Ο Αρης Λαούδης γράφει για την ευρωπαϊκή αποτυχία του Παναθηναϊκού,
αναλύει τα λάθη που έγιναν στον μεταγραφικό σχεδιασμό το περσινό
καλοκαίρι και εξηγεί γιατί η φιλοσοφία μιας ομάδα δεν αλλάζει απλά και
μόνο με την αλλαγή προπονητή.
Το όνειρο του Παναθηναϊκού μετατράπηκε σε εφιάλτης, ο διασυρμός στη
Μόσχα έκανε τις δύο νίκες στο ΟΑΚΑ να μοιάζουν με μακρινή ανάμνηση και
μπορεί το πρωτάθλημα να είναι σε εξέλιξη, αλλά η η ευρωπαϊκή χρονιά
κρίνεται αποτυχημένη, με δεδομένο ότι ο φετινός Παναθηναϊκός ξεκίνησε τη
σεζόν με όραμα το φάιναλ φορ και με επενδύσεις που δικαιολογούσαν το
όνειρό του.
Μπορεί τα πράγματα να ήταν ακόμη χειρότερα, αν οι «πράσινοι» είχαν
αποκλειστεί στους «8», αλλά βεβαίως δεν συνιστά επιτυχία το γεγονός ότι
πάλεψαν απέναντι στην ΤΣΣΚΑ, από την στιγμή μάλιστα που κατά δήλωση του
Δημήτρη Γιαννακόπουλου ξεκίνησαν τη χρονιά για να επιστρέψουν στην ελίτ,
ξοδεύοντας μάλιστα και αρκετά εκατομμύρια παραπάνω…
Είναι δεδομένο πως η αποτυχία έχει αιτίες κι αυτές δεν είναι
σημερινές ή χθεσινές… Τα λάθη που έγιναν στον σχεδιασμό πληρώνονται κι
επειδή το μπάσκετ είναι αξιοκρατικό άθλημα, ο Παναθηναϊκός δεν είχε θέση
σ’ αυτό το φάιναλ φορ, με δεδομένα τα λάθη του καλοκαιριού, αλλά και
την λογική με την οποία αντιμετώπισε τη σεζόν…
Το καλοκαίρι θα πρέπει να αποφασίσει αν θα σχεδιάσει μια ομάδα για
φάιναλ φορ ή για μια ομάδα που θα χει σαν στόχο απλά να νικάει τον
Ολυμπιακό για να έχει το κεφάλι της ήσυχο…
Τα λάθη του καλοκαιριού (Νο1)
Ο Παναθηναϊκός επιχείρησε να
φτιάξει την περσινή ομάδα με διαφορετικά «υλικά». Ο Πεδουλάκης θέλησε να
κάνει αυτό που ξέρει καλά, δηλαδή μια ομάδα που θα βασίζει τα πάντα
στην άμυνά της, αλλά επέλεξε ή αποδέχτηκε παίκτες που δεν είχαν καμία
σχέση με τη φιλοσοφία του.
Πρώτον: Ο Παναθηναϊκός δαπάνησε 700.000 ευρώ ετησίως για να αποκτήσει
τον Μαυροκεφαλίδη, τον οποίο ο «Αρτζι» είχε απορρίψει εις διπλούν την
προηγούμενη σεζόν, με το επιχείρημα τα «αργά πόδια» που δεν τον βοηθούν
στην άμυνα. Ο Λουκάς είναι ο πιο ταλαντούχος ψηλός στην επίθεση, αλλά
πώς να κολλήσει στην άμυνα του Παναθηναϊκού με τις συγκεκριμένες
αδυναμίες;
Δεύτερον: Ο Παναθηναϊκός επέλεξε να αποδεσμεύσει τον Σχορτσανίτη,
εκτιμώντας πως ο Μπατίστ που αποκτήθηκε θα είναι σε θέση να προσφέρει το
παιχνίδι με πλάτη, την δημιουργία από το χαμηλό ποστ και το σουτ από τα
τρία, τέσσερα μέτρα. Όπως αποδείχτηκε, η επιλογή ήταν λανθασμένη, ο
Μπατίστ δεν έχει καμία σχέση με τον παίκτη που γνωρίζαμε και τα
χαρακτηριστικά του «Σόφο» δεν καλύφθηκαν από κανέναν.
Τρίτον: Ο Παναθηναϊκός για λόγους μάρκετινγκ κάλυψε τη θέση του
τρίτου ψηλού με τον Πινγκ Σανγκ, έναν παίκτη που καλά – καλά δεν
συμμετέχει στις προπονήσεις.
Συμπέρασμα: Ο Παναθηναϊκός είχε θεωρητικά τέσσερις ψηλούς, από τους
οποίους έπαιζε μόνο ένας στη θητεία του Πεδουλάκη! Αραγε, ποια ομάδα που
φιλοδοξεί να πάει στην Ευρωλίγκα έχει μόλις έναν κλασικό ψηλό στο
rotation;
Το επιχείρημα ότι κάποιος ή κάποιοι από τους παραπάνω ήταν επιλογές
της διοίκησης κι όχι του προπονητή, μπορώ να το δεχτώ, αλλά δεν αποτελεί
δικαιολογία για τον Πεδουλάκη. Κανείς σοβαρός προπονητής που σέβεται
τον εαυτό του δεν αποδέχεται επιλογές άλλων. Ή αποχωρείς ή αν
παραμείνεις σημαίνει ότι τις αποδέχεσαι και τις κάνεις δικές σου.
Τα λάθη του καλοκαιριού (Νο2)
Το να αποκτάς ταλαντούχους παίκτες
και να σκέφτεσαι το αύριο είναι απόλυτα σωστό και λογικό, με τη διαφορά
πως το αύριο προϋποθέτει το σήμερα και το σήμερα έχει ως βασική αρχή την
συμμετοχή. Το καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός επένδυσε στους Παππά και
Γιάνκοβιτς, υποστήριζε πως «πήραμε τους καλύτερους νέους Ελληνες» και το
τέλος της χρονιάς βρίσκει και τους δύο στην άκρη του πάγκου με τους
περισσότερους να αναρωτιούνται «γιατί δεν χρησιμοποιούνται;».
Είναι δεδομένο πως οι προπονητές γνωρίζουν καλύτερα από ‘μας κι αν
αυτό το πάρουμε ως δεδομένο, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως άλλες
δύο επιλογές του καλοκαιριού αποδείχτηκαν λανθασμένες. Είτε κάτι δεν
είδαν σωστά στον Παναθηναϊκό, όταν προχωρούσαν στην απόκτησή τους, είτε η
φιλοσοφία της ομάδας ήταν τέτοια που τα συγκεκριμένα παιδιά δεν είχαν
θέση στο ρόστερ. Το «τους πήραμε για να «ψηθούν» και να μάθουν» ανήκει
σε μια άλλη εποχή και δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από την περίπτωση
του Ιωάννη Παπαπέτρου. Ένα παιδί με μηδαμινή εμπειρία από ευρωπαϊκό
μπάσκετ που στην πρώτη του χρονιά στον Ολυμπιακό έχει θέση στο rotation
και κατά καιρούς σε ρόλο – κλειδί.
Η φιλοσοφία δεν αλλάζει μόνο με αλλαγή προπονητή
Η απόλυση του Πεδουλάκη έπεσε σαν
κεραυνός εν αιθρία, όχι για τους λίγους που ήξεραν το κλίμα που
επικρατεί, αλλά για τους πολλούς που εκτιμούσαν ότι ο προπονητής που
κατάφερε να μπει στα παπούτσια του Ομπράντοβιτς θα είχε τουλάχιστον την
ευκαιρία να τελειώσει το έργο του. Ο «Αρτζι» έκανε λάθη, «έχτισε» μια
ομάδα που είχε ταβάνι τις νίκες επί του Ολυμπιακού, αλλά για να φτάσει
κανείς στο σημείο να προχωρήσει στην αντικατάστασή του θα πρέπει να έχει
βρει τον ιδανικό προπονητή με αντίστοιχη φιλοσοφία.
Το μπάσκετ δεν είναι «σαλάτα» που
ρίχνεις όλα μαζί τα «υλικά» και βγάζεις τη συνταγή που θες. Θέλει
ξεκάθαρες αρχές, συγκεκριμένη φιλοσοφία και παίκτες που μπορούν να
ανταπεξέλθουν σ’ αυτό που ζητάει ο προπονητής. Λογικές τύπου «καλοί
είμαστε στην άμυνα, αλλά να παίξουμε και λίγο πιο γρήγορα στην επίθεση»
προϋποθέτει να έχεις τα αντίστοιχα υλικά για να το πετύχεις.
Καλώς ή κακώς λοιπόν, ο Παναθηναϊκός στήθηκε με φιλοσοφία Πεδουλάκη
και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα διαφορετικό, μέχρι να τελειώσει η
χρονιά και να αλλάξουν τα υλικά. Ούτε ξαφνικά θα γινόταν σπρίντερ ο
Διαμαντίδης, ούτε ο Ούκιτς θα ξεπερνούσε τα προβλήματά του, ούτε ο
Μπατίστ θα γινόταν ο Μάικ που θυμόμασταν…
Αυτό το μπάσκετ μπορούσε να παίξει ο Παναθηναϊκός, αυτό έπαιξε και μ’
αυτό… πέθανε στο φινάλε, με κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις σε πρόσωπα
(π.χ. Μαυροκεφαλίδης) που είχαν να κάνουν περισσότερο με το ψυχολογικό
κομμάτι.
Οποιον προπονητή και να έβαζε στον πάγκο του, η παραγωγικότητα στην
επίθεση θα ήταν ίδια, όσο κι αν ονειρεύονταν κάποιοι πως δια μαγείας η
ομάδα θα έβαζε 80 πόντους σε κάθε παιχνίδι…
Ετσι «εκτίθεται» ο Διαμαντίδης
Οι ομάδες οφείλουν να προστατεύουν
τις σημαίες τους και δεν αναφέρομαι μόνο στο εξωαγωνιστικό κομμάτι που ο
σεβασμός του Παναθηναϊκού είναι δεδομένος, αλλά στο καθαρά αγωνιστικό
και στον τρόπο που την τελευταία διετία αντιμετωπίζεται ο Διαμαντίδης.
Είναι πάρα πολύ εύκολο να ασκήσει κανείς κριτική στον αρχηγό και ακόμη
πιο εύκολο για τα ελληνικά δεδομένα να τον απαξιώσει…
Δεδομένα ο «Μήτσος» δεν είναι στην κατάσταση που ήταν πριν από τρία
χρόνια, αλλά θα ήταν και εντελώς παράλογο να συνέβαινε το αντίθετο. Το
ότι είναι στα 34, ότι δεν μπορεί να παίζει περισσότερα από 20 λεπτά κι
ότι θα πρέπει να έχει «εργαλεία» που να δουλεύουν γι αυτόν στο παρκέ,
είναι κάτι που έπρεπε να το σκέφτεται πρώτα απ’ όλους ο Παναθηναϊκός.
Όταν οι «πράσινοι» ξεκινούν μια χρονιά με τρία πλέι μέικερ (Ούκιτς,
Διαμαντίδης, Παππάς), εκ των οποίων ο ένας είναι εκτός rotation και ο
άλλος με σοβαρό πρόβλημα τραυματισμού, τότε αναγκάζεις τον Διαμαντίδη να
εκτεθεί στα μάτια των φιλάθλων και στο τέλος να γίνει βορά στις
διαθέσεις του κόσμου, ελπίζοντας πως θα σεβαστούν την ιστορία του. Κακά
τα ψέματα, τον σούπερμαν Διαμαντίδη θα πρέπει να τον ξεχάσει ο φίλαθλος
του Παναθηναϊκού, αλλά τον πολύτιμο Διαμαντίδη θα τον ξαναδούμε όταν οι
«πράσινοι» βάλουν δίπλα του κάποιους παίκτες που αν μη τι άλλο
πλησιάζουν στο επίπεδό του…
Υ.Γ.: Ο Ολυμπιακός
το πάλεψε περισσότερο από τον Παναθηναϊκό στο do or die παιχνίδι, αλλά
δεν μπορούσε και δεν άξιζε τίποτα περισσότερο. Η διαφορά ποιότητας ήταν
μεγάλη σε σχέση με τη Ρεάλ και το 2-2 ήταν υπέρβαση γι αυτόν, όπως
άλλωστε και για τον Παναθηναϊκό. Όταν χάνεις 17 αμυντικά ριμπάουντ σ’
ένα τέτοιο ματς, τότε δεν μπορείς να ελπίζεις σε κάτι περισσότερο.
Αλλωστε κι αυτός έκανε πολλά και σοβαρά λάθη στον σχεδιασμό του στη
διάρκεια της σεζόν και βεβαίως η ευρωπαϊκή χρονιά είναι εξίσου
αποτυχημένη…
Πηγή: gazzetta.gr
Σάββατο 26 Απριλίου 2014
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου