Λόγω ...τεχνικών δυσκολιών, δεν μπορούσα να δω
ζωντανά το Ρεάλ - Μπάρτσα. Δεν έχω κόνεξ στο σπίτι και δεν μπορούσα ούτε
να βγω, για να το δω στο γραφείο, σε κάποια καφετέρια ή στο σπίτι
κάποιου φίλου κονεξαρισμένου. Το πήρα απόφαση... Γράφει ο Μίλτος ο
Νταλικέρης.
«Όπως παλιά. Ούτε ίντερνετ ούτε στοιχηματζίδικα ούτε τίποτα. Θα μάθω το αποτέλεσμα και θα διαβάσω ρεπορτάζ αύριο», σκέφτηκα. Σαν να ήμασταν στα τιμημένα έιτις, τότε που περιμέναμε να τα μάθουμε όλα από τον «Φίλαθλο» (κουράγιο, παιδιά), την «Ηχώ» (που τη Δευτέρα λεγόταν «Φωνή») και το «Φως». Βέβαια, αν το ματς γινόταν στις 11 το βράδυ του Σαββάτου στα έιτις, τότε το αποτέλεσμα και το ρεπορτάζ θα τα διαβάζαμε στη ...«Φωνή». Όχι αύριο, αλλά μεθαύριο. Τα Σάββατα οι εφημερίδες έκλειναν στις 7 το απόγευμα...
Τέλος πάντων, αφού το πήρα απόφαση, άρχισα το ζάπινγκ. Η τιβί δεν είχε τίποτα της προκοπής. Τελικά είδα δυο κολλητά επεισόδια «Κρίμιναλ Μάιντς» (αφού έκανα το «έγκλημα», έπρεπε να υποστώ και την τιμωρία), μετά άνοιξα βιβλίο και ξεκίνησα τη «Συνωμοσία της Φωτιάς» (δεν το προτείνω ακόμα γιατί δεν το τελείωσα, αλλά διαβάστε το προηγούμενο του ίδιου συγγραφέα – «Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ» του Στιούαρτ Νέβιλ, εκδόσεις Μεταίχμιο) και τελικά κοιμήθηκα, μάλλον πριν ξημερώσει.
Όταν ξύπνησα, δεν επέμεινα φυσικά στην ενημέρωση μέσω της «Ηχούς» (της ποιας;) ή του «Φωτός», αλλά άνοιξα υπολογιστή. Σαν μέση λύση. Να διαβάσω ρεπορτάζ, να δω και τα γκολάκια σε βίντεο. Έιτις στη σκέψη, ευρυζωνικός στην πράξη. Ξενέρωσα...
Όχι γιατί κέρδισε η Μπαρτσελόνα. Άλλωστε, το περίμενα. Και δεν υποστηρίζω καμία από τις δύο μονομάχους του ελ κλάσικο, για να χαλαστώ με το αποτέλεσμα. Τις έχω συμπαθήσει-απολαύσει-γουστάρει πολλές φορές, και κατά το παρελθόν και στις σύγχρονες εποχές τους, από την εποχή που η Ρεάλ ανέτρεπε στο Ουέφα κάτι εκτός έδρας ξεγυρισμένες τεσσάρες, με πεντάρες στο «Μπερναμπέου» και η φωνή του Μανόλο περιέγραφε τον «βετεράνο» Σαντιλιάνα και τον «Γύπα» Μπουτραγκένιο.
Δεν ξενέρωσα, λοιπόν, με το αποτέλεσμα, αλλά με τα αποτελέσματα της -υποχρεωτικής- απόφασής μου. Αν δεν το δεις λάιβ αυτό το ματς, το απόλυτο ντέρμπι, δεν μπαίνεις στο πνεύμα του. Μπορείς να καταλάβεις τι έγινε, αλλά όχι πώς έγινε. Μπορείς να το ξέρεις, αλλά δεν μπορείς να το ζήσεις. Διάβασα τα γκολ, είδα τα γκολ (τα δύο από φάβες), διάβασα και λίγα από το τρίτο ημίχρονο, αλλά «ήρωες» δεν βρήκα.
Ένιωσα όπως τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, που η αγαπημένη Λίβερπουλ πήρε την πρόκριση για τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών σε βάρος της Μπάγερν, στη ρεβάνς του Μονάχου. Η παλαιολιθική ασπρόμαυρη τηλεόρασή μας, η ιστορική «Λέβε Όπτα», εγκατέλειψε τα εγκόσμια λίγα δευτερόλεπτα αφότου άρχισε εκείνη η ρεβάνς των ημιτελικών και πριν καν προλάβει ο Γιάννης Διακογιάννης να πει τη σύνθεση της Λίβερπουλ. Έκανε «τσαφ», έσβησε και όλα τέλειωσαν, πριν καν ακούσω την κλασική περιγραφή της εποχής, «για όσους έχουν ασπρόμαυρους δέκτες, με τις λευκές φανέλες είναι η...».
Το άλλο πρωί, πηγαίνοντας προς το σχολείο, συνάντησα πρώτο πρώτο τον πλέον ακατάλληλο να με κατατοπίσει, τον -άσχετο από μπάλα- φίλο μου τον Φώτη. Ωστόσο, είχα μια ελπίδα να πήρε τουλάχιστον το αυτί του ποιος προκρίθηκε. «Αποκλείστηκαν οι κόκκινοι», μου είπε, γιατί αυτός είχε έγχρωμη τηλεόραση, μια «Σάμπα» μπάνικη. Άναψε κόκκινο στους κόκκινους ο Φώτης, έβαλα μαύρες πλερέζες εγώ…
Ευτυχώς, κόκκινα φορούσε και η Μπάγερν και σ΄ εκείνο το ματς η Λίβερπουλ ήταν «με τις λευκές φανέλες, για όσους έχουν ασπρόμαυρους δέκτες»!
Τον τελικό εκείνης της χρονιάς τον είδα στην έγχρωμη «Σάμπα» του Φώτη. Εκεί η Λίβερπουλ φορούσε κόκκινα. Και κέρδισε! Τη Ρεάλ, με 1-0 στον τελικό «των Παρισίων».
Τώρα που το σκέφτομαι, αυτή η Ρεάλ όλο χάνει...
Μέχρι να ξανακάνω το έγκλημα και να περιμένω να μάθω τα νέα από τη ...«Φωνή», εγώ, ο Μίλτος, νά ΄μαι καλά...
πηγή: gazzetta.gr
Τέλος πάντων, αφού το πήρα απόφαση, άρχισα το ζάπινγκ. Η τιβί δεν είχε τίποτα της προκοπής. Τελικά είδα δυο κολλητά επεισόδια «Κρίμιναλ Μάιντς» (αφού έκανα το «έγκλημα», έπρεπε να υποστώ και την τιμωρία), μετά άνοιξα βιβλίο και ξεκίνησα τη «Συνωμοσία της Φωτιάς» (δεν το προτείνω ακόμα γιατί δεν το τελείωσα, αλλά διαβάστε το προηγούμενο του ίδιου συγγραφέα – «Τα φαντάσματα του Μπέλφαστ» του Στιούαρτ Νέβιλ, εκδόσεις Μεταίχμιο) και τελικά κοιμήθηκα, μάλλον πριν ξημερώσει.
Όταν ξύπνησα, δεν επέμεινα φυσικά στην ενημέρωση μέσω της «Ηχούς» (της ποιας;) ή του «Φωτός», αλλά άνοιξα υπολογιστή. Σαν μέση λύση. Να διαβάσω ρεπορτάζ, να δω και τα γκολάκια σε βίντεο. Έιτις στη σκέψη, ευρυζωνικός στην πράξη. Ξενέρωσα...
Όχι γιατί κέρδισε η Μπαρτσελόνα. Άλλωστε, το περίμενα. Και δεν υποστηρίζω καμία από τις δύο μονομάχους του ελ κλάσικο, για να χαλαστώ με το αποτέλεσμα. Τις έχω συμπαθήσει-απολαύσει-γουστάρει πολλές φορές, και κατά το παρελθόν και στις σύγχρονες εποχές τους, από την εποχή που η Ρεάλ ανέτρεπε στο Ουέφα κάτι εκτός έδρας ξεγυρισμένες τεσσάρες, με πεντάρες στο «Μπερναμπέου» και η φωνή του Μανόλο περιέγραφε τον «βετεράνο» Σαντιλιάνα και τον «Γύπα» Μπουτραγκένιο.
Δεν ξενέρωσα, λοιπόν, με το αποτέλεσμα, αλλά με τα αποτελέσματα της -υποχρεωτικής- απόφασής μου. Αν δεν το δεις λάιβ αυτό το ματς, το απόλυτο ντέρμπι, δεν μπαίνεις στο πνεύμα του. Μπορείς να καταλάβεις τι έγινε, αλλά όχι πώς έγινε. Μπορείς να το ξέρεις, αλλά δεν μπορείς να το ζήσεις. Διάβασα τα γκολ, είδα τα γκολ (τα δύο από φάβες), διάβασα και λίγα από το τρίτο ημίχρονο, αλλά «ήρωες» δεν βρήκα.
Ένιωσα όπως τότε, στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, που η αγαπημένη Λίβερπουλ πήρε την πρόκριση για τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών σε βάρος της Μπάγερν, στη ρεβάνς του Μονάχου. Η παλαιολιθική ασπρόμαυρη τηλεόρασή μας, η ιστορική «Λέβε Όπτα», εγκατέλειψε τα εγκόσμια λίγα δευτερόλεπτα αφότου άρχισε εκείνη η ρεβάνς των ημιτελικών και πριν καν προλάβει ο Γιάννης Διακογιάννης να πει τη σύνθεση της Λίβερπουλ. Έκανε «τσαφ», έσβησε και όλα τέλειωσαν, πριν καν ακούσω την κλασική περιγραφή της εποχής, «για όσους έχουν ασπρόμαυρους δέκτες, με τις λευκές φανέλες είναι η...».
Το άλλο πρωί, πηγαίνοντας προς το σχολείο, συνάντησα πρώτο πρώτο τον πλέον ακατάλληλο να με κατατοπίσει, τον -άσχετο από μπάλα- φίλο μου τον Φώτη. Ωστόσο, είχα μια ελπίδα να πήρε τουλάχιστον το αυτί του ποιος προκρίθηκε. «Αποκλείστηκαν οι κόκκινοι», μου είπε, γιατί αυτός είχε έγχρωμη τηλεόραση, μια «Σάμπα» μπάνικη. Άναψε κόκκινο στους κόκκινους ο Φώτης, έβαλα μαύρες πλερέζες εγώ…
Ευτυχώς, κόκκινα φορούσε και η Μπάγερν και σ΄ εκείνο το ματς η Λίβερπουλ ήταν «με τις λευκές φανέλες, για όσους έχουν ασπρόμαυρους δέκτες»!
Τον τελικό εκείνης της χρονιάς τον είδα στην έγχρωμη «Σάμπα» του Φώτη. Εκεί η Λίβερπουλ φορούσε κόκκινα. Και κέρδισε! Τη Ρεάλ, με 1-0 στον τελικό «των Παρισίων».
Τώρα που το σκέφτομαι, αυτή η Ρεάλ όλο χάνει...
Μέχρι να ξανακάνω το έγκλημα και να περιμένω να μάθω τα νέα από τη ...«Φωνή», εγώ, ο Μίλτος, νά ΄μαι καλά...
πηγή: gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου