζευγάρι. Στα χέρια τους κρατούσαν, διπλωμένο, ένα λάβαρο πράσινο, μαύρο και κόκκινο.
Στο Ντουόμο, οι Ισραηλινοί βγήκαν ομαδικώς και συνέχισαν το γλέντι στην αποβάθρα. Και τότε, ο τύπος με τη μαυροπράσινη σημαία, της Παλαιστίνης, Ιταλός αλλά με αραβικά χαρακτηριστικά πετάχτηκε πάνω και έβγαλε το άχτι του. «Free Gaza», φώναξε από το παράθυρο. «Free Gaza! Free Gaza! Fuck you motherfuckers!!»
«Από την Παλαιστίνη», απάντησα κι εγώ, όταν κάποιος ρώτησε από πού είμαι. Ηταν αργά το βράδυ της Κυριακής και είχα μόλις μάθει τα αποτελέσματα των εκλογών.
Τι να του έλεγα, δηλαδή; Ότι έρχομαι από την πόλη όπου 1 στους 6 συντάσσεται με τους ναζιστές, τους δολοφόνους, τους κακοποιούς, τους τιποτένιους, τους τραμπούκους και τους νεάντερταλ; Οτι 16 στους 100 Αθηναίους θέλουν δήμαρχο με σβάστικα στην κοιτίδα της δημοκρατίας;
Ότι είμαι από τη χώρα του Κασιδιάρη, του Μπέου, του Παναγιώταρου, του Ματθαιόπουλου, των Μιχαλολιάκων και της οπαδικής ψήφου των προβάτων; Ότι η πολιτική της πεφωτισμένης πατρίδας μου μου καθορίζεται από τον Φαήλο, τον Βορίδη, τον Μπαλτάκο, τον Αδωνι και τον Αντωνάκη τον πολιτευόμενο, την εθνική ομάδα των επικίνδυνων;
Ότι η απάντηση των συμπολιτών μου στην κρίση είναι η στροφή στον φασισμό, τον σκοταδισμό και την ξενοφοβία; Ότι σπάσαμε το ευρωπαϊκό ρεκόρ της γελοιότητας με τη θεωρία των δύο άκρων; Ότι ο τόπος μου τρύπησε το ταβάνι της αμορφωσιάς, της ανευθυνότητας και της μισαλλοδοξίας;
Όχι. Ντρέπομαι. Θα ήταν ντροπής πράγμα, αν δεν ντρεπόμουν. Δεν λέω πια ότι είμαι Ελληνας. Το κρύβω. Ντρέπομαι. Ναι, ναι, ξέρω. "Να αλλάξεις χώρα αφού ντρέπεσαι, να φύγεις, να πας αλλού". Η κλασσική απάντηση του "πατριώτη" που δεν θα κάνει ποτέ τίποτε για να βελτιώσει τον τόπο του. Ο πατριωτισμός του πισινού.
Μόλις επέστρεψα στο σπίτι, ανακάλυψα ότι προηγείται στον δήμο όπου κατοικώ ο συνδυασμός του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ναι, αλήθεια το λέω. Εικοσιδύο τοις εκατό.
Έκλεισα τα μάτια, τα άνοιξα ξανά, αλλά το ημερολόγιο επιμένει, έχουμε Μάιο του 2014. Ευτυχώς, εδώ στη δυτική όχθη δεν έχουμε ναζιστές. Τουλάχιστον όχι φανερούς.
Εάν ανατρέξετε σε αυτό εδώ το κείμενο http://www.gazzetta.gr/basketball/article/609042/kynigi-tis-stroythokamiloy, στην 8η παράγραφο , θα διαβάσετε το προγνωστικό και τις προτιμήσεις μου για το φάιναλ-φορ. Θα δείτε, επίσης, ποια είναι η γνώμη μου για την ΤΣΣΚΑ και για τις ομάδες του Έτορε Μεσίνα.
Τον αγιάτρευτό «έρωτά» μου για τους Ισπανούς και ιδίως για τη Ρεάλ Μαδρίτης θα τον έχετε καταλάβει δα. Αποστρέφομαι όλα όσα αυτός ο σύλλογος αντιπροσωπεύει: την αβάσταχτη αλαζονεία, τις ντρίμπλες στους νόμους και τους κανονισμούς, την πεποίθηση ότι για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο «δικαιούται» τον τίτλο της βασίλισσας, τις πολιτικές του διασυνδέσεις από την εποχή του Φράνκο κιόλας, την καθεστωτική αντίληψη, το δήθεν ατσαλάκωτο προφίλ, την προσήλωση στο unfair play.
Εβλεπα μουτρωμένο τον Φλορεντίνο Πέρεθ στις κερκίδες του Φόρουμ, θυμόμουν και τον δικό μου καημό με τη μετεγγραφή του Μπέιλ και γελούσα χαιρέκακα. Ποιος λυπάται τους κακόμοιρους τους –εθ; Θα το σηκώσουν, άλλωστε, του χρόνου στη Μαδρίτη. Όπως το σήκωσε το 2011 η εξίσου υπερφίαλη Μπαρτσελόνα μέσα στο σπίτι της. Και η Εθνική τους ομάδα το 2007, κόντρα στη Ρωσία του Μπλατ.
(Κοιτάξτε τώρα πλάκα, που πολλοί θα το πάρουν αυτό κυριολεκτικά, και θα με αποκαλέσουν ανιστόρητο: "Δεν ξέρεις ρε άσχετε ότι το 2011 το σήκωσε η Πανάθα;" Λες και έκανε κάποιος άλλος την περιγραφή εκείνου του τελικού...)
Η Μακάμπι, λοιπόν. Η ομάδα που έπαιξε μπάσκετ όμορφο και όχι αποκρουστικό όπως της ΤΣΣΚΑ. Η ομάδα που φιλτράρισε την ελευθεριάζουσα αντίληψη (της Ρεάλ) μέσα από ένα συγκροτημένο σχέδιο βγαλμένο από τον πανούργο εγκέφαλο του προπονητή της.
Το κοινό που συντηρεί με τη ζωντάνια του και με τα χρήματά του τον θεσμό των φάιναλ-φορ, δίχως να προσβάλλει κανέναν, δίχως να δημιουργεί φασαρίες, δίχως να γεμίζει την πόλη με απλυσιά και ύβρεις. Ετσι, για να σκάει και ο Ελληνάρας, ο λαός ο περιούσιος, που λοιδορεί σε κάθε ευκαιρία τους "κωλοεβραίους". Ετσι δεν τους αποκαλεί; Ελάτε τώρα που κάνετε τους ανήξερους, μεταξύ μας μιλάμε.
Οι πολεμιστές του παρκέ, που αρνήθηκαν την ήττα ξανά και ξανά και ξανά.
Οι παίκτες που αποδείχθηκαν παιχταράδες όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη, σε αυτό που οι Ιταλοί αποκαλούν «ετυμηγορία του γηπέδου».
Ο θαυμάσιος Ντέβιν Σμιθ, ναι, ο ίδιος Σμιθ του Πανελληνίου.
Ο αδάμαστος Ντέιβιντ Μπλού(δενταλ), που για έναν χρόνο παράτησε το μπάσκετ για να γίνει κτηματομεσίτης.
Ο Ταϊρίς Ράις, του Πανιωνίου ο Ράις, που πέτυχε 26 πόντους σε 30’ και έγινε, από απλός μεροκαματιάρης, εθνικός ήρωας.
Ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης, που προσέφερε σε ένα σκάρτο δεκάλεπτο (με κορωνίδα εκείνη την άμυνα στα πόδια του Σέρχιο) όσα άλλοι δίνουν σε ενάμισυ ματς.
Και απέναντι, ποιοι; Με τι θράσος θέλησαν να γίνουν πρωταθλητές, αυτοί που -μήνες τώρα το γράφω- δεν ξέρουν να ισορροπήσουν στο τεντωμένο σχοινί;
Ο Ρούντι Φερνάντεθ ήταν τόσο κακός, ώστε υποχρέωσε τον προπονητή του να τον κρατήσει στον πάγκο όταν χρειαζόταν απεγνωσμένα ένα τρίποντο. Ή μήπως είχε μπερδέψει τα αυγά με τα πασχάλια ο πελαγωμένος Λάσο; Από πού κι ως πού κρατούσε εκτός πεντάδας τον Σέρχιο Ροντρίγκεθ στο πρώτο τρίλεπτο της παράτασης; Ο φοβερός Γιουλ σούταρε 0/7 και ανταμείφθηκε με 36 λεπτά συμμετοχής, 15 παραπάνω από τον ψυχωμένιο Σέρχιο.
Ο καημένος ο Μπουρούσης καιγόταν από επιθυμία, πέτυχε τετραπλό «κόλπο γκρόσο» στο φινάλε της κανονικής διάρκειας (δύο άμυνες, ένα επιθετικό ριμπάουντ, δύο ασάλιωτες ελεύθερες βολές), αλλά πάλευε μόνος στο τέλος. Τον λυπήθηκε η ψυχή μου.
Τώρα που είναι της μόδας οι γυναίκες με τα γένια, βγήκαν στον αφρό του τελικού και «θαυμάστηκαν» για την «ευψυχία» τους αξύριστες μονάδες όπως ο Μίροτιτς, ο Ρούντι και ο Γιουλ. Το φιδίσιο τους κορμί συνυπάρχει με ψυχή ψαριού.
Η υπέροχη Κοντσίτα Βουρστ έχει πολλαπλάσια αποθέματα θάρρους. Αυτή, τουλάχιστον, έδειξε κότσια. Την ψηφίσαμε κι εμείς, κάναμε το κομμάτι μας για να μας πουν προοδευτικούς, και επιστρέψαμε στον καθημερινό μας μεσαίωνα. H γυναίκα με το μούσι ζει και εργάζεται ανενόχλητη στην πατρίδα του Χίτλερ. Εάν ζούσε στην πατρίδα του Περικλή, θα την κυνηγούσαν νυχθημερόν, όχι μόνο οι χιτλερικοί, αλλά και οι "νοικοκυραίοι".
Στη ναπολετάνικη πιτσαρία που έγινε στέκι μας τα «νεκρά» βράδια του φάιναλ-φορ, στη συνοικία με τα κανάλια, ο συμπαθής σερβιτόρος μας ρώτησε αν είναι στ’αλήθεια παιδί θαύμα της πολιτικής ο «Τσίρπας», έτσι μας τον είπανε, έτσι σας τον λέμε. «Είναι ο επόμενος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», εξήγησε στον, αλβανικής καταγωγής νομίζω, συνάδελφό του.
Παιδί θαύμα, ο Αλέσιο ντελα Γκρέτσια! Αναρωτηθήκαμε τι νερό πίνουν στη Νάπολι και παραγγείλαμε μία μπύρα, μπουκάλι όμως, με πώμα ασφαλείας.
Το τρένο που οδηγούσε από το Ασάγκο στο κέντρο του Μιλάνου μία ώρα μετά την απονομή ήταν, φυσικά, γεμάτο Ισραηλινούς. Με σημαίες και με ταμπούρλα. Με συνθήματα, με τραγούδια και με απέραντο κίτρινο. Σε μία γωνία του συρμού, καθόταν αμίλητο ένα νεαρό ζευγάρι. Στα χέρια τους κρατούσαν, διπλωμένο, ένα λάβαρο πράσινο, μαύρο και κόκκινο.
Στο Ντουόμο, οι Ισραηλινοί βγήκαν ομαδικώς και συνέχισαν το γλέντι στην αποβάθρα. Και τότε, ο τύπος με τη μαυροπράσινη σημαία, της Παλαιστίνης, Ιταλός αλλά με αραβικά χαρακτηριστικά πετάχτηκε πάνω και έβγαλε το άχτι του. «Free Gaza», φώναξε από το παράθυρο. «Free Gaza! Free Gaza! Fuck you motherfuckers!!»
«Από την Παλαιστίνη», απάντησα κι εγώ, όταν κάποιος ρώτησε από πού είμαι. Ηταν αργά το βράδυ της Κυριακής και είχα μόλις μάθει τα αποτελέσματα των εκλογών.
Τι να του έλεγα, δηλαδή; Ότι έρχομαι από την πόλη όπου 1 στους 6 συντάσσεται με τους ναζιστές, τους δολοφόνους, τους κακοποιούς, τους τιποτένιους, τους τραμπούκους και τους νεάντερταλ; Οτι 16 στους 100 Αθηναίους θέλουν δήμαρχο με σβάστικα στην κοιτίδα της δημοκρατίας;
Ότι είμαι από τη χώρα του Κασιδιάρη, του Μπέου, του Παναγιώταρου, του Ματθαιόπουλου, των Μιχαλολιάκων και της οπαδικής ψήφου των προβάτων; Ότι η πολιτική της πεφωτισμένης πατρίδας μου μου καθορίζεται από τον Φαήλο, τον Βορίδη, τον Μπαλτάκο, τον Αδωνι και τον Αντωνάκη τον πολιτευόμενο, την εθνική ομάδα των επικίνδυνων;
Ότι η απάντηση των συμπολιτών μου στην κρίση είναι η στροφή στον φασισμό, τον σκοταδισμό και την ξενοφοβία; Ότι σπάσαμε το ευρωπαϊκό ρεκόρ της γελοιότητας με τη θεωρία των δύο άκρων; Ότι ο τόπος μου τρύπησε το ταβάνι της αμορφωσιάς, της ανευθυνότητας και της μισαλλοδοξίας;
Όχι. Ντρέπομαι. Θα ήταν ντροπής πράγμα, αν δεν ντρεπόμουν. Δεν λέω πια ότι είμαι Ελληνας. Το κρύβω. Ντρέπομαι. Ναι, ναι, ξέρω. "Να αλλάξεις χώρα αφού ντρέπεσαι, να φύγεις, να πας αλλού". Η κλασσική απάντηση του "πατριώτη" που δεν θα κάνει ποτέ τίποτε για να βελτιώσει τον τόπο του. Ο πατριωτισμός του πισινού.
Μόλις επέστρεψα στο σπίτι, ανακάλυψα ότι προηγείται στον δήμο όπου κατοικώ ο συνδυασμός του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ναι, αλήθεια το λέω. Εικοσιδύο τοις εκατό.
Έκλεισα τα μάτια, τα άνοιξα ξανά, αλλά το ημερολόγιο επιμένει, έχουμε Μάιο του 2014. Ευτυχώς, εδώ στη δυτική όχθη δεν έχουμε ναζιστές. Τουλάχιστον όχι φανερούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου