Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Ο τελικός της παστίλιας!! (pics)

Εννέα χρόνια μετά την εποποιία του Βελιγραδίου, ο Νίκος Παπαδογιάννης ξετυλίγει το κουβάρι της νοσταλγίας.
H μέρα ξεκίνησε με παστίλιες. Πολλές παστίλιες. Εχω ακόμα το κουτάκι, ένα σουβενίρ ανάμεσα στα πολλά. Και καυτό τσάι. Πολύ τσάι, μέσα στο καλοκαίρι. Ζέστη είχε. Ο κόσμος έπινε τον καφέ του σε πλωτά μπαρ στον Σάβα. Καφέ "Νίκσιτσκο", με αφρό.
ADVERTISEMENT
Ο Καρύδας ξεφούρνισε ένα γιατροσόφι με καρότα, αλλά πού να ψάχνεις μανάβικο στο Βελιγραδίου, κυριακάτικα. Ακου καρότα. Φέρε έναν καφέ με αφρό.
Μου τηλεφώνησαν από τον σταθμό για ανταπόκριση και δεν με αναγνώρισαν. "Δεν γίνεται να σε βγάλουμε, δεν ακούγεσαι καθόλου". Από την εφημερίδα, επίσης. "Συγγνώμη, λάθος, θα ξανακαλέσουμε". Δεν την είχαν ξανακούσει έτσι, αόρατη, τη μη-φωνή μου.
Ο άτιμος ο Διαμαντίδης έφταιγε. Ένα σουτ, μία νίκη, μία πρόκριση, ένα μετάλλιο, καμία φωνή. Μηδέν.
Όχι μόνο ο Διαμαντίδης, αλλά και οι Μετάλλικα. Δεν μας έφτανε το βράχνιασμα από τη ραδιοφωνική περιγραφή, θέλαμε και ξενύχτι στη «Ρεπούμπλικα», με αόρατες κιθάρες, ποτάμια αλκοόλ και μεταλλικό ξελαρύγγιασμα μέχρι πρωίας.
«Carpe diem, baby», ο ύμνος του Ευρωμπάσκετ. Ακριβώς. Αδραξε τη μέρα. Όπως ο Διαμαντίδης και οι φίλοι του. Οι ευκαιρίες έρχονται και δεν ξανάρχονται.
Η φωνή, όμως, ξανάρχεται. Με παστίλιες, τσάι και καρότα. Αν ήθελε, ας έκανε κι αλλιώς.
Βόλτα στην «Κνεζ Μιχάηλοβα», για πνευματική προετοιμασία, μεσημέρι. Με σημαίες και με ταμπούρλα. Οι πενήντα Πελαργοί της πρώτης φάσης είχαν γίνει πέντε χιλιάδες.
«Θα βρω εισιτήριο για τον τελικό, αν πάρω το τρένο και έρθω;» Ο Γιώργος. «Ελα και θα τα βολέψουμε». Αλλά γράψου στη λίστα αναμονής. Και καλή τύχη.
Ολο το Βελιγράδι ήταν μπλε. Όχι σέρβικο «πλάβυ», ελληνικό μπλε. Θα πανηγυρίσουμε δηλαδή μέσα στο σπίτι του δυνάστη; Ονειρο που γινόταν πραγματικότητα. "It's showtime", έγραφαν οι αφίσες τους. Νόμιζαν ότι θα το έπαιρναν αυτοί το χρυσό, με Ομπράντοβιτς και Πέτζα. Πού να ήξεραν τι χουνέρι τους ξημέρωνε.
Το ταξί για το γήπεδο. «Καλή τύχη, αδέλφια Γκρτσκι, αλλά να ξέρετε ότι δεν ξεχνάμε τον τελικό του ‘95. Δεν ήταν σωστό αυτό που κάνατε».
Εχετε δίκιο, γκόσπονταρ, αλλά δεν είμαστε όλοι οι Γκρτσκι ίδιοι. Σίγουρα μια μέρα θα πάρετε την εκδίκησή σας. Σε κάποιο Μουντομπάσκετ ίσως, σε καμιά δεκαριά χρόνια.
Ο τελικός της παστίλιας. Ο Τσαρτσαρής πάνω στον Νοβίτσκι, που είχε αφήσει ξερούς τους Ισπανούς με καλαθάρα στην εκπνοή του ημιτελικού. «Να ξεκινήσουμε καλά για να μας φύγει το άγχος, μετά δεν φοβόμαστε τίποτε».
Ποιος τελικός; 24-16, 30-20, οκτώ κλεψίματα και μόνο τρία λάθη στο πρώτο ημίχρονο, 50-38, 61-44, αουφίντερζεν.
«Σήκωσέ το, δεν μπορώ να περιμένω». Από τα χέρια του Βασιλακόπουλου, στα χέρια του Κακιούζη, του τρελού που είπε εξαρχής ότι «πάμε για χρυσό».
Το ευρωπαϊκό τρόπαιο, 18 χρόνια μετά. Πάλι δικό μας. Από τον Παναγιώτη Γιαννάκη, στον Παναγιώτη Γιαννάκη.
Η υπόκλιση του Θοδωρή Παπαλουκά: «Αυτός ο άνθρωπος με έκανε να ασχοληθώ με το μπάσκετ». Η υπόκλιση του ίδιου του Γιαννάκη: «Το οφείλουμε όλοι και στον Νίκο Γκάλη». Το ιπποτικό χειροκρότημα του υπέροχου Νοβίτσκι. Η ωραιότερη συνέντευξη Τύπου της ιστορίας.
Τα ξινισμένα μούτρα και τα απρόθυμα συγχαρητήρια των Σέρβων αστέρων στο μεταμεσονύκτιο δείπνο εργασίας στο Que Pasa: Ντίβατς,  Ομπράντοβιτς, Ντανίλοβιτς, Tζόρτζεβιτς, Πάσπαλι, δεν θυμάμαι ποιος άλλος. Κάθε βράδυ εκεί μαζεύονταν και τα λέγανε.
Οι δικές μας μπαταρίες, αδειανές. Δεν αντέχαμε άλλα γλέντια. Ούτε στη "Ρεπούμπλικα" δεν πήγαμε. Μας είχαν επικηρύξει, άλλωστε. Το κύπελλο το είχαμε πανηγυρίσει προκαταβολικά, το προηγούμενο βράδυ.
Ο Μπόμπαν Γιάνκοβιτς στο καροτσάκι του, μαζί με τον μικρούλη Βλάντο, χαρούμενοι σαν Έλληνες, στη βάρβαρα πρωινή πτήση της επιστροφής. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό, το δύστυχο Μπόμπαν.
Σαν σήμερα, πριν από 9 χρόνια. Του χρόνου, κλείνουν δέκα. Πότε πέρασε κιόλας δεκαετία; Ακόμη κλειστή την αισθάνομαι τη φωνή μου.
Το σάουντρακ της «Ρεπούμπλικα» μαζί με σποτάκια από τις ραδιοφωνικές μεταδόσεις το έχω κάνει ξεχωριστό cd, με τίτλο (κοπιράιτ του φίλου Γιάννη Ψαράκη): «Wake me up when September ends». Και φωτογραφίες, που δεν κάνει να δουν το φως της δημοσιότητας.
Και γιατί να τελειώσει, παρακαλώ; Γιατί θα πρέπει να ξυπνήσουμε; Τέτοιες βραδιές απαγορεύεται να τις σβήσει κάποιος από το θυμικό του.
Και να πεις ότι παίξαμε κανένα διαστημικό μπάσκετ; Όχι. Εξήντα πόντους βάζαμε. Μετά την ήττα από τη Σλοβενία, στην πρώτη φάση, στη σάλα Πιονίρ, οι «σοφοί» έβριζαν τον Γιαννάκη και διατυμπάνιζαν σε όλους τους τόνους ότι «δεν πάμε πουθενά».
Για τη νίκη επί των Ισραηλινών στο πρώτο νοκ-άουτ παιχνίδι δοξολογούσαμε όχι μόνο την απόδοση του κορυφαίου Ζήση (23π) και του Λάζαρου (19π), αλλά και τα χαμόγελα των «γκρίζων».  Βασιλακόπουλος σπήκινγκ.
Στον προημιτελικό με τη Ρωσία, ξύπνησαν τα φαντάσματα της εξαετίας 1999-2004 και δάγκωναν τα χέρια των Ελλήνων παικτών, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουμε με 3/17 σουτ και 9 λεπτά απόλυτης αφλογιστίας. «Μην βγάλεις άδικα εισιτήριο, θα χάσουμε πάλι», της είπα από το τηλέφωνο, στο ημίχρονο. Ο αδαής. Ο άσχετος. Εμελλε να φάω τα απαισιόδοξα λόγια μου ξανά και ξανά και ξανά και ξανά.
Αχ, εκείνος ο προημιτελικός…
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα τελευταία του δευτερόλεπτα. Των κραυγών και των δακρύων. Ο Παπαλουκάς ολοκλήρωσε τη ραψωδία του (23π), ο  Χατζηβρέττας έσπασε κατά λάθος τη μύτη του Κιριλένκο, το χρονόμετρο έμοιαζε σταματημένο, τα νεύρα είχαν τεντωθεί σαν χορδές ρώσικου βιολιού, τα φαντάσματα έριξαν την τελευταία τους ζαριά, βγήκε επιτέλους ασόδυο, τελειώσαμε. Τελείωσαν.
 Όταν κατόρθωσα να ολοκληρώσω την αποφώνηση, έδωσα μία στην καρέκλα μου και την εκσφενδόνισα πέντε μέτρα μακρυά. Επειτα κάθισα σ’ένα σκαλοπάτι και άφησα να με πλημμυρίσουν τα συναισθήματα, σαν μικρό παιδί.
Ηταν ο προημιτελικός με τη Ρωσία αυτός που μας άλλαξε τη ζωή, όχι το θαύμα του ημιτελικού. Ο προημιτελικός ήταν το άλμα που ξόρκισε τους δαίμονες για το ελληνικό μπάσκετ.
Μόλις συνήλθα, κοίταξα προς την εκστασιασμένη κερκίδα για να εντοπίσω γνώριμες φιγούρες και είδα να με κοιτάζει ένας ασπρομάλλης κύριος, έκπληκτος με όσα αντίκρυζαν τα μάτια του. «Μα, πώς κάνουν έτσι οι Έλληνες δημοσιογράφοι;» Ηταν ο Τζέρι Ουέστ.
«Φεύγουμε τώρα. Θα τα πούμε του χρόνου, στην Ιαπωνία». Πού να το φανταστούμε, ότι ξημέρωνε μία ακόμα μεγαλύτερη μέρα, στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου…
Στην 20ή επέτειο του ’87 η Ελλάδα ήταν πρωταθλήτρια Ευρώπης, σε επίπεδο όχι μόνο Εθνικής ομάδας, αλλά και συλλόγων (Παναθηναϊκός). Σαν όνειρο τρελό, που δεν τολμάς να το αφηγηθείς φωναχτά για να μη σε πουν ονειροπαρμένο.
Τζόρτζεβιτς και (πίσω) Ντανίλοβιτς, πριν την απονομή
Ο Τζέρι Ουέστ, στις κερκίδες της Μπεογκράντσκα Αρένα
*Πηγή: gazzetta.gr*

Δεν υπάρχουν σχόλια: