Ο Βασίλης Σαμπράκος κοιτάζει μια “μαϊμού” φανέλα του Μέσι στην Κρήτη και
αναρωτιέται πόσα έσοδα χάνουν οι ελληνικοί σύλλογοι από τις γιαλαντζί
φανέλες που φορούν οι οπαδοί τους.
Μια φωτογραφία που πόσταρε ένας φίλος της Μπαρτσελόνα στο twitter,
που απεικονίζει μια “μαϊμού” φανέλα του Λίο Μέσι σε ένα κρητικό μαγαζί
με τουριστικά, στάθηκε η αφορμή για να κάνω συζήτηση με έναν Ισπανό
συνάδελφό μου, που με ρωτούσε αν κυκλοφορούν αυτές οι fake εμφανίσεις
μόνο για να ψαρεύουν οι Ελληνες έμποροι τους τουρίστες - οπαδούς των
ξένων συλλόγων, δηλαδή αν πρόκειται για παραχαράκτες εμφανίσεων που
λαμβάνουν μικρότερο ρίσκο από αυτό που θα έπαιρναν αν εμπορεύονταν και
φανέλες των ελληνικών μεγάλων συλλόγων.
Εμεινε αρκετά έκπληκτος μπροστά στις επισημάνσεις ότι τέτοιες
γιαλαντζί εμφανίσεις κυκλοφορούν και για τις ελληνικές ομάδες και
μάλιστα πωλούνται συνήθως και έξω από τα γήπεδα – έδρες αυτών των
συλλόγων, όπως φυσικά και στο κέντρο της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και
όλων των άλλων μικρών και μεγάλων πόλεων.
Οχι, δεν πέφτει κανείς από τα σύννεφα, είτε είναι Ισπανός, είτε
Ιταλός, είτε Αγγλος, είτε Γερμανός, αφού το πρόβλημα με τις μαϊμού
ρέπλικες είναι κοινό, μεγάλο, και προκαλεί αιμορραγία στα ταμεία των
ισχυρότερων ευρωπαϊκών συλλόγων. Ολοι τους έχουν κεντράρει εδώ και
χρόνια την Μπανγκόκ, την πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης που είναι η Μέκκα των
μαϊμού αθλητικών και ειδικά ποδοσφαιρικών εμφανίσεων, και προσπαθούν εδώ
και τουλάχιστον μια δεκαετία να την μπλοκάρουν, ή έστω να φράξουν τον
δρόμο προς τις δικές τους, τις ευρωπαϊκές αγορές. Ειδικά οι Αγγλοι έχουν
επενδύσει ένα σωρό λεφτά στην κατασκοπεία, προκειμένου να καταφέρουν να
εντοπίσουν τους παραχαράκτες και να τους κρατήσουν μακριά από την
Ευρώπη. Δεν αρκούνται όμως μόνο σε αυτά.
Πολύ πρόσφατα, τον περασμένο Ιανουάριο, η αγγλική Λίγκα ήταν πίσω από
μια επιχείρηση για τη σύλληψη ενός dealer που έβγαλε εκατοντάδες
χιλιάδες ευρώ πωλώντας μαϊμού αγγλικές εμφανίσεις από το ebay. Και όπως
σε κάθε τέτοια περίσταση, η Λίγκα φρόντισε να φωνάξει τη σύλληψη και τη
φυλάκιση του παραχαράκτη, προς γνώση και συμμόρφωση των υπόλοιπων
διακινητών.
Ο Ισπανός μου εξηγούσε τι κάνουν η Ρεάλ, η Μπάρτσα, όπως και μια
σειρά από μεγάλους συλλόγους, από αυτούς που συνηθίζουμε να βλέπουμε
στις τελευταίες πίστες του Champions League: δεν αρκούνται στη
συνεργασία και την “ενόχληση” των κρατικών ελεγκτικών αρχών για την
πάταξη του φαινομένου. Οι περισσότερες ποδοσφαιρικές εταιρείες έχουν
στήσει τον δικό τους μηχανισμό παρακολούθησης τουλάχιστον της εγχώριας
αγοράς. Και φυσικά δεν γίνεται πλέον λόγος για το αν εξοστρακίζονται ή
όχι οι μικροπωλητές μαϊμού εμφανίσεων γύρω από τα γήπεδα – έδρες των
ομάδων.
Δεν μένουν όμως εκεί. Τα τμήματα μάρκετινγκ αυτών των συλλόγων
παράγουν/δημιουργούν κουλτούρα στην κοινωνία των οπαδών των συλλόγων
κατά της αγοράς των μαϊμού εμφανίσεων. Δεν περιορίζονται στο να εξηγούν
στους οπαδούς ότι ο σύλλογος χάνει πολύτιμα και αναγκαία έσοδα, για να
διαμορφώσουν συνείδηση υπέρ της αγοράς μιας επίσημης εμφάνισης.
Προσπαθούν με κάθε τρόπο και κάθε εύρημα να δημιουργήσουν ή να
μεγαλώσουν το “είναι σωστό να φοράς μόνο αυθεντική φανέλα” ρεύμα.
Πίσω στην Ελλάδα, η ποδοσφαιρική αγορά παρακολουθεί με τα χέρια
δεμένα την δράση της μαύρης αγοράς. Οι αρχές δεν έχουν επάρκεια για να
ελέγξουν και να πατάξουν το φαινόμενο της μαϊμού αγοράς, ούτε καν να το
περιορίσουν όσο οι ξένοι, με συνέπεια οι γιαλαντζί εμφανίσεις να
κυκλοφορούν ακόμη και έξω από τα γήπεδα – έδρες την ώρα διεξαγωγής των
αγώνων και οι έμποροι να συνεχίζουν ανενόχλητοι την πώληση. Και οι ΠΑΕ,
με κάποιες εξαιρέσεις, δεν έχουν αναπτύξει δικό τους μηχανισμό, κυρίως
επειδή δεν έχουν τους πόρους ή επειδή δυσκολεύονται να πείσουν τα
αφεντικά ότι έχει νόημα η επένδυση πάνω σε ένα σύστημα διαρκούς
παρακολούθησης της ελληνικής αγοράς επειδή με αυτό τον τρόπο θα
αυξάνονταν θεαματικά τα έσοδα από το merchandising. Και κάπως έτσι οι
ελληνικοί χάνουν πολλά, πολύ σημαντικά έσοδα και δεν καταφέρνουν να
μεγαλώσουν, να δημιουργήσουν ή να αυξήσουν τις πηγές των εσόδων τους, να
αναπτυχθούν εμπορικά και, τελικώς, εταιρικά.
Κάποτε ένα στέλεχος αυτής της αγοράς, εμπορικός διευθυντής μιας
μεγάλης ΠΑΕ τον καιρό εκείνο, μου είχε μεταφέρει την εκτίμηση ότι η
εταιρεία στην οποία εργαζόταν έχανε ετησίως ένα ποσό τουλάχιστον της
τάξης των 700 χιλιάδων ευρώ μόνο από τις φανέλες, δίχως (να μπορεί) να
υπολογίσει τα διαφυγόντα κέρδη από όλα τα υπόλοιπα “μαϊμού” προϊόντα.
Τον καιρό εκείνο όμως η Ελλάδα ακόμη ζούσε στην προ Μνημονίου, την προ
κρίσης εποχή. Οι αγελάδες ήταν ακόμη παχιές, λεφτά για γούστα
κυκλοφορούσαν, και οι (μεγάλες κυρίως) ΠΑΕ έβρισκαν χρηματοδότες και δεν
νοιάζονταν για αυτά τα “ψιλά”. Τώρα που η αγορά στέγνωσε και δεν
κυκλοφορούν ούτε “ψιλά”, είναι ώρα η ποδοσφαιρική αγορά να σκεφτεί πώς
μπορεί να βάλει ένα φρένο, να περιορίσει αυτή τη χασούρα.
Πηγή: gazzetta.gr
Τετάρτη 8 Μαΐου 2013
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου