Την 31η Δεκεμβρίου του 1941
ήρθε στον κόσμο ο άνθρωπος που έμελλε να γίνει ένας από τους καλύτερους
προπονητές όλων των εποχών. Μία ποδοσφαιρική ιδιοφυία, που έφτασε και
κράτησε την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στην κορυφή για 27 χρόνια. «Άλεξ
Φέργκιουσον: 27 χρόνια επιτυχίας» ήταν ο τίτλος της Telegraph μετά την
παραίτησή του από τους κόκκινους διάβολους το καλοκαίρι του 2013.
Με αφορμή τα 73 χρόνια από τη γέννηση του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, που δεν άλλαξε μόνο την ιστορία της Γιουνάιτεντ, αλλά και του αγγλικού ποδοσφαίρου το FourFourTwo του gazzetta.gr σας παρουσιάζει την έρευνα-εργασία της Anita Elberse, που προσπαθεί να εξηγήσει τις αρχές της μακροχρόνιας επιτυχίας, για λογαριασμό του Χάρβαρντ, στο οποίο πλέον ο Σκοτσέζος είναι λέκτορας.
«Ο Στιβ Τζομπς ήταν η Apple, ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», είπε ο Ντέιβιντ Τζιλ στην Anita Elberse και στον μαθητή της Tom Dye. Οι δυο τους παρακολούθησαν ολόκληρη την τελευταία σεζόν του μεγάλου Σκοτσέζου στην Αγγλία. Είδαν ματς, παρακολούθησαν προπονήσεις και ομιλίες του, μίλησαν με τον ίδιο και πολλούς ακόμη στον σύλλογο, παρουσιάζοντας όλα αυτά που έκαναν τον ίδιο και τις ομάδες του επιτυχημένους.
1. Ξεκίνα να θέτεις τα θεμέλια
Με την έλευσή του στο Μάντσεστερ το 1986 ο Φέργκιουσον ξεκίνησε το χτίσιμο των ακαδημιών της Γιουνάιτεντ με βάση μακροπρόθεσμο πλάνο. Δημιούργησε δύο νέα «κέντρα αριστείας» για νέους παίκτες, ακόμη και 9 ετών, ενώ ξεκίνησε να προσλαμβάνει νέους scouts, προκειμένου να βρουν τους καλύτερους σε μικρές ηλικίες. Η πιο γνωστή τους εισήγηση και μεταγραφή ήταν ο Ντέιβιντ Μπέκαμ, όμως δεν ήταν ο μοναδικός.
Η μεγαλύτερη προσωπικότητα έμελλε να είναι ο Ράιαν Γκιγκς, τον οποίο παρακολούθησε ο ίδιος ο Φέγκιουσον το 1986, όταν ο Ουαλός ήταν μόλις 13 ετών. Έπαιξε στην Γιουνάιτεντ μέχρι τα 39 του, εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους Βρετανούς όλων των εποχών και πλέον κάθεται στον πάγκο των κόκκινων διαβόλων δίπλα στον Λουίς Φαν Χάαλ. Οι δυο τους ήταν από τους παίκτες, που μαζί με τον Φέργκιουσον καθόρισαν τη μοντέρνα ταυτότητα του συλλόγου.
Το στοίχημα ήταν μεγάλο. Η λογική της εποχής ήταν άλλη και καταγράφεται απόλυτα στο σχόλιο ενός γνωστού παρουσιαστή της εποχής: «δεν μπορείς να κερδίσεις τίποτα με παιδιά». Ο Φέργκιουσον προσέγγισε την διαδικασία συστηματικά. Μιλάει για τη διαφορά ανάμεσα στο να χτίσεις μία ομάδα, που είναι κάτι στο οποίο επικεντρώνονται οι περισσότεροι προπονητές, και στο να χτίσεις τις δομές ενός ολόκληρου συλλόγου.
Φέργκιουσον: «Από τη στιγμή που πήγα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σκεφτόμουν μόνο ένα πράγμα: να χτίσω έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο. Ήθελα να ξεκινήσω τα πάντα από την αρχή. Ήθελα να δημιουργήσω μία συνέχεια για στελεχώνω την πρώτη ομάδα. Με αυτή την προσέγγιση οι παίκτες μεγάλωναν μαζί, δημιουργούνταν στενοί δεσμοί ανάμεσά τους και αυτό με τη σειρά του καθόριζε το πάθος και το πνεύμα.
Όταν υπέγραψα μόλις ένας παίκτης ήταν κάτω των 24 ετών στην πρώτη ομάδα. Μπορείτε να το φανταστείτε αυτό για έναν σύλλογο όπως η Γιουνάιτεντ; Γνώριζα ότι το να δώσω βάση στις ακαδημίες, θα ταίριαζε στην ιστορία του συλλόγου, ενώ η εμπειρία μου ως προπονητής μου είχε δείξει ότι μπορείς να κερδίσεις τίτλους με παίκτες νεαρούς σε ηλικία και ότι ήταν απόλαυση να δουλεύεις μαζί τους. Έτσι, είχα την αυτοπεποίθηση ότι αν η Γιουνάιτεντ ήθελε να έχει ξανά νόημα, ήταν κρίσιμο τα πάντα να ξεκινήσουν από τις ακαδημίες. Μπορείτε να πείτε ότι ήταν γενναίο, όμως η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς.
Η πρώτη σκέψη του 99% των νέων προπονητών είναι να επιβιώσουν με φιλοσοφία νίκης ανά ματς. Έτσι, συνήθως αγοράζουν έμπειρους παίκτες. Αυτό πολύ απλά συμβαίνει γιατί η βιομηχανία του ποδοσφαίρου είναι βασισμένη στα αποτελέσματα. Σε μερικούς συλλόγους το μόνο που χρειάζεται να απολυθείς είναι να κάνεις τρία συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα. Στο ποδόσφαιρο σήμερα με μία νέα γενιά ιδιοκτητών και τεχνικών διευθυντών δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ένας σύλλογος θα έδειχνε την υπομονή που έδειξε η Γιουνάιτεντ σε μένα, για να την χτίσω σε 4 χρόνια.
Το να νικήσεις ένα ματς είναι κάτι πολύ βραχυπρόθεσμο. Μπορεί να χάσεις το αμέσως επόμενο παιχνίδι. Το να χτίσεις έναν σύλλογο μακροπρόθεσμα φέρνει σταθερότητα. Δεν πρέπει ποτέ να αφήσεις την πρώτη ομάδα από τα μάτια σου, όμως η δουλειά μας στις ακαδημίες οδήγησε σε πάρα πολλές επιτυχίες. Οι νέοι παίκτες έγιναν πραγματικά η ψυχή του συλλόγου.
Πάντα νιώθω περηφάνια όταν βλέπω ότι κάποιος νέος εξελίσσεται και φτάνει μέχρι την πρώτη ομάδα. Η δουλειά του προπονητή, όπως και εκείνη του δασκάλου, είναι να εμπνέει τους ανθρώπους να γίνουν καλύτεροι. Μάθε τους καλύτερη τεχνική, κάνε τους νικητές, κάνε τους καλύτερους ανθρώπους και μπορούν να κάνουν τα πάντα στη ζωή τους. Όταν δίνεις ευκαιρίες σε νεαρούς ανθρώπους, δημιουργείς και αφοσίωση. Πάντα θα θυμούνται ότι εσύ ήσουν ο προπονητής που τους έδωσε την πρώτη ευκαιρία. Μόλις δουν ότι τους εμπιστεύεσαι, θα ακολουθήσουν το δικό σου μονοπάτι. Στην ουσία δημιουργείς την έννοια μίας δεύτερης οικογένειας. Αν τους δώσεις προσοχή και την ευκαιρία να πετύχουν, είναι απίστευτο το πόσο μπορούν να σε εκπλήξουν ευχάριστα».
2. Τόλμησε να ξαναχτίσεις την ομάδα
Ακόμα και σε περιόδους επιτυχίας, ο Φέργκιουσον πάντα έκανε αλλαγές. Έχει δημιουργήσει 5 διαφορετικές ομάδες, που κατέκτησαν το πρωτάθλημα. Οι αποφάσεις του βασίστηκαν στην έννοια του κύκλου, που ένιωθε ότι κλείνει η κάθε ομάδα, και στου κύκλου που ένιωθε ότι έκλεινε για τους παίκτες. «Δεν κοιτάει ποτέ το τώρα. Πάντα κοιτάει στο μέλλον», μας είπε ο Ράιαν Γκιγκς. «Ξέρει πάντα τι πρέπει να αλλάξει. Που πρέπει να υπάρξει ενίσχυση και που ανανέωση».
Η ανάλυσή μας στην πολιτική των μεταγραφών του Φέργκιουσον έδειξε ότι ήταν απόλυτα επιτυχημένη. Ήταν λογικός, συστηματικός και με σωστή τακτική. Την τελευταία του δεκαετία στον σύλλογο η Γιουνάιτεντ είχε ξοδέψει λιγότερα χρήματα για μεταγραφές από τις Τσέλσι, Μάντσεστερ Σίτι και Λίβερπουλ. Ένας από τους λόγους που συνέβη αυτό είναι και οι μεταγραφές νεαρών παικτών. Εκείνοι που αποκτήθηκαν σε ηλικία μικρότερη των 25 ετών έχουν την μερίδα του λέοντος στις μεταγραφές.
Και επειδή η Γιουνάιτεντ ήταν πάντα διατεθειμένη να πουλήσει παίκτες που είχαν ακόμα χρόνια μπροστά τους, τα έσοδα ήταν μεγαλύτερα από τα έξοδα. Στους νεαρούς παίκτες δινόταν χρόνος για να προσαρμοστούν και να πετύχουν, ενώ κάποιοι σημαντικοί βετεράνοι έμεναν στον σύλλογο, για να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση.
Φέργκιουσον: «Χωρίσαμε τους παίκτες σε 3 κατηγορίες: τους παίκτες από 30 ετών και πάνω, εκείνους ανάμεσα στα 23 και στα 30 και τους μικρότερους. Η ιδέα ήταν ότι οι νεότεροι θα εξελίσσονταν, ώστε να φτάσουν στο επίπεδο που είχαν θέσει η προηγούμενοι. Αν και αρκετές φορές προσπάθησα να το διαψεύσω, ο κύκλος μίας επιτυχημένης ομάδας είναι τα 4 χρόνια και μετά θα πρέπει να έρθουν αλλαγές. Έτσι, προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε αυτό το πλάνο. Επειδή ήμουν στην Γιουνάιτεντ για τόσο μεγάλο διάστημα, μπορούσα να κάνω και μακροπρόθεσμα πλάνα, έστω και αν κανένας δεν περίμενε να μείνω για τόσο στον σύλλογο. Ήμουν τυχερός υπό αυτή την έννοια.
Ο στόχος είναι η εξέλιξη να έρχεται βαθμιαία. Κρινόταν κυρίως από δύο πράγματα: ποιος θα ερχόταν από πίσω και σε ποιο επίπεδο υπολογίζαμε να βρίσκεται σε 3 χρόνια και αν υπήρχαν ενδείξεις ότι κάποιοι από τους παίκτες μας μεγάλωναν. Κάποιοι παίκτες αντέχουν περισσότερο, όπως οι Γκιγκς, Σκόουλς και Φέρντιναντ, όμως η ηλικία είναι πάντα ένα ζήτημα. Το πιο δύσκολο είναι να αφήσεις έναν παίκτη, που ήταν πολύ καλό παιδί. Το κριτήριο, όμως, είναι πάντα το γήπεδο. Αν δεις ότι η αλλαγή πρέπει να έρθει, τότε θα πρέπει να αναρωτηθείς πως είναι τα πράγματα μετά από δύο χρόνια».
3. Να έχεις υψηλά στάνταρ
Ο Φέργκιουσον μιλάει παθιασμένα για τις αξίες που ήθελε να περάσει στους παίκτες. Περισσότερο από όλα ήθελε να τους εμπνεύσει ώστε να παλεύουν να γίνονται καλύτεροι και να μην τα παρατάνε ποτέ. Με άλλα λόγια να τους κάνει νικητές.
Η επιθυμία του για νίκη προήλθε και από τις δικές του εμπειρίες ως παίκτης. Μετά από την επιτυχία σε αρκετούς μικρούς συλλόγους στη Σκωτία, υπέγραψε στους Ρέιντζερς, την ομάδα που υποστήριζε από μικρός. Σύντομα, όμως, βρέθηκε εκτός των πλάνων του νέου προπονητή. Άφησε τους Ρέιντζερς μετά από 3 χρόνια και έναν τελικό Κυπέλλου. «Οι αντιξοότητες που έδωσαν αποφασιστικότητα, που διαμόρφωσε το υπόλοιπο της ζωής μου. Δε θα τα παρατούσα ποτέ ξανά», μας είπε ο Φέργκιουσον. Έψαξε, λοιπόν, την ίδια συμπεριφορά και στους παίκτες του. Μετά από λίγα χρόνια αυτή η λογική κυριαρχούσε στην ομάδα. Κανένας δεν δεχόταν να τα παρατήσει.
Φέργκιουσον: «Όλα όσα κάναμε ήταν για να διατηρήσουμε τα στάνταρ, τα οποία είχαμε θέσει ως σύλλογος. Αυτό ίσχυε σε όλα. Στην προετοιμασία, στις ομιλίες, στην τακτική. Ποτέ δεν αφήσαμε για παράδειγμα να διεξαχθεί προπόνηση κατώτερης ποιότητας. Αυτό που βλέπεις στην προπόνηση είναι μικρογραφία αυτού που θα δεις στο γήπεδο. Έτσι, κάθε προπόνηση έπρεπε να είναι «ποιοτική». Δεν επιτρέπαμε σε κανέναν να μην είναι συγκεντρωμένος. Όλα είχαν να κάνουν με την ένταση, τη συγκέντρωση, την ταχύτητα. Αυτό, ελπίζαμε, ότι θα έκανε τους παίκτες μας καλύτερους.
Έπρεπε να ανεβάσουμε τις προσδοκίες από τους παίκτες. Έπρεπε να τα δίνουν όλα. Τους το είχα πει πολλές φορές. Η ενέργεια και η δουλειά που είχα έμοιαζε να βρίσκεται πλέον παντού στον σύλλογο. Πάντα έφτανα πρώτος το πρωί. Αργότερα, πολλοί από τους συνεργάτες του με περίμεναν πριν τις 7 πρωί. Νομίζω ότι καταλάβαιναν γιατί πήγαινα τόσο πρωί. Ήξεραν ότι έχουμε μία δουλειά να κάνουμε. Υπήρχε η αίσθηση «αν μπορεί να το κάνει αυτός, τότε μπορούμε και εμείς».
Πάντα έλεγα στους παίκτες μου ότι το να δουλεύουν σκληρά σε όλη τους τη ζωή είναι ταλέντο. Όμως περίμενα ακόμη περισσότερα από τους παίκτες-αστέρια. Περίμενα από εκείνους να δουλέψουν ακόμη πιο σκληρά. Τους είπα: «Πρέπει να δείχνετε ότι είστε παίκτες κορυφαίου επιπέδου». Και το έκαναν. Οι σούπερσταρ με μεγάλο εγωισμό δεν είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα όσο κάποιοι νομίζουν. Πρέπει να είναι νικητές, γιατί αυτό ικανοποιεί το εγώ τους. Έτσι, θα κάνουν ό,τι χρειάζεται.
Έβλεπα τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Μπέκαμ, τον Γκιγκς, τον Σκόουλς και άλλους να προπονούνται για ώρες. Κάποια στιγμή έπρεπε να τους κυνηγάω. Χτυπούσα το χέρι στο παράθυρο και έλεγα: «έχουμε ματς το Σάββατο!». Όμως εκείνοι ήθελαν να προπονηθούν και άλλο. Είχαν καταλάβει ότι το να είσαι παίκτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά».
4. Ποτέ μα ποτέ μη χάσεις τον έλεγχο
«Δεν μπορείς ποτέ να χάσεις τον έλεγχο. Ειδικά όταν έχεις να κάνεις με 30 top επαγγελματίες εκατομμυριούχους. Και αν κάποιος παίκτης θέλει να αμφισβητήσει την κυριαρχία μου, το αντιμετωπίζω», μας είπε ο Φέργκιουσον. Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι στο να διατηρούνται τα υψηλά στάνταρ ήταν και η επιθυμία του Σκοτσέζου να είναι επιθετικός απέναντι στους παίκτες, που τον αμφισβητούσαν.
Το πρώτο βήμα ήταν το πρόστιμο. Αν συνέχιζαν με τρόπο που μπορεί να έβλαπτε τις εμφανίσεις της ομάδας, τότε τους έδιωχνε. Το 2005 όταν ο Ρόι Κιν έκανε κριτική στους συμπαίκτες του, ο Φέργκιουσον τον τελείωσε. Τον επόμενο χρόνο ο πρώτος, τότε, σκόρερ της Γιουνάιτεντ Ρουντ Φαν Νίστελροϊ, αναφέρθηκε με άσχημο τρόπο στο γεγονός ότι έμενε συχνά στον πάγκο και μετά από λίγο καιρό πουλήθηκε στην Ρεάλ. Το να απαντάς σκληρά σε αυτές τις προκλήσεις είναι ένα κομμάτι. Το να απαντάς γρήγορα, πριν το θέμα ξεφύγει από τον έλεγχό σου, είναι εξίσου σημαντικό.
Φέργκιουσον: «Αν ερχόταν η μέρα που ο προπονητής της Γιουνάιτεντ θα ελεγχόταν από τους παίκτες, τότε δε θα ήταν η Γιουνάιτεντ που ξέρουμε. Πριν υπογράψω στην Γιουνάιτεντ, είπα στον εαυτό μου ότι δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω κανέναν να είναι πιο δυνατός από εμένα. Η προσωπικότητά σου πρέπει να είναι μεγαλύτερη όλων. Είναι ζωτικής σημασίας.
Υπάρχουν καταστάσεις, που θα πρέπει να ρωτήσεις τον εαυτό σου αν κάποιοι παίκτες επηρεάζουν αρνητικά τα αποδυτήρια, την απόδοση ολόκληρης της ομάδας και τον έλεγχό σου πάνω στους υπόλοιπους παίκτες και στο τεχνικό επιτελείο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αν υπάρχουν, θα πρέπει να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα στη ρίζα του. Δεν έχει καμία σημασία αν ο παίκτης είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Η μακροπρόθεσμη εικόνα του συλλόγου είναι πιο σημαντική από τον οποιονδήποτε και ο προπονητής πρέπει να είναι ο πιο σημαντικός στον σύλλογο.
Κάποιες ομάδες στην Αγγλία άλλαξαν προπονητές τόσο συχνά, που οι παίκτες είχαν στο τέλος μεγάλη εξουσία. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Αν ο προπονητής δεν έχει τον έλεγχο, δεν πρόκειται να αντέξει πολύ. Πρέπει να βρεθείς σε θέση ολοκληρωτικού ελέγχου. Οι παίκτες πρέπει να αναγνωρίζουν ότι ο προπονητής ελέγχει τα πάντα. Μπορείς να κάνεις τα πράγματα πολύ περίπλοκα για σένα, όταν αρχίσεις να αναρωτιέσαι: «αρέσω στους παίκτες;». Αν δεν έκανα σωστά τη δουλειά μου, οι παίκτες δε θα με σέβονταν. Αυτό είναι το μοναδικό που χρειάζεσαι.
Έκανα γρήγορες ενέργειες, όταν έβλεπα ότι ένας παίκτες είχε αρνητική επίπτωση στους υπόλοιπους. Κάποιοι μπορούν να πουν ότι το έκανα παρορμητικά, όμως πιστεύω ότι ήταν κρίσιμο οι αποφάσεις να παίρνονται γρήγορα. Γιατί θα έπρεπε να κοιμάμαι έχοντας αμφιβολίες; Θα ξυπνούσα την επόμενη μέρα και θα έπαιρνα τις κατάλληλες αποφάσεις. Είναι σημαντικό να έχει αυτοπεποίθηση στο να υποστηρίζεις την απόφασή σου. Όλα έχουν να κάνουν με τον έλεγχο και την ικανότητά σου να επιβληθείς, όταν οι καταστάσεις το απαιτούν».
5. Το μήνυμα
Όταν έφτανε η ώρα ο Φέργκιουσον να ανακοινώσει τις αποφάσεις του στους παίκτες, προσπαθούσε πολύ σκληρά να επιλέξει την κατάλληλη προσέγγιση και τα κατάλληλα λόγια. Όταν έπρεπε να πει σε έναν παίκτη, που είχε προπονηθεί σωστά, ότι δε θα ξεκινούσε, χρειαζόταν λεπτούς χειρισμούς. «Πάντα το έκανα ιδιαιτέρως. Δεν είναι εύκολο. Έλεγα: Κοίτα, μπορεί να κάνω λάθος – πάντα το έλεγα αυτό – όμως πιστεύω ότι για σήμερα αυτή είναι η σωστή επιλογή για την ομάδα. Προσπαθούσα να τους δώσω αυτοπεποίθηση, λέγοντάς τους ότι είναι για λόγους τακτικής και ότι πιο μεγάλα παιχνίδια έρχονται σύντομα», μας είπε.
Κατά τη διάρκεια των προπονήσεων, ο Φέργκιουσον και οι βοηθοί του έδιναν έμφαση στα θετικά. Και παρότι τα ΜΜΕ συχνά τον περιέγραφαν ως άνθρωπο που λατρεύει τις σκληρές ομιλίες στα ημίχρονα και μετά τους αγώνες, στην πραγματικότητα η προσέγγισή του δεν ήταν μονόπλευρη. «Δεν μπορείς να ουρλιάζεις συνέχεια. Δεν πρόκειται να λειτουργήσει», μας είπε. «Αν χάσεις και ο Σερ Άλεξ πιστεύει ότι έδωσες τον καλύτερό σου εαυτό, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν, όμως, χάσεις με κατεβασμένα τα χέρια, τότε… κάλυψε τα αυτιά σου!», είχε αποκαλύψει ο Άντι Κόουλ.
Φέρκιουσον: «Σε κανέναν δεν αρέσει η κριτική. Λίγοι άνθρωποι τα πηγαίνουν καλύτερα με την κριτική. Οι περισσότεροι χρειάζονται εμψύχωση. Έτσι, προσπαθούσα να δώσω όση εμψύχωση μπορούσα. Για έναν παίκτη, έναν άνθρωπο, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να ακούει: μπράβο. Αυτή η λέξη είναι η καλύτερη στον κόσμο.
Την ίδια στιγμή, όμως, στα αποδυτήρια, θα πρέπει να δείχνεις στους παίκτες και τα λάθη τους. Εκεί είναι που η αυστηρότητα είναι πολύ σημαντική. Το έκανα αμέσως μετά τα παιχνίδια. Δεν περίμενα ποτέ μέχρι τη Δευτέρα. Το έκανα και αμέσως σκεφτόμουν το επόμενο ματς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ασκείς κριτική συνέχεια στους παίκτες.
Γενικά, οι ομιλίες μου πριν τα παιχνίδια ήταν για τις προσδοκίες που είχα από τους παίκτες, την πίστη και την εμπιστοσύνη που είχαμε μεταξύ μας και οι παίκτες μεταξύ τους. Πάντα μου άρεσε να αναφέρομαι στις αρχές της μεσαίας τάξης. Δεν προέρχονταν όλοι οι παίκτες από τη μεσαία τάξη, όμως ίσως από εκεί να προέρχονταν οι πατέρες τους ή οι παππούδες τους. Τους έλεγα ότι το να έχεις ηθική στη δουλειά σου είναι πολύ σημαντικό. Έμοιαζε να τους δημιουργεί περηφάνια. Τους υπενθύμιζα ότι θα πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο, να μην απογοητεύουν τους συμπαίκτες τους, κάτι που βοήθησε πολύ στο να δημιουργήσει χαρακτήρα η ομάδα.
Στα ημίχρονα, έχεις περίπου 8 λεπτά να περάσεις το μήνυμά σου και είναι πολύ σημαντικό να αξιοποιήσεις τέλεια αυτόν τον χρόνο. Όλα είναι πιο εύκολα όταν κερδίζεις. Μπορείς να μιλήσεις για συγκέντρωση και κάποια μικροπράγματα που θέλεις να διορθωθούν. Μου άρεσε να εστιάζομαι στη δική μου ομάδα και στα δικά μας δυνατά σημεία, όμως αν χάνεις θα πρέπει να διορθώσεις πολλά.
Στις προπονήσεις προσπάθησα να χτίσω σπουδαίους αθλητές, που ήταν έξυπνοι τακτικά. Αν η προσέγγισή είναι soft, τότε δεν πρόκειται να τα καταφέρεις. Ο φόβος πρέπει να είναι κομμάτι. Δεν μπορείς, όμως, να είσαι πολύ σκληρός. Αν οι παίκτες ζουν μόνιμα με τον φόβο, τότε δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι το να δείχνεις πάντα τον θυμό σου δεν είναι καλό πράγμα. Πρέπει να επιλέγεις τις στιγμές. Ως προπονητής, πρέπει να παίζεις διάφορους ρόλους σε διάφορες στιγμές. Κάποιες φορές πρέπει να είσαι γιατρός, κάποιες δάσκαλος, κάποιες ακόμη και πατέρας».
6. Προετοιμάσου να νικήσεις
Οι ομάδες του Φέργκιουσον είχαν τη φήμη ότι κέρδιζαν συχνά παιχνίδια στα τελευταία λεπτά. Η δική μας ανάλυση έδειξε ότι στην τελευταία 10ετία του Φέργκιουσον στον πάγκο, η Γιουνάιτεντ είχε καλύτερο ρεκόρ, όταν στο ημίχρονο ήταν ισόπαλη και όταν ήταν ισόπαλη στα τελευταία 15 λεπτά από κάθε άλλη ομάδα της Premier League. Οι ομιλίες στο ημίχρονο και οι αλλαγές στην τακτική κατά τη διάρκεια των αγώνων φυσικά και είχαν επίπτωση στο τελικό αποτέλεσμα, όμως δεν ήταν μόνο αυτό.
Όταν οι ομάδες τους βρίσκονται πίσω στο σκορ στα τελευταία λεπτά, πολλοί προπονητές τείνουν να σπρώχνουν τους παίκτες τους στην επίθεση. Ο Φέρκιουσον, όμως, ήταν ασυνήθιστα επιθετικός και συστηματικός με την προσέγγισή του. Προετοίμαζε την ομάδα του για τη νίκη. Είχε παίκτες που έκαναν συχνά προπόνηση για το πώς χρειαζόταν να παίξουν σε περίπτωση που έμεναν 10, 5 ή 3 λεπτά. «Κάναμε προπόνηση για την περίπτωση που τα πράγματα πήγαιναν άσχημα. Έτσι, ξέραμε πώς να το κάνουμε», μας είπε ένας από τους βοηθούς του Φέργκιουσον.
Οι προπονήσεις της Γιουνάιτεντ εστίαζαν στην επανάληψη των τακτικών. «Κοιτάζουμε τις προπονήσεις ως ευκαιρία για να βελτιωθούμε. Κάποιες φορές οι παίκτες μπορεί να σκεφτούν: Πάμε πάλι τα ίδια. Όμως μας βοηθούσαν να νικήσουμε», είπε ο Φέργκιουσον. Πάντα υπήρχε η λογική «μην τα παρατάς ποτέ». «Το μήνυμα είναι απλό: Δεν πρέπει ποτέ να κάθεσαι ακίνητος σε αυτόν τον σύλλογο», αποκάλυψε ο Σκοτσέζος.
Φέργκιουσον: «Η νίκη είναι στη φύση μου. Περίμενα να κερδίσω κάθε φορές που βγαίναμε στο γήπεδο. Ακόμη και όταν οι περισσότεροι σημαντικοί μας παίκτες ήταν τραυματίες, περίμενα να κερδίσουμε. Ήμουν αισιόδοξος ότι οι παίκτες ήταν έτοιμοι να παίξουν και να κερδίσουν εξαιτίας όλης της προετοιμασίας που είχαμε κάνει.
Παίρνω πάντα ρίσκα. Αν χάναμε στο ημίχρονο, το μήνυμα ήταν απλό: Μην πανικοβάλεστε. Απλά συγκεντρωθείτε στο να κάνουμε τη δουλειά μας. Αν ήμασταν πίσω, ας πούμε με 1-2, με 15’ να απομένουν, ήμουν έτοιμος να πάρω ακόμη μεγαλύτερο ρίσκο. Δεν είχα κανένα πρόβλημα να χάσουμε με 1-3, αν αυτό σήμαινε ότι είχαμε δώσει την ευκαιρία στους εαυτούς μας να πάρουμε την ισοπαλία ή τη νίκη. Έτσι, στα τελευταία 15’, τα παίζαμε όλα για όλα. Βάζαμε ακόμη έναν επιθετικό και προσέχαμε λιγότερο την άμυνα. Ξέραμε ότι αν κερδίζαμε με 3-2, το συναίσθημα θα ήταν φανταστικό. Και αν χάναμε 1-3, ε θα χάναμε ούτως ή άλλως.
Το να έχεις θετική διάθεση και να παίρνεις ρίσκα ήταν το στυλ μας. Ήμασταν έτοιμοι να κερδίσουμε κάθε παιχνίδι. Οι οπαδοί μας το καταλάβαιναν και μας στήριζαν. Ήταν υπέροχο συναίσθημα να μας βλέπεις να παλεύουμε έτσι στα τελευταία λεπτά. Ένας βομβαρδισμός στην αντίπαλη περιοχή, κορμιά παντού, οι παίκτες να τα δίνουν όλα χωρίς φόβο. Φυσικά, μπορεί και να χάσεις στην αντεπίθεση, όμως η χαρά του να νικάς εκεί που νόμιζες ότι αυτό είναι αδύνατο είναι φανταστική.
Νομίζω ότι όλες μου οι ομάδες το είχαν. Δεν τα παρατούσαν ποτέ. Έτσι, ξαφνικά δεν χρειαζόταν να περνάω συνέχεια το μήνυμα. Ήταν εκπληκτικό εκείνο το χαρακτηριστικό και είναι απίστευτο να βλέπεις όλα όσα συνέβαιναν στα τελευταία λεπτά».
7. Να βασίζεσαι στη δύναμη της παρατηρητικότητας
Ο Φέργκιουσον ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα στην μικρή East Stirlingshire το 1974, όταν ήταν 32 ετών. Δεν ήταν και πολύ μεγαλύτερους από τους παίκτες που είχε στη διάθεσή του. Προχωρώντας στις St. Mirren και Aberdeen και στη συνέχεια, μετά τις επιτυχίες με την τελευταία, στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σιγά-σιγά έδωσε εξουσιοδότηση στους βοηθούς του για τη διεξαγωγή των προπονήσεων. Ήταν, όμως, πάντα παρών και παρακολουθούσε. Η αλλαγή ανάμεσα στην προπονητική και στην παρατήρηση, όπως μας είπε, του επέτρεψε να αξιολογεί καλύτερα την απόδοση των παικτών. «Ως προπονητής στο γήπεδο, δεν μπορείς να δεις τίποτα», σχολίασε. Ως παρατηρητής, όμως, μπορείς να δεις τον ρυθμό, την ενέργεια και την εργατικότητα.
Φέργκιουσον: «Η παρατηρητικότητα είναι το τελευταίο κομμάτι της προπονητικής μου δομής. Όταν ξεκίνησα ως προπονητής, βασίστηκα σε διάφορα βασικά: ότι μπορούσα να παίξω καλά, ότι καταλάβαινα τις τεχνικές αρετές που απαιτούνταν για το υψηλότερο επίπεδο, ότι μπορούσα να προπονήσω σωστά, ότι είχα την ικανότητα να παίρνω σωστές αποφάσεις. Ένα απόγευμα στο Αμπερντίν είχα μία συζήτηση με τον βοηθό μου, πίνοντας τσάι.
Μου είπε: δεν ξέρω γιατί με έφερες εδώ. Του απάντησα: τι εννοείς; Και μου απάντησε: Δεν κάνω τίποτα. Δουλεύω με τους μικρούς, όμως είμαι εδώ για να σε βοηθήσω με την προπόνηση της πρώτης ομάδας. Αυτός είναι ο ρόλος του βοηθού. Ένας άλλος μου είπε: Νομίζω ότι έχει δίκαιο αφεντικό. Και έδειξε πως μπορούμε να επωφεληθούμε από το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να κάνω πάντα εγώ την προπόνηση. Αρχικά είπα: Όχι, όχι, όχι. Το σκέφτηκα, όμως, τις επόμενες ημέρες και είπα να το δοκιμάσουμε. Κατά βάθος ήξερα ότι ήταν σωστό. Έτσι, άφησα σε εκείνους την προπόνηση και ήταν το καλύτερο πράγμα που έκανα.
Δεν παρέδωσα τον έλεγχο. Η παρουσία μου και η ικανότητα επίβλεψης ήταν πάντα εκεί, ενώ όσα βλέπεις είναι πολύτιμα. Άρχισα να βλέπω περισσότερες λεπτομέρειες. Βλέποντας την αλλαγή στις συνήθειες ενός παίκτη ή την πτώση του ενθουσιασμού του μου επέτρεψαν να ασχοληθώ περισσότερο μαζί του. Έχει προβλήματα στην οικογένεια; Έχει οικονομικά προβλήματα; Είναι κουρασμένος; Σε τι διάθεση είναι; Κάποιες φορές μπορούσα να καταλάβω αν ένας παίκτης είναι τραυματίας, τη στιγμή που εκείνος νόμιζε ότι είναι μια χαρά!
Δε νομίζω ότι πολλοί άνθρωποι εκτιμούν τη δύναμη της παρατήρησης. Η ικανότητα να εντοπίζεις μικροπράγματα είναι κλειδί για την επιτυχία. Ή μάλλον, η ικανότητα να εντοπίζεις πράγματα που δεν περίμενες να δεις».
8. Μη σταματάς να προσαρμόζεσαι
Στα χρόνια του Φέργκιουσον στη Γιουνάιτεντ ο κόσμος του ποδοσφαίρου άλλαξε δραματικά. Από τα οικονομικά μέχρι και την επιστήμη. Η προσαρμογή στην αλλαγή δεν είναι ποτέ εύκολη. Η επιθυμία του Φέργκιουσον, όμως, για αλλαγή είναι παντού. «Έδειξε τεράστια ικανότητα προσαρμογής με το παιχνίδι να αλλάζει», μας είχε πει ο Ντέιβιντ Τζιλ.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο Φέργκιουσον έγινε ο πρώτος προπονητής που παρέταξε την ομάδα του με πολλούς νεαρούς παίκτες στο League Cup, κάτι που αρχικά προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των υπόλοιπων ομάδων της πρώτης κατηγορίας. Έγινε επίσης ο πρώτος που άφησε 4 επιθετικούς παγκόσμιας κλάσης να παλεύουν στην ίδια σεζόν για 2 θέσεις, κάτι που οδήγησε στην επιτυχία του Τρεμπλ.
Εκτός γηπέδου ο Φέργκιουσον αύξησε τα μέλη του τιμ του και προσέλαβε μία ομάδα επιστημόνων, για να υποστηρίξουν τους προπονητές. Ακολουθώντας τις εισηγήσεις τους, ίδρυσε τις αίθουσες «Vitamin D» στις προπονητικές εγκαταστάσεις, προκειμένου οι παίκτες να μην αισθάνονται και τόσο την έλλειψη του ήλιου στο Μάντσεστερ και η χρησιμοποίηση GPS στην προπόνηση, προκειμένου η ανάλυση να είναι έτοιμη 20 λεπτά μετά το τέλος της.
Η Γιουνάιτεντ προσέλαβε μέχρι και δάσκαλο γιόγκα για δύο φορές την εβδομάδα, ενώ κατασκευάστηκε και ολόκληρο ιατρικό κέντρο εντός των προπονητικών εγκαταστάσεων, ώστε τα πάντα να γίνονται γρήγορα και επί τόπου, όπως επίσης και με διακριτικότητα.
Φέργκιουσον: «Όταν ξεκίνησα, δεν υπήρχαν ατζέντηδες και αν και τα παιχνίδια προβάλλονταν από την τηλεόραση, τα ΜΜΕ δεν ανύψωναν τους παίκτες στα επίπεδα των σταρ του κινηματογράφου, αναζητώντας συνεχώς ιστορίες τους. Τα στάδια βελτιώθηκαν, οι αγωνιστικοί χώροι είναι πλέον σε τέλεια κατάσταση και η επιστήμη των σπορ έχει μεγάλη σημασία.
Ιδιοκτήτες από την Ρωσία, τη Μέση Ανατολή και άλλες περιοχές έχουν ρίξει πάρα πολλά χρήματα στο παιχνίδι, βάζοντας πίεση στους προπονητές. Και η ζωή των παικτών έχει αλλάξει σε τέτοιο σημείο, που είναι πολύ πιο «εύθραυστοι» από ό,τι ήταν πριν από 27 χρόνια.
Ένα από τα πράγματα που έκανα καλά ήταν η διαχείριση της αλλαγής. Πιστεύω ότι ο μοναδικός τρόπος να την κοντρολάρεις είναι να την αποδεχθείς. Πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη ότι οι συνεργάτες σου θα κάνουν σωστά τη δουλειά. Δεν υπάρχει λόγος να τους προσλαμβάνεις, αν είναι να τους λες συνεχώς τι πρέπει να κάνουν. Το πιο σημαντικό είναι να μη μένεις στάσιμος. Πριν από λίγα χρόνια είχα πει στον Ντέιβιντ Τζιλ: Ο μοναδικός τρόπος να κρατήσουμε τους παίκτες στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι να έχουμε το κορυφαίο προπονητικό κέντρο στην Ευρώπη. Τότε ήταν που ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε και το ιατρικό κέντρο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι με τις δικές μου επιτυχίες δεν ψάχνουν την αλλαγή. Όμως εγώ ένιωθα ότι δε με παίρνει να μην αλλάξω. Έπρεπε να παραμείνουμε επιτυχημένοι και έψαχνα πάντα τρόπους να εξελιχθούμε. Συνέχιζα να δουλεύω σκληρά. Πάντα αντιμετώπιζα την κάθε επιτυχία σαν να ήταν η πρώτη μου. Δουλειά μου ήταν να μας δώσω τις καλύτερες πιθανότητες νίκης. Αυτό με οδήγησε και με έφτασε εκεί που με έφτασε».
Με αφορμή τα 73 χρόνια από τη γέννηση του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, που δεν άλλαξε μόνο την ιστορία της Γιουνάιτεντ, αλλά και του αγγλικού ποδοσφαίρου το FourFourTwo του gazzetta.gr σας παρουσιάζει την έρευνα-εργασία της Anita Elberse, που προσπαθεί να εξηγήσει τις αρχές της μακροχρόνιας επιτυχίας, για λογαριασμό του Χάρβαρντ, στο οποίο πλέον ο Σκοτσέζος είναι λέκτορας.
«Ο Στιβ Τζομπς ήταν η Apple, ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», είπε ο Ντέιβιντ Τζιλ στην Anita Elberse και στον μαθητή της Tom Dye. Οι δυο τους παρακολούθησαν ολόκληρη την τελευταία σεζόν του μεγάλου Σκοτσέζου στην Αγγλία. Είδαν ματς, παρακολούθησαν προπονήσεις και ομιλίες του, μίλησαν με τον ίδιο και πολλούς ακόμη στον σύλλογο, παρουσιάζοντας όλα αυτά που έκαναν τον ίδιο και τις ομάδες του επιτυχημένους.
1. Ξεκίνα να θέτεις τα θεμέλια
Με την έλευσή του στο Μάντσεστερ το 1986 ο Φέργκιουσον ξεκίνησε το χτίσιμο των ακαδημιών της Γιουνάιτεντ με βάση μακροπρόθεσμο πλάνο. Δημιούργησε δύο νέα «κέντρα αριστείας» για νέους παίκτες, ακόμη και 9 ετών, ενώ ξεκίνησε να προσλαμβάνει νέους scouts, προκειμένου να βρουν τους καλύτερους σε μικρές ηλικίες. Η πιο γνωστή τους εισήγηση και μεταγραφή ήταν ο Ντέιβιντ Μπέκαμ, όμως δεν ήταν ο μοναδικός.
Η μεγαλύτερη προσωπικότητα έμελλε να είναι ο Ράιαν Γκιγκς, τον οποίο παρακολούθησε ο ίδιος ο Φέγκιουσον το 1986, όταν ο Ουαλός ήταν μόλις 13 ετών. Έπαιξε στην Γιουνάιτεντ μέχρι τα 39 του, εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους Βρετανούς όλων των εποχών και πλέον κάθεται στον πάγκο των κόκκινων διαβόλων δίπλα στον Λουίς Φαν Χάαλ. Οι δυο τους ήταν από τους παίκτες, που μαζί με τον Φέργκιουσον καθόρισαν τη μοντέρνα ταυτότητα του συλλόγου.
Το στοίχημα ήταν μεγάλο. Η λογική της εποχής ήταν άλλη και καταγράφεται απόλυτα στο σχόλιο ενός γνωστού παρουσιαστή της εποχής: «δεν μπορείς να κερδίσεις τίποτα με παιδιά». Ο Φέργκιουσον προσέγγισε την διαδικασία συστηματικά. Μιλάει για τη διαφορά ανάμεσα στο να χτίσεις μία ομάδα, που είναι κάτι στο οποίο επικεντρώνονται οι περισσότεροι προπονητές, και στο να χτίσεις τις δομές ενός ολόκληρου συλλόγου.
Φέργκιουσον: «Από τη στιγμή που πήγα στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σκεφτόμουν μόνο ένα πράγμα: να χτίσω έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο. Ήθελα να ξεκινήσω τα πάντα από την αρχή. Ήθελα να δημιουργήσω μία συνέχεια για στελεχώνω την πρώτη ομάδα. Με αυτή την προσέγγιση οι παίκτες μεγάλωναν μαζί, δημιουργούνταν στενοί δεσμοί ανάμεσά τους και αυτό με τη σειρά του καθόριζε το πάθος και το πνεύμα.
Όταν υπέγραψα μόλις ένας παίκτης ήταν κάτω των 24 ετών στην πρώτη ομάδα. Μπορείτε να το φανταστείτε αυτό για έναν σύλλογο όπως η Γιουνάιτεντ; Γνώριζα ότι το να δώσω βάση στις ακαδημίες, θα ταίριαζε στην ιστορία του συλλόγου, ενώ η εμπειρία μου ως προπονητής μου είχε δείξει ότι μπορείς να κερδίσεις τίτλους με παίκτες νεαρούς σε ηλικία και ότι ήταν απόλαυση να δουλεύεις μαζί τους. Έτσι, είχα την αυτοπεποίθηση ότι αν η Γιουνάιτεντ ήθελε να έχει ξανά νόημα, ήταν κρίσιμο τα πάντα να ξεκινήσουν από τις ακαδημίες. Μπορείτε να πείτε ότι ήταν γενναίο, όμως η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς.
Η πρώτη σκέψη του 99% των νέων προπονητών είναι να επιβιώσουν με φιλοσοφία νίκης ανά ματς. Έτσι, συνήθως αγοράζουν έμπειρους παίκτες. Αυτό πολύ απλά συμβαίνει γιατί η βιομηχανία του ποδοσφαίρου είναι βασισμένη στα αποτελέσματα. Σε μερικούς συλλόγους το μόνο που χρειάζεται να απολυθείς είναι να κάνεις τρία συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα. Στο ποδόσφαιρο σήμερα με μία νέα γενιά ιδιοκτητών και τεχνικών διευθυντών δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ένας σύλλογος θα έδειχνε την υπομονή που έδειξε η Γιουνάιτεντ σε μένα, για να την χτίσω σε 4 χρόνια.
Το να νικήσεις ένα ματς είναι κάτι πολύ βραχυπρόθεσμο. Μπορεί να χάσεις το αμέσως επόμενο παιχνίδι. Το να χτίσεις έναν σύλλογο μακροπρόθεσμα φέρνει σταθερότητα. Δεν πρέπει ποτέ να αφήσεις την πρώτη ομάδα από τα μάτια σου, όμως η δουλειά μας στις ακαδημίες οδήγησε σε πάρα πολλές επιτυχίες. Οι νέοι παίκτες έγιναν πραγματικά η ψυχή του συλλόγου.
Πάντα νιώθω περηφάνια όταν βλέπω ότι κάποιος νέος εξελίσσεται και φτάνει μέχρι την πρώτη ομάδα. Η δουλειά του προπονητή, όπως και εκείνη του δασκάλου, είναι να εμπνέει τους ανθρώπους να γίνουν καλύτεροι. Μάθε τους καλύτερη τεχνική, κάνε τους νικητές, κάνε τους καλύτερους ανθρώπους και μπορούν να κάνουν τα πάντα στη ζωή τους. Όταν δίνεις ευκαιρίες σε νεαρούς ανθρώπους, δημιουργείς και αφοσίωση. Πάντα θα θυμούνται ότι εσύ ήσουν ο προπονητής που τους έδωσε την πρώτη ευκαιρία. Μόλις δουν ότι τους εμπιστεύεσαι, θα ακολουθήσουν το δικό σου μονοπάτι. Στην ουσία δημιουργείς την έννοια μίας δεύτερης οικογένειας. Αν τους δώσεις προσοχή και την ευκαιρία να πετύχουν, είναι απίστευτο το πόσο μπορούν να σε εκπλήξουν ευχάριστα».
2. Τόλμησε να ξαναχτίσεις την ομάδα
Ακόμα και σε περιόδους επιτυχίας, ο Φέργκιουσον πάντα έκανε αλλαγές. Έχει δημιουργήσει 5 διαφορετικές ομάδες, που κατέκτησαν το πρωτάθλημα. Οι αποφάσεις του βασίστηκαν στην έννοια του κύκλου, που ένιωθε ότι κλείνει η κάθε ομάδα, και στου κύκλου που ένιωθε ότι έκλεινε για τους παίκτες. «Δεν κοιτάει ποτέ το τώρα. Πάντα κοιτάει στο μέλλον», μας είπε ο Ράιαν Γκιγκς. «Ξέρει πάντα τι πρέπει να αλλάξει. Που πρέπει να υπάρξει ενίσχυση και που ανανέωση».
Η ανάλυσή μας στην πολιτική των μεταγραφών του Φέργκιουσον έδειξε ότι ήταν απόλυτα επιτυχημένη. Ήταν λογικός, συστηματικός και με σωστή τακτική. Την τελευταία του δεκαετία στον σύλλογο η Γιουνάιτεντ είχε ξοδέψει λιγότερα χρήματα για μεταγραφές από τις Τσέλσι, Μάντσεστερ Σίτι και Λίβερπουλ. Ένας από τους λόγους που συνέβη αυτό είναι και οι μεταγραφές νεαρών παικτών. Εκείνοι που αποκτήθηκαν σε ηλικία μικρότερη των 25 ετών έχουν την μερίδα του λέοντος στις μεταγραφές.
Και επειδή η Γιουνάιτεντ ήταν πάντα διατεθειμένη να πουλήσει παίκτες που είχαν ακόμα χρόνια μπροστά τους, τα έσοδα ήταν μεγαλύτερα από τα έξοδα. Στους νεαρούς παίκτες δινόταν χρόνος για να προσαρμοστούν και να πετύχουν, ενώ κάποιοι σημαντικοί βετεράνοι έμεναν στον σύλλογο, για να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση.
Φέργκιουσον: «Χωρίσαμε τους παίκτες σε 3 κατηγορίες: τους παίκτες από 30 ετών και πάνω, εκείνους ανάμεσα στα 23 και στα 30 και τους μικρότερους. Η ιδέα ήταν ότι οι νεότεροι θα εξελίσσονταν, ώστε να φτάσουν στο επίπεδο που είχαν θέσει η προηγούμενοι. Αν και αρκετές φορές προσπάθησα να το διαψεύσω, ο κύκλος μίας επιτυχημένης ομάδας είναι τα 4 χρόνια και μετά θα πρέπει να έρθουν αλλαγές. Έτσι, προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε αυτό το πλάνο. Επειδή ήμουν στην Γιουνάιτεντ για τόσο μεγάλο διάστημα, μπορούσα να κάνω και μακροπρόθεσμα πλάνα, έστω και αν κανένας δεν περίμενε να μείνω για τόσο στον σύλλογο. Ήμουν τυχερός υπό αυτή την έννοια.
Ο στόχος είναι η εξέλιξη να έρχεται βαθμιαία. Κρινόταν κυρίως από δύο πράγματα: ποιος θα ερχόταν από πίσω και σε ποιο επίπεδο υπολογίζαμε να βρίσκεται σε 3 χρόνια και αν υπήρχαν ενδείξεις ότι κάποιοι από τους παίκτες μας μεγάλωναν. Κάποιοι παίκτες αντέχουν περισσότερο, όπως οι Γκιγκς, Σκόουλς και Φέρντιναντ, όμως η ηλικία είναι πάντα ένα ζήτημα. Το πιο δύσκολο είναι να αφήσεις έναν παίκτη, που ήταν πολύ καλό παιδί. Το κριτήριο, όμως, είναι πάντα το γήπεδο. Αν δεις ότι η αλλαγή πρέπει να έρθει, τότε θα πρέπει να αναρωτηθείς πως είναι τα πράγματα μετά από δύο χρόνια».
3. Να έχεις υψηλά στάνταρ
Ο Φέργκιουσον μιλάει παθιασμένα για τις αξίες που ήθελε να περάσει στους παίκτες. Περισσότερο από όλα ήθελε να τους εμπνεύσει ώστε να παλεύουν να γίνονται καλύτεροι και να μην τα παρατάνε ποτέ. Με άλλα λόγια να τους κάνει νικητές.
Η επιθυμία του για νίκη προήλθε και από τις δικές του εμπειρίες ως παίκτης. Μετά από την επιτυχία σε αρκετούς μικρούς συλλόγους στη Σκωτία, υπέγραψε στους Ρέιντζερς, την ομάδα που υποστήριζε από μικρός. Σύντομα, όμως, βρέθηκε εκτός των πλάνων του νέου προπονητή. Άφησε τους Ρέιντζερς μετά από 3 χρόνια και έναν τελικό Κυπέλλου. «Οι αντιξοότητες που έδωσαν αποφασιστικότητα, που διαμόρφωσε το υπόλοιπο της ζωής μου. Δε θα τα παρατούσα ποτέ ξανά», μας είπε ο Φέργκιουσον. Έψαξε, λοιπόν, την ίδια συμπεριφορά και στους παίκτες του. Μετά από λίγα χρόνια αυτή η λογική κυριαρχούσε στην ομάδα. Κανένας δεν δεχόταν να τα παρατήσει.
Φέργκιουσον: «Όλα όσα κάναμε ήταν για να διατηρήσουμε τα στάνταρ, τα οποία είχαμε θέσει ως σύλλογος. Αυτό ίσχυε σε όλα. Στην προετοιμασία, στις ομιλίες, στην τακτική. Ποτέ δεν αφήσαμε για παράδειγμα να διεξαχθεί προπόνηση κατώτερης ποιότητας. Αυτό που βλέπεις στην προπόνηση είναι μικρογραφία αυτού που θα δεις στο γήπεδο. Έτσι, κάθε προπόνηση έπρεπε να είναι «ποιοτική». Δεν επιτρέπαμε σε κανέναν να μην είναι συγκεντρωμένος. Όλα είχαν να κάνουν με την ένταση, τη συγκέντρωση, την ταχύτητα. Αυτό, ελπίζαμε, ότι θα έκανε τους παίκτες μας καλύτερους.
Έπρεπε να ανεβάσουμε τις προσδοκίες από τους παίκτες. Έπρεπε να τα δίνουν όλα. Τους το είχα πει πολλές φορές. Η ενέργεια και η δουλειά που είχα έμοιαζε να βρίσκεται πλέον παντού στον σύλλογο. Πάντα έφτανα πρώτος το πρωί. Αργότερα, πολλοί από τους συνεργάτες του με περίμεναν πριν τις 7 πρωί. Νομίζω ότι καταλάβαιναν γιατί πήγαινα τόσο πρωί. Ήξεραν ότι έχουμε μία δουλειά να κάνουμε. Υπήρχε η αίσθηση «αν μπορεί να το κάνει αυτός, τότε μπορούμε και εμείς».
Πάντα έλεγα στους παίκτες μου ότι το να δουλεύουν σκληρά σε όλη τους τη ζωή είναι ταλέντο. Όμως περίμενα ακόμη περισσότερα από τους παίκτες-αστέρια. Περίμενα από εκείνους να δουλέψουν ακόμη πιο σκληρά. Τους είπα: «Πρέπει να δείχνετε ότι είστε παίκτες κορυφαίου επιπέδου». Και το έκαναν. Οι σούπερσταρ με μεγάλο εγωισμό δεν είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα όσο κάποιοι νομίζουν. Πρέπει να είναι νικητές, γιατί αυτό ικανοποιεί το εγώ τους. Έτσι, θα κάνουν ό,τι χρειάζεται.
Έβλεπα τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τον Μπέκαμ, τον Γκιγκς, τον Σκόουλς και άλλους να προπονούνται για ώρες. Κάποια στιγμή έπρεπε να τους κυνηγάω. Χτυπούσα το χέρι στο παράθυρο και έλεγα: «έχουμε ματς το Σάββατο!». Όμως εκείνοι ήθελαν να προπονηθούν και άλλο. Είχαν καταλάβει ότι το να είσαι παίκτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά».
4. Ποτέ μα ποτέ μη χάσεις τον έλεγχο
«Δεν μπορείς ποτέ να χάσεις τον έλεγχο. Ειδικά όταν έχεις να κάνεις με 30 top επαγγελματίες εκατομμυριούχους. Και αν κάποιος παίκτης θέλει να αμφισβητήσει την κυριαρχία μου, το αντιμετωπίζω», μας είπε ο Φέργκιουσον. Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι στο να διατηρούνται τα υψηλά στάνταρ ήταν και η επιθυμία του Σκοτσέζου να είναι επιθετικός απέναντι στους παίκτες, που τον αμφισβητούσαν.
Το πρώτο βήμα ήταν το πρόστιμο. Αν συνέχιζαν με τρόπο που μπορεί να έβλαπτε τις εμφανίσεις της ομάδας, τότε τους έδιωχνε. Το 2005 όταν ο Ρόι Κιν έκανε κριτική στους συμπαίκτες του, ο Φέργκιουσον τον τελείωσε. Τον επόμενο χρόνο ο πρώτος, τότε, σκόρερ της Γιουνάιτεντ Ρουντ Φαν Νίστελροϊ, αναφέρθηκε με άσχημο τρόπο στο γεγονός ότι έμενε συχνά στον πάγκο και μετά από λίγο καιρό πουλήθηκε στην Ρεάλ. Το να απαντάς σκληρά σε αυτές τις προκλήσεις είναι ένα κομμάτι. Το να απαντάς γρήγορα, πριν το θέμα ξεφύγει από τον έλεγχό σου, είναι εξίσου σημαντικό.
Φέργκιουσον: «Αν ερχόταν η μέρα που ο προπονητής της Γιουνάιτεντ θα ελεγχόταν από τους παίκτες, τότε δε θα ήταν η Γιουνάιτεντ που ξέρουμε. Πριν υπογράψω στην Γιουνάιτεντ, είπα στον εαυτό μου ότι δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω κανέναν να είναι πιο δυνατός από εμένα. Η προσωπικότητά σου πρέπει να είναι μεγαλύτερη όλων. Είναι ζωτικής σημασίας.
Υπάρχουν καταστάσεις, που θα πρέπει να ρωτήσεις τον εαυτό σου αν κάποιοι παίκτες επηρεάζουν αρνητικά τα αποδυτήρια, την απόδοση ολόκληρης της ομάδας και τον έλεγχό σου πάνω στους υπόλοιπους παίκτες και στο τεχνικό επιτελείο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αν υπάρχουν, θα πρέπει να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα στη ρίζα του. Δεν έχει καμία σημασία αν ο παίκτης είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Η μακροπρόθεσμη εικόνα του συλλόγου είναι πιο σημαντική από τον οποιονδήποτε και ο προπονητής πρέπει να είναι ο πιο σημαντικός στον σύλλογο.
Κάποιες ομάδες στην Αγγλία άλλαξαν προπονητές τόσο συχνά, που οι παίκτες είχαν στο τέλος μεγάλη εξουσία. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Αν ο προπονητής δεν έχει τον έλεγχο, δεν πρόκειται να αντέξει πολύ. Πρέπει να βρεθείς σε θέση ολοκληρωτικού ελέγχου. Οι παίκτες πρέπει να αναγνωρίζουν ότι ο προπονητής ελέγχει τα πάντα. Μπορείς να κάνεις τα πράγματα πολύ περίπλοκα για σένα, όταν αρχίσεις να αναρωτιέσαι: «αρέσω στους παίκτες;». Αν δεν έκανα σωστά τη δουλειά μου, οι παίκτες δε θα με σέβονταν. Αυτό είναι το μοναδικό που χρειάζεσαι.
Έκανα γρήγορες ενέργειες, όταν έβλεπα ότι ένας παίκτες είχε αρνητική επίπτωση στους υπόλοιπους. Κάποιοι μπορούν να πουν ότι το έκανα παρορμητικά, όμως πιστεύω ότι ήταν κρίσιμο οι αποφάσεις να παίρνονται γρήγορα. Γιατί θα έπρεπε να κοιμάμαι έχοντας αμφιβολίες; Θα ξυπνούσα την επόμενη μέρα και θα έπαιρνα τις κατάλληλες αποφάσεις. Είναι σημαντικό να έχει αυτοπεποίθηση στο να υποστηρίζεις την απόφασή σου. Όλα έχουν να κάνουν με τον έλεγχο και την ικανότητά σου να επιβληθείς, όταν οι καταστάσεις το απαιτούν».
5. Το μήνυμα
Όταν έφτανε η ώρα ο Φέργκιουσον να ανακοινώσει τις αποφάσεις του στους παίκτες, προσπαθούσε πολύ σκληρά να επιλέξει την κατάλληλη προσέγγιση και τα κατάλληλα λόγια. Όταν έπρεπε να πει σε έναν παίκτη, που είχε προπονηθεί σωστά, ότι δε θα ξεκινούσε, χρειαζόταν λεπτούς χειρισμούς. «Πάντα το έκανα ιδιαιτέρως. Δεν είναι εύκολο. Έλεγα: Κοίτα, μπορεί να κάνω λάθος – πάντα το έλεγα αυτό – όμως πιστεύω ότι για σήμερα αυτή είναι η σωστή επιλογή για την ομάδα. Προσπαθούσα να τους δώσω αυτοπεποίθηση, λέγοντάς τους ότι είναι για λόγους τακτικής και ότι πιο μεγάλα παιχνίδια έρχονται σύντομα», μας είπε.
Κατά τη διάρκεια των προπονήσεων, ο Φέργκιουσον και οι βοηθοί του έδιναν έμφαση στα θετικά. Και παρότι τα ΜΜΕ συχνά τον περιέγραφαν ως άνθρωπο που λατρεύει τις σκληρές ομιλίες στα ημίχρονα και μετά τους αγώνες, στην πραγματικότητα η προσέγγισή του δεν ήταν μονόπλευρη. «Δεν μπορείς να ουρλιάζεις συνέχεια. Δεν πρόκειται να λειτουργήσει», μας είπε. «Αν χάσεις και ο Σερ Άλεξ πιστεύει ότι έδωσες τον καλύτερό σου εαυτό, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν, όμως, χάσεις με κατεβασμένα τα χέρια, τότε… κάλυψε τα αυτιά σου!», είχε αποκαλύψει ο Άντι Κόουλ.
Φέρκιουσον: «Σε κανέναν δεν αρέσει η κριτική. Λίγοι άνθρωποι τα πηγαίνουν καλύτερα με την κριτική. Οι περισσότεροι χρειάζονται εμψύχωση. Έτσι, προσπαθούσα να δώσω όση εμψύχωση μπορούσα. Για έναν παίκτη, έναν άνθρωπο, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να ακούει: μπράβο. Αυτή η λέξη είναι η καλύτερη στον κόσμο.
Την ίδια στιγμή, όμως, στα αποδυτήρια, θα πρέπει να δείχνεις στους παίκτες και τα λάθη τους. Εκεί είναι που η αυστηρότητα είναι πολύ σημαντική. Το έκανα αμέσως μετά τα παιχνίδια. Δεν περίμενα ποτέ μέχρι τη Δευτέρα. Το έκανα και αμέσως σκεφτόμουν το επόμενο ματς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ασκείς κριτική συνέχεια στους παίκτες.
Γενικά, οι ομιλίες μου πριν τα παιχνίδια ήταν για τις προσδοκίες που είχα από τους παίκτες, την πίστη και την εμπιστοσύνη που είχαμε μεταξύ μας και οι παίκτες μεταξύ τους. Πάντα μου άρεσε να αναφέρομαι στις αρχές της μεσαίας τάξης. Δεν προέρχονταν όλοι οι παίκτες από τη μεσαία τάξη, όμως ίσως από εκεί να προέρχονταν οι πατέρες τους ή οι παππούδες τους. Τους έλεγα ότι το να έχεις ηθική στη δουλειά σου είναι πολύ σημαντικό. Έμοιαζε να τους δημιουργεί περηφάνια. Τους υπενθύμιζα ότι θα πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο, να μην απογοητεύουν τους συμπαίκτες τους, κάτι που βοήθησε πολύ στο να δημιουργήσει χαρακτήρα η ομάδα.
Στα ημίχρονα, έχεις περίπου 8 λεπτά να περάσεις το μήνυμά σου και είναι πολύ σημαντικό να αξιοποιήσεις τέλεια αυτόν τον χρόνο. Όλα είναι πιο εύκολα όταν κερδίζεις. Μπορείς να μιλήσεις για συγκέντρωση και κάποια μικροπράγματα που θέλεις να διορθωθούν. Μου άρεσε να εστιάζομαι στη δική μου ομάδα και στα δικά μας δυνατά σημεία, όμως αν χάνεις θα πρέπει να διορθώσεις πολλά.
Στις προπονήσεις προσπάθησα να χτίσω σπουδαίους αθλητές, που ήταν έξυπνοι τακτικά. Αν η προσέγγισή είναι soft, τότε δεν πρόκειται να τα καταφέρεις. Ο φόβος πρέπει να είναι κομμάτι. Δεν μπορείς, όμως, να είσαι πολύ σκληρός. Αν οι παίκτες ζουν μόνιμα με τον φόβο, τότε δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι το να δείχνεις πάντα τον θυμό σου δεν είναι καλό πράγμα. Πρέπει να επιλέγεις τις στιγμές. Ως προπονητής, πρέπει να παίζεις διάφορους ρόλους σε διάφορες στιγμές. Κάποιες φορές πρέπει να είσαι γιατρός, κάποιες δάσκαλος, κάποιες ακόμη και πατέρας».
6. Προετοιμάσου να νικήσεις
Οι ομάδες του Φέργκιουσον είχαν τη φήμη ότι κέρδιζαν συχνά παιχνίδια στα τελευταία λεπτά. Η δική μας ανάλυση έδειξε ότι στην τελευταία 10ετία του Φέργκιουσον στον πάγκο, η Γιουνάιτεντ είχε καλύτερο ρεκόρ, όταν στο ημίχρονο ήταν ισόπαλη και όταν ήταν ισόπαλη στα τελευταία 15 λεπτά από κάθε άλλη ομάδα της Premier League. Οι ομιλίες στο ημίχρονο και οι αλλαγές στην τακτική κατά τη διάρκεια των αγώνων φυσικά και είχαν επίπτωση στο τελικό αποτέλεσμα, όμως δεν ήταν μόνο αυτό.
Όταν οι ομάδες τους βρίσκονται πίσω στο σκορ στα τελευταία λεπτά, πολλοί προπονητές τείνουν να σπρώχνουν τους παίκτες τους στην επίθεση. Ο Φέρκιουσον, όμως, ήταν ασυνήθιστα επιθετικός και συστηματικός με την προσέγγισή του. Προετοίμαζε την ομάδα του για τη νίκη. Είχε παίκτες που έκαναν συχνά προπόνηση για το πώς χρειαζόταν να παίξουν σε περίπτωση που έμεναν 10, 5 ή 3 λεπτά. «Κάναμε προπόνηση για την περίπτωση που τα πράγματα πήγαιναν άσχημα. Έτσι, ξέραμε πώς να το κάνουμε», μας είπε ένας από τους βοηθούς του Φέργκιουσον.
Οι προπονήσεις της Γιουνάιτεντ εστίαζαν στην επανάληψη των τακτικών. «Κοιτάζουμε τις προπονήσεις ως ευκαιρία για να βελτιωθούμε. Κάποιες φορές οι παίκτες μπορεί να σκεφτούν: Πάμε πάλι τα ίδια. Όμως μας βοηθούσαν να νικήσουμε», είπε ο Φέργκιουσον. Πάντα υπήρχε η λογική «μην τα παρατάς ποτέ». «Το μήνυμα είναι απλό: Δεν πρέπει ποτέ να κάθεσαι ακίνητος σε αυτόν τον σύλλογο», αποκάλυψε ο Σκοτσέζος.
Φέργκιουσον: «Η νίκη είναι στη φύση μου. Περίμενα να κερδίσω κάθε φορές που βγαίναμε στο γήπεδο. Ακόμη και όταν οι περισσότεροι σημαντικοί μας παίκτες ήταν τραυματίες, περίμενα να κερδίσουμε. Ήμουν αισιόδοξος ότι οι παίκτες ήταν έτοιμοι να παίξουν και να κερδίσουν εξαιτίας όλης της προετοιμασίας που είχαμε κάνει.
Παίρνω πάντα ρίσκα. Αν χάναμε στο ημίχρονο, το μήνυμα ήταν απλό: Μην πανικοβάλεστε. Απλά συγκεντρωθείτε στο να κάνουμε τη δουλειά μας. Αν ήμασταν πίσω, ας πούμε με 1-2, με 15’ να απομένουν, ήμουν έτοιμος να πάρω ακόμη μεγαλύτερο ρίσκο. Δεν είχα κανένα πρόβλημα να χάσουμε με 1-3, αν αυτό σήμαινε ότι είχαμε δώσει την ευκαιρία στους εαυτούς μας να πάρουμε την ισοπαλία ή τη νίκη. Έτσι, στα τελευταία 15’, τα παίζαμε όλα για όλα. Βάζαμε ακόμη έναν επιθετικό και προσέχαμε λιγότερο την άμυνα. Ξέραμε ότι αν κερδίζαμε με 3-2, το συναίσθημα θα ήταν φανταστικό. Και αν χάναμε 1-3, ε θα χάναμε ούτως ή άλλως.
Το να έχεις θετική διάθεση και να παίρνεις ρίσκα ήταν το στυλ μας. Ήμασταν έτοιμοι να κερδίσουμε κάθε παιχνίδι. Οι οπαδοί μας το καταλάβαιναν και μας στήριζαν. Ήταν υπέροχο συναίσθημα να μας βλέπεις να παλεύουμε έτσι στα τελευταία λεπτά. Ένας βομβαρδισμός στην αντίπαλη περιοχή, κορμιά παντού, οι παίκτες να τα δίνουν όλα χωρίς φόβο. Φυσικά, μπορεί και να χάσεις στην αντεπίθεση, όμως η χαρά του να νικάς εκεί που νόμιζες ότι αυτό είναι αδύνατο είναι φανταστική.
Νομίζω ότι όλες μου οι ομάδες το είχαν. Δεν τα παρατούσαν ποτέ. Έτσι, ξαφνικά δεν χρειαζόταν να περνάω συνέχεια το μήνυμα. Ήταν εκπληκτικό εκείνο το χαρακτηριστικό και είναι απίστευτο να βλέπεις όλα όσα συνέβαιναν στα τελευταία λεπτά».
7. Να βασίζεσαι στη δύναμη της παρατηρητικότητας
Ο Φέργκιουσον ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα στην μικρή East Stirlingshire το 1974, όταν ήταν 32 ετών. Δεν ήταν και πολύ μεγαλύτερους από τους παίκτες που είχε στη διάθεσή του. Προχωρώντας στις St. Mirren και Aberdeen και στη συνέχεια, μετά τις επιτυχίες με την τελευταία, στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σιγά-σιγά έδωσε εξουσιοδότηση στους βοηθούς του για τη διεξαγωγή των προπονήσεων. Ήταν, όμως, πάντα παρών και παρακολουθούσε. Η αλλαγή ανάμεσα στην προπονητική και στην παρατήρηση, όπως μας είπε, του επέτρεψε να αξιολογεί καλύτερα την απόδοση των παικτών. «Ως προπονητής στο γήπεδο, δεν μπορείς να δεις τίποτα», σχολίασε. Ως παρατηρητής, όμως, μπορείς να δεις τον ρυθμό, την ενέργεια και την εργατικότητα.
Φέργκιουσον: «Η παρατηρητικότητα είναι το τελευταίο κομμάτι της προπονητικής μου δομής. Όταν ξεκίνησα ως προπονητής, βασίστηκα σε διάφορα βασικά: ότι μπορούσα να παίξω καλά, ότι καταλάβαινα τις τεχνικές αρετές που απαιτούνταν για το υψηλότερο επίπεδο, ότι μπορούσα να προπονήσω σωστά, ότι είχα την ικανότητα να παίρνω σωστές αποφάσεις. Ένα απόγευμα στο Αμπερντίν είχα μία συζήτηση με τον βοηθό μου, πίνοντας τσάι.
Μου είπε: δεν ξέρω γιατί με έφερες εδώ. Του απάντησα: τι εννοείς; Και μου απάντησε: Δεν κάνω τίποτα. Δουλεύω με τους μικρούς, όμως είμαι εδώ για να σε βοηθήσω με την προπόνηση της πρώτης ομάδας. Αυτός είναι ο ρόλος του βοηθού. Ένας άλλος μου είπε: Νομίζω ότι έχει δίκαιο αφεντικό. Και έδειξε πως μπορούμε να επωφεληθούμε από το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να κάνω πάντα εγώ την προπόνηση. Αρχικά είπα: Όχι, όχι, όχι. Το σκέφτηκα, όμως, τις επόμενες ημέρες και είπα να το δοκιμάσουμε. Κατά βάθος ήξερα ότι ήταν σωστό. Έτσι, άφησα σε εκείνους την προπόνηση και ήταν το καλύτερο πράγμα που έκανα.
Δεν παρέδωσα τον έλεγχο. Η παρουσία μου και η ικανότητα επίβλεψης ήταν πάντα εκεί, ενώ όσα βλέπεις είναι πολύτιμα. Άρχισα να βλέπω περισσότερες λεπτομέρειες. Βλέποντας την αλλαγή στις συνήθειες ενός παίκτη ή την πτώση του ενθουσιασμού του μου επέτρεψαν να ασχοληθώ περισσότερο μαζί του. Έχει προβλήματα στην οικογένεια; Έχει οικονομικά προβλήματα; Είναι κουρασμένος; Σε τι διάθεση είναι; Κάποιες φορές μπορούσα να καταλάβω αν ένας παίκτης είναι τραυματίας, τη στιγμή που εκείνος νόμιζε ότι είναι μια χαρά!
Δε νομίζω ότι πολλοί άνθρωποι εκτιμούν τη δύναμη της παρατήρησης. Η ικανότητα να εντοπίζεις μικροπράγματα είναι κλειδί για την επιτυχία. Ή μάλλον, η ικανότητα να εντοπίζεις πράγματα που δεν περίμενες να δεις».
8. Μη σταματάς να προσαρμόζεσαι
Στα χρόνια του Φέργκιουσον στη Γιουνάιτεντ ο κόσμος του ποδοσφαίρου άλλαξε δραματικά. Από τα οικονομικά μέχρι και την επιστήμη. Η προσαρμογή στην αλλαγή δεν είναι ποτέ εύκολη. Η επιθυμία του Φέργκιουσον, όμως, για αλλαγή είναι παντού. «Έδειξε τεράστια ικανότητα προσαρμογής με το παιχνίδι να αλλάζει», μας είχε πει ο Ντέιβιντ Τζιλ.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ο Φέργκιουσον έγινε ο πρώτος προπονητής που παρέταξε την ομάδα του με πολλούς νεαρούς παίκτες στο League Cup, κάτι που αρχικά προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των υπόλοιπων ομάδων της πρώτης κατηγορίας. Έγινε επίσης ο πρώτος που άφησε 4 επιθετικούς παγκόσμιας κλάσης να παλεύουν στην ίδια σεζόν για 2 θέσεις, κάτι που οδήγησε στην επιτυχία του Τρεμπλ.
Εκτός γηπέδου ο Φέργκιουσον αύξησε τα μέλη του τιμ του και προσέλαβε μία ομάδα επιστημόνων, για να υποστηρίξουν τους προπονητές. Ακολουθώντας τις εισηγήσεις τους, ίδρυσε τις αίθουσες «Vitamin D» στις προπονητικές εγκαταστάσεις, προκειμένου οι παίκτες να μην αισθάνονται και τόσο την έλλειψη του ήλιου στο Μάντσεστερ και η χρησιμοποίηση GPS στην προπόνηση, προκειμένου η ανάλυση να είναι έτοιμη 20 λεπτά μετά το τέλος της.
Η Γιουνάιτεντ προσέλαβε μέχρι και δάσκαλο γιόγκα για δύο φορές την εβδομάδα, ενώ κατασκευάστηκε και ολόκληρο ιατρικό κέντρο εντός των προπονητικών εγκαταστάσεων, ώστε τα πάντα να γίνονται γρήγορα και επί τόπου, όπως επίσης και με διακριτικότητα.
Φέργκιουσον: «Όταν ξεκίνησα, δεν υπήρχαν ατζέντηδες και αν και τα παιχνίδια προβάλλονταν από την τηλεόραση, τα ΜΜΕ δεν ανύψωναν τους παίκτες στα επίπεδα των σταρ του κινηματογράφου, αναζητώντας συνεχώς ιστορίες τους. Τα στάδια βελτιώθηκαν, οι αγωνιστικοί χώροι είναι πλέον σε τέλεια κατάσταση και η επιστήμη των σπορ έχει μεγάλη σημασία.
Ιδιοκτήτες από την Ρωσία, τη Μέση Ανατολή και άλλες περιοχές έχουν ρίξει πάρα πολλά χρήματα στο παιχνίδι, βάζοντας πίεση στους προπονητές. Και η ζωή των παικτών έχει αλλάξει σε τέτοιο σημείο, που είναι πολύ πιο «εύθραυστοι» από ό,τι ήταν πριν από 27 χρόνια.
Ένα από τα πράγματα που έκανα καλά ήταν η διαχείριση της αλλαγής. Πιστεύω ότι ο μοναδικός τρόπος να την κοντρολάρεις είναι να την αποδεχθείς. Πρέπει να έχεις εμπιστοσύνη ότι οι συνεργάτες σου θα κάνουν σωστά τη δουλειά. Δεν υπάρχει λόγος να τους προσλαμβάνεις, αν είναι να τους λες συνεχώς τι πρέπει να κάνουν. Το πιο σημαντικό είναι να μη μένεις στάσιμος. Πριν από λίγα χρόνια είχα πει στον Ντέιβιντ Τζιλ: Ο μοναδικός τρόπος να κρατήσουμε τους παίκτες στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι να έχουμε το κορυφαίο προπονητικό κέντρο στην Ευρώπη. Τότε ήταν που ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε και το ιατρικό κέντρο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι με τις δικές μου επιτυχίες δεν ψάχνουν την αλλαγή. Όμως εγώ ένιωθα ότι δε με παίρνει να μην αλλάξω. Έπρεπε να παραμείνουμε επιτυχημένοι και έψαχνα πάντα τρόπους να εξελιχθούμε. Συνέχιζα να δουλεύω σκληρά. Πάντα αντιμετώπιζα την κάθε επιτυχία σαν να ήταν η πρώτη μου. Δουλειά μου ήταν να μας δώσω τις καλύτερες πιθανότητες νίκης. Αυτό με οδήγησε και με έφτασε εκεί που με έφτασε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου