Από την αρχή της μέχρι το
τέλος της, τώρα που έφτασε στην τελευταία παράσταση, που θα δοθεί την
Τετάρτη, η φετινή Football League ήταν ένα ελληνικό πρωτάθλημα
ποδοσφαίρου όπως θα ‘πρεπε να είναι. Απρόβλεπτο, ανοιχτό για όλους,
γεμάτο ανατροπές και εκπλήξεις, γεμάτο από καλά ποδοσφαιρικά παιχνίδια,
γεμάτο από κόσμο. Πρωτάθλημα που δεν ανέδειξε πρωταγωνιστές με μαύρα
ρούχα ή με σακάκια και κοστούμια, αλλά τους κανονικούς ανθρώπους του
ποδοσφαίρου, τους προπονητές και τους παίκτες. Πρωτάθλημα χωρίς παχιές
σκιές, χωρίς πολύ “παρασκήνιο”.
Θυμήσου πώς ζούσε το πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής μέχρι το καλοκαίρι του 2011, δηλαδή φέρε στο μυαλό σου τον περίγελο της Ευρώπης, για να μη σου πω του πλανήτη, ένα πρωτάθλημα που δεν άγγιζαν ούτε οι στοιχηματικές εταιρείες, με εξαίρεση ίσως τις ασιατικές, και κάνε τη σύγκριση με το φετινό. Συζητάμε για ένα πρωτάθλημα που ανέβασε στην Superleague τρία αουτσάιντερ και ανέδειξε πρωταθλητή μια ομάδα που είχε μόλις προβιβαστεί από την Γ’ Εθνική. Πρωτάθλημα που δεν έσπρωξε προς τα επάνω τις παραδοσιακές δυνάμεις, ούτε αυτές που κουβαλούσαν τη φήμη για τη δύναμή τους στο “παρασκήνιο”.
Μετά από μια “κανονική περίοδο” γεμάτη από ανοιχτά παιχνίδια, ήρθαν τα play offs, τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με τον pay off χαρακτήρα άλλων εποχών. Μπήκαν τέσσερις ομάδες να διεκδικήσουν την άνοδο και γέννησαν ένα σωρό ωραία, αυθεντικά ποδοσφαιρικά παιχνίδια, τα οποία εξελίχθηκαν συναρπαστικά. Την Κυριακή, στην προτελευταία αγωνιστική, οι δύο θεωρητικώς αδιάφορες ομάδες, ο Ηρακλής και η Νίκη Βόλου έπαιξαν στα ίσα, έβαλαν πολύ δύσκολα σε Παναιτωλικό και Ολυμπιακό Βόλου, έκοψαν βαθμούς, κράτησαν μακριά από την Football League τα σικέ έθιμα του παρελθόντος.
Παρακολουθώντας όλη την διαδικασία των play offs μέσα από τον OTE TV δεν έμαθα το όνομα κανενός διαιτητή. Οχι επειδή δεν έκαναν λάθη, αλλά επειδή δεν έγιναν πρωταγωνιστές, δεν έβγαλαν νικητή, δεν αποφάσισαν για το παιχνίδι, δεν κατήργησαν τους νόμους του ποδοσφαίρου, δεν έγιναν πρωταγωνιστές. Επαιξαν και σφύριξαν σαν κανονικοί, ανθρώπινοι διαιτητές. Και κάπως έτσι φτάσαμε σε ένα μεγάλο φινάλε, σε μια παρτίδα ποδοσφαίρου την ερχόμενη Τετάρτη στο Βόλο, όπου θα μάθουμε την ομάδα που εξασφαλίζει το τελευταίο εισιτήριο για την Superleague.
Πολύ συχνά κοιτάζουμε προς τα έξω για να ζηλέψουμε ή και κυρίως να αποδείξουμε ότι υπάρχουν τρόποι, μέθοδοι, πράξεις και αποφάσεις που μπορούν να κάνουν ένα πρωτάθλημα να μοιάζει καλύτερο, καθαρότερο, πιο ελκυστικό. Η φετινή Football League μας έκανε όμως το δώρο να δημιουργήσει ένα σπουδαίο ελληνικό παράδειγμα ενός επαγγελματικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος που ήταν στην κορυφή των κακόφημων και κατάφερε μέσα σε διάστημα λιγότερο της 2ετίας να αλλάξει πλήρως την εικόνα του.
Οχι, δεν ήταν όλα αγγελικά πλασμένα στο φετινό πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής. Και αδικίες υπήρξαν, και παρασκήνιο, και μεγάλα λάθη διαιτητών, και ομάδες που αδικήθηκαν πολύ και πολλές φορές, και ομάδες που ευνοήθηκαν πολύ και πολλές φορές. Για επαγγελματικό ποδόσφαιρο σε μια χώρα που είναι μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης συζητάμε όμως. Υπό τις προηγούμενες συνθήκες, αυτές που μέχρι πρότινος επικρατούσαν στη Β’ Εθνική, το άλμπουμ της φετινής σεζόν θα είχε πλημμυρίσει από ομορφιές. Θα ήταν ακόμη ένα πρωτάθλημα - έκτρωμα, σαν τόσα προηγούμενα. Δεν θα είχε ποτέ επιτρέψει σε μια νεοφώτιστη ομάδα που πήγε με τον σταυρό στο χέρι να αναδειχθεί πρωταθλήτρια. Δεν θα είχε χώρο για κανέναν Εργοτέλη και κανέναν Παναιτωλικό.
Μετά από την φετινή Football League όσοι ισχυριζόμαστε ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο μπορεί να ξεβρωμίσει και να γίνει καλύτερο, καθαρότερο, πιο ελκυστικό, και να λειτουργήσει ως βιομηχανία ανάδειξης νέων Ελλήνων ποδοσφαιριστών, έχουμε μια ελληνική απόδειξη - παράδειγμα που τεκμηριώνει τον ισχυρισμό ότι δεν θεωρητικολογούμε. Μια απόδειξη που ευτυχώς δεν έμεινε κρυφή, αλλά αντιθέτως έγινε πλήρως και ευρέως αντιληπτή. Τώρα πια ξέρουμε, όλοι. Δεν μπορούμε να κοροϊδεύουμε. Ούτε να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας. Αν θέλεις να το πλύνεις το πρωτάθλημα, να του αλλάξεις ρούχα και κανόνες και να του βάλεις περισσότερο ποδόσφαιρο στη σύσταση, γίνεται. Η κουβέντα έχει πλέον πλήρως απλοποιηθεί. Οπως λέει κι ο πατέρας μου, δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει μόνο “δεν θέλω”.
Θυμήσου πώς ζούσε το πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής μέχρι το καλοκαίρι του 2011, δηλαδή φέρε στο μυαλό σου τον περίγελο της Ευρώπης, για να μη σου πω του πλανήτη, ένα πρωτάθλημα που δεν άγγιζαν ούτε οι στοιχηματικές εταιρείες, με εξαίρεση ίσως τις ασιατικές, και κάνε τη σύγκριση με το φετινό. Συζητάμε για ένα πρωτάθλημα που ανέβασε στην Superleague τρία αουτσάιντερ και ανέδειξε πρωταθλητή μια ομάδα που είχε μόλις προβιβαστεί από την Γ’ Εθνική. Πρωτάθλημα που δεν έσπρωξε προς τα επάνω τις παραδοσιακές δυνάμεις, ούτε αυτές που κουβαλούσαν τη φήμη για τη δύναμή τους στο “παρασκήνιο”.
Μετά από μια “κανονική περίοδο” γεμάτη από ανοιχτά παιχνίδια, ήρθαν τα play offs, τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με τον pay off χαρακτήρα άλλων εποχών. Μπήκαν τέσσερις ομάδες να διεκδικήσουν την άνοδο και γέννησαν ένα σωρό ωραία, αυθεντικά ποδοσφαιρικά παιχνίδια, τα οποία εξελίχθηκαν συναρπαστικά. Την Κυριακή, στην προτελευταία αγωνιστική, οι δύο θεωρητικώς αδιάφορες ομάδες, ο Ηρακλής και η Νίκη Βόλου έπαιξαν στα ίσα, έβαλαν πολύ δύσκολα σε Παναιτωλικό και Ολυμπιακό Βόλου, έκοψαν βαθμούς, κράτησαν μακριά από την Football League τα σικέ έθιμα του παρελθόντος.
Παρακολουθώντας όλη την διαδικασία των play offs μέσα από τον OTE TV δεν έμαθα το όνομα κανενός διαιτητή. Οχι επειδή δεν έκαναν λάθη, αλλά επειδή δεν έγιναν πρωταγωνιστές, δεν έβγαλαν νικητή, δεν αποφάσισαν για το παιχνίδι, δεν κατήργησαν τους νόμους του ποδοσφαίρου, δεν έγιναν πρωταγωνιστές. Επαιξαν και σφύριξαν σαν κανονικοί, ανθρώπινοι διαιτητές. Και κάπως έτσι φτάσαμε σε ένα μεγάλο φινάλε, σε μια παρτίδα ποδοσφαίρου την ερχόμενη Τετάρτη στο Βόλο, όπου θα μάθουμε την ομάδα που εξασφαλίζει το τελευταίο εισιτήριο για την Superleague.
Πολύ συχνά κοιτάζουμε προς τα έξω για να ζηλέψουμε ή και κυρίως να αποδείξουμε ότι υπάρχουν τρόποι, μέθοδοι, πράξεις και αποφάσεις που μπορούν να κάνουν ένα πρωτάθλημα να μοιάζει καλύτερο, καθαρότερο, πιο ελκυστικό. Η φετινή Football League μας έκανε όμως το δώρο να δημιουργήσει ένα σπουδαίο ελληνικό παράδειγμα ενός επαγγελματικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος που ήταν στην κορυφή των κακόφημων και κατάφερε μέσα σε διάστημα λιγότερο της 2ετίας να αλλάξει πλήρως την εικόνα του.
Οχι, δεν ήταν όλα αγγελικά πλασμένα στο φετινό πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής. Και αδικίες υπήρξαν, και παρασκήνιο, και μεγάλα λάθη διαιτητών, και ομάδες που αδικήθηκαν πολύ και πολλές φορές, και ομάδες που ευνοήθηκαν πολύ και πολλές φορές. Για επαγγελματικό ποδόσφαιρο σε μια χώρα που είναι μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης συζητάμε όμως. Υπό τις προηγούμενες συνθήκες, αυτές που μέχρι πρότινος επικρατούσαν στη Β’ Εθνική, το άλμπουμ της φετινής σεζόν θα είχε πλημμυρίσει από ομορφιές. Θα ήταν ακόμη ένα πρωτάθλημα - έκτρωμα, σαν τόσα προηγούμενα. Δεν θα είχε ποτέ επιτρέψει σε μια νεοφώτιστη ομάδα που πήγε με τον σταυρό στο χέρι να αναδειχθεί πρωταθλήτρια. Δεν θα είχε χώρο για κανέναν Εργοτέλη και κανέναν Παναιτωλικό.
Μετά από την φετινή Football League όσοι ισχυριζόμαστε ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο μπορεί να ξεβρωμίσει και να γίνει καλύτερο, καθαρότερο, πιο ελκυστικό, και να λειτουργήσει ως βιομηχανία ανάδειξης νέων Ελλήνων ποδοσφαιριστών, έχουμε μια ελληνική απόδειξη - παράδειγμα που τεκμηριώνει τον ισχυρισμό ότι δεν θεωρητικολογούμε. Μια απόδειξη που ευτυχώς δεν έμεινε κρυφή, αλλά αντιθέτως έγινε πλήρως και ευρέως αντιληπτή. Τώρα πια ξέρουμε, όλοι. Δεν μπορούμε να κοροϊδεύουμε. Ούτε να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας. Αν θέλεις να το πλύνεις το πρωτάθλημα, να του αλλάξεις ρούχα και κανόνες και να του βάλεις περισσότερο ποδόσφαιρο στη σύσταση, γίνεται. Η κουβέντα έχει πλέον πλήρως απλοποιηθεί. Οπως λέει κι ο πατέρας μου, δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει μόνο “δεν θέλω”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου