Ο Simon Hart είναι αθλητικός
δημοσιογράφος. Βρίσκεται στη Βραζιλία ως απεσταλμένος μιας εκ των
εγκυρότερων αγγλικών εφημερίδων, της “Independent”, για να
παρακολουθήσει και να αναλύσει τα ποδοσφαιρικά παιχνίδια. Κι επειδή το
βρίσκω παραπάνω από ενδιαφέρον να βλέπω την ελληνική Εθνική ομάδα μέσα
από τα μάτια των ξένων συναδέλφων μου, έκανα μια ψηφιακή συζήτηση μαζί
του, όταν διάβασα την ανάλυσή του για αυτό που είδε από την Ελλάδα στο παιχνίδι με την Ακτή Ελεφαντοστού.
Ο Hart, όπως και άλλοι ποδοσφαιρικοί δημοσιογράφοι που ανέλυσαν το ματς για κορυφαία ευρωπαϊκά media, σαν τον Guardian και το ESPN, εντυπωσιάστηκε από αυτό που είδε από την Ελλάδα στο ματς με τους “Ελέφαντες”. Την είδε να αλλάζει σελίδα και επίπεδο στο δημιουργικό μέρος του παιχνιδιού της. Και επειδή την έχει δει να αμύνεται, τώρα που την βλέπει ικανή να βρει την ισορροπία ανάμεσα σε ανασταλτική και δημιουργική δράση αρχίζει να την εκτιμά περισσότερο από πριν. Και να την υπολογίζει περισσότερο.
“Θα σου έλεγα ότι οι περισσότεροι Άγγλοι ποδοσφαιρόφιλοι δεν έχουν την καλύτερη άποψη για την Ελλάδα και ειδικά για την επίθεσή της. Ίσως επειδή επηρεάζονται από την σκέψη ότι ο Σαμαράς δεν “έπιασε” στην Σίτι και ο Μήτρογλου αποδείχθηκε καταστροφική μεταγραφή για την Φουλαμ. Κι είναι και η ανάμνηση της Ελλάδας του 2004, μιας ομάδας απολύτως συνδεδεμένης με το αμυντικό στιλ παιχνιδιού, οι νίκες του 1-0 και τα γκολ που έρχονταν μόνο από στημένες φάσεις που επηρεάζει την άποψη που εκφραζόταν μέχρι σήμερα για την Ελλάδα. Εκείνη η εικόνα, του 2004 δεν σε ενθουσίαζε, διότι δεν είχε καθόλου επιθετικό ποδόσφαιρο μέσα της.
Θα σου έλεγα ότι μετά τα πρώτα δύο παιχνίδια οι Άγγλοι σκέφτηκαν ότι θα συνεχίσουν να βλέπουν από την Ελλάδα “μια απ’ τα ίδια”, και έκαναν σχόλια σαν το “τυπική Ελλάδα, δεν μπορεί να βάλει γκολ”. Όμως η Ελλάδα που είδα στο ματς με την Ακτή Ελεφαντοστού είναι μια ομάδα που έχει δουλέψει δημιουργικά - επιθετικά και έχει αλλάξει, άλλαξε επίπεδο. Η αποφασιστική στιγμή ήταν, κατά την αντίληψή μου, η επέλαση του Χολέβας και το σουτ στο δοκάρι. Αυτό δεν ήταν αμυντικό ποδόσφαιρο, ήταν το ακριβώς αντίθετο. Η Ελλάδα έδειξε ότι είναι δουλεμένη για να παίξει δημιουργικά, επιθετικά.
Το πέναλτι ήταν αμφισβητούμενο, αλλά αυτό που δεν ήταν υπό αμφισβήτηση κατά την αντίληψή μου ήταν το ποιος άξιζε τη νίκη. Η Ελλάδα έπαιξε πάρα πολύ καλά και έπρεπε να “σκοτώσει” το ματς πριν από το γκολ του Μπονί. Και πρέπει να πω ότι με εντυπωσίασε και με ενθουσίασε ο Καραγκούνης. Δεν τον είχα δει πολύ στη διάρκεια της σεζόν με την Φούλαμ, κι ίσως η ηλικία του να μην του επέτρεψε να λάμψει στην Αγγλία, αλλά σε αυτό το ματς ήταν εκθαμβωτικός”.
Τις ίδιες, πάνω κάτω, κουβέντες μου είπαν δύο ακόμη Άγγλοι δημοσιογράφοι που ήταν στη Φορταλέζα και είδαν το ματς από κοντά. Είναι η πρώτη φορά που όχι απλώς αφαιρούνται τα υποτιμητικά και απαξιωτικά ξένα σχόλια για το είδος του παιχνιδιού που παρουσίασε η Ελλάδα, αλλά φτάνουμε στο αντίθετο, να μαζεύει η Εθνική επαίνους για τον τρόπο του παιχνιδιού της. Θεωρητικώς αυτή είναι η μεγαλύτερη ενθάρρυνση για τον προπονητή και τους ποδοσφαιριστές για να συνεχίσουν απελευθερωμένοι και να επιχειρήσουν στο Ρεσίφε, απέναντι στην Κόστα Ρίκα ένα παρόμοιας φύσης παιχνίδι. Της μοιρασμένης κατοχής, της τόλμης στη δημιουργία. Της εμπιστοσύνης προς τους αμυντικούς, η οποία απελευθερώνει τους δημιουργικούς.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, στον πιο σημαντικό ιστορικά αγώνα της Ελλάδας σε Μουντιάλ είναι αυτό το μόνο που ζητά η περίσταση από την Εθνική ομάδα: να μη γυρίσει πίσω. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Να επαναλάβει μια εμφάνιση το ίδιο τολμηρή δημιουργικά. Να παίξει για να δημιουργήσει και όχι μόνο για να περιμένει να καταστρέψει. Να παίξει, κι ας χάσει. Ναι, ισορροπημένα, χωρίς ρίσκα, με καλυμμένα νώτα, γρήγορες επιστροφές και προσήλωση στα ανασταλτικά καθήκοντα. Αλλά όχι φοβικά. Με τον τρόπο που μας έδειξε ότι ξέρει.
Ο Hart, όπως και άλλοι ποδοσφαιρικοί δημοσιογράφοι που ανέλυσαν το ματς για κορυφαία ευρωπαϊκά media, σαν τον Guardian και το ESPN, εντυπωσιάστηκε από αυτό που είδε από την Ελλάδα στο ματς με τους “Ελέφαντες”. Την είδε να αλλάζει σελίδα και επίπεδο στο δημιουργικό μέρος του παιχνιδιού της. Και επειδή την έχει δει να αμύνεται, τώρα που την βλέπει ικανή να βρει την ισορροπία ανάμεσα σε ανασταλτική και δημιουργική δράση αρχίζει να την εκτιμά περισσότερο από πριν. Και να την υπολογίζει περισσότερο.
“Θα σου έλεγα ότι οι περισσότεροι Άγγλοι ποδοσφαιρόφιλοι δεν έχουν την καλύτερη άποψη για την Ελλάδα και ειδικά για την επίθεσή της. Ίσως επειδή επηρεάζονται από την σκέψη ότι ο Σαμαράς δεν “έπιασε” στην Σίτι και ο Μήτρογλου αποδείχθηκε καταστροφική μεταγραφή για την Φουλαμ. Κι είναι και η ανάμνηση της Ελλάδας του 2004, μιας ομάδας απολύτως συνδεδεμένης με το αμυντικό στιλ παιχνιδιού, οι νίκες του 1-0 και τα γκολ που έρχονταν μόνο από στημένες φάσεις που επηρεάζει την άποψη που εκφραζόταν μέχρι σήμερα για την Ελλάδα. Εκείνη η εικόνα, του 2004 δεν σε ενθουσίαζε, διότι δεν είχε καθόλου επιθετικό ποδόσφαιρο μέσα της.
Θα σου έλεγα ότι μετά τα πρώτα δύο παιχνίδια οι Άγγλοι σκέφτηκαν ότι θα συνεχίσουν να βλέπουν από την Ελλάδα “μια απ’ τα ίδια”, και έκαναν σχόλια σαν το “τυπική Ελλάδα, δεν μπορεί να βάλει γκολ”. Όμως η Ελλάδα που είδα στο ματς με την Ακτή Ελεφαντοστού είναι μια ομάδα που έχει δουλέψει δημιουργικά - επιθετικά και έχει αλλάξει, άλλαξε επίπεδο. Η αποφασιστική στιγμή ήταν, κατά την αντίληψή μου, η επέλαση του Χολέβας και το σουτ στο δοκάρι. Αυτό δεν ήταν αμυντικό ποδόσφαιρο, ήταν το ακριβώς αντίθετο. Η Ελλάδα έδειξε ότι είναι δουλεμένη για να παίξει δημιουργικά, επιθετικά.
Το πέναλτι ήταν αμφισβητούμενο, αλλά αυτό που δεν ήταν υπό αμφισβήτηση κατά την αντίληψή μου ήταν το ποιος άξιζε τη νίκη. Η Ελλάδα έπαιξε πάρα πολύ καλά και έπρεπε να “σκοτώσει” το ματς πριν από το γκολ του Μπονί. Και πρέπει να πω ότι με εντυπωσίασε και με ενθουσίασε ο Καραγκούνης. Δεν τον είχα δει πολύ στη διάρκεια της σεζόν με την Φούλαμ, κι ίσως η ηλικία του να μην του επέτρεψε να λάμψει στην Αγγλία, αλλά σε αυτό το ματς ήταν εκθαμβωτικός”.
Τις ίδιες, πάνω κάτω, κουβέντες μου είπαν δύο ακόμη Άγγλοι δημοσιογράφοι που ήταν στη Φορταλέζα και είδαν το ματς από κοντά. Είναι η πρώτη φορά που όχι απλώς αφαιρούνται τα υποτιμητικά και απαξιωτικά ξένα σχόλια για το είδος του παιχνιδιού που παρουσίασε η Ελλάδα, αλλά φτάνουμε στο αντίθετο, να μαζεύει η Εθνική επαίνους για τον τρόπο του παιχνιδιού της. Θεωρητικώς αυτή είναι η μεγαλύτερη ενθάρρυνση για τον προπονητή και τους ποδοσφαιριστές για να συνεχίσουν απελευθερωμένοι και να επιχειρήσουν στο Ρεσίφε, απέναντι στην Κόστα Ρίκα ένα παρόμοιας φύσης παιχνίδι. Της μοιρασμένης κατοχής, της τόλμης στη δημιουργία. Της εμπιστοσύνης προς τους αμυντικούς, η οποία απελευθερώνει τους δημιουργικούς.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, στον πιο σημαντικό ιστορικά αγώνα της Ελλάδας σε Μουντιάλ είναι αυτό το μόνο που ζητά η περίσταση από την Εθνική ομάδα: να μη γυρίσει πίσω. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Να επαναλάβει μια εμφάνιση το ίδιο τολμηρή δημιουργικά. Να παίξει για να δημιουργήσει και όχι μόνο για να περιμένει να καταστρέψει. Να παίξει, κι ας χάσει. Ναι, ισορροπημένα, χωρίς ρίσκα, με καλυμμένα νώτα, γρήγορες επιστροφές και προσήλωση στα ανασταλτικά καθήκοντα. Αλλά όχι φοβικά. Με τον τρόπο που μας έδειξε ότι ξέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου