Ετυχε, λόγω δουλειάς, να
ακούσω την ιταλική περιγραφή του γκολ που πέτυχε το βράδυ της Κυριακής ο
Παναγιώτης Κονέ κόντρα στην Ιντερ. “Ενα τελείωμα πολύ εύκολο για έναν
παίκτη με τόση ποιότητα σαν αυτή του Ελληνα”, ήταν το σχόλιο του Ιταλού
σχολιαστή για τον πιο ευυπόληπτο Ελληνα ποδοσφαιριστή της Serie A, έναν
παίκτη που στην πραγματικότητα τυγχάνει στην Ιταλία μεγαλύτερης
εκτίμησης και αποδοχής από αυτή που είχε ή έχει στην πατρίδα του, την
Ελλάδα.
Ηταν το τρίτο γκολ σε 12 συμμετοχές (σε όλες βασικός) στο φετινό πρωτάθλημα, που ήρθε να φωτίσει ακόμη περισσότερο την πορεία που διαγράφει με τη φανέλα της Μπολόνια. Η οποία Μπολόνια βρήκε το περασμένο καλοκαίρι νόημα να πληρώσει επιπλέον περίπου 1.6 εκατ. ευρώ για να αγοράσει και το υπόλοιπο 50% των δικαιωμάτων του από την Μπρέσια, στην οποία είχε δώσει άλλα 2.7 εκατ. ευρώ το καλοκαίρι του 2012, όταν είχε αγοράσει το πρώτο “μισό” του. Η οποία Μπολόνια πρόλαβε να του επεκτείνει, τον περασμένο Σεπτέμβριο, το συμβόλαιο μέχρι το 2017, ώστε να μιλήσει με μεγαλύτερη άνεση με τους ενδιαφερόμενους (ανάμεσα σε αυτές αυτή την εποχή η Τορίνο) να τον αγοράσουν στο εγγύς μέλλον. Η οποία Μπολόνια βρήκε νόημα να του δώσει το περιβραχιόνιο και να τον κάνει τον δεύτερο αρχηγό, τον “υπαρχηγό” της πίσω από το “καμάρι” της, τον Αλεσάντρο Ντιαμάντι. Ναι, ένας Ελληνας αρχηγός σε ιταλικό σύλλογο της Serie A. Δεν θυμάμαι να έχει ξανασυμβεί με Ελληνα στην Ιταλία. Δεν θυμάμαι γενικώς να συμβαίνει συχνά με Ελληνες στα μεγάλα πρωταθλήματα.
Πώς να μη το κάνει ο Ιταλός το σχόλιο για την ποιότητα του Κονέ, όταν έχει μπροστά του την φρέσκια ανάδειξη του γκολ που είχε βάλει κόντρα στη Νάπολι σε υποψήφιο για το βραβείο του καλύτερου της σεζόν στον πλανήτη;
Πώς γίνεται να περνά τόσο αθόρυβα, για την ελληνική πλατεία του ποδοσφαίρου, αυτό που κάνει ο Κονέ στο ιταλικό πρωτάθλημα; Συμβαίνει κυρίως επειδή με εξαίρεση τον Φερνάντο Σάντος, ο οποίος περίπου “διαχρονικά” τον προσκαλούσε στην Εθνική του ομάδα, λίγοι μαθαίναμε και μαθαίνουμε τα “καμώματά” του. Οχι μόνο επειδή τα κάνει με μια ομάδα που δεν τυγχάνει μεγάλης προβολής και απήχησης, αλλά κυρίως επειδή ο Κονέ επέλεξε να υποστηρίζει, με τον δημόσιο λόγο, τη δουλειά του μόνο επί ιταλικού και όχι (και) επί ελληνικού εδάφους. Δεν νοιάστηκε να την επικοινωνήσει ακριβώς επειδή, όπως οι περισσότεροι μετανάστες, έχει αντιληφθεί ότι η επαγγελματική προοπτική του βρίσκεται πολύ μακριά από τα ελληνικά εδάφη. Και κάπως έτσι γράφονται και λέγονται στα ελληνικά πολύ λιγότερα από όσα του “πρέπουν”, πολύ λιγότερα από όσα λέγονται και γράφονται στα ιταλικά.
Μας είναι τόσο “άγνωστος” ο Κονέ της Ιταλίας που ακόμη και ο Σάντος, που τον γνωρίζει, του έδινε μέχρι πρότινος ευκαιρίες και χρόνο στις πτέρυγες, την αριστερή και την δεξιά, και όχι στον άξονα, δηλαδή στον χώρο του τερέν στον οποίο έχει καταφέρει να αποδίδει καλύτερα. Δηλαδή σε αντίθεση με τον προπονητή του στην Μπολόνια, ο οποίος τον έχει χρησιμοποιήσει 5 φορές ως κεντρικό χαφ, 3 ως δεξιό ενδιάμεσο, 2 ως επιθετικό χαφ και μόνο 2 στη δεξιά πτέρυγα. Κι αν ο Πορτογάλος ομοσπονδιακός προπονητής δεν έβλεπε και δεν μάθαινε αντλώντας πληροφορίες από δικές του πηγές, πιθανόν ακόμη να μη του είχε δώσει ευκαιρία να αγωνιστεί στον άξονα ούτε στις προπονήσεις.
Θυμάμαι τον Σωτήρη Νίνη σε μια κουβέντα μας στον πρώτο του καιρό στην Πάρμα, όταν προβληματιζόταν σχετικά με το αν θα καθιερωθεί στην 11αδα, “σαν τον Κονέ, που είναι respect στην Ιταλία, τον σέβονται κι οι Ιταλοί, είναι αναγνωρισμένη αξία. Ξέρεις πόσο μεγάλο είναι να σεβαστούν και να αναγνωρίσουν οι Ιταλοί έναν Ελληνα ποδοσφαιριστή; Πρέπει να είσαι παικτάρα”, όπως μου είχε πει. Θυμάμαι που διάβαζα, μερικές μέρες πίσω, το ρεπορτάζ της “La Stampa”, που αποκάλυπτε τα σχέδια του προέδρου της Τορίνο να αγοράσει τον Κονέ, τον οποίο αντιλαμβάνεται ως ιδανικό πυλώνα για να χτίσει πάνω του τη νέα έκδοση της ομάδας για την “αντεπίθεση” και την επιστροφή της στην ελίτ του ιταλικού πρωταθλήματος. Και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ακόμη και σε αυτή, την ψηφιακή και δορυφορική εποχή, τα ελληνικά media καταφέρνουμε να αδικούμε αθλητές, όχι μόνο ποδοσφαιριστές, διότι συχνά αδυνατούμε να αντιληφθούμε και να αποδώσουμε το μέγεθος των επιτευγμάτων τους επειδή δεν τα ζούμε από κοντά και αδυνατούμε να αντιληφθούμε και να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της απήχησής τους.
Ηταν το τρίτο γκολ σε 12 συμμετοχές (σε όλες βασικός) στο φετινό πρωτάθλημα, που ήρθε να φωτίσει ακόμη περισσότερο την πορεία που διαγράφει με τη φανέλα της Μπολόνια. Η οποία Μπολόνια βρήκε το περασμένο καλοκαίρι νόημα να πληρώσει επιπλέον περίπου 1.6 εκατ. ευρώ για να αγοράσει και το υπόλοιπο 50% των δικαιωμάτων του από την Μπρέσια, στην οποία είχε δώσει άλλα 2.7 εκατ. ευρώ το καλοκαίρι του 2012, όταν είχε αγοράσει το πρώτο “μισό” του. Η οποία Μπολόνια πρόλαβε να του επεκτείνει, τον περασμένο Σεπτέμβριο, το συμβόλαιο μέχρι το 2017, ώστε να μιλήσει με μεγαλύτερη άνεση με τους ενδιαφερόμενους (ανάμεσα σε αυτές αυτή την εποχή η Τορίνο) να τον αγοράσουν στο εγγύς μέλλον. Η οποία Μπολόνια βρήκε νόημα να του δώσει το περιβραχιόνιο και να τον κάνει τον δεύτερο αρχηγό, τον “υπαρχηγό” της πίσω από το “καμάρι” της, τον Αλεσάντρο Ντιαμάντι. Ναι, ένας Ελληνας αρχηγός σε ιταλικό σύλλογο της Serie A. Δεν θυμάμαι να έχει ξανασυμβεί με Ελληνα στην Ιταλία. Δεν θυμάμαι γενικώς να συμβαίνει συχνά με Ελληνες στα μεγάλα πρωταθλήματα.
Πώς να μη το κάνει ο Ιταλός το σχόλιο για την ποιότητα του Κονέ, όταν έχει μπροστά του την φρέσκια ανάδειξη του γκολ που είχε βάλει κόντρα στη Νάπολι σε υποψήφιο για το βραβείο του καλύτερου της σεζόν στον πλανήτη;
Πώς γίνεται να περνά τόσο αθόρυβα, για την ελληνική πλατεία του ποδοσφαίρου, αυτό που κάνει ο Κονέ στο ιταλικό πρωτάθλημα; Συμβαίνει κυρίως επειδή με εξαίρεση τον Φερνάντο Σάντος, ο οποίος περίπου “διαχρονικά” τον προσκαλούσε στην Εθνική του ομάδα, λίγοι μαθαίναμε και μαθαίνουμε τα “καμώματά” του. Οχι μόνο επειδή τα κάνει με μια ομάδα που δεν τυγχάνει μεγάλης προβολής και απήχησης, αλλά κυρίως επειδή ο Κονέ επέλεξε να υποστηρίζει, με τον δημόσιο λόγο, τη δουλειά του μόνο επί ιταλικού και όχι (και) επί ελληνικού εδάφους. Δεν νοιάστηκε να την επικοινωνήσει ακριβώς επειδή, όπως οι περισσότεροι μετανάστες, έχει αντιληφθεί ότι η επαγγελματική προοπτική του βρίσκεται πολύ μακριά από τα ελληνικά εδάφη. Και κάπως έτσι γράφονται και λέγονται στα ελληνικά πολύ λιγότερα από όσα του “πρέπουν”, πολύ λιγότερα από όσα λέγονται και γράφονται στα ιταλικά.
Μας είναι τόσο “άγνωστος” ο Κονέ της Ιταλίας που ακόμη και ο Σάντος, που τον γνωρίζει, του έδινε μέχρι πρότινος ευκαιρίες και χρόνο στις πτέρυγες, την αριστερή και την δεξιά, και όχι στον άξονα, δηλαδή στον χώρο του τερέν στον οποίο έχει καταφέρει να αποδίδει καλύτερα. Δηλαδή σε αντίθεση με τον προπονητή του στην Μπολόνια, ο οποίος τον έχει χρησιμοποιήσει 5 φορές ως κεντρικό χαφ, 3 ως δεξιό ενδιάμεσο, 2 ως επιθετικό χαφ και μόνο 2 στη δεξιά πτέρυγα. Κι αν ο Πορτογάλος ομοσπονδιακός προπονητής δεν έβλεπε και δεν μάθαινε αντλώντας πληροφορίες από δικές του πηγές, πιθανόν ακόμη να μη του είχε δώσει ευκαιρία να αγωνιστεί στον άξονα ούτε στις προπονήσεις.
Θυμάμαι τον Σωτήρη Νίνη σε μια κουβέντα μας στον πρώτο του καιρό στην Πάρμα, όταν προβληματιζόταν σχετικά με το αν θα καθιερωθεί στην 11αδα, “σαν τον Κονέ, που είναι respect στην Ιταλία, τον σέβονται κι οι Ιταλοί, είναι αναγνωρισμένη αξία. Ξέρεις πόσο μεγάλο είναι να σεβαστούν και να αναγνωρίσουν οι Ιταλοί έναν Ελληνα ποδοσφαιριστή; Πρέπει να είσαι παικτάρα”, όπως μου είχε πει. Θυμάμαι που διάβαζα, μερικές μέρες πίσω, το ρεπορτάζ της “La Stampa”, που αποκάλυπτε τα σχέδια του προέδρου της Τορίνο να αγοράσει τον Κονέ, τον οποίο αντιλαμβάνεται ως ιδανικό πυλώνα για να χτίσει πάνω του τη νέα έκδοση της ομάδας για την “αντεπίθεση” και την επιστροφή της στην ελίτ του ιταλικού πρωταθλήματος. Και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ακόμη και σε αυτή, την ψηφιακή και δορυφορική εποχή, τα ελληνικά media καταφέρνουμε να αδικούμε αθλητές, όχι μόνο ποδοσφαιριστές, διότι συχνά αδυνατούμε να αντιληφθούμε και να αποδώσουμε το μέγεθος των επιτευγμάτων τους επειδή δεν τα ζούμε από κοντά και αδυνατούμε να αντιληφθούμε και να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος της απήχησής τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου