Αν το Ούντινε δεν έμοιαζε, κατά μαρτυρία του… πολυταξιδεμένου ρεπόρτερ
του ΠΑΟΚ, φίλου μου και προφανώς δυσαρεστημένου Σταύρου Κόλκα σαν τη…
Νέα Τρίγλια της Ιταλίας, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό το
κοινό των μερικών χιλιάδων που ταξίδεψαν για να παρακολουθήσουν την
ομάδα τους συνδύασε το τερπνόν μετά του ωφελίμου.
Τουρισμό και ματσάκι… Αλλά επειδή όντως το Ούντινε δεν είναι Ρώμη ή Φλωρεντία, ούτε καν Μιλάνο ή Τορίνο, τα κίνητρα ήταν μόνο αμιγώς ΠΑΟΚτσίδικα… Με ό,τι αυτό συνεπάγεται…
Στα πηγαδάκια οι Ιταλοί απορούν πώς τόσοι Ελληνες, σε περίοδο που η οικονομική κρίση μοιάζει Σκύλλα και Χάρυβδη που καταπίνει τον λαό, βρίσκουν το κουράγιο και κατ’ επέκταση τα χρήματα για να ακολουθήσουν την ομάδα τους. Την ίδια στιγμή ο Μόντι, που εσχάτως εξέφραζε τη συμπάθειά του για ημάς με δημόσια δήλωσή του, παραιτήθηκε από την υποψηφιότητα της Ρώμης για τη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2020 επικαλούμενος το βεβαρημένο κόστος επένδυσης για την πατρίδα του και φέρνοντας σαν παράδειγμα προς αποφυγή τους Ολυμπιακούς της Αθήνας.
Θα μπορούσαν ακόμη και τώρα μέλη εκείνης της Οργανωτικής Επιτροπής του Αθήνα 2004 να ισχυριστούν ότι ο λογαριασμός ήταν ισοσκελισμένος. Το πρόβλημα –φαντάζομαι– για τον Μόντι και την ιταλική αντίστοιχη επιτροπή δεν ήταν τα περίπου 8 δισ. ευρώ που απαιτούνται με ανταποδοτικά έσοδα πάνω κάτω τα ίδια αλλά το γεγονός ότι πιθανώς τα ολυμπιακά έργα θα στοιχειώνουν τους δρόμους της Ρώμης – που δεν το έχει κι ανάγκη εδώ που τα λέμε. Αυτό ήταν το ελληνικό παράδειγμα προς αποφυγή…
Ρίχνοντας μια ματιά στα forum ξένων εφημερίδων, θα ανακαλύψει κανείς πολύτιμο υλικό για τη συγγραφή θεατρικού έργου. Ανάλογο ερώτημα είχε διατυπωθεί, όχι με αγαθή πρόθεση όπως των Ιταλών, που έτσι κι αλλιώς θεωρούν εαυτούς συμπάσχοντες λόγω κρίσης, στην Αγγλία, όταν ένας σεβαστός αριθμός ΠΑΟΚτσήδων γέμισε την προβλεπόμενη για τους φιλοξενούμενους εξέδρα του «Γουάιτ Χαρτ Λέιν», ενώ άλλος τόσος έμεινε εκτός ζητώντας ένα εισιτήριο.
Η «Guardian» είχε δώσει μια διάσταση γράφοντας την παραμονή του αγώνα Τότεναμ - ΠΑΟΚ ότι «η συγκέντρωση τόσων Ελλήνων για να παρακολουθήσουν την ομάδα τους ξοδεύοντας περίπου όσα βγάζουν σε μισό μήνα –όσοι απ’ αυτούς διατηρούν τις δουλειές τους– θυμίζει τους οπαδούς της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του 1970: οι περισσότερες χώρες ήταν χρεοκοπημένες αλλά το ποδόσφαιρο ανθούσε».
Το κείμενο μπορεί να ήταν θεωρητικό, αν και στερούνταν βασικών συστατικών του ρεπορτάζ, όπως η παράδοση (οι ΠΑΟΚτσήδες είχαν ξαναγεμίσει την εξέδρα τους στο «Χάιμπουρι» το 1997), αλλά τα σχόλια αναγνωστών που το συνόδευαν μάλλον έπειθαν για την γκεμπελική προπαγάνδα του εξωτερικού: «Ισως τελικά οι Ελληνες να μη χρειάζονται και τόσο τη βοήθειά μας για να κουβαλιούνται μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μόνο για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα», έγραφε με εμφανή διάθεση ειρωνείας αναγνώστης, ο οποίος προφανώς αγνοούσε ότι τουλάχιστον οι Βρετανοί δεν έχουν συνεισφέρει για τη «διάσωση» της Ελλάδας ούτε σεντ…
Η συγκέντρωση 3.000 και 4.000 οπαδών οπαδών του ΠΑΟΚ στο Ούντινε ή στο Λονδίνο δεν αποτελεί δείγμα ευδαιμονίας των Ελλήνων. Το ταξίδι ήταν προγραμματισμένο εδώ και δύο μήνες, για να συγκεντρώσει κάποιος τα μίνιμουμ 200 ή 300 ευρώ που απαιτούνται. Επειτα, στο ίδιο γήπεδο, οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ξαναπήγαν στο παρελθόν.
Το χειρότερο είναι ότι, ακόμη κι αν ξεπερνάς τον εαυτό σου σε οπαδιλίκι κι έτι δηλώνεις ότι προσφέρεις ένα κομμάτι από την ψυχή σου στην ιδέα της ομάδας, τούτο εκλαμβάνεται σαν θυσία άνευ αντικρίσματος. Ούτε θα πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο από όσο αρμόζει στη συγκυρία της κρίσης ο λόγος για τον οποίο οι Ελληνες πήραν τη θέση των Ιρλανδών στα άνοστα αγγλικά ανέκδοτα. Αυτό ανατρέπεται, και μάλιστα εύκολα. Αρκεί να τους διδάξουμε μερικά μαθήματα Ιστορίας. Υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα τη θυμόμαστε κι εμείς οι ίδιοι ως φάρο για το μέλλον…
Πηγή: Εξέδρα
Τουρισμό και ματσάκι… Αλλά επειδή όντως το Ούντινε δεν είναι Ρώμη ή Φλωρεντία, ούτε καν Μιλάνο ή Τορίνο, τα κίνητρα ήταν μόνο αμιγώς ΠΑΟΚτσίδικα… Με ό,τι αυτό συνεπάγεται…
Στα πηγαδάκια οι Ιταλοί απορούν πώς τόσοι Ελληνες, σε περίοδο που η οικονομική κρίση μοιάζει Σκύλλα και Χάρυβδη που καταπίνει τον λαό, βρίσκουν το κουράγιο και κατ’ επέκταση τα χρήματα για να ακολουθήσουν την ομάδα τους. Την ίδια στιγμή ο Μόντι, που εσχάτως εξέφραζε τη συμπάθειά του για ημάς με δημόσια δήλωσή του, παραιτήθηκε από την υποψηφιότητα της Ρώμης για τη διεκδίκηση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2020 επικαλούμενος το βεβαρημένο κόστος επένδυσης για την πατρίδα του και φέρνοντας σαν παράδειγμα προς αποφυγή τους Ολυμπιακούς της Αθήνας.
Θα μπορούσαν ακόμη και τώρα μέλη εκείνης της Οργανωτικής Επιτροπής του Αθήνα 2004 να ισχυριστούν ότι ο λογαριασμός ήταν ισοσκελισμένος. Το πρόβλημα –φαντάζομαι– για τον Μόντι και την ιταλική αντίστοιχη επιτροπή δεν ήταν τα περίπου 8 δισ. ευρώ που απαιτούνται με ανταποδοτικά έσοδα πάνω κάτω τα ίδια αλλά το γεγονός ότι πιθανώς τα ολυμπιακά έργα θα στοιχειώνουν τους δρόμους της Ρώμης – που δεν το έχει κι ανάγκη εδώ που τα λέμε. Αυτό ήταν το ελληνικό παράδειγμα προς αποφυγή…
Ρίχνοντας μια ματιά στα forum ξένων εφημερίδων, θα ανακαλύψει κανείς πολύτιμο υλικό για τη συγγραφή θεατρικού έργου. Ανάλογο ερώτημα είχε διατυπωθεί, όχι με αγαθή πρόθεση όπως των Ιταλών, που έτσι κι αλλιώς θεωρούν εαυτούς συμπάσχοντες λόγω κρίσης, στην Αγγλία, όταν ένας σεβαστός αριθμός ΠΑΟΚτσήδων γέμισε την προβλεπόμενη για τους φιλοξενούμενους εξέδρα του «Γουάιτ Χαρτ Λέιν», ενώ άλλος τόσος έμεινε εκτός ζητώντας ένα εισιτήριο.
Η «Guardian» είχε δώσει μια διάσταση γράφοντας την παραμονή του αγώνα Τότεναμ - ΠΑΟΚ ότι «η συγκέντρωση τόσων Ελλήνων για να παρακολουθήσουν την ομάδα τους ξοδεύοντας περίπου όσα βγάζουν σε μισό μήνα –όσοι απ’ αυτούς διατηρούν τις δουλειές τους– θυμίζει τους οπαδούς της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του 1970: οι περισσότερες χώρες ήταν χρεοκοπημένες αλλά το ποδόσφαιρο ανθούσε».
Το κείμενο μπορεί να ήταν θεωρητικό, αν και στερούνταν βασικών συστατικών του ρεπορτάζ, όπως η παράδοση (οι ΠΑΟΚτσήδες είχαν ξαναγεμίσει την εξέδρα τους στο «Χάιμπουρι» το 1997), αλλά τα σχόλια αναγνωστών που το συνόδευαν μάλλον έπειθαν για την γκεμπελική προπαγάνδα του εξωτερικού: «Ισως τελικά οι Ελληνες να μη χρειάζονται και τόσο τη βοήθειά μας για να κουβαλιούνται μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μόνο για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα», έγραφε με εμφανή διάθεση ειρωνείας αναγνώστης, ο οποίος προφανώς αγνοούσε ότι τουλάχιστον οι Βρετανοί δεν έχουν συνεισφέρει για τη «διάσωση» της Ελλάδας ούτε σεντ…
Η συγκέντρωση 3.000 και 4.000 οπαδών οπαδών του ΠΑΟΚ στο Ούντινε ή στο Λονδίνο δεν αποτελεί δείγμα ευδαιμονίας των Ελλήνων. Το ταξίδι ήταν προγραμματισμένο εδώ και δύο μήνες, για να συγκεντρώσει κάποιος τα μίνιμουμ 200 ή 300 ευρώ που απαιτούνται. Επειτα, στο ίδιο γήπεδο, οι οπαδοί του ΠΑΟΚ ξαναπήγαν στο παρελθόν.
Το χειρότερο είναι ότι, ακόμη κι αν ξεπερνάς τον εαυτό σου σε οπαδιλίκι κι έτι δηλώνεις ότι προσφέρεις ένα κομμάτι από την ψυχή σου στην ιδέα της ομάδας, τούτο εκλαμβάνεται σαν θυσία άνευ αντικρίσματος. Ούτε θα πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο από όσο αρμόζει στη συγκυρία της κρίσης ο λόγος για τον οποίο οι Ελληνες πήραν τη θέση των Ιρλανδών στα άνοστα αγγλικά ανέκδοτα. Αυτό ανατρέπεται, και μάλιστα εύκολα. Αρκεί να τους διδάξουμε μερικά μαθήματα Ιστορίας. Υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα τη θυμόμαστε κι εμείς οι ίδιοι ως φάρο για το μέλλον…
Πηγή: Εξέδρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου