Οταν νικάς και παιχνίδια που δεν σου πάνε, τότε δικαιούσαι να κάνεις σημαία το... DNA του νικητή και να ψάχνεις το ταβάνι σου!
Ο Παναθηναϊκός μπήκε λοιπόν με το δεξί στο Τοπ-16 και μάλιστα σ' ένα παιχνίδι που δεν του ταίριαζε από την αρχή. Οταν σου καρφώνουν το καλάθι λες και είναι οι Χαρλεμς, όταν βλέπεις τον Λίνχαρτ να σου κοπανάει τα τρίποντα λες και είναι λέι απ, όταν τα κρίσιμα επιθετικά ριμπάουντ καταλήγουν συνεχώς σε αντίπαλα χέρια, αλλά εσύ καταφέρνεις να επιστρέψεις και να «κλέψεις» το παιχνίδι, τότε δικαιούσαι να πιστεύεις πως έχεις DNA για να πας ψηλότερα απ' ό,τι είχες υπολογίσει.
Είναι σαφές πως ο Παναθηναϊκός δεν έχει την ποιότητα, αλλά κυρίως την ποσότητα για να πάει μέχρι τέλους, αλλά έχει ένα βασικό συστατικό που είναι απαραίτητο σε κάθε ομάδα με φιλοδοξίες: Λέγεται πάθος κι όταν αυτό το καταθέτεις στο παρκέ τότε προκύπτει η ενέργεια, η άρνηση στην ήττα, η υπέρβαση εκεί που θεωρείς πως έχεις πιάσει τα όριά σου.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν η αναμέτρηση με τη Μακάμπι. Μια πιο αθλητική ομάδα με περισσότερες λύσεις λύγισε τελικά στο ΟΑΚΑ, επειδή είχε απέναντί της έναν Παναθηναϊκό που στην τελευταία περίοδο έκανε αυτό που συνηθίζει να κάνει φέτος στο ξεκίνημα των αγώνων: Να «πνίγει» δηλαδή τον αντίπαλο, να «μασάει σίδερα» που λέμε και να κρατάει τους Ισραηλινούς στους 12 πόντους στο 10λεπτο, όταν στα τρία προηγούμενα είχαν κατά μέσο όρο 22!
Αναμφισβήτητα το «κλειδί» για τη μεταμόρφωση του Παναθηναϊκού ήταν ο Τζέιμς Γκιστ που στην ουσία κάλυψε όποια «τρύπα» είχε προκύψει στις τρεις περιόδους. Σαν να κάθισε στον πάγκο, να είδε πιο «καθαρά» αυτά που συνέβαιναν στο παρκέ και να μπήκε στο γήπεδο για να τα λύσει, λες και είναι ο Superman.
Με τη μία σταμάτησαν τα άλει ουπ της Μακάμπι (σ.σ. τέσσερις φορές στο πρώτο ημίχρονο) λες και βλέπαμε τον Διαμαντίδη να πασάρει στον Λάσμε, άμεσα διορθώθηκαν οι περιστροφές στην περιφερειακή άμυνα, λύθηκε το πρόβλημα της αθλητικότητας στα ριμπάουντ και πρόσθεσε την ενέργεια που έλειπε από τον Παναθηναϊκό και περίσσευε από τη Μακάμπι.
Ταυτόχρονα, ο Ιβάνοβιτς ήταν τυχερός που παρότι έβγαλε το ματς με εννέα παίκτες (σ.σ. δεν χρησιμοποιήθηκαν ούτε δευτερόλεπτο ο άρρωστος Παππάς και οι Χαραλαμπόπουλος, Ράιτ), είδε πέντε εξ αυτών να φτάνουν σε διψήφιο αριθμό πόντων. Η Μακάμπι με το υλικό που έχει ποντάρει περισσότερο στην επίθεσή της και λιγότερο στην άμυνα, ήταν μπροστά όσο το σκορ πήγαινε σε υψηλά επίπεδα, αλλά όταν... έσφιξαν τα γάλατα δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στα δεδομένα.
Ο Σλότερ ήταν σε καλά φεγγάρια, ο Διαμαντίδης τελείωσε με 11 πόντους και 7 ασίστ, αλλά η αποκάλυψη ήταν ο Νέλσον και κατά δευτερο λόγο ο Μπατίστα. Ο Ουρουγουανός επέστρεψε στις εμφανίσεις του πρώτου διμήνου, έστω κι αν είχε πολλά προβλήματα στο αμυντικό κομμάτι, προβλήματα ωστόσο που ήταν δεδομένα από την στιγμή που αποκτήθηκε. Οσο απειλείται για παράδειγμα ο Τάιους από τον Μπατίστα, άλλο τόσο απειλούνταν ο Μπατίστα από τον Τάιους και μοιραία με τη διαφορετικότητα στο στυλ παιχνιδιού τους φτάσαμε στο περιβόητο ερώτημα «πόσα του έβαλε, πόσα έφαγε».
Πάνω στο... «Χ» της μεταξύ τους μονομαχίας, ήρθε η προσθήκη του Γκιστ για να γείρει το παιχνίδι υπέρ του Παναθηναϊκού που χρειαζόταν τον παίκτη που θα κάνει την υπέρβαση και θα αποτελέσει την «απάντηση» στα αθλητικά κορμιά της Μακάμπι.
Οσον αφορά στο Νέλσον, έκανε μακράν το καλύτερό παιχνίδι του με τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Ηταν η πρώτη φορά που θύμισε τον Νέλσον του Ερυθρού Αστέρα, αν κι έχει πολλά περιθώρια βελτίωσης. Το σημαντικότερο είναι πως αυτή τη φορά ήταν πιο αποφασισμένος και επιθετικός. Ετοιμος να ρισκάρει στο σουτ, κάτι που δεν έκανε στο ΣΕΦ, πατούσε πολύ καλύτερα στο παρκέ, συνεργαζόταν με πιο «καθαρό» μυαλό με τους υπόλοιπους γκαρντ και αθόρυβα μάζεψε 5 ριμπάουντ, φτάνοντας το μέσο όρο του στην περσινή σεζόν.
Από ΄κει και πέρα, τα προβλήματα είναι λίγο - πολύ γνωστά. Είναι κρίμα να 'χεις για ψηλό έναν Αμερικανό και να βλέπεις το DNP στη στατιστική. Σίγουρα ο Ιβάνοβιτς γνωρίζει πολύ καλύτερα την κατάσταση, αλλά με δύο κλασικούς ψηλούς και τον Γκιστ σε ρόλο κασκαντέρ είναι δύσκολο να βγει η σεζόν. Με την προσθήκη ενός αξιόπιστου ψηλού, ο Παναθηναϊκός θα ανέβαινε τουλάχιστον ένα επίπεδο, κι αν αποφάσιζε να ενισχυθεί και μ' έναν σμολ φόργουορντ, τότε θα μιλούσαμε για μια ομάδα που δικαιούται να έχει βλέψεις για φάιναλ φορ.
Υ.Γ: Το 'χαμε πει επισημάνει και από το καλοκαίρι: Ελληνοποίηση και πρωταθλητισμός δεν πάνε μαζί, εκτός αν αγοράσεις τη μισή Εθνική ομάδα. Η πολυδιαφημιζόμενη ελληνοποίηση είναι εξαιρετική, αλλά αφορά στο μέλλον κι όχι στο τώρα. Δεν μπορείς να κάνεις πρωταθλητισμό με αμούστακα παιδιά και ο Ιβάνοβιτς το αντιλαμβάνεται καλύτερα από τον καθένα.
Με τη Μακάμπι η «ελληνοποίηση» περιορίστηκε αναγκαστικά ακόμη περισσότερο, είχε αρχή και φινάλε τον Βλάντο Γιάνκοβιτς, την ώρα που ο Χαραλαμπόπουλος είχε πάλι DNP στη στατιστική του, ο Παππάς ταλαιπωρούνται από πυρετό και οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες ήταν εκτός 12άδας, όπως συνηθίζεται, με εξαίρεση τον Μποχωρίδη που ταλαιπωρείται από τραυματισμό.
*Πηγή: gazzetta.gr*
Ο Παναθηναϊκός μπήκε λοιπόν με το δεξί στο Τοπ-16 και μάλιστα σ' ένα παιχνίδι που δεν του ταίριαζε από την αρχή. Οταν σου καρφώνουν το καλάθι λες και είναι οι Χαρλεμς, όταν βλέπεις τον Λίνχαρτ να σου κοπανάει τα τρίποντα λες και είναι λέι απ, όταν τα κρίσιμα επιθετικά ριμπάουντ καταλήγουν συνεχώς σε αντίπαλα χέρια, αλλά εσύ καταφέρνεις να επιστρέψεις και να «κλέψεις» το παιχνίδι, τότε δικαιούσαι να πιστεύεις πως έχεις DNA για να πας ψηλότερα απ' ό,τι είχες υπολογίσει.
Είναι σαφές πως ο Παναθηναϊκός δεν έχει την ποιότητα, αλλά κυρίως την ποσότητα για να πάει μέχρι τέλους, αλλά έχει ένα βασικό συστατικό που είναι απαραίτητο σε κάθε ομάδα με φιλοδοξίες: Λέγεται πάθος κι όταν αυτό το καταθέτεις στο παρκέ τότε προκύπτει η ενέργεια, η άρνηση στην ήττα, η υπέρβαση εκεί που θεωρείς πως έχεις πιάσει τα όριά σου.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν η αναμέτρηση με τη Μακάμπι. Μια πιο αθλητική ομάδα με περισσότερες λύσεις λύγισε τελικά στο ΟΑΚΑ, επειδή είχε απέναντί της έναν Παναθηναϊκό που στην τελευταία περίοδο έκανε αυτό που συνηθίζει να κάνει φέτος στο ξεκίνημα των αγώνων: Να «πνίγει» δηλαδή τον αντίπαλο, να «μασάει σίδερα» που λέμε και να κρατάει τους Ισραηλινούς στους 12 πόντους στο 10λεπτο, όταν στα τρία προηγούμενα είχαν κατά μέσο όρο 22!
Αναμφισβήτητα το «κλειδί» για τη μεταμόρφωση του Παναθηναϊκού ήταν ο Τζέιμς Γκιστ που στην ουσία κάλυψε όποια «τρύπα» είχε προκύψει στις τρεις περιόδους. Σαν να κάθισε στον πάγκο, να είδε πιο «καθαρά» αυτά που συνέβαιναν στο παρκέ και να μπήκε στο γήπεδο για να τα λύσει, λες και είναι ο Superman.
Με τη μία σταμάτησαν τα άλει ουπ της Μακάμπι (σ.σ. τέσσερις φορές στο πρώτο ημίχρονο) λες και βλέπαμε τον Διαμαντίδη να πασάρει στον Λάσμε, άμεσα διορθώθηκαν οι περιστροφές στην περιφερειακή άμυνα, λύθηκε το πρόβλημα της αθλητικότητας στα ριμπάουντ και πρόσθεσε την ενέργεια που έλειπε από τον Παναθηναϊκό και περίσσευε από τη Μακάμπι.
Ταυτόχρονα, ο Ιβάνοβιτς ήταν τυχερός που παρότι έβγαλε το ματς με εννέα παίκτες (σ.σ. δεν χρησιμοποιήθηκαν ούτε δευτερόλεπτο ο άρρωστος Παππάς και οι Χαραλαμπόπουλος, Ράιτ), είδε πέντε εξ αυτών να φτάνουν σε διψήφιο αριθμό πόντων. Η Μακάμπι με το υλικό που έχει ποντάρει περισσότερο στην επίθεσή της και λιγότερο στην άμυνα, ήταν μπροστά όσο το σκορ πήγαινε σε υψηλά επίπεδα, αλλά όταν... έσφιξαν τα γάλατα δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στα δεδομένα.
Ο Σλότερ ήταν σε καλά φεγγάρια, ο Διαμαντίδης τελείωσε με 11 πόντους και 7 ασίστ, αλλά η αποκάλυψη ήταν ο Νέλσον και κατά δευτερο λόγο ο Μπατίστα. Ο Ουρουγουανός επέστρεψε στις εμφανίσεις του πρώτου διμήνου, έστω κι αν είχε πολλά προβλήματα στο αμυντικό κομμάτι, προβλήματα ωστόσο που ήταν δεδομένα από την στιγμή που αποκτήθηκε. Οσο απειλείται για παράδειγμα ο Τάιους από τον Μπατίστα, άλλο τόσο απειλούνταν ο Μπατίστα από τον Τάιους και μοιραία με τη διαφορετικότητα στο στυλ παιχνιδιού τους φτάσαμε στο περιβόητο ερώτημα «πόσα του έβαλε, πόσα έφαγε».
Πάνω στο... «Χ» της μεταξύ τους μονομαχίας, ήρθε η προσθήκη του Γκιστ για να γείρει το παιχνίδι υπέρ του Παναθηναϊκού που χρειαζόταν τον παίκτη που θα κάνει την υπέρβαση και θα αποτελέσει την «απάντηση» στα αθλητικά κορμιά της Μακάμπι.
Οσον αφορά στο Νέλσον, έκανε μακράν το καλύτερό παιχνίδι του με τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Ηταν η πρώτη φορά που θύμισε τον Νέλσον του Ερυθρού Αστέρα, αν κι έχει πολλά περιθώρια βελτίωσης. Το σημαντικότερο είναι πως αυτή τη φορά ήταν πιο αποφασισμένος και επιθετικός. Ετοιμος να ρισκάρει στο σουτ, κάτι που δεν έκανε στο ΣΕΦ, πατούσε πολύ καλύτερα στο παρκέ, συνεργαζόταν με πιο «καθαρό» μυαλό με τους υπόλοιπους γκαρντ και αθόρυβα μάζεψε 5 ριμπάουντ, φτάνοντας το μέσο όρο του στην περσινή σεζόν.
Από ΄κει και πέρα, τα προβλήματα είναι λίγο - πολύ γνωστά. Είναι κρίμα να 'χεις για ψηλό έναν Αμερικανό και να βλέπεις το DNP στη στατιστική. Σίγουρα ο Ιβάνοβιτς γνωρίζει πολύ καλύτερα την κατάσταση, αλλά με δύο κλασικούς ψηλούς και τον Γκιστ σε ρόλο κασκαντέρ είναι δύσκολο να βγει η σεζόν. Με την προσθήκη ενός αξιόπιστου ψηλού, ο Παναθηναϊκός θα ανέβαινε τουλάχιστον ένα επίπεδο, κι αν αποφάσιζε να ενισχυθεί και μ' έναν σμολ φόργουορντ, τότε θα μιλούσαμε για μια ομάδα που δικαιούται να έχει βλέψεις για φάιναλ φορ.
Υ.Γ: Το 'χαμε πει επισημάνει και από το καλοκαίρι: Ελληνοποίηση και πρωταθλητισμός δεν πάνε μαζί, εκτός αν αγοράσεις τη μισή Εθνική ομάδα. Η πολυδιαφημιζόμενη ελληνοποίηση είναι εξαιρετική, αλλά αφορά στο μέλλον κι όχι στο τώρα. Δεν μπορείς να κάνεις πρωταθλητισμό με αμούστακα παιδιά και ο Ιβάνοβιτς το αντιλαμβάνεται καλύτερα από τον καθένα.
Με τη Μακάμπι η «ελληνοποίηση» περιορίστηκε αναγκαστικά ακόμη περισσότερο, είχε αρχή και φινάλε τον Βλάντο Γιάνκοβιτς, την ώρα που ο Χαραλαμπόπουλος είχε πάλι DNP στη στατιστική του, ο Παππάς ταλαιπωρούνται από πυρετό και οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες ήταν εκτός 12άδας, όπως συνηθίζεται, με εξαίρεση τον Μποχωρίδη που ταλαιπωρείται από τραυματισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου